(Το κεφάλαιο αυτό βασίζεται στις Πράξεις θ’ 1-22)
Ονους του Σαύλου είχε αναστατωθεί από το θριαμβευτικό θάνατο του Στέφανου. Η προκατάληψή του είχε κλονιστεί, αλλά οι γνώμες και τα επιχειρήματα των ιερέων και των αρχόντων τελικά τον έπεισαν ότι ο Στέφανος ήταν ένας βλάσφημος, ότι ο Ιησούς Χριστός που κήρυττε ήταν ένας πλάνος και ότι οι κατέχοντες κρατικές θέσεις έπρεπε να έχουν δίκιο. Άνθρωπος αποφασιστικός και ισχυρογνώμων, έγινε άσπονδος εχθρός του Χριστιανισμού, αφού ήταν ακράδαντα πεπεισμένος ότι οι απόψεις των ιερέων και των γραμματέων ήταν σωστές. Ο ζήλος του τον ώθησε να επιδοθεί εθελοντικά στην καταδίωξη των πιστών. Ανάγκαζε αγίους ανθρώπους να οδηγούνται στα συμβούλια και να φυλακίζονται ή να καταδικάζονται σε θάνατο χωρίς καμία ενοχοποιητική απόδειξη εκτός από την πίστη τους στον Ιησού. Την ίδια χροιά, αν και προς διαφορετική κατεύθυνση, είχε και ο ζήλος του Ιωάννη και του Ιάκωβου, όταν πρότειναν να καλέσουν φωτιά να κατεβεί από τον ουρανό για να καταστρέψει αυτούς που περιφρόνησαν και χλεύασαν τον Κύριό τους. ΙΑ 206.1
Ο Σαύλος ήταν έτοιμος να ταξιδέψει στη Δαμασκό για δική του υπόθεση. Πηγαίνοντας όμως εκεί, αποφάσισε να επιτελέσει ένα διπλό σκοπό με το να ερευνήσει και να βρει όλους τους οπαδούς του Χριστού. Γι’ αυτόν το λόγο προμηθεύτηκε επιστολές από τον αρχιερέα που θα διαβάζονταν στις συναγωγές και θα τον εξουσιοδοτούσαν να συλλάβει όλους όσους ήταν ύποπτοι οπαδοί του Ιησού και να τους στείλει στα Ιεροσόλυμα για τη δίκη και την τιμωρία τους. Ξεκίνησε το ταξίδι του γεμάτος με τη δύναμη και το σφρίγος της αντρικής ηλικίας και τη φωτιά ενός πλανημένου ζήλου. ΙΑ 206.2
Ενώ οι κουρασμένοι ταξιδιώτες πλησίαζαν στη Δαμασκό, το βλέμμα του Σαούλ αγκάλιασε με χαρά την εύφορη γη, τους ωραίους κήπους, τους κατάμεστους οπωρώνες και τα δροσερά φλύαρα ρυάκια που κυλούσαν ανάμεσα στους ζωηρούς καταπράσινους θάμνους. Ύστερα από τη μακρινή διαδρομή περνώντας από γυμνά ερημικά τοπία, αυτές οι σκηνές αποτελούσαν πραγματική απόλαυση. Ενώ ο Σαύλος με τους συντρόφους του παρατηρούσαν και θαύμαζαν το τοπίο, ξαφνικά ένα δυνατό φως που ξεπερνούσε τη δύναμη του ήλιου άστραψε επάνω του «και πεσών επί την γην, ήκουσε φωνήν λέγουσαν προς αυτόν, Σαούλ, Σαούλ, τι με διώκεις; Και είπε, Τις είσαι, Κύριε; Και ο Κύριος είπεν, Εγώ είμαι Ιησούς τον οποίον συ διώκεις, σκληρόν σοι είναι να λακτίζης προς κέντρα» (Πραξ. θ’ 4-5). ΙΑ 206.3