(Βασίζεται στις Πράξεις. 19:21 - 41, 20:1.) ΠΑ 256.1
Πάνω από τρία χρόνια η Έφεσος απετέλεσε το κέντρο της εργασίας του Παύλου. Μία ανθηρή Εκκλησία σχηματίσθηκε εκεί και από την πόλη αυτή το Ευαγγέλιο μεταδόθηκε σε ολόκληρη την ασιατική επαρχία τόσο μεταξύ των Ιουδαίων όσο και των Εθνικών. ΠΑ 256.2
Ο απόστολος σκέπτονταν για αρκετό διάστημα τώρα να κάνει άλλο ένα ιεραποστολικό ταξίδι. «Απεφάσισεν εν εαυτώ, αφού διέλθη την Μακεδονίαν και Αχαΐαν, να υπάγη εις την Ιερουσαλήμ, ειπών ότι αφού υπάγω εκεί, πρέπει να ίδω και την Ρώμην.» Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό, έστειλε «εις την Μακεδονίαν δύο των υπηρετούντων αυτόν, Τιμόθεον και Έραστον.» Αλλά επειδή αισθάνονταν ότι η παρουσία του ήταν ακόμη απαραίτητη για το έργο της Εφέσου, αποφάσισε να παραμείνει εκεί μέχρι μετά την Πεντηκοστή. Ένα περιστατικό όμως συνέβη σε λίγο που επέσπευσε την αναχώρησή του. ΠΑ 256.3
Μία φορά το χρόνο γίνονταν στην Έφεσο ιδιαίτερες θρησκευτικές τελετές προς τιμή της θεάς Άρτεμης. Αυτές συγκέντρωναν μεγάλα πλήθη ανθρώπων από όλα τα μέρη της ασιατικής επαρχίας. Στο διάστημα αυτό διοργανώνονταν γιορτές αφάνταστα μεγαλοπρεπείς και λαμπρές. ΠΑ 256.4
Αυτή η επίσημη εορταστική περίοδος ήταν καιρός δοκιμασίας για τους καινούργιους προσήλυτους. Ο όμιλος των πιστών που συγκεντρώνονταν στο σχολείο του Τυράννου αποτελούσε μία νότα παραφωνίας μέσα στην πανηγυρική έξαψη και συχνά γίνονταν στόχος για ειρωνείες, για μομφές και προσβολές. Οι προσπάθειες του Παύλου είχαν καταφέρει ένα καινούργιο πλήγμα στην ειδωλολατρική λατρεία. Σαν αποτέλεσμα ελαττώθηκε αισθητά ο αριθμός των παρευρισκομένων στην εθνική Πανήγυρη καθώςεπίσης και ο ενθουσιασμός των πανηγυριστών. Η επίδραση της διδασκαλίας του έφθανε πολύ πιο μακριά από τους παρόντες προσήλυτους της χριστιανικής πίστης. Πολλοί οι οποίοι δεν είχαν φανερά ασπαστεί τη νέα διδαχή, είχαν όμως αρκετά φωτιστεί σε σημείο που να χάσουν κάθε εμπιστοσύνη στους ειδωλολατρικούς θεούς τους. ΠΑ 256.5
Εκτός αυτού υπήρχε άλλος ένας λόγος για δυσαρέσκεια. Στην Έφεσο ευδοκιμούσε μία διαδομένη και προσοδοφόρα επιχείρηση που βασίζονταν στην κατασκευή και πώληση μικρογραφικών ναών και αγαλμάτων, απομίμηση του ναού και του αγάλματος της Άρτεμης. Όσοι ασχολούνταν με την επιχείρηση αυτή, είδαν τα κέρδη τους να ελαττώνονται και όλοι μαζί συμφώνησαν ότι η δυσμενής εκείνη μεταβολή οφείλονταν στο έργο του Παύλου. ΠΑ 257.1
Ο Δημήτριος, κατασκευαστής τέτοιων αργυρών ναών, συγκέντρωσε όλους τους ομοτέχνους του και τους είπε: «Άνδρες, εξεύρετε ότι εκ ταύτης της εργασίας προέρχεται η εμπορία ημών και θεωρείτε και ακούετε ότι πολύν λαόν ου μόνον της Εφέσου, αλλά σχεδόν πάσης της Ασίας ο Παύλος ούτος έπεισε και μετέβαλε, λέγων ότι δεν είναι θεοί οι δια χειρών κατασκευαζόμενοι. Και ου μόνον η τέχνη ημών αύτη κινδυνεύει να εξουθενωθή, αλλά και το ιερόν της μεγάλης θεάς Αρτέμιδος να λογισθή εις ουδέν, και μέλλει μάλιστα να καταστραφή η μεγαλειότης αυτής, την οποίαν όλη η Ασία και η οικουμένη σέβεται.» Τα λόγια αυτά ξεσήκωσαν τα εύθικτα πάθη του λαού. «Εμπλησθέντες θυμού, έκραζον λέγοντες, Μεγάλη η Άρτεμις των Εφεσίων.» ΠΑ 257.2
Η διάδοση της αγόρευσης αυτής κυκλοφόρησε με μεγάλη ταχύτητα. «Και η πόλις όλη επλήσθη ταραχής.» Ερεύνησαν παντού για τον Παύλο, αλλά ο απόστολος δεν βρίσκονταν πουθενά. Οι αδελφοί του, μόλις πληροφορήθηκαν τον κίνδυνο, τον απομάκρυναν από τον τόπο εκείνο. Άγγελοι είχαν σταλεί από το Θεό για να προφυλάξουν τον απόστολο. Δεν είχε έρθει ακόμη ο καιρός για να δώσει μαρτυρικό θάνατο. ΠΑ 257.3
Επειδή απέτυχαν να ανακαλύψουν το αντικείμενο της οργής τους, οι όχλοι άρπαξαν «τον Γάϊον και Αρίσταρχον, τους Μακεδόνας, συνοδοιπόρους του Παύλου,» και μαζί τους «ώρμησαν ομοθυμαδόν εις το θέατρον.» ΠΑ 258.1
Το μέρος όπου είχαν κρύψει τον Παύλο δεν απείχε πολύ και σε λίγο αυτός έμαθε για τον κίνδυνο των αγαπημένων του αδελφών. Αψηφώντας τη δική του ασφάλεια, θέλησε να πάει αμέσως στο θέατρο για να μιλήσει στους ταραχοποιούς. Αλλά «οι μαθηταί δεν άφινον αυτόν.» Ο Γάιος και ο Αρίσταρχος δεν ήταν η λεία που ζητούσε η οχλαγωγία και δεν προβλέπονταν ότι θα τους γίνονταν μεγάλο κακό. Αν παρουσιάζοντανόμως το ωχρό, τυραννισμένο από την έγνοια πρόσωπο του αποστόλου, θα ξεσήκωνε αμέσως τα χειρότερα πάθη της οχλοκρατίας.Τότε, θα εξέλιπε και η ελάχιστη ανθρώπινη πιθανότητα για τη διάσωση της ζωής του. ΠΑ 258.2
Ο Παύλος ήταν ακόμη πρόθυμος να υπερασπισθεί την αλήθεια μπροστά στα πλήθη. Τελικά συγκρατήθηκε από μία προειδοποίηση που του έστειλαν από το θέατρο. «Τινές δε και εκ των Ασιαρχών, όντες φίλοι αυτού, έστειλαν πρός αυτόν και παρεκάλουν να μη εκτεθή εις το θέατρον.» ΠΑ 258.3
Ο σάλος στο θέατρο όλο και μεγάλωνε. «Άλλοι μεν λοιπόν έκραζον άλλο τι, και άλλοι άλλοδιότι η σύναξις ήτο συγκεχυμένη και οι πλειότεροι δεν ήξευρον διατί είχον συναχθή.» Το γεγονός ότι ο Παύλος και μερικοί από τους συντρόφους του ήταν εβραϊκής καταγωγής, ώθησε τους Ιουδαίους να δείξουν καθαρά ότι δεν συμφωνούσαν ούτε με αυτόν, ούτε με το έργο του. Για αυτό λοιπόν παρουσίασαν έναν από τους δικούς τους για να διευθετήσει το ζήτημα ενώπιον του λαού. Για ομιλητή διάλεξαν έναν από τους βιοτέχνες, τον Αλέξανδρο, χαλκουργό για τον οποίο ο Παύλος αναφέρει αργότερα ότι του έκανε πολύ κακό. (Β’ Τιμ. 4:14.) Ο Αλέξανδρος διακρίνονταν για την ικανότητά του και επιστράτευσε όλες του τις δυνάμεις για να στρέψει την οργή του λαού εναντίον του Παύλου και των συντρόφων του. Αλλά όταν το πλήθος κατάλαβε ότι ο Αλέξανδρος ήταν και αυτός Εβραίος, τον απεδίωξαν: «Και έγεινε μία φωνή εκ πάντων των κραζόντων έως δύο ώρας, Μεγάλη η Άρτεμις των Εφεσίων.» ΠΑ 258.4
Όταν κάποτε σταμάτησαν από μεγάλη εξάντληση, έγινε για μερικά λεπτά σιγή. Τότε ο γραμματέας της πόλης επέστησε την προσοχή του πλήθους και με το σεβασμό που επέβαλλε το αξίωμά του, κατόρθωσε να τους κάνει να τον ακούσουν. Αντιμετώπισε το λαό επάνω στο δικό του το έδαφος και τους απέδειξε ότι δεν υπήρχε λόγος για το δημιουργηθέντα σάλο. Επικαλέσθηκε τη λογική τους. «Άνδρες Εφέσιοι,» τους είπε, «και τις άνθρωπος είναι όστις δεν εξεύρει ότι η πόλις των Εφεσίων είναι λάτρις της μεγάλης θεάς Αρτέμιδος και του Διοπετούς αγάλματος; Επειδή λοιπόν ταύτα είναι αναντίρρητα, πρέπει σεις να ησυχάζητε και να μη πράττητε μηδέν προπετές. Διότι εφέρετε τους άνδρας τούτους, οίτινες ούτε ιερόσυλοι είναι, ούτε την θεάν σας βλασφημούσιν. Εάν μεν λοιπόν ο Δημήτριος και οι συντεχνίται αυτού έχωσι διαφοράν μετά τίνος, υπάρχουσι δικάσιμοι ημέραι, και υπάρχουσιν ανθύπατοιας εγκαλέσωσιν αλλήλους. Εάν δε ζητήτε τι περί άλλων πραγμάτων, εν τη νομίμω συνελεύσει θέλει διαλυθή. Διότι κινδυνεύομεν να κατηγορηθώμεν ως στασιασταί δια την σημερινήν ταραχήν, χωρίς να υπάρχη μηδεμία αιτία, δια της οποίας θέλομεν δυνηθή να δικαιολογήσωμεν τον θόρυβον τούτον. Και ειπών ταύτα, απέλυσε την συνέλευσιν.» ΠΑ 259.1
Στην αγόρευσή του ο Δημήτριος είχε πει: «Η τέχνη ημών αύτη κινδυνεύει να εξουθενωθή.» Τα λόγια αυτά φανερώνουν την πραγματική αιτία της ταραχής στην Έφεσο, καθώς επίσης και την αιτία του διωγμού που διαπραχθείκατά το έργο των αποστόλων. Ο Δημήτριος και οι συντεχνίτες του κατάλαβαν ότι με τη διδασκαλία και την εξάπλωση του Ευαγγελίου η επιχείρηση της κατασκευής των αγαλμάτων κινδύνευε. Τα έσοδα των ειδωλολατρικών ιερέων και τεχνιτών διακυβεύονταν επίσης. Γι’ αυτό το λόγο ξεσήκωσαν την τρομερότερη αντίσταση εναντίον του Παύλου. ΠΑ 259.2
Η απόφαση του γενικού γραμματέα και άλλων εντίμων αξιωματούχων της πόλης απέδειξαν στο λαό την αθωότητα του Παύλου για οποιαδήποτε παράβαση του νόμου. Αυτός ήταν ένας άλλος θρίαμβος του Χριστιανισμού κατά της πλάνης και της δεισιδαιμονίας. Ο Θεός παρουσίασε ένα δικαστικό εκπρόσωπο να υπερασπιστεί τον απόστολό Του και να συγκρατήσει τις εξαγριωμένες μάζες. Η καρδιά του Παύλου γέμισε από ευγνωμοσύνη στο Θεό επειδή η ζωή του είχε διασωθεί και ο Χριστιανισμός δεν είχε διασυρθεί από τον αναβρασμό στην Έφεσο. ΠΑ 259.3
«Αφού έπαυσε ο θόρυβος, προσκαλέσας ο Παύλος τους μαθητάς και ασπασθείς, εξήλθε δια να υπάγη εις Μακεδονίαν.» Στο ταξίδι αυτό τον συνόδευαν δύο πιστοί Εφέσιοι αδελφοί, ο Τυχικός και ο Τρόφιμος. ΠΑ 260.1
Οι προσπάθειες του Παύλου στην Έφεσο πήραν τέλος. Η υπηρεσία του εκεί υπήρξε μία περίοδος ακατάπαυστης εργασίας, διαφόρων δοκιμασιών και μεγάλης αγωνίας. Είχε διδάξει τους ανθρώπους δημοσία και κατ ', ιδίαν από σπίτι σε σπίτι, νουθετώντας και προειδοποιώντας τους με πολλά δάκρυα. Είχε δεχθεί τη συνεχή αντίσταση των Ιουδαίων που δεν έχαναν καμία ευκαιρία να ξεσηκώσουν τα αισθήματα του λαού εναντίον του. ΠΑ 260.2
Και ενώ καταπολεμούσε έτσι την αντίσταση, προωθώντας με ακατάβλητο ζήλο το έργο του Ευαγγελίου και περιφρουρώντας τα συμφέροντα μιας νεαρής ακόμη στην πίστη Εκκλησίας, στην ψυχή του ο Παύλος σήκωνε βαρύ φορτίο για όλες τις Εκκλησίες. ΠΑ 260.3
Ειδήσεις της αποστασίας η οποία παρουσιάστηκε σε μερικές από τις Εκκλησίες που ο ίδιος είχε οργανώσει, του προξένησαν βαθιά λύπη. Φοβόνταν ότι οι προσπάθειές του γι’ αυτούς μπορεί να πήγαιναν χαμένες. Πολλές νύχτες πέρασε άυπνος, προσευχόμενος και συλλογιζόμενος καθώς πληροφορείτο τις μεθόδους που χρησιμοποιούνταν για την εξουδετέρωση του έργου του. Ανάλογα με την ευκαιρία που του δίνονταν και με τις ανάγκες που παρουσιάζονταν κάθε φορά, έγραφε στις Εκκλησίες ελέγχοντας, συμβουλεύοντας, παροτρύνοντας, και ενθαρρύνοντας. Στις επιστολές αυτές ο απόστολος δεν αναφέρεται στις δικές του δοκιμασίες αν και μπορούμε να ρίξουμε μερικές φευγαλέες ματιές στους μόχθους και στα βάσανά που πέρασε χάρη του έργου του Χριστού. Ραβδισμοί και φυλακίσεις, κρύο, πείνα, δίψα, κίνδυνοι στη θάλασσα, κίνδυνοι στη στεριά, στην πόλη και στην ερημιά,ανελέητοκυνήγι από τους συμπατριώτες του, από τους ειδωλολάτρες και από τους ψευδαδελφούς, όλα αυτά τα υπέμεινε χάρη του Ευαγγελίου. «Άτιμοι,» «λοιδορούμενοι,» «ως περικαθάρματα του κόσμου,» «διωκόμενοι,» «βλασφημούμενοι,» «σκύβαλον πάντων έως της σήμερον,» «ως καταδεδικασμένοι εις θάνατον χάριν του Ιησού.» ΠΑ 260.4
Μέσα σε μία ακατάπαυστη θύελλα επιθέσεων, μέσα από την κατακραυγή των εχθρών και την εγκατάλειψη των φίλων, ο ατρόμητος απόστολος λίγο έλλειψε να αποκαρδιωθεί. Αλλά ατενίζοντας πίσω πάλι στο Γολγοθά, προχώρησε με ανανεωμένη ζέση για να σκορπίσει την επίγνωση του Εσταυρωμένου. Δεν έκανε τίποτε άλλο από του να βαδίζει επάνω στο αιματοβαμμένο μονοπάτι όπου ο Χριστός βάδισε πριν από αυτόν. Δεν ζήτησε να απαλλαγεί από τον αγώνα πριν να είναι σε θέση να καταθέσει την πανοπλία του στα πόδια του Λυτρωτή του. ΠΑ 261.1