Loading...
Larger font
Smaller font
Copy
Print
Contents

Η Μεγάλη Διαμάχη Μέρος Δεύτερο

 - Contents
  • Results
  • Related
  • Featured
No results found for: "".
  • Weighted Relevancy
  • Content Sequence
  • Relevancy
  • Earliest First
  • Latest First
    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents

    Κεφάλαιο 23: Τι ειναι το αγιαστηριο;

    Η Γραφική διακήρυξη “έως δύο χιλιάδων και τριακοσίων ημερονυκτίων, τότε το αγιαστήριον θέλει καθαρισθή” (Δαν. 8:14,) αποτέλεσε πάνω από κάθε τι άλλο το στύλο και το εδραίωμα της πίστης των Αντβεντιστών. Το εδάφιο αυτό είχε γίνει πασίγνωστο σε όλους όσους απέβλεπαν στην άμεση επιστροφή του Κυρίου. Χιλιάδες στόματα επαναλάμβαναν την προφητική αυτή περικοπή σαν σύνθημα της πίστης τους. Όλοι περίμεναν πως από τα γεγονότα τα αναφερόμενα στην προφητική εκείνη περίοδο που έληγε το φθινόπωρο του 1844 εξαρτώταν οι λαμπρότερες προσδοκίες τους και οι προσφιλέστερες ελπίδες τους. Οι προφητικές αυτές ημέρες αποδείχθηκε ότι έληγαν το φθινόπωρο του 1844. Μαζί με τον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο, οι Αντβεντιστές νόμιζαν και αυτοί ότι η γη καθολοκληρία ή κατά μέρος, αποτελούσε το αγιαστήριο. Πίστευαν λοιπόν ότι ο καθαρισμός του αγιαστηρίου συμβόλιζε τον καθαρισμό της γης με την εξολοθρευτική φωτιά κατά τη μεγάλη τελική ημέρα, δηλαδή κατά τη δευτέρα παρουσία. Η πεποίθηση αυτή οδήγησε στο συμπέρασμα ότι ο Χριστός θα επέστρεφε στη γη το 1844.ΜΔ2 446.1

    Αλλά ο προσδιορισμένος καιρός πέρασε και ο Κύριος δεν παρουσιάστηκε. Οι πιστοί ήξεραν ότι ο λόγος του Θεού δεν μπορεί να σφάλει. Η δική τους ερμηνεία της προφητείας ήταν λαθεμένη. Που έπρεπε όμως να αναζητηθεί το λάθος; Πολλοί έλυσαν το πρόβλημα καταλήγοντας στο βιαστικό συμπέρασμα ότι τα 2300 ημερονύκτια δεν έληγαν το 1844. Το συμπέρασμά τους αυτό δεν στηρίζονταν σε καμία άλλη βάση εκτός από το γεγονός ότι ο Χριστός δεν ήρθε τότε που Τον περίμεναν. Υποστήριζαν ότι αν οι προφητικές ημέρες έληγαν το 1844, ο Χριστός όφειλε να είχε τότε παρουσιαστεί για να καθαρίσει τη γη με φωτιά. Αφού όμως δεν ήρθε, έπετο με αυτό ότι η περίοδος των ημερών εκείνων δεν είχε ακόμη λήξει.ΜΔ2 446.2

    Η αποδοχή ενός τέτοιου συμπεράσματος σήμαινε την απόρριψη όλων των προηγουμένων προφητικών υπολογισμών. Ως αφετηρία των 2300 ημερών είχε αναγνωριστεί το διάταγμα του Αρταξέρξη για την ανοικοδόμηση της Ιερουσαλήμ που τέθηκε σε ισχύ το φθινόπωρο του 457 π.Χ. Ξεκινώντας απ’ αυτό το σημείο, είχαν ανακαλύψει ότι όλα τα γεγονότα τα αναφερόμενα στην εξήγηση της προφητείας του Δανιήλ 9:25-27 είχαν εκπληρωθεί με μαθηματική ακρίβεια. Αν χωρίζονταν εξήντα εννέα εβδομάδες, ή τα πρώτα αντίστοιχα 483 χρόνια από τον συνολικό αριθμό των 2300 χρόνων, τότε θα έπρεπε να φθάσουν στον καιρό του Μεσσία, δηλαδή του “Κεχρισμένου.” Η βάπτιση του Χριστού, το 27 μ.Χ με το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος που Αυτός έλαβε τότε, εκπληρώνει κατά γράμμα τη διευκρίνιση αυτή. Στα μέσα της εβδομηκοστής εβδομάδας ο Μεσσίας, σύμφωνα με την προφητεία, έπρεπε να “εκκοπή.” Τριάμυσι ακριβώς χρόνια μετά το βάπτισμά Του, ο Χριστός υπέστη το σταυρικό θάνατο, την άνοιξη του 31 μ.Χ. Οι εβδομήντα εβδομάδες, ή τα αντίστοιχα 490 χρόνια, αφορούσαν ειδικά τον Ιουδαϊκό λαό. Με την εκπνοή της προθεσμίας αυτής, το Ιουδαϊκό έθνος σφράγισε την από μέρους του απόρριψη του Χριστού με το διωγμό που διήγειρε εναντίον των οπαδών Του και τότε πια, το 34 δηλ. μ.Χ., οι απόστολοι στράφηκαν πρός τα έθνη. Αν τα αρχικά αυτά 490 χρόνια αφαιρεθούν από τον ολικό αριθμό των 2300, μένει ένα υπόλοιπο 1810 χρόνων. Λογαριάζοντας από το 34 μ.Χ., τα 1810 χρόνια καταλήγουν στο 1844. “Τότε,” είπε ο άγγελος, “το αγιαστήριον θέλει καθαρισθεί.” Όλες λοιπόν οι προηγούμενες λεπτομέρειες της προφητείας είχαν χωρίς αμφιβολία εκπληρωθεί με κάθε ακρίβεια στον καθορισμένο καιρό.ΜΔ2 446.3

    Όλα συμφωνούσαν απόλυτα με τους υπολογισμούς αυτούς, εκτός από ένα σημείο: ότι κανένα γεγονός που να ανταποκρίνεται στον καθαρισμό του αγιαστηρίου, δεν συνέβηκε το 1844. Το να αρνηθεί κανείς ότι πράγματικά σ’ αυτή τη χρονολογία κατέληγε η προφητική περίοδος, σήμαινε να φέρει σε πλήρη σύγχυση ολόκληρο το θέμα από μιας αρχής, και να αγνοήσει όλα τα βασικά στοιχεία που είχαν κατοχυρωθεί με την αναντίρρητη εκπλήρωση της προφητείας.ΜΔ2 447.1

    Ο Θεός όμως είχε οδηγήσει το λαό Του στο μεγάλο κίνημα του Αντβεντισμού. Εκείνος που με τη δόξα και τη δύναμή Του είχε περιβάλει το έργο αυτό, δεν θα επέτρεπε ούτε να καταλήξει στο σκότος και στην απογοήτευση, ούτε να στιγματιστεί σαν πλάνη και αποκύημα φανατισμού. Δεν θα εγκατέλειπε το λόγο Του εκτεθειμένο στην αμφιβολία και στην αστάθεια. Μολονότι πολλοί απέρριψαν τότε τους γνωστούς υπολογισμούς των προφητικών περιόδων και ανακήρυξαν ολόκληρο το οικοδόμημα του κινήματος πλανημένο, άλλοι όμως ήταν αποφασισμένοι να μη απαρνηθούν τα σημεία εκείνα της πίστης και της εμπειρίας που είχαν την υποστήριξη τόσο της Γραφής, όσο και της μαρτυρίας του Πνεύματος του Θεού. Βέβαιοι ότι είχαν υιοθετήσει μια υγιή ερμηνευτική μέθοδο για τη μελέτη των προφητειών, θεώρησαν καθήκον τους να μείνουν πιστοί στις αλήθειες τις οποίες ήδη είχαν αποκτήσει και να συνεχίσουν να ερευνούν κατά τον ίδιο τρόπο την Αγία Γραφή. Με κατανυκτική προσευχή έκαναν μία αναθεώρηση των βασικών πεποιθήσεών τους και επεδόθηκαν στη μελέτη των Γραφών με σκοπό να ανακαλύψουν το λάθος τους. Μη βρίσκοντας κανένα λάθος στο χρονικό υπολογισμό της προφητείας, τους ήρθε τότε η έμπνευση ότι έπρεπε να στραφούν στην πιο επισταμένη εξέταση του θέματος του αγιαστηρίου.ΜΔ2 447.2

    Η έρευνά τους αυτή τους αποκάλυψε ότι δεν υπήρχε πουθενά βιβλική εκδοχή που να υποστηρίζει την επικρατούσα κοινή γνώμη ότι το αγιαστήριο συμβολίζει τη γη. Ανακάλυψαν όμως στη Γραφή μία λεπτομερή διασάφηση του θέματος του αγιαστηρίου, της ιδιότητάς του, της τοποθεσίας του και του λειτουργικού του συστήματος. Τόσο σαφής και ευκολονόητη είναι πράγματι η περιγραφή των εμπνευσμένων συγγραφέων, ώστε να μη αφήνει καμία απολύτως αμφιβολία. Ο απόστολος Παύλος στην επιστολή του πρός τους Εβραίους αναφέρει: “Είχε μεν λοιπόν και η πρώτη σκηνή διατάξεις λατρείας, και το άγιον το κοσμικόν· διότι κατασκευάσθη σκηνή η πρώτη, εις την οποίαν ήτο και η λυχνία, και η τράπεζα, και η πρόθεσις των άρτων, ήτις λέγεται Άγια. Μετά δε το δεύτερον καταπέτασμα ήτο σκηνή η λεγομένη Άγια αγίων, έχουσα χρυσούν θυμιατήριον, και την κιβωτόν της διαθήκης πανταχόθεν περικεκαλυμμένην με χρυσίον, εν η ήτο στάμνος χρυσή έχουσα το μάννα, και η ράβδος του Ααρών η βλαστήσασα, και οι πλάκες της διαθήκης· υπεράνω δε αυτής ήσαν Χερουβείμ δόξης κατασκιάζοντα το ιλαστήριον.” (Εβρ. 9:1-5.)ΜΔ2 448.1

    Το αγιαστήριο, όπως το περιγράφει εδώ ο Παύλος, είναι εκείνο που κατασκεύασε ο Μωϋσής σύμφωνα με την εντολή του Θεού, για να είναι το επίγειο κατοικητήριο του Υψίστου. “Ας κάμωσιν εις Εμέ αγιαστήριον δια να κατοικώ εν μέσω αυτών.” (Έξ. 25:8.) Αυτή την εντολή έλαβε ο Μωϋσής όταν βρίσκονταν επάνω στο όρος Σινά μαζί με το Θεό. Επειδή οι Εβραίοι οδοιπορούσαν στην έρημο, το αγιαστήριο είχε κατασκευαστεί με τρόπο που να επιτρέπει τη μεταφορά του από το ένα μέρος στο άλλο. Αλλ’ ήταν ένα αφάνταστα μεγαλόπρεπο κατασκεύασμα. Τα τοιχώματα του, αποτελούμενα από κατακόρυφες σανίδες πλούσια επιχρυσωμένες, στηρίζονταν πάνω σε βάσεις αργυρές, ενώ η οροφή σχηματίζονταν από διπλά παραπετάσματα· τα εξωτερικά αποτελούσαν το πρώτο κάλυμμα, καμωμένο από δέρματα ζώων, τα εσωτερικά από υφαντό λινό, με έντεχνη εργασία αγγελικών παραστάσεων. Εκτός από την εξωτερική αυλή όπου ήταν τοποθετημένο το θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος, το καθαυτό αγιαστήριο αποτελείτο από δύο διαμερίσματα: τα άγια και τα άγια των αγίων, χωρισμένα μεταξύ τους με ένα ωραίο πλουσιοπάροχο παραπέτασμα. Ένα παρόμοιο καταπέτασμα έκλεινε την είσοδο του πρώτου διαμερίσματος.ΜΔ2 448.2

    Στο χώρο των αγίων, στο δυτικό μέρος, βρίσκονταν η επτάφωτη λυχνία που φώτιζε το αγιαστήριο νύχτα-μέρα. Στο βόρειο μέρος ήταν τοποθετημένη “η τράπεζα των άρτων της προθέσεως,” και μπροστά στο καταπέτασμα που χώριζε τα άγια από τα άγια των αγίων, βρίσκονταν ο βωμός του θυμιάματος ή “το χρυσούν θυμιατήριον,” απ’ όπου ένα ευωδιαστό σύννεφο, ανάμικτο με τις προσευχές του λαού Ισραήλ, καθημερινά ανέβαινε στην παρουσία του Θεού.ΜΔ2 449.1

    Μέσα στα άγια των αγίων βρίσκονταν τοποθετημένη η κιβωτός, ένα κιβώτιο καμωμένο από πολύτιμο ξύλο, πλουσιοπάροχα καλυμμένο με χρυσάφι που περιείχε τις δύο λίθινες πλάκες πάνω στις οποίες ο Θεός είχε χαράξει τις εντολές του Δεκαλόγου. Πάνω από την κιβωτό ήταν τοποθετημένο το ιλαστήριο, σχηματίζοντας το κάλυμμά της· ένα αριστούργημα τέχνης που απέληγε σε δύο χερουβείμ, ένα στην κάθε πλευρά, το σύνολο κατασκευασμένο από ατόφιο χρυσάφι. Σ’ αυτό το διαμέρισμα, ανάμεσα από τα χερουβείμ, έκανε την εμφάνισή της η θεϊκή παρουσία μέσα σ’ ένα σύννεφο δόξας.ΜΔ2 449.2

    Μετά την εγκατάσταση των Εβραίων στη γη Χαναάν, το αγιαστήριο αντικατέστησε ο ναός του Σολομώντα. Ένα μόνιμο τώρα οικοδόμημα, έπιανε σαν συγκρότημα μεγαλύτερη έκταση, ο καθαυτού όμως ναός ακολουθούσε τις ίδιες αρχικές διαστάσεις και έφερε την ίδια ακριβώς επίπλωση. Σ’ αυτή τη μορφή υφίστατο πάντοτε το αγιαστήριο—εκτός από τον καιρό της ερήμωσής του στην εποχή του Δανιήλ—μέχρι την τελική καταστροφή του από τους Ρωμαίους το 70 μ.Χ.ΜΔ2 449.3

    Αυτό είναι το μοναδικό αγιαστήριο που υπήρξε ποτέ πάνω στη γη, σύμφωνα με τις πληροφορίες της Αγίας Γραφής. Αυτό είναι που ο Παύλος αποκαλεί το αγιαστήριο της πρώτης (Παλαιάς) διαθήκης. Αλλά, γεννάται το ερώτημα: η νέα διαθήκη δεν έχει αγιαστήριο;ΜΔ2 451.1

    Γυρίζοντας πάλι στην επιστολή πρός Εβραίους, οι ερευνητές εκείνοι της αλήθειας ανακάλυψαν ότι μέσα στα ίδια αυτά λόγια του αποστόλου Παύλου εξυπακούετο η ύπαρξη ενός δευτέρου αγιαστηρίου, του αγιαστηρίου της καινής διαθήκης: “Είχε μεν λοιπόν η πρώτη σκηνή διατάξεις λατρείας και το άγιον το κοσμικόν.” Η λέξη “και” υπονοεί ότι ο Παύλος είχε πρωτύτερα αναφέρει για την ύπαρξη ενός άλλου αγιαστηρίου. Επιστρέφοντας στην αρχή του προηγουμένου κεφαλαίου, διάβασαν τα ακόλουθα: “Κεφάλαιον δε των λεγομένων είναι τούτο: Τοιούτον έχομεν αρχιερέα, όστις εκάθισεν εν δεξιά του θρόνου της μεγαλωσύνης εν τοις ουρανοίς, λειτουργός των αγίων, και της σκηνής της αληθινής, την οποίαν κατεσκεύασεν ο Κύριος, και ουχί άνθρωπος.” (Εβρ. 8:1-2.)ΜΔ2 451.2

    Η περιγραφή αυτή αφορά το αγιαστήριο της πρώτης διαθήκης. Εκείνο που κατασκεύασε ο Μωϋσής, ήταν χειροποίητο, ενώ αυτό εδώ έχει θεϊκή κατασκευή και όχι ανθρώπινη. Σ’ εκείνο το αγιαστήριο ιερουργούσαν γήινοι ιερείς. Σε τούτο λειτουργεί ο Χριστός, ο μεγάλος αρχιερέας μας, στα δεξιά του Πατέρα. Το ένα αγιαστήριο ήταν επίγειο, το άλλο είναι επουράνιο.ΜΔ2 451.3

    Βλέπουμε ακόμη ότι το αγιαστήριο το κατασκευασμένο από το Μωϋσή ακολουθούσε ένα ορισμένο σχέδιο. Ο Κύριος του είχε δώσει οδηγίες: “Κατά πάντα όσα Εγώ δεικνύω πρός σε, κατά το παράδειγμα της σκηνής, και κατά το παράδειγμα πάντων των σκευών αυτής, ούτω θέλετε κάμει.” (Έξ. 25:9.) Και πάλι του εφιστά την προσοχή: “Πρόσεχε να κάμης κατά τον τύπον αυτών τον δειχθέντα εις σε επί του όρους.” (Έξ. 25:40.) Γι’ αυτό και ο Παύλος αναφέρει ότι το πρώτο εκείνο αγιαστήριο “ήτο τύπος εις τον τότε παρόντα καιρόν καθ’ όν προσεφέροντο δώρα και θυσίαι,” ότι τα άγια ήταν “οι τύποι των επουρανίων,” ότι οι ιερείς οι οποίοι σύμφωνα με το νόμο πρόσφεραν τα δώρα, “λειτουργούσιν εις υπόδειγμα και σκιάν των επουρανίων,” και ότι ο Χριστός “δεν εισήλθεν εις χειροποίητα άγια, αντίτυπα των αληθινών, αλλ’ εις αυτόν τον ουρανόν δια να εμφανισθή τώρα ενώπιον του Θεού υπέρ ημών.” (Εβρ. 9:9, 23, 8:5, 9:24.)ΜΔ2 451.4

    Το ουράνιο αγιαστήριο, όπου ο Χριστός ιερουργεί για μας, αποτέλεσε το μεγάλο πρότυπο για το αγιαστήριο το οποίο κατασκεύασε ο Μωϋσής και το οποίο ήταν το αντίγραφο. Ο Θεός χορήγησε το Πνεύμα Του στους οικοδόμους του επιγείου αγιαστηρίου. Η καλλιτεχνική ευφυΐα, όπως επιδεικνύονταν στο κατασκεύασμα εκείνο, ήταν μία ένδειξη θεϊκής σοφίας. Τα τοιχώματα, αντανακλώντας πρός κάθε κατεύθυνση το φως της επτάφωτης λυχνίας, έδιναν την εντύπωση ότι ήταν καμωμένα από ατόφιο χρυσάφι. Το τραπέζι των άρτων και το θυσιαστήριο του θυμιάματος αστραφτοκοπούσαν και αυτά σαν στιλβωμένο χρυσάφι. Τα φανταχτερά καταπετάσματα της οροφής, καλοδουλεμένα με αγγελικές παραστάσεις σε γαλάζιες, άλικες και πορφυρές αποχρώσεις, πρόσθεταν στη φαντασμαγορία της σκηνής. Και πίσω από το δεύτερο παραπέτασμα του ναού, βρίσκονταν το άγιο ιλαστήριο, η ορατή εκδήλωση της δόξας του Θεού, όπου κανείς άλλος εκτός από τον αρχιερέα δεν μπορούσε να μπει και να παραμείνει ζωντανός.ΜΔ2 452.1

    Η ασύγκριτη λαμπρότητα του επιγείου αγιαστηρίου αντανακλούσε στα μάτια των ανθρώπων ανταύγειες του ουρανίου αγιαστηρίου όπου ο Χριστός, ο πρόδρομός μας, ιερουργούσε μπροστά στο θρόνο του Θεού. Το πραγματικό κατοικητήριο του “Βασιλέως των βασιλέων όπου χίλιαι χιλιάδες υπηρετούν Αυτόν και μύριαι μυριάδες ίσταντο ενώπιον Αυτού (Δαν. 7:10,) ο ναός εκείνος ο γεμάτος με τη δόξα του αιωνίου θρόνου, όπου τα σεραφείμ, οι περίλαμπροι φρουροί του, ενώ προσκυνούν καλύπτουν τα πρόσωπά τους, αυτός ο ναός ήταν αδύνατο να αποδοθεί όπως ακριβώς είναι, έστω και σ’ αυτό ακόμη το μεγαλοπρεπέστερο οικοδόμημα που ανθρώπινα χέρια κατασκεύασαν ποτέ. Αυτό δεν ήταν παρά μία αμυδρή μόνο αντανάκλαση της απεραντοσύνης και της δόξας του. Μολαταύτα σπουδαίες αλήθειες σχετιζόμενες με το ουράνιο αγιαστήριο καθώς και το σημαντικό έργο που επιτελείτο σ’ αυτό για τη σωτηρία του ανθρώπου, διδάσκονταν μέσο του επιγείου αγιαστηρίου και της λειτουργίας του.ΜΔ2 452.2

    Τα ιερά διαμερίσματα του ουρανίου αγιαστηρίου αντιστοιχούν στα δύο διαμερίσματα του επιγείου αγιαστηρίου. Όταν σε οπτασία ο Ιωάννης είχε το προνόμοιο να ρίξει μια ματιά στον ουράνιο ναό του Θεού, αναφέρει ότι του παρουσιάστηκαν εκεί, “επτά λαμπάδες πυρός καιόμεναι έμπροσθεν του θρόνου.” Εμφανίσθηκε επίσης ένας άγγελος “κρατών θυμιατήριον χρυσούν- και εδόθησαν εις αυτόν θυμιάματα πολλά, δια να προσφέρη με τας προσευχάς πάντων των αγίων επί το θυσιαστήριον το χρυσούν το ενώπιον του θρόνου.” (Αποκ. 8:3.) Το μέρος που επετράπηκε στον Ιωάννη να αντικρύσει ήταν το πρώτο διαμέρισμα του ουρανίου αγιαστηρίου. Εκεί είδε “τας επτά λαμπάδας πυρός” και “το χρυσούν θυσιαστήριον” που αντιστοιχούν στην επτάφωτη λυχνία και στο θυσιαστήριο του θυμιάματος του γηίνου αγιαστηρίου. Πάλι λέγει ότι “ηνοίχθη ο ναός του Θεού εν τω ουρανώ.” (Αποκ. 11:19) και τότε κοίταξε πέρα από το διαχωριστικό καταπέτασμα, δηλαδή μέσα σ’ αυτά τα άγια των αγίων. Αυτό που αντίκρισε τώρα ήταν “η κιβωτός της διαθήκης Αυτού,” απεικονίζοντας εκείνη που είχε κατασκευάσει ο Μωϋσής για να είναι ο θεματοφύλακας του νόμου του Θεού.ΜΔ2 452.3

    Έτσι για τους ερευνητές του θέματος η μελέτη απέδωσε αδιάσειστα στοιχεία σχετικά με την ύπαρξη ενός αγιαστηρίου στον ουρανό. Ο Μωϋσής κατασκεύασε το αγιαστήριο σύμφωνα με τον τύπο που του είχε υποδειχθεί. Ο Παύλος διδάσκει ότι ο τύπος ήταν αυτό το πραγματικό αγιαστήριο του ουρανού· και ο Ιωάννης διαπιστώνει ότι αυτό ακριβώς αντίκρισε στον ουρανό.ΜΔ2 453.1

    Σ’ αυτό λοιπόν το ουράνιο αγιαστήριο, το κατοικητήριο του Θεού, ο θρόνος Του έχει θεμελιωθεί πάνω στη δικαιοσύνη και στην κρίση. Στα άγια των αγίων υπάρχει ο νόμος Του, ο μεγάλος κανόνας του δικαίου, βάση του οποίου θα κριθεί μια μέρα όλη η ανθρωπότητα. Μπροστά σ’ αυτή την κιβωτό, όπου φυλάγονται οι πλάκες του Δεκαλόγου, σκεπασμένες με το Ιλαστήριο, ο Χριστός ικετεύει, παρουσιάζοντας το αίμα Του χάρη των αμαρτωλών. Έτσι παριστάνεται η συνένωση της δικαιοσύνης και της ευσπλαχνίας στο σχέδιο της απολύτρωσης του ανθρώπου. Μια τέτοια συνένωση μόνο η άπειρη σοφία μπορούσε να την επινοηθεί και μόνο η απεριόριστη δύναμη μπορούσε να την πραγματοποιήσει. Γεμίζει ολόκληρο τον ουρανό με θαυμασμό και λατρεία. Στο επίγειο αγιαστήριο, τα χερουβείμ που ευλαβικά υποκλίνονται μπροστά στο ιλαστήριο, υποδηλούν το ενδιαφέρον που τρέφει η ουράνια στρατιά για το απολυτρωτικό έργο. Αυτό είναι το μυστήριο της ευσπλαχνίας “εν τω οποίω οι άγγελοι επιθυμούν να παρακύψωσι:” το μυστήριο σύμφωνα με το οποίο ο Θεός αποδείχνεται δίκαιος, δικαιώνοντας συνάμα τον μετανοούντα αμαρτωλό και επανασυνδέοντας τις σχέσεις Του με την αμαρτωλή φυλή· το μυστήριο της βαθιάς ταπείνωσης του Χριστού προκειμένου να ανασύρει από το βάραθρο της καταστρεπτικής αβύσσου τα πλήθη εκείνα τα αμέτρητα για να τα ντύσει με το άσπιλο ένδυμα της δικαιοσύνης Του ώστε να αποκατασταθούν στη συντροφιά των αναμαρτήτων αγγέλων και να απολαύσουν την αιωνιότητα στην παρουσία του Θεού.ΜΔ2 453.2

    Το μεσιτικό έργο του Χριστού απεικονίζει ο Ζαχαρίας στην ωραία εκείνη προφητεία όπου αναφέρεται σ’ Εκείνον “του οποίου το όνομα είναι Βλαστός.” Λέγει ο προφήτης: “Αυτός θέλει οικοδομήσει τον ναόν του Κυρίου και Αυτός θέλει λάβει την δόξαν, και θέλει καθήσει και διοικήσει επί του θρόνου Αυτού [του Πατρός] και θέλει είσθαι ιερεύς επί του θρόνου Αυτού· και βουλή ειρήνης θέλει είσθαι μεταξύ των δύο Τούτων.” (Ζαχ. 6:12,13.)ΜΔ2 454.1

    “Θέλει οικοδομήσει οίκον εις τον Κύριον.” Με το εξιλαστικό και το μεσιτικό Του έργο, ο Χριστός καθίσταται τόσο το θεμέλιο όσο και ο οικοδόμος της εκκλησίας του Θεού. Ο απόστολος Παύλος Τον αποκαλεί “ακρογωνιαίον λίθον εν τω οποίω πάσα η οικοδομή συναρμολογουμένη αυξάνεται εις ναόν άγιον εν Κυρίω” και συνεχίζει: “εν τω οποίω και σείς συνοικοδομείσθε εις κατοικητήριον του Θεού δια του Πνεύματος.” (Εφ. 2:20-22.)ΜΔ2 454.2

    “Θέλει λάβει την δόξαν.” Στο Χριστό ανήκει η δόξα για την απολύτρωση της αμαρτωλής φυλής. Στους ατελεύτητους αιώνες το άσμα των λυτρωμένων θα είναι: “Εις τον αγαπήσαντα ημάς και λούσαντα ημάς από των αμαρτιών ημών με το αίμα Αυτού ... εις Αυτόν είη η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων.” (Αποκ. 1:5,6.)ΜΔ2 454.3

    “Θέλει καθήσει και βασιλεύσει επί του θρόνου Αυτού- και θέλει είσθαι ιερεύς επί του θρόνου Αυτού.” Ο Χριστός δεν κάθεται τώρα “επί του θρόνου της δόξης Αυτού.” Η βασιλεία της δόξας δεν έχει ακόμη φθάσει. Μόνον όταν τελειώσει το μεσιτικό Του έργο, “θέλει δώσει εις Αυτόν Κύριος ο Θεός τον θρόνον Δαβίδ του Πατρός Αυτού,” μία βασιλεία της οποίας “δεν θέλει είσθαι τέλος.” (Λουκ. 1:32,33.) Σαν ιερέας, ο Χριστός συμμερίζεται τώρα το θρόνο του Πατέρα. (Αποκ. 3:21.) Πάνω στον ίδιο θρόνο με τον αιώνιο, αυθύπαρκτο Θεό, κάθεται Εκείνος ο οποίος “τας ασθενείας ημών εβάστασε και τας θλίψεις ημών επεφορτίσθη.” (Ησ. 53:4.) Αυτός ο οποίος πειράσθηκε “κατά πάντα καθ’ ομοιότητα ημών, χωρίς αμαρτίας,” (Εβρ. 4:15,) ώστε να “δύναται να βοηθήση τους πειραζομένους.” (Εβρ. 2:18.) Εάν λοιπόν “τις αμαρτήση, έχομεν Παράκλητον πρός τον Πατέρα.” (Α΄ Ιωάν. 2:1.) Η μεσιτεία Του για βάση της έχει το θρυμματισμένο σώμα, την άψογη ζωή. Τα πληγωμένα χέρια, το κεντημένο πλευρό, τα τρυπημένα πόδια συνηγορούν για λογαριασμό του αμαρτωλού του οποίου ο λυτρωμός με τέτοια μια ανυπολόγιστη τιμή έχει εξαγοραστεί.ΜΔ2 454.4

    “Και συμβούλιον ειρήνης θέλει είσθαι μεταξύ των δύο Τούτων.” Η αγάπη του Πατέρα, το ίδιο όπως και η αγάπη του Υιού, είναι η πηγή της λυτρωτικής δύναμης για τη χαμένη φυλή. Πριν να αναληφθεί ο Χριστός, είπε στους μαθητές Του: “Δεν σας λέγω ότι Εγώ θέλω παρακαλέσει τον Πατέρα περί υμών· διότι Αυτός ο Πατήρ σας αγαπά.” (Ιωαν. 16:26-27.) “Ο Θεός ήτο εν τω Χριστώ διαλάσσων τον κόσμον πρός Εαυτόν.” (Β΄ Κορ. 5:19.) Και κατά την εξάσκηση της διακονίας Του στο επουράνιο αγιαστήριο “συμβούλιον ειρήνης θέλει είσθαι μεταξύ των δύο Τούτων.” “Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν Αυτού τον μονογενή, δια να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις Αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον.” (Ιωαν. 3:16.)ΜΔ2 455.1

    Στην ερώτηση “Τι είναι το αγιαστήριο;” την απάντηση χορηγούν με σαφήνεια οι Άγιες Γραφές. Ο ορισμός “αγιαστήριο” όπως αναφέρεται στη Βίβλο, αποδίδεται πρώτα στη σκηνή του μαρτυρίου που κατασκεύασε ο Μωϋσής σαν “τύπο των επουρανίων,” και κατόπιν σ’ αυτή τη “σκηνή την αληθινή” στον ουρανό όπου απέβλεπε το τελετουργικό σύστημα του επιγείου αγιαστηρίου. Με το θάνατο του Χριστού, το τελετουργικό εκείνο σύστημα έληξε. Για την Καινή Διαθήκη το αγιαστήριο αποτελεί τώρα “η σκηνή η αληθινή” στον ουρανό. Και αφού η προφητεία του Δανιήλ 8:14 καταλήγει στα χρονολογικά πλαίσια της νέας οικονομίας, τότε το αγιαστήριο για το οποίο γίνεται λόγος, πρέπει να είναι το αγιαστήριο της Καινής Διαθήκης. Όταν οι 2300 μέρες έληξαν το 1844, την εποχή εκείνη το επίγειο αγιαστήριο δεν υφίστατο από πολλούς ήδη αιώνες. Ώστε η προφητεία “έως δύο χιλιάδων και τριακοσίων ημερονυκτίων· τότε το αγιαστήριον θέλει καθαρισθή,” εννοεί χωρίς καμία αμφιβολία, το επουράνιο αγιαστήριο.ΜΔ2 455.2

    Αλλά εδώ γεννάται το σπουδαιότερο ερώτημα: Τι εννοείται με τον καθαρισμό του αγιαστηρίου; Το ότι μια ιδιαίτερη ιεροτελεστία απαιτείτο για τον καθαρισμό του επιγείου αγιαστηρίου, το αναφέρει η Παλαιά Διαθήκη. Μπορεί όμως να υπάρχει τίποτε στον ουρανό που να απαιτεί καθάρισμα; Στο ένατο κεφάλαιο της επιστολής πρός Εβραίους γίνεται λόγος για τον καθαρισμό τόσο του επουρανίου όσο και του επιγείου αγιαστηρίου. “Σχεδόν με αίμα καθαρίζονται πάντα κατά τον νόμον, και χωρίς χύσεως αίματος δεν γίνεται άφεσις. Ανάγκη λοιπόν ήτο οι μεν τύποι των επουρανίων να καθαρίζωνται δια τούτων [δηλαδή του αίματος των ζώων] αυτά όμως τα επουράνια με θυσίας ανωτέρας παρά ταύτας.” (Εβρ. 9:23-24,) μάλιστα με το πολύτιμο αίμα του Χριστού.ΜΔ2 455.3

    Ο καθαρισμός, τόσο κατά την τυπική όσο και κατά την πραγματική λατρεία, επιτελείται με αίμα—με το αίμα των ζώων για την πρώτη, με το αίμα του Χριστού για τη δεύτερη. Ο απόστολος Παύλος εξηγεί το λόγο για τον οποίο το αίμα είναι απαραίτητο για τον καθαρισμό. “Χωρίς χύσεως αίματος δεν γίνεται άφεσις” Το επιτελούμενο έργο σκοπό έχει την άφεση ή εξάλειψη της αμαρτίας. Πως όμως εξηγείται η παρουσία της αμαρτίας μέσα στο αγιαστήριο, ουράνιο ή επίγειο; Και πάλι την απάντηση θα βρούμε αν ανατρέξουμε στη συμβολική υπηρεσία, επειδή οι επίγειοι ιερείς “λειτουργούσιν εις υπόδειγμα και σκιάν των επουρανίων.” (Εβρ. 8:5.)ΜΔ2 456.1

    Το τελετουργικό σύστημα του γήινου αγιαστηρίου είχε δύο φάσεις: οι ιερείς λειτουργούσαν στα άγια, καθημερινά· ενώ ο αρχιερέας, μία φορά το χρόνο, στα άγια των αγίων, επιτελούσε ένα ιδιαίτερο έργο εξιλασμού για τον καθαρισμό του αγιαστηρίου. Μέρα με τη μέρα ο κάθε μεταμελούμενος αμαρτωλός παρουσίαζε τη θυσία του στην είσοδο του αγιαστηρίου και, τοποθετώντας τα χέρια του στο κεφάλι του θύματος, εξομολογείτο τις αμαρτίες του. Έτσι μεταφέρονταν συμβολικά οι αμαρτίες από αυτόν τον ίδιο στο αθώο θύμα. Τότε το ζώο σφάζονταν. “Χωρίς χύσεως αίματος,” λέγει ο απόστολος, “δεν γίνεται άφεσις.” “Η ζωή της σαρκός είναι εν τω αίματι.” (Λευ. 17:11.) Ο παραβιασμένος νόμος του Θεού απαιτούσε τη ζωή του παραβάτη. Το αίμα, συμβολίζοντας τη ζωή του αμαρτωλού του οποίου την ενοχή έφερε τώρα το θύμα, μεταφέρετο από τον ιερέα μέσα στα άγια. Εκεί ραντίζονταν πάνω στο καταπέτασμα, πίσω από το οποίο βρίσκονταν η κιβωτός που περιείχε τον παραβιασμένο από τον αμαρτωλό νόμο. Με την τελετή αυτή, η αμαρτία συμβολικά μεταφέρετο με το αίμα μέσα στο αγιαστήριο. Σε ορισμένες περιπτώσεις το αίμα δε φέρνονταν μέσα στα άγια διαμερίσματα. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις όμως το κρέας έπρεπε να φαγωθεί από τους ιερείς, σύμφωνα με την εντολή του Μωϋσή στους γιούς του Ααρών: “Έδωκεν αυτό εις εσάς ο Κύριος δια να σηκώνητε την ανομίαν της συναγωγής.” (Λευ. 10:17.) Και οι δύο αυτές τελετές το ίδιο πράγμα συμβόλιζαν: τη μεταβίβαση της αμαρτίας από τον αμαρτωλό στο αγιαστήριο.ΜΔ2 456.2

    Αυτό το έργο συνεχίζετο μέρα με την ημέρα, ολόκληρο το χρόνο. Οι αμαρτίες του λαού Ισραήλ μεταφέρονταν έτσι στο αγιαστήριο και μία ειδική υπηρεσία απαιτείτο για την εξάλειψή τους. Ο Θεός είχε διατάξει τον ιδιαίτερο καθαρισμό για το καθένα από τα δύο ιερά διαμερίσματα. “Θέλει κάμει εξιλέωσιν υπέρ του αγιαστηρίου, δια τας ακαθαρσίας των υιών Ισραήλ, και δια τας παραβάσεις αυτών καθ’ όλας αυτών τας αμαρτίας· και ούτω θέλει κάμει περί της σκηνής του μαρτυρίου, ήτις κατοικεί μεταξύ αυτών εν τω μέσω της ακαθαρσίας αυτών.” Άλλον ένα εξιλασμό έπρεπε να κάνει και για το θυσιαστήριο για να “καθαρίσει αυτό και αγιάσει αυτό από πάντων των ακαθαρσιών των υιών Ισραήλ.” (Λευ. 16:16,19.)ΜΔ2 457.1

    Μία φόρα το χρόνο, τη μεγάλη Ημέρα του Εξιλασμού, ο αρχιερέας έμπαινε στα άγια των αγίων για να επιτελέσει τον καθαρισμό του αγιαστηρίου. Μ’ αυτό το έργο συμπληρώνονταν ο ετήσιος κύκλος των ιεροτελεστιών. Την Ημέρα εκείνη του Εξιλασμού, δύο τράγοι φέρονταν στην είσοδο του αγιαστηρίου. Έριχναν τότε πάνω τους κλήρους, “ένα κλήρον δια τον Κύριον και ένα κλήρον δια τον τράγον τον απολυτέον.” (Λευ. 16:8.) Ο τράγος που έφερε τον κλήρο του Κυρίου έπρεπε να σφαγεί για “προσφορά περί αμαρτίας του λαού.” Το αίμα του έπρεπε να φέρει ο αρχιερέας στο εσωτερικό του καταπετάσματος και να ραντίσει με αυτό απανωτά και μπροστά στο ιλαστήριο. Με το αίμα έπρεπε επίσης να ραντιστεί και το θυσιαστήριο του θυμιάματος, έξω από το καταπέτασμα.ΜΔ2 457.2

    “Και θέλει επιθέσει ο Ααρών τας δύο χείρας αυτού επί την κεφαλήν του τράγου του ζώντος, και θέλει εξομολογηθή επ’ αυτού πάσας τας ανομίας των υιών Ισραήλ, και πάσας τας παραβάσεις αυτών καθ’ όλας αυτών τας αμαρτίας και θέλει επιθέσει αυτάς επί την κεφαλήν του τράγου και θέλει αποστείλει αυτόν, δια χειρός διωρισμένου ανθρώπου εις την έρημον. Και θέλει βαστάσει ο τράγος εφ’ εαυτού πάσας τας ανομίας αυτών εις γην ακατοίκητον· και θέλει απολύσει τον τράγον εις την έρημον.” (Λευ. 16:21-22.) Ο αποδιοπομπαίος τράγος δεν ξαναγύριζε πια στο στρατόπεδο του Ισραήλ. Και ο άνθρωπος που είχε επιφορτιστεί με την απομάκρυνσή του όφειλε να πλυθεί ο ίδιος και να πλύνει και τα ρούχα του πριν επιστρέφει στο στρατόπεδο.ΜΔ2 457.3

    Ολόκληρη αυτή η ιεροτελεστία απέβλεπε στο να εντυπωσιάσει τους Ισραηλίτες παριστάνοντας τον άγιο χαρακτήρα του Θεού και την αποστροφή Του για την αμαρτία. Απέβλεπε ακόμη στο να τους αποδείξει ότι δεν ήταν δυνατό να έρθουν σε επαφή με την αμαρτία χωρίς να μολυνθούν από αυτή. Όσο διαρκούσε η τελετή εκείνη του εξιλασμού, ο καθένας ήταν υποχρεωμένος να ταπεινώσει την ψυχή του. Κάθε εργασία σταματούσε και ολόκληρη η σύναξη του λαού όφειλαν να περάσουν την ημέρα βαθιά ταπεινωμένοι στην παρουσία του Θεού, με προσευχή, με νηστεία και με εξονυχιστικό αυτοέλεγχο.ΜΔ2 458.1

    Σπουδαίες αλήθειες αναφορικά με το θέμα του εξιλασμού δίδασκε η τυπική ιερουργία. Τη θέση του αμαρτωλού, έπαιρνε ένας αντικαταστάτης. Το αίμα όμως του θύματος δεν μπορούσε να εξαλείψει την αμαρτία. Αυτό ήταν ένα μέσο για να μεταφερθεί η αμαρτία στο αγιαστήριο. Παρουσιάζοντας το αίμα του θύματος, ο αμαρτωλός αναγνώριζε το κύρος του νόμου, εξομολογείτο την ενοχή της παράβασής του και φανέρωνε την επιθυμία του να αποκτήσει συγχώρηση με πίστη που εξέφραζε στον αναμενόμενο Λυτρωτή. Αλλά και τότε ακόμη δεν μπορούσε να θεωρηθεί οριστικά απαλλαγμένος από την καταδίκη του νόμου. Την Ημέρα του Εξιλασμού, ο αρχιερέας, αφού δέχονταν τη θυσία της προσφοράς του λαού, εισέρχονταν φέροντας το αίμα της προσφοράς αυτής στα άγια των αγίων· εκεί ράντιζε το αίμα επάνω στο ιλαστήριο, κατευθείαν πάνω από το νόμο, για να παράσχει την ικανοποίηση των αξιώσεων του. Κατόπιν με τη μεσιτική του ιδιότητα, ο αρχιερέας φορτίζονταν τις αμαρτίες επάνω του και τις μετέφερε έξω από το αγιαστήριο. Τοποθετώντας τότε τα χέρια του στο κεφάλι του τράγου του απολυτέου, εξομολογείτο πάνω σ’ αυτόν όλες εκείνες τις αμαρτίες και τις μετέφερε συμβολικά από τον εαυτό του στον τράγο. Τέλος ο τράγος τις έπαιρνε μαζί του στην έρημο και η απομάκρυνσή τους από το λαό θεωρείτο οριστική.ΜΔ2 458.2

    Αυτή ήταν η υπηρεσία που επιτελείτο κατ’ “υπόδειγμα και σκιάν των επουρανίων.” Και όλα όσα τυπικά επιτελούνταν κατά την ιερουργία του επιγείου αγιαστηρίου, εκτελούνταν στην πραγματικότητα κατά την υπηρεσία του ουρανίου αγιαστηρίου. Μετά την ανάληψή Του, ο Σωτήρας μας ανέλαβε τα ιερατικά Του καθήκοντα. Αυτό λέγει ο Παύλος: “Ο Χριστός δεν εισήλθεν εις χειροποίητα άγια, αντίτυπα των αληθινών, αλλ’ εις αυτόν τον ουρανόν δια να εμφανισθή χώρα ενώπιον του Θεού υπέρ ημών.” (Εβρ. 9:24.)ΜΔ2 458.3

    Η καθημερινή υπηρεσία των ιερέων, όπως εξακολουθούσε ολόκληρο το χρόνο στο πρώτο διαμέρισμα του αγιαστηρίου, “ένδον του καταπετάσματος” το οποίο χρησίμευε σαν είσοδος και χώριζε τα άγια από την εξωτερική αυλή, αντιστοιχεί με το ιερατικό έργο του Χριστού μετά την ανάληψή Του. Έργο του ιερέα στην καθημερινή αυτή ιερουργία ήταν να παρουσιάσει ενώπιον του Θεού το αίμα της “περί αμαρτίας προσφοράς,” καθώς και το θυμίαμα που υψώνονταν μαζί με τις προσευχές του λαού του Ισραήλ. Κατά τον ίδιο τρόπο ο Χριστός παρουσίαζε την αξία του αίματός Του μπροστά στον Πατέρα χάρη των αμαρτωλών· παρουσίαζε επίσης ανάμεικτες με την πολύτιμη ευωδιά της δικαιοσύνης Του και τις προσευχές των μετανοούντων πιστών. Αυτή είναι λοιπόν η λειτουργία του πρώτου διαμερίσματος στο αγιαστήριο του ουρανού.ΜΔ2 459.1

    Εκεί μέσα ακολούθησαν με τα μάτια της πίστης το Χριστό οι μαθητές Του όταν Τον έχασαν από τα φυσικά τους μάτια. Εκεί συγκεντρώθηκαν όλες οι ελπίδες τους όπως εκφράζεται ο Παύλος για την “προκειμένην ελπίδα την οποίαν έχομεν ως άγκυραν της Ψυχής ασφαλή τε και βεβαίαν και εισερχομένην εις το εσωτερικόν του καταπετάσματος όπου ο Ιησούς εισήλθεν υπέρ ημών πρόδρομος, γενόμενος αρχιερεύς εις τον αιώνα.” “Ουδέ δι αίματος τράγων και μόσχων, αλλά δια του ιδίου Αυτού αίματος εισήλθεν άπαξ εις τα άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν.” (Εβρ. 6:19-20. 9:12.)ΜΔ2 459.2

    Δέκα οκτώ αιώνες ο Χριστός έκαμε το ιερατικό αυτό έργο στο πρώτο διαμέρισμα του αγιαστηρίου. Παρουσιάζοντας το αίμα Του χάρη των μετανοούντων αμαρτωλών, εξασφάλιζε γι’ αυτούς την άφεση και την αποδοχή τους από τον Πατέρα. Οι αμαρτίες τους όμως εξακολουθούσαν να παραμένουν στα κατάστιχα του ουρανού. Όπως ο ετήσιος κύκλος της τυπικής ιεροτελεστίας συμπληρώνονταν με την τελετή του εξιλασμού, το ίδιο και πριν λήξει το απολυτρωτικό έργο του Χριστού για τον άνθρωπο, υπολείπεται ένα εξιλαστικό έργο για την απομάκρυνση των αμαρτιών από το αγιαστήριο. Το έργο αυτό άρχισε όταν έληξαν οι 2300 ημέρες. Την εποχή εκείνη, σύμφωνα με την προφητεία του Δανιήλ, ο Αρχιερέας μας εισήλθε στα άγια των αγίων για να επιτελέσει την τελική φάση της θεϊκής αποστολής Του, τον καθαρισμό του αγιαστηρίου.ΜΔ2 459.3

    Όπως στην παλιά εποχή οι αμαρτίες του λαού μεταβιβάζονταν μέσο της πίστης επάνω στο θύμα και κατόπιν με το αίμα του θύματος συμβολικά μεταφέρονταν στο επίγειο αγιαστήριο, έτσι και στην εποχή της νέας διαθήκης, οι αμαρτίες των μετανοούντων αμαρτωλών με την πίστη μεταβιβάζονται στο Χριστό και πραγματικά μεταφέρονται στο ουράνιο αγιαστήριο. Και όπως ο τυπικός καθαρισμός του επιγείου αγιαστηρίου επιτελείτο με την απομάκρυνση των αμαρτιών που το μόλυναν, το ίδιο και ο πραγματικός καθαρισμός του επουρανίου αγιαστηρίου πρέπει να επιτελεσθεί με την απομάκρυνση ή εξάλειψη των αμαρτιών που βρίσκονται καταχωρημένες εκεί. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει παρά αφού προηγηθεί η εξέταση των καταχωρητικών βιβλίων ώστε να αποδειχτεί ποιοι είναι εκείνοι που με τη μεταμέλεια για την αμαρτία και με την πίστη στο Χριστό δικαιούνται να απολαύσουν τα προνόμια της απολυτρωτικής θυσίας Του. Έπεται με αυτό ότι ο καθαρισμός του αγιαστηρίου συνεπάγεται μία ανάκριση, μία δικαστική διαδικασία. Το έργο αυτό μεσολαβεί πριν από την επιστροφή του Χριστού στη γη για την απολύτρωση του λαού Του, αφού όταν ο Κύριος έρχεται φέρνει μαζί Του το μισθό Του για να αποδώσει στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του. (Αποκ. 22:12.)ΜΔ2 460.1

    Έτσι, αυτοί που ακολούθησαν το φως του προφητικού λόγου, κατάλαβαν ότι αντί να επιστρέψει στη γη το 1844 στο τέλος των 2300 ημερών, ο Χριστός εισήλθε τότε στα άγια των αγίων του ουρανίου αγιαστηρίου για να αναλάβει την τελική φάση του εξιλαστικού έργου που προηγείται από την παρουσία Του.ΜΔ2 460.2

    Κατάλαβαν επίσης ότι ενώ η θυσία της αμαρτίας απεικόνιζε τη θυσία του Χριστού, και ο αρχιερέας αντιπροσώπευε σαν μεσολαβητής το Χριστό, ο αποδιοπομπαίος τράγος συμβόλιζε το Σατανά, τον εισηγητή της αμαρτίας που τελικά θα επιφορτιστεί με τις αμαρτίες όλων των ειλικρινά μετανοούντων πιστών. Όταν, χάρη στο αίμα του θύματος, ο αρχιερέας εξάλειφε τις αμαρτίες από το αγιαστήριο, τις τοποθετούσε τότε επάνω στον τράγο τον απολυτέο. Και ο Χριστός, όταν με την αξία του αίματός Του, εξαλείψει τις αμαρτίες του λαού Του από το ουράνιο αγιαστήριο στο τέλος της ιερατικής διακονίας Του, θα τις τοποθετήσει επάνω στο Σατανά. Εκτελώντας τη δικαστική απόφαση αυτός οφείλει να υποστεί την τελεσίδικη ποινή που του υποβάλλεται. Ο αποδιοπομπαίος τράγος στέλνονταν μακριά σε ακατοίκητη γη για να μη μπορέσει να επιστρέψει ποτέ πια στη σύναξη του λαού του Ισραήλ. Το ίδιο και ο Σατανάς θα εξαφανιστεί για πάντα από την παρουσία του Θεού και του λαού Του και, κατά την τελική καταστροφή της αμαρτίας και των αμαρτωλών, η εξόντωσή του θα είναι οριστική.ΜΔ2 460.3

    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents