Loading...
Larger font
Smaller font
Copy
Print
Contents

Η Μεγάλη Διαμάχη Μέρος Πρώτο

 - Contents
  • Results
  • Related
  • Featured
No results found for: "".
  • Weighted Relevancy
  • Content Sequence
  • Relevancy
  • Earliest First
  • Latest First
    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents

    Κεφάλαιο 19: Φωσ μεσα απο το σκοτοσ

    Το έργο του Κυρίου επί της γης παρουσιάζει από τη μια γενεά στην άλλη μια καταπληκτική ομοιότητα ανάμεσα σ’ όλες τις μεγάλες μεταρρυθμιστικές ή θρησκευτικές κινήσεις. Ο Θεός συμπεριφέρεται πρός τους ανθρώπους με τις ίδιες πάντοτε αρχές. Τα σημαντικά κινήματα του παρόντος καιρού βαδίζουν παράλληλα με εκείνα του παρελθόντος και η πείρα της εκκλησίας των περασμένων εποχών προσφέρει πολύτιμα μαθήματα για τη σύγχρονη εποχή μας.ΜΔ1 370.1

    Καμιά αλήθεια δεν διδάσκει ευκρινέστερα η Αγία Γραφή από το ότι ο Θεός ιδιαίτερα καθοδηγεί με το Πνεύμα Του το Άγιο τους δούλους Του επί της γης κατά τα μεγάλα κινήματα τα οποία αποσκοπούν στην εξάπλωση του έργου της σωτηρίας. Οι άνθρωποι είναι τα όργανα στα χέρια του Θεού τα οποία χρησιμοποιεί για την εκπλήρωση των προθέσεών Του που είναι όλο χάρη και ευσπλαχνία. Καθένας έχει το ρόλο του να παίξει. Στον καθένα χορηγείται η δόση του φωτός που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της εποχής του και να επαρκεί για την εκπλήρωση του έργου που του έχει αναθέσει να κάνει ο Θεός. Κανένας όμως από τους ανθρώπους αυτούς, όσο και αν ευνοήθηκαν από τον Ουρανό, κατόρθωσε ποτέ να φθάσει στην τέλεια κατανόηση του μεγάλου απολυτρωτικού σχεδίου, ή ακόμη και στην ακριβή αντίληψη των θεϊκών προθέσεων για το έργο της σύγχρονης εποχής του. Οι άνθρωποι αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν τις λεπτομερείς προθέσεις του Θεού μέσα στα πλαίσια των ευθυνών που τους ανατίθενται. Δεν κατανοούν όλες τις επιπτώσεις του μηνύματος που μεταδίδουν στο όνομά Του.ΜΔ1 370.2

    “Δύνασαι να εξιχνιάσεις τα βάθη του Θεού; Δύνασαι να εξιχνιάσεις τον Παντοδύναμον με εντέλειαν;” “Διότι αι βουλαί Μου δεν είναι βουλαί υμών, ουδέ αι οδοί υμών αι οδοί Μου, λέγει Κύριος. Αλλ’ όσον είναι υψηλοί οι ουρανοί από της γής ούτως αι οδοί Μου είναι υψηλότεροι των οδών υμών και αι βουλαί Μου των οδών υμών.” “Εγώ είμαι ο Θεός και ουδείς όμοιος Μου, όστις απ’ αρχής αναγγέλλω το τέλος και από πρότερον τα μη γεγονότα.” (Ιώβ 11:7, Ησ. 55:8-9, 46:9,10.)ΜΔ1 370.3

    Ούτε και αυτοί οι προφήτες που είχαν ευνοηθεί με ιδιαίτερη διαφώτιση του Αγίου Πνεύματος, μπόρεσαν να έχουν σαφή αντίληψη της σημασίας των ανατεθειμένων σ’αυτούς αποκαλύψεων. Η σημασία επρόκειτο να αποκαλυφθεί από γενεά σε γενεά σύμφωνα με τις ανάγκες του λαού του Θεού για τις καθοδηγήσεις που περιείχαν οι αποκαλύψεις αυτές.ΜΔ1 371.1

    Γράφοντας για τη σωτηρία, όπως αυτή παρουσιάζεται στο ευαγγέλιο, ο Πέτρος λέγει: “Περί της οποίας σωτηρίας εξεζήτησαν και εξερεύνησαν οι προφήται, οι προφητεύσαντες περί της χάριτος ήτις έμελλε να έλθει εις εσάς, ερευνώντες εις τίνα ή ποίον καιρόν εφανέρωνε το εν αυτοίς Πνεύμα του Χριστού, ότε προεμαρτύρει τα πάθη του Χριστού και τας μετά ταύτα δόξας. Εις τους οποίους απεκαλύφθη ότι ουχί δι εαυτούς, αλλά δι ημάς υπηρέτουν αυτά.” (Α΄ Πέτ. 1:10-12.)ΜΔ1 371.2

    Παρ’ όλο ότι δεν αναμένονταν από τους προφήτες να συνειδητοποιήσουν τις λεπτομέρειες των όσων αποκαλύπτονταν σ’ αυτούς, εκείνοι όμως κατέβαλαν κάθε δυνατή προσπάθεια για να επωφεληθούν από όλο το φως το οποίο ο Θεός ευδόκησε να τους στείλει: “Εξεζήτησαν και εξερεύνησαν ... ερευνώντες εις τίνα ή ποίον καιρόν εφανερώθη το εν αυτοίς Πνεύμα του Θεού.” Τι σπουδαίο μάθημα αυτό για το λαό του Θεού της χριστιανικής εποχής χάρη του οποίου οι προφητείες αυτές είχαν δοθεί στους δούλους Του! “Εις τους οποίους απεκαλύφθη ουχί δι’ εαυτούς, αλλά δι’ ημάς.” Παρατηρήστε τους αγίους εκείνους ανθρώπους του Θεού πως “εξεζήτησαν και εξερεύνησαν” τις παρουσιαζόμενες σ’ αυτούς αποκαλύψεις που αφορούσαν γενεές ανθρώπων οι οποίοι δεν είχαν ακόμη γεννηθεί. Συγκρίνετε τον αγιασμένο ζήλο τους με την ψυχρή αδιαφορία την οποία οι ευνοούμενοι των μεταγενεστέρων εποχών δείχνουν για το ιδιαίτερο αυτό προφητικό χάρισμα του Ουρανού. Οποία επίπληξη για την αδιαφορία αυτών, που ζώντας μέσα στην κοσμική θαλπωρή και τη νωχέλεια, αρκούνται στο να ισχυρίζονται ότι οι προφητείες δεν εξηγούνται!ΜΔ1 371.3

    Είναι αλήθεια ότι η ανθρώπινη περιορισμένη διάνοια δεν είναι δυνατόν να εισχωρήσει στις βουλές του Απείρου Θεού και να αντιληφθεί απόλυτα το μηχανισμό των προθέσεών Του. Αλλά είναι επίσης γεγονός ότι η μερική τουλάχιστο αποτυχία της κατανόησης των ουρανίων αγγελιών οφείλεται σε κάποιο λάθος ή αμέλεια από δικής τους πλευράς. Συχνά συμβαίνει ώστε ο νους των ανθρώπων, ακόμη και των ιδιαιτέρων δούλων του Θεού, να απορροφάται τόσο πολύ από τις ανθρώπινες γνώμες, παραδόσεις και εσφαλμένες διδασκαλίες, ώστε εν μέρη μόνο να αντιλαμβάνεται τα όσα έχει αποκαλύψει μέσα στο λόγο Του ο Θεός. Αυτό συνέβη με τους μαθητές του Χριστού και μάλιστα όταν ο Σωτήρας βρίσκονταν ακόμη προσωπικά μαζί τους. Στη σκέψη τους είχε τόσο πολύ ριζώσει η λαϊκή πεποίθηση ότι ο Μεσαίας έπρεπε να είναι ένας πρόσκαιρος αρχηγός ο οποίος θα ανέβαζε τον Ισραήλ στο θρόνο της διεθνής κοσμοκρατορίας, ώστε δεν μπορούσαν να καταλάβουν τη σημασία των λόγων Του όταν τους ανήγγειλε τα πάθη και το θάνατό Του.ΜΔ1 371.4

    Η αγγελία που ο ίδιος ο Χριστός τους εξαπέστειλε να διακηρύξουν: “Επληρώθη ο καιρός και επλησίασεν η βασιλεία του Θεού. Μετανοείτε και πιστεύετε εις το ευαγγέλιον,” (Μάρκ. 1:15.) στηρίζονταν πάνω στην προφητεία του 9 κεφαλαίου του Δανιήλ. Σύμφωνα μ’ αυτήν οι εξήντα εννέα εβδομάδες, όπως είχε δηλώσει ο άγγελος, θα έφθαναν ακριβώς μέχρι τον καιρό “του Χριστού του Ηγουμένου.” Γεμάτοι λοιπόν από ελπίδες και χαρούμενες προσδοκίες, οι μαθητές πρόσμεναν να δουν την εγκαθίδρυση στην Ιερουσαλήμ της μεσσιανικής βασιλείας που θα κυριαρχούσε σ’ όλη τη γη.ΜΔ1 372.1

    Κήρυξαν το μήνυμα που ο Χριστός τους ανέθεσε να κηρύξουν, αν και οι ίδιοι είχαν παρεξηγήσει το νόημά Του. Η αγγελία τους μπορεί να βασίζονταν στο Δανιήλ 9:25, αλλά δεν πρόσεξαν ότι το αμέσως επόμενο εδάφιο του ιδίου κεφαλαίου ανέφερε ότι ο Μεσσίας πρόκειτο να κοπεί (να σταυρωθεί). Από τη μέρα που γεννήθηκαν, οι καρδιές τους είχαν τραφεί με την ιδέα της προσδοκώμενης δόξας μιας επίγειας βασιλείας και η πεποίθηση αυτή σκότισε τη σκέψη τους στο να καταλάβουν τις λεπτομέρειες της προφητείας και τα λόγια του Χριστού.ΜΔ1 372.2

    Είχαν εκπληρώσει το καθήκον τους με το να απευθύνουν στο Ιουδαϊκό έθνος την πρόσκληση της ευσπλαχνίας. Και τότε, ακριβώς τη στιγμή που περίμεναν να δουν τον Κύριό τους να ανέρχεται στο θρόνο του Δαβίδ, Τον είδαν να συλλαμβάνεται σαν κακοποιός, να μαστιγώνεται, να χλευάζεται, να καταδικάζεται και να κρέμεται στο σταυρό του Γολγοθά. Τι αγωνία και απόγνωση συνέθλιβε τις καρδιές των μαθητών εκείνων τις ημέρες που ο Κύριός τους αναπαύονταν στον τάφο!ΜΔ1 372.3

    Και όμως ο Χριστός είχε έρθει ακριβώς στον καιρό και με τον τρόπο που είχε εξαγγείλει η προφητεία. Η μαρτυρία των Γραφών είχε εκπληρωθεί σε όλες της τις λεπτομέρειες της επίγειας διακονίας Του. Κήρυττε την αγγελία της σωτηρίας Και “ο λόγος Αυτού ήτο μετά δυνάμεως.” Οι ακροατές Του το αισθάνονταν με την καρδιά τους ότι ήταν σταλμένος από τον ουρανό. Τόσο ο λόγος όσο και το Πνεύμα του Θεού πιστοποιούσαν τη θεϊκή προέλευση της αποστολής Του.ΜΔ1 373.1

    Παρ’ όλο που οι μαθητές ήταν ακόμη προσηλωμένοι με ακράδαντη αφοσίωση στον αγαπημένο τους Διδάσκαλο, οι σκέψεις τους όμως βασανίζονταν από την αβεβαιότητα και την αμφιβολία. Μέσα στην αγωνία τους δεν θυμόταν τα λόγια που ο Χριστός τους είχε πει σχετικά με τα παθήματα και με το θάνατό Του. Αν ο Ιησούς ο Ναζωραίος ήταν ο πραγματικός Μεσσίας, θα έπρεπε να έχουν βυθιστεί σε τέτοια θλίψη και απόγνωση; Αυτή η ερώτηση βασάνιζε τις ψυχές τους ενώ ο Σωτήρας βρίσκονταν στον τάφο τις απελπιστικές εκείνες ώρες του Σαββάτου που μεσολάβησαν ανάμεσα στο θάνατο και στην ανάστασή Του.ΜΔ1 373.2

    Αν και οι οπαδοί εκείνοι του Χριστού βρίσκονταν ζωσμένοι από το καταθλιπτικό αυτό σκοτάδι, δεν είχαν όμως εγκαταληφθεί μονάχοι τους. Όπως αναφέρει ο προφήτης: “Αν και εκάθησα εν σκότει, ο Κύριος θέλει είσθαι φώς εις εμέ ... Θέλει με εξάξει εις το φώς. Θέλω ιδεί την δικαιοσύνην Αυτού.” “Και αυτό το σκότος δεν σκεπάζει ουδέν από Σού· και η νύξ λάμπει ως η ημέρα. Εις Σε το σκότος είναι ως το φώς.” Ο Κύριος είχε πει: “Φώς ανατέλλει εν τω σκότει δια τους ευθείς.” “Θέλω φέρει τους τυφλούς δι’ οδού την οποίαν δεν ήξευρον, θέλω οδηγήσει αυτούς εις τρίβους τας οποίας δεν εγνώριζον. Το σκότος θέλω κάμει φώς έμπροσθεν αυτών, και τα σκολιά ευθέα. Ταύτα τα πράγματα θέλω κάμει εις αυτούς, και δεν θέλω εγκαταλείψει αυτούς.” (Μιχ. 7:8,9- Ψαλμ. 139:12· 112:4· Ησ. 42:16.)ΜΔ1 373.3

    Η είδηση που διέδωσαν οι μαθητές στο όνομα του Κυρίου, ήταν από κάθε άποψη ακριβής· μερικά μάλιστα από τα αναφερόμενα σ’ αυτή γεγονότα έβρισκαν την εκπλήρωσή τους στην ίδια εκείνη σύγχρονη εποχή- “Επληρώθη ο καιρός, η βασιλεία του Θεού είναι επί τας θύρας.” Αυτή την αγγελία μετέδιναν. Όταν πληρώθηκε “ο καιρός—ο καιρός των εξήντα εννέα εβδομάδων της προφητείας του Δανιήλ που θα επεκτείνονταν μέχρι του Μεσσία του “Κεχρισμένου”—ο Χριστός έλαβε το χρίσμα του Πνεύματος κατά το βάπτισμά Του από τον Ιωάννη στον Ιορδάνη ποταμό, και “η βασιλεία του Θεού,” που όπως διακήρυτταν βρίσκονταν “επί τας θύρας,” πράγματι εγκαινιάστηκε με το θάνατο του Χριστού. Η βασιλεία όμως αυτή δεν ήταν, όπως είχαν διδαχθεί να πιστεύουν, μια επίγεια αυτοκρατορία. Ούτε ήταν εκείνη η μελλοντική ακατάλυτη βασιλεία που θα παρουσιάζονταν όταν “η βασιλεία και η κυριαρχία και η μεγαλοσύνη των βασιλειών των υπό κάτω παντός του ουρανού θέλουσι δοθεί εις τον λαόν των αγίων του Υψίστου,”—η αιώνια δηλαδή εκείνη βασιλεία όπου “πάσαι αι εξουσίαι θέλουσι λατρεύσει και υπακούσει εις Αυτόν.” (Δαν. 7:27.) Η έκφραση “βασιλεία του Θεού,” όπως χρησιμοποιείται στη Βίβλο, έχει τη διπλή έννοια της βασιλείας της χάρης, και της βασιλείας της δόξας. Η βασιλεία της χάρης αναφέρεται από τον απόστολο Παύλο στην επιστολή του πρός τους Εβραίους. Αφού μιλάει για το Χριστό, τον ευσπλαχνικό Μεσίτη μας, “τον δυνάμενον να συμπαθήση εις τας ασθενείας ημών,” ο απόστολος καταλήγει: “Ας πλησιάσωμεν λοιπόν μετά παρρησίας εις τον θρόνον της χάριτος, δια να λάβωμεν έλεος και να εύρωμεν χάριν.” (Εβρ. 4:15,16.) Ο θρόνος της χάρης παριστάνει τη βασιλεία της χάρης. Επειδή η ύπαρξη του θρόνου προϋποθέτει την ύπαρξη βασιλείας. Σε πολλές από τις παραβολές Του ο Χριστός χρησιμοποιεί την έκφραση της “βασιλείας των ουρανών,” υπονοώντας μ’ αυτό το έργο της θεϊκής χάρης μέσα στις ανθρώπινες καρδιές.ΜΔ1 373.4

    Έτσι λοιπόν και ο θρόνος της δόξας συμβολίζει τη βασιλεία της δόξας. Και αυτή τη βασιλεία εννοεί ο Σωτήρας όταν λέγει: “Όταν δε έλθει ο Υιός του ανθρώπου εν τη δόξη Αυτού και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ’ Αυτού, τότε θέλει καθίσει επί τον θρόνον της δόξης Αυτού. Και θέλουσι συναχθή έμπροσθεν Αυτού πάντα τα έθνη.” (Ματθ. 25:31-32.) Η βασιλεία αυτή είναι ακόμη μελλοντική. Δεν πρόκειται να ιδρυθεί πριν από τη δευτέρα παρουσία του Χριστού.ΜΔ1 374.1

    Η βασιλεία της χάρης εγκαινιάστηκε αμέσως μετά την πτώση του ανθρώπου, με την εκπόνηση του σχεδίου της απολύτρωσης για την ένοχη ανθρώπινη φυλή. Από τότε υφίσταται βάση της υπόσχεσης του Θεού και κατά την πρόθεσή Του. Αλλά η βασιλεία αυτή, της οποίας υπήκοοι καθίστανται οι άνθρωποι μέσο της πίστης, δεν είχε στην πραγματικότητα εγκαθιδρυθεί πριν από το θάνατο του Χριστού. Και μετά ακόμη που είχε αναλάβει ο Σωτήρας να εκπληρώσει την επίγεια αποστολή Του, μπορούσε απηυδησμένος από την πεισματική αντίσταση και την αχαριστία των ανθρώπων, να αποτραβηχθεί από την τελική θυσία του Γολγοθά. Έτρεμε στη Γεθσημανή βαστάζοντας το πικρό ποτήρι του πόνου. Μπορούσε και τότε ακόμη να σκουπίσει τον κρύο ιδρώτα που σαν αίμα έσταζε από το μέτωπό Του, και να εγκαταλείψει την ένοχη φυλή να χαθεί μέσα στην αμαρτωλή κατάστασή της. Αν το είχε κάνει αυτό, δεν υπήρχε σωτηρία για τον αμαρτωλό άνθρωπο. Προσφέροντας όμως ο Σωτήρας τη ζωή Του και παραδίδοντας την τελευταία πνοή φώναξε, “τετέλεσται,” τότε μόνο επισφραγίσθηκε το κύρος του απολυτρωτικού σχεδίου. Η υπόσχεση της σωτηρίας που δόθηκε στο ένοχο ζευγάρι μέσα στον κήπο της Εδέμ επικυρώθηκε. Και η βασιλεία της χάρης, που μέχρι εκείνο τον καιρό υφίστατο σαν θεϊκή υπόσχεση, τότε εδραιώθηκε.ΜΔ1 374.2

    Έτσι ο θάνατος του Χριστού, το γεγονός ακριβώς που οι μαθητές θεωρούσαν σαν την τελειωτική των ελπίδων τους εξάλειψη, ήταν εκείνο που εγγυώταν την παντοτινή των ελπίδων επαλήθευση. Παρ’ όλο ότι τους προξένησε πικρή απογοήτευση, ήταν η πιο περίτρανη απόδειξη ότι η πίστη τους βασίζονταν σε στερεό βάθρο. Το γεγονός που τους γέμισε με πένθος και απελπισία, ήταν εκείνο ακριβώς που άνοιγε το δρόμο της ελπίδας για κάθε απόγονο του Αδάμ και εκείνο γύρω από το οποίο συγκεντρώνονταν η μελλοντική ζωή και η αιώνια ευτυχία όλων των πιστών οπαδών του Θεού και σε όλους τους αιώνες.ΜΔ1 375.1

    Παρά την απογοήτευση όμως των μαθητών, οι προθέσεις της απέραντης ευσπλαχνίας του Θεού έβρισκαν την εκπλήρωσή τους. Αν και οι καρδιές τους είχαν κατακτηθεί από τη θεϊκή χάρη και δύναμη της διδαχής Εκείνου που μιλούσε “όπως άνθρωπος ουδέποτε ωμίλησε,” ανάμικτο όμως με την αγνή σαν ατόφιο χρυσάφι αγάπη τους για το Χριστό, βρίσκονταν το εξευτελιστικό κράμα της κοσμικής υπερηφάνειας και των εγωϊστικών φιλοδοξιών. Ακόμη και στο υπερώο τη βραδιά του Πάσχα, την κρίσιμη εκείνη ώρα όπου ο Κύριός τους ήδη ζώνονταν από τις πένθιμες σκιές της Γεθσημανή, “έγεινε φιλονεικία μεταξύ αυτών περί του τις εξ αυτών νομίζεται ότι είναι μεγαλύτερος.” (Λουκ. 22:24.) Δεν έβλεπαν μπροστά τους παρά θρόνους, στέμματα και δόξες, ενώ ένα βήμα μόνο τους χώριζε από τον εξευτελισμό και την αγωνία του κήπου, τη σκηνή του δικαστηρίου και το σταυρό του Γολγοθά. Η υπερηφάνεια της καρδιάς και η δίψα τους για τη δόξα του κόσμου, τους έκανε να προσκολλώνται με τέτοια επιμονή στις εσφαλμένες διδαχές της εποχής τους ώστε να μη δίνουν προσοχή στα λόγια του Σωτήρα που τους φανέρωναν την πραγματική φύση της βασιλείας Του, και έκαναν μνεία για τα πάθη και το θάνατό Του. Και αυτά τα λάθη τους κατέληξαν στη δοκιμασία—σκληρή μα απαραίτητη δοκιμασία—που τους ήρθε για να τους επαναφέρει στον ίσιο δρόμο. Παρ’ όλο ότι οι μαθητές είχαν παρερμηνεύσει το νόημα της αγγελίας που ανέλαβαν να δώσουν και είχαν αποτύχει να αναγνωρίσουν την ουσία των προσδοκιών τους, είχαν όμως εξαγγείλει την προειδοποίηση που τους ανέθεσε ο Θεός και ο Κύριος προτίθονταν να τους ανταμείψει για την πίστη τους και να τους τιμήσει για την υπακοή τους. Σ’ αυτούς είχε τώρα χορηγηθεί το προνόμιο να εξαγγείλουν σ’ όλα τα έθνη το ένδοξο ευαγγέλιο του αναστημένου τους Κυρίου. Με σκοπό να προκαταρτιστούν για το έργο αυτό τους είχε επιτραπεί να περάσουν την τόσο πικρή εκείνη δοκιμασία.ΜΔ1 375.2

    Μετά την ανάστασή Του, ο Χριστός παρουσιάστηκε χωρίς να γνωριστεί σε δύο μαθητές Του στο δρόμο της Εμμαούς και “αρχίσας από Μωϋσέως και από πάντων των προφητών, διερμήνευεν εις αυτούς τα περί Εαυτού γεγραμμένα εν πάσαις ταις Γραφαίς.” (Λουκ. 24:27.) Οι καρδιές των μαθητών σκίρτησαν. Η πίστη ξαναζωντάνεψε. Και αυτοί ξαναγεννήθηκαν με ζωντανή ελπίδα πριν ακόμη ο Χριστός τους αποκαλυφθεί ποιος είναι. Επειδή ακριβώς σ’ αυτό αποσκοπούσε, στο να διαφωτίσει το νού τους και να στερεώσει την πίστη τους πάνω στον “βεβαιότερον προφητικόν λόγον.” Επιθυμούσε να δει την αλήθεια ριζωμένη βαθιά στη σκέψη τους, όχι μόνο επειδή αυτή στηρίζονταν στην προσωπική Του μαρτυρία, αλλ’ επειδή αποτελούσε την αναντίρρητη απόδειξη και εφαρμογή των συμβόλων και σκιών του τελετουργικού νόμου και των προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης. Χρειάζονταν οι οπαδοί του Χριστού να έχουν πίστη υγιά και σταθερή, όχι μόνο για δικό τους όφελος, αλλά για να κατορθώσουν να καταστήσουν το Χριστό γνωστό σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Και σαν πρώτο βήμα για την απόκτηση της γνωριμίας αυτής, ο Χριστός παρέπεμψε τους μαθητές Του στα γραπτά του “Μωϋσέως και ... πάντων των προφητών.” Αυτή τη μαρτυρία έδινε ο αναστημένος Σωτήρας για την αξία και πολυτιμότητα των Γραφών της Παλαιάς Διαθήκης.ΜΔ1 376.1

    Τι καταπληκτική μεταλλαγή παρατηρήθηκε στις καρδιές των μαθητών καθώς αντίκριζαν και πάλι το αγαπημένο πρόσωπο του Κυρίου τους! (Λουκ. 24:32.) Τώρα μπορούσαν να είναι βέβαιοι περισσότερο παρά ποτέ άλλοτε ότι είχαν βρει “Εκείνον τον οποίον έγραψεν ο Μωϋσής εν τω νόμω και οι προφήται.” (Ιωάν. 1:46.) Η αβεβαιότητα, η αγωνία και η απελπισία υποχώρησαν και τη θέση τους πήραν τώρα η στερεή πεποίθηση και η ακλόνητη πίστη. Τι θαυμάσιο ότι μετά την ανάσταση του Χριστού “ήσαν πάντοτε εν τω ιερώ δοξάζοντες και ευλογούντες τον Θεόν.” Ο λαός που δε γνώριζε παρά μόνο τον επαίσχυντο θάνατο του Χριστού, περίμενε να δει ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους τη θλίψη, τη σύγχυση και τη συντριβή. Αντίθετα όμως, διέκριναν μόνο τη χαρά και το θρίαμβο. Τι σπουδαία προκατάρτιση έλαβαν οι μαθητές για το προκείμενο έργο τους! Είχαν περάσει από τη φοβερότερη δοκιμασία που μπορούσαν ποτέ να υποστούν και διαπίστωσαν ότι και όταν ακόμη όλα φαίνονταν χαμένα κατά τους ανθρώπινους υπολογισμούς, ο λόγος του Θεού εκπληρώνονταν τότε με τρόπο θριαμβευτικό. Τι θα μπορούσε απ’ εδώ κι εμπρός να κλονίσει την πίστη τους ή να ψυχράνει τη θέρμη της αγάπης τους; Στις σφοδρότερες θλίψεις είχαν τώρα “ισχυράν παρηγορίαν “την προκειμένην ελπίδα ... ως άγκυραν της ψυχής, ασφαλή τε και βεβαίαν.”” (Εβρ. 6:18,19.) Είχαν παραστεί μάρτυρες της σοφίας και της δύναμης του Θεού και ήταν πεπεισμένοι ότι “ούτε θάνατος ούτε ζωή, ούτε άγγελοι ούτε αρχαί ούτε δυνάμεις, ούτε παρόντα ούτε μέλλοντα, ούτε ύψωμα ούτε βάθος, ούτε άλλη τις κτίσις, θέλει δυνηθεί να χωρίσει ημάς από της αγάπης του Θεού, της εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών.” Επειδή “εις πάντα ταύτα,” έλεγαν, “υπερνικώμεν δια του αγαπήσαντος ημάς.” (Ρωμ. 8:38-39,37.) “Ο λόγος όμως του Κυρίου μένει εις τον αιώνα.” (Α΄ Πέτ. 1:25.) “Τις θέλει είσθαι ο κατακρίνων; Χριστός ο αποθανών, μάλλον δε και αναστάς, Όστις και είναι εν τη δεξιά του Θεού, Όστις και μεσιτεύει υπέρ ημών.” (Ρωμ. 8:34.)ΜΔ1 376.2

    Ο Κύριος λέγει: “Ο λαός Μου δεν θέλει καταισχυνθή εις τον αιώνα.” (Ιωήλ, 2:26.) “Το εσπέρας δύναται να συγκατοικήση κλαθμός, αλλά το πρωί έρχεται αγαλλίασις.” (Ψαλμ. 30:5.) Όταν το πρωί της ανάστασής Του οι μαθητές συνάντησαν το Σωτήρα και οι καρδιές τους φλέγονταν ακούοντας τα λόγια Του, όταν ξαναντίκρυσαν το αγαπημένο εκείνο κεφάλι και τα χέρια και τα πόδια που είχαν πληγωθεί για χάρη τους, όταν λίγο πριν αναληφθεί, ο Χριστός οδηγώντας τους στη Βηθανία, ύψωσε τα χέρια σε στάση ευλογίας με την εντολή: “Υπάγετε εις όλον τον κόσμον και κηρύξατε το ευαγγέλιον,” προσθέτοντας, “Ιδού, Εγώ είμαι μεθ’ υμών πάσας τας ημέρας.” (Μάρκ. 16:15, Ματθ. 28:20.) Όταν την ημέρα της Πεντηκοστής ήρθε ο Παράκλητος κατά τη θεϊκή υπόσχεση χορηγώντας τη δύναμη από ψηλά και οι ψυχές των πιστών σκίρτησαν από χαρά, ξέροντας ότι ο Σωτήρας τους βρίσκονταν τώρα στον ουρανό· τότε, παρόλο που το μονοπάτι τους οδηγούσε όπως και το δικό Του στη θυσία και στο μαρτύριο, ήταν ποτέ δυνατό να ανταλλάξουν τότε το ευαγγέλιο της θεϊκής χάρης και “τον της δικαιοσύνης στέφανον,” που τους περίμενε κατά την παρουσία Του, για τη δόξα ενός επίγειου θρόνου στον οποίο απέβλεπαν κατά τα προηγούμενα χρόνια της μαθητείας τους; Εκείνος ο οποίος είναι ικανός “να προσθέσει υπερεκπερισσού υπέρ πάντα όσα ζητούμεν ή νοούμεν,” τους είχε χορηγήσει μαζί με την κοινωνία των παθημάτων Του και τη συμμετοχή της χαράς Του, τη χαρά του να “φέρη πολλούς υιούς εις την δόξαν,” ανεκλάλητη δόξα, εκείνο το “αιώνιο βάρος δόξης,” πλάι στην οποία, λέγει ο Παύλος, “η ελαφρά ημών θλίψις, η προς στιγμήν ... δεν είναι άξια να συγκριθεί.”ΜΔ1 377.1

    Η πείρα των μαθητών που κήρυξαν το “ευαγγέλιον της βασιλείας” κατά την πρώτη παρουσία του Χριστού, επαναλήφθηκε ακριβώς με την πείρα εκείνων που διέδωσαν την αγγελία της δευτέρας παρουσίας Του. Όπως οι μαθητές εξήλθαν να κηρύξουν: “Ήλθε το πλήρωμα του χρόνου· επλησίασεν η βασιλεία του Θεού,” έτσι και ο Μύλλερ με τους συντρόφους του διακήρυτταν ότι η μεγαλύτερη και τελευταία προφητική περίοδος που αναφέρει η Γραφή κόντευε να λήξει, ότι η κρίση πλησίαζε και ότι η αιώνια βασιλεία του Θεού επρόκειτο να εγκαινιαστεί. Το αποστολικό κήρυγμα για τον προσδιορισμό του χρόνου (των εβδομήντα εβδομάδων) στηρίζονταν στο 9 κεφάλαιο του Δανιήλ. Το κήρυγμα του Μύλλερ και των συνεργατών του ανήγγειλε το τέλος των 2300 ημερονυκτίων του Δανιήλ 8:14 του οποίου μέρος αποτελούν οι εβδομήντα εβδομάδες. Και τα δύο κηρύγματα βασίζονταν στην εκπλήρωση ενός διαφορετικού τμήματος της ίδιας μακράς προφητικής περιόδου.ΜΔ1 378.1

    Όπως οι πρώτοι μαθητές, έτσι και ο Μύλλερ με τους συντρόφους του δεν κατάλαβαν την ακριβή σημασία της αγγελίας που μετέδιδαν. Παλιά ριζωμένα λάθη μέσα στην εκκλησία τους εμπόδιζαν από του να καταλήξουν στην ορθή εξήγηση ενός σημαντικού σημείου της προφητείας. Το αποτέλεσμα ήταν ότι αν και μετέδιδαν πιστά την αγγελία που τους ανέθεσε ο Θεός να μεταδώσουν στον κόσμο, γεύτηκαν όμως και αυτοί μια πικρή απογοήτευση, εξαιτίας μιας ορισμένης παρεξήγησης που είχαν κάνει στο νόημά της.ΜΔ1 378.2

    Ερμηνεύοντας το εδάφιο 8:14 του Δανιήλ, “έως δύο χιλιάδων και τριακοσίων ημερονυκτίων, τότε το αγιαστήριον θέλει καθαρισθεί,” ο Μύλλερ, όπως αναφέρεται παραπάνω, έκανε το λάθος να υιοθετήσει την κοινή γνώμη των συγχρόνων του ότι το αγιαστήριο συμβόλιζε τη γη. Και πίστευε ότι ο καθαρισμός του αγιαστηρίου υπονοούσε τον καθαρισμό της γης με τη φωτιά κατά την παρουσία του Κυρίου. Επομένως όταν ανακάλυψε ότι το τέλος των 2300 ημερών είχε συγκεκριμένα προκαθοριστεί, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτή η ακριβής ημερομηνία καθόριζε την ημερομηνία της δευτέρας παρουσίας. Το λάθος του οφείλονταν στο ότι ασπάσθηκε τη γενική αντίληψη των συγχρόνων του ως προς τη φύση του αγιαστηρίου.ΜΔ1 379.1

    Στο τελετουργικό σύστημα που απεικόνιζε τη θυσία και το ιερατικό έργο του Χριστού, ο καθαρισμός του αγιαστηρίου αποτελούσε το τελευταίο καθήκον του αρχιερέα με το οποίο έκλεινε ο ετήσιος κύκλος της ιερατείας του. Αποτελούσε την τελευταία βαθμίδα του εξιλαστικού έργου, τη απόσβεση ή εξάλειψη των αμαρτιών του λαού Ισραήλ. Σκιαγραφούσε την τελική φάση της ιερουργίας του μεγάλου Αρχιερέα μας στον ουρανό όταν θα απομακρύνει ή θα εξαλείψει τις καταχωρημένες στα ουράνια κατάστιχα αμαρτίες του λαού Του. Η υπηρεσία αυτή προϋποθέτει μια διερεύνηση, μια κρίση η οποία προηγείται αμέσως από την ένδοξη παρουσία του Χριστού στα σύννεφα του ουρανού με δύναμη και με μεγάλη δόξα. Επειδή όταν Εκείνος έρχεται, η υπόθεση του καθενός έχει ήδη εκδικασθεί. Ο Ιησούς λέγει: “Ο μισθός Μου είναι μετ’ Εμού, δια να αποδώσω εις έκαστον κατά τα έργα αυτού.” (Αποκ. 22:12.) Αυτό το έργο της κρίσης το οποίο αμέσως προηγείται της δευτέρας παρουσίας, είναι εκείνο που αναφέρεται στην αγγελία του πρώτου αγγέλου της Αποκάλυψης 14:7 : “Φοβήθητε τον Θεόν και δότε δόξαν εις Αυτόν· διότι ήλθεν η ώρα της κρίσεως Αυτού.”ΜΔ1 379.2

    Εκείνοι που διακήρυξαν την αγγελία αυτή μετέδωσαν το κατάλληλο μήνυμα στην κατάλληλη στιγμή. Αλλ’ όπως οι πρώτοι μαθητές διακήρυτταν ότι “επληρώθη ο καιρός, και επλησίασεν η βασιλεία του Θεού,” στηριζόμενοι στην προφητεία του Δανιήλ 9, χωρίς να προσέξουν ότι ο θάνατος του Μεσσία αποτελούσε μέρος της ίδιας εκείνης προφητείας, έτσι και ο Μύλλερ και οι σύντροφοί του κήρυτταν μια αγγελία βασισμένη στα εδάφια του Δανιήλ 8:14 και της Αποκάλυψης 14:7 και δεν πρόσεξαν ότι στο 14 κεφάλαιο της Αποκάλυψης υπήρχαν και άλλες αγγελίες που έπρεπε επίσης να δοθούν πριν από την παρουσία του Κυρίου. Όπως οι μαθητές εξαπατήθηκαν ως προς τον χαρακτήρα της βασιλείας που θα ιδρύονταν στο τέλος των εβδομήντα εβδομάδων, έτσι και οι Αντβεντιστές εκείνοι παρερμήνευσαν από άγνοια το γεγονός που θα μεσολαβούσε στο τέλος των 2300 ημερών. Κοινό λάθος των δύο περιπτώσεων ήταν η αποδοχή, μάλλον η προσκόλληση, σε γενικευμένα λάθη που συσκότισαν το φως της αλήθειας στην ανθρώπινη σκέψη. Και οι δύο τάξεις εκπλήρωσαν το θέλημα του Θεού, με το να γνωστοποιήσουν την αγγελία που ήθελε να διαδώσουν, όπως επίσης και οι δύο γεύτηκαν την απογοήτευση με την παρεξήγηση που έκαναν ερμηνεύοντας το μήνυμά τους.ΜΔ1 379.3

    Και όμως ο καλοπροαίρετος σκοπός του Θεού εκπληρώθηκε, έστω και αν η προειδοποίηση της κρίσης Του δόθηκε με τον τρόπο που δόθηκε. Η μεγάλη μέρα πλησίαζε. Γι’ αυτό η θεϊκή πρόνοια έφερε το λαό αντιμέτωπο με τις ιδιαίτερες εκείνες καιρικές περιστάσεις που θα τους βοηθούσαν να ανακαλύψουν τι έκρυβαν στις καρδιές τους. Η αγγελία αποσκοπούσε στο να δοκιμάσει και να καθαρίσει την εκκλησία. Θα οδηγούσε τους ανθρώπους να εξιχνιάσουν αν τα αισθήματά τους έκλιναν προς τον κόσμο, ή προς το Χριστό και τα επουράνια. Ισχυρίζονταν ότι αγαπούσαν το Σωτήρα. Τώρα ήταν καιρός να το αποδείξουν. Θα ήταν πρόθυμοι να αποκηρύξουν τις εγκόσμιες επιδιώξεις και φιλοδοξίες τους και να χαιρετίσουν με χαρά τον ερχομό του Κυρίου τους; Η αγγελία σ’ αυτό ακριβώς απέβλεπε· στο να τους βοηθήσει να ανακαλύψουν την πραγματική πνευματική τους κατάσταση. Τους είχε σταλεί με ευσπλαχνία και αγάπη για να τους παροξύνει να εκζητήσουν το Θεό με πνεύμα μετάνοιας και ταπεινοφροσύνης.ΜΔ1 380.1

    Αλλα και αν ακόμη η απογοήτευση ήταν αποτέλεσμα της δικής τους παρανόησης της αγγελίας που μετέδιδαν, επρόκειτο όμως να στραφεί προς το καλό. Έμελλε να δοκιμάσει τις καρδιές εκείνων οι οποίοι ισχυρίζονταν ότι είχαν δεχθεί την προειδοποίηση. Εν όψη της απογοήτευσης, θα έσπευδαν να εγκαταλείψουν τη χριστιανική τους πείρα και να αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους από το λόγο του Θεού; ή θα κατέληγαν να προσπαθήσουν με προσευχή και ταπεινοφροσύνη να ανακαλύψουν που έσφαλαν στην από μέρους τους ερμηνεία της προφητείας; Πόσοι απ’ αυτούς είχαν παρακινηθεί από το φόβο, από τον αυθορμητισμό ή από το θρησκευτικό παροξυσμό; Πόσοι έδειξαν απείθεια ή ακολουθούσαν με μισή καρδιά; Πλήθη ισχυρίζονταν ότι επιθυμούσαν την παρουσία του Κυρίου. Θα διατηρούσαν όμως την πίστη τους όταν θα είχαν να αντιμετωπίσουν τους χλευασμούς και την περιφρόνηση του κόσμου, τη δοκιμασία της αναβολής και την απογοήτευση; Όταν δεν θα μπορούσαν να εξηγήσουν διαμιάς τη στάση του Θεού απέναντι τους, θα έφθαναν στο σημείο να απορρίψουν ακόμη και τις αλήθειες εκείνες οι οποίες υποστηρίζονται ακράδαντα μέσα στο λόγο Του;ΜΔ1 380.2

    Η δοκιμή αυτή θα αποκάλυπτε το σθένος εκείνων που με ειλικρινή πίστη είχαν υπακούσει σε ότι παραδέχονταν για διδαχή προερχόμενη από το λόγο και το Πνεύμα του Θεού. Θα τους δίδασκε με τρόπο, που μόνο μια τέτοια εμπειρία μπορούσε να διδάξει, τον κίνδυνο που διατρέχει κανείς όταν παραδέχεται τις θεωρίες και τις ερμηνείες των ανθρώπων αντί να αφήσει τη Γραφή να ερμηνεύσει η ίδια τον εαυτό της. Για τα πιστά παιδιά του Θεού, η αμηχανία και η θλίψη που θα επακολουθούσαν το λάθος τους θα επέφεραν την απαιτούμενη επανόρθωση. Θα τους οδηγούσαν σε μια προσεκτικότερη μελέτη του προφητικού λόγου. Θα τους δίδασκαν να εξετάσουν ακριβέστερα τα θεμέλια της πίστης τους και να απορρίψουν κάθε στοιχείο ξένο προς τις γραφικές αλήθειες, άσχετα ποια γενική απήχηση βρίσκει ανάμεσα στο χριστιανικό κόσμο.ΜΔ1 381.1

    Για τους πιστούς αυτούς, όπως και για τους πρώτους μαθητές, όλα όσα θα φαίνονταν σκοτεινά και δυσνόητα την ώρα της δοκιμασίας, αργότερα θα διασαφηνίζονταν. Όταν θα έβλεπαν “τα τέλη του Κυρίου,” θα αναγνώριζαν ότι παρά τη δοκιμασία που οφείλονταν στα λάθη τους, οι προθέσεις της πρός αυτούς αγάπης Του είχαν κατά γράμμα εκπληρωθεί. Σαν αποτέλεσμα της ευλογημένης αυτής πείρας θα μάθαιναν “ότι είναι πολυεύσπλαχνος ο Κύριος και οικτίρμων” και ότι “πάσαι αι οδοί Αυτού είναι έλεος και αλήθεια εις τους φυλάττοντας την διαθήκην και τα μαρτύρια Αυτου.”ΜΔ1 381.2

    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents