Ολόκληρος ο ασεβής κόσμος καλείται να προσαχθεί στο βήμα του Χριστού με την κατηγορία της έσχατης προδοσίας κατά του καθεστώτος του ουρανού. Δεν έχουν κανέναν για την υπεράσπισή τους. Είναι αδικαιολόγητοι και η καταδίκη σε αιώνιο θάνατο εκδίδεται εναντίον τους. ΙΑ 336.3
Τώρα πια όλοι αντιλαμβάνονται ότι ο μισθός της αμαρτίας δεν είναι ούτε καμία αξιοσέβαστη ανεξαρτησία ούτε η αιώνια ζωή, αλλά σκλαβιά, καταστροφή και θάνατος. Οι ασεβείς βλέπουν τι έχασαν με τη ζωή της ανταρσίας τους. Περιφρόνησαν το «καθ’ υπερβολήν εις υπερβολήν αιώνιον βάρος δόξης». Πόσο όμως επιθυμητό φαίνεται τώρα! «Όλα αυτά”, θρηνεί η χαμένη ψυχή, «θα μπορούσα εγώ να τα έχω, αλλά προτίμησα να τα στερήσω από τον εαυτό μου. Τι παράλογο τυφλό πάθος! Αντάλλαξα την ειρήνη, την ευτυχία και την τιμή με την ταλαιπωρία, τον εξευτελισμό και την απόγνωση». Όλοι αναγνωρίζουν ότι η αποβολή τους από τον ουρανό είναι δίκαιη. Με τον τρόπο της ζωής τους δήλωσαν: «Δεν θέλομεν τούτον τον Ιησούν να βασιλεύει εφ’ ημάς”. ΙΑ 336.4
Σαν μαγεμένοι, οι ασεβείς παρακολούθησαν τη στέψη του Υιού του Θεού. Διέκριναν στα χέρια Του τις πλάκες του θεϊκού νόμου, τις εντολές που περιφρόνησαν και παραβίασαν. Παρατήρησαν την έξαρση του θαυμασμού, της αγαλλίασης και της λατρείας των σωσμένων. Ακούν τους μελωδικούς τους ύμνους που ξεχύνονται πάνω στην ανθρωποθάλασσα, έξω από την Αγία Πόλη και αναφωνούν τότε όλοι μαζί με μία φωνή: «Μεγάλα και θαυμαστά τα έργα σου, Κύριε Θεέ Παντοκράτωρ, δίκαιαι και αληθιναί αι οδοί σου, βασιλεύ των αγίων” (Αποκ. ιε’ 3). Πέφτοντας στο έδαφος, προσκυνούν τον Άρχοντα της ζωής. ΙΑ 337.1