Loading...
Larger font
Smaller font
Copy
Print
Contents

Η Μεγάλη Διαμάχη Μέρος Δεύτερο

 - Contents
  • Results
  • Related
  • Featured
No results found for: "".
  • Weighted Relevancy
  • Content Sequence
  • Relevancy
  • Earliest First
  • Latest First
    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents

    Κεφάλαιο 27: Συγχρονεσ αναζωπυρωσεισ

    Οπουδήποτε ο λόγος του Θεού μεταδόθηκε με πιστότητα, τα επακολουθήσαντα αποτελέσματα επεβεβαίωναν τη θεϊκή του προέλευση. Το Πνεύμα του Θεού συνόδευε το προειδοποιητικό άγγελμα των δούλων Του και ο λόγος μεταδίδονταν με δύναμη. Η συνείδηση των αμαρτωλών αφυπνίζονταν. Το φως εκείνο “το οποίον φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον,” φώτιζε τους μυστικούς θαλάμους της ψυχής και τα κρυφά του σκότους γίνονταν φανερά. Ο νούς και η καρδιά καταλαμβάνονταν από ένα βαθύ αίσθημα ενοχής. Οι άνθρωποι πείθονταν “περί αμαρτίας και περί δικαιοσύνης και περί της μελλούσης κρίσεως.” Έρχονταν σε επίγνωση της δικαιοκρισίας του Θεού και η ακαταλληλότητά τους να παρουσιαστούν όπως ήταν με το βάρος της ενοχής και της ρυπαρότητας μπροστά στο μεγάλο Ερευνητή των καρδιών τους γέμιζε με δέος. Μέσα στην απόγνωσή τους αναφωνούσαν και εκείνοι: “Τις θέλει με ελευθερώσει από του σώματος του θανάτου τούτου;” Καθώς ο σταυρός του Γολγοθά, σύμβολο της ανυπολόγιστης θυσίας για τη σωτηρία του αμαρτωλού τους αποκαλύπτονταν, έβλεπαν ότι τίποτε άλλο παρά μόνο η αξία του Χριστού μπορούσε να τους λυτρώσει από την ενοχή της αμαρτίας. Μόνο αυτό μπορούσε να τους συμφιλιώσει με το Θεό. Με πίστη και ταπείνωση δέχονταν τον Αμνό του Θεού τον αίροντα την αμαρτία του κόσμου και το αίμα του Χριστού τους εξασφάλιζε την άφεση “των προγενομένων αμαρτημάτων.”ΜΔ2 507.1

    Οι ψυχές αυτές παρουσίαζαν καρπούς αξίους της μετάνοιας. Πίστευαν, βαπτίζονταν και άρχιζαν μία ανακαινισμένη ζωή. Γίνονταν “νέα κτίσματα εν Χριστώ Ιησού”—όχι πια προσαρμοζόμενοι με τις πρότερες αμαρτωλές επιθυμίες, αλλά με πίστη στον Υιό του Θεού, ακολουθούντες τα ίχνη Του, αντανακλώντες το χαρακτήρα Του και “καθαρίζοντες εαυτούς καθώς Εκείνος είναι καθαρός.” Πράγματα που άλλοτε μισούσαν, τώρα τα αγαπούσαν και εκείνα που κάποτε αγαπούσαν, τώρα τα απεχθάνονταν. Οι περήφανοι και αλαζόνες γίνονταν πράοι και ταπεινοί στην καρδιά. Οι ματαιόδοξοι και υπεροπτικοί μεταβάλλονταν σε συνετούς και σεμνοπρεπείς. Οι ανόσιοι μετατρέπονταν σε ευλαβείς, οι μέθυσοι σε εγκρατείς, οι έκλυτοι σε ηθικούς. Οι μάταιες συνήθειες του κόσμου αφήνονταν κατά μέρος. Οι Χριστιανοί επεδίωκαν ο στολισμός τους να είναι “ουχί ο εξωτερικός, ο του πλέγματος των τριχών και της περιθέσεως των χρυσίων, ή της ενδύσεως των ιματίων, αλλ’ ο κρυπτός άνθρωπος της καρδίας, κεκοσμημένος με την αφθαρσίαν του πράου και ησυχίου πνεύματος, το οποίον ενώπιον του Θεού είναι πολύτιμον.” (Α΄ Πέτ. 3:3-4.)ΜΔ2 507.2

    Θρησκευτικές αναζωπυρώσεις προκαλούσαν εξονυχιστικό αυτοέλεγχο και πραγματική ταπείνωση. Χαρακτηρίζονταν από σοβαρές, ειλικρινείς εκκλήσεις, απευθυνόμενες με τρυφερό ενδιαφέρον πρός τους αμαρτωλούς για να αποδεχθούν τη δωρεά του αίματος του Χριστού. Άντρες και γυναίκες προσεύχονταν και αγωνίζονταν προσευχόμενοι στο Θεό για τη σωτηρία των ψυχών. Οι καρποί των αναζωπυρώσεων αυτών παρουσιάζονταν στη ζωή ατόμων που όχι μόνο δεν πτοούνταν από την αυταπάρνηση και τη θυσία, αλλά μάλλον χαίρονταν ότι είχαν κριθεί άξιοι να υποφέρουν ονειδισμούς και δοκιμασίες για το όνομα του Χριστού. Ο κόσμος παρακολουθούσε τη μεταμόρφωση στη ζωή εκείνων που άλλοτε αρκούνταν στο όνομα μόνο του Χριστιανού. Το περιβάλλον γύρω τους ευεργετείτο από την επιρροή αυτών που συλλέγοντας μαζί με το Χριστό, έσπερναν στο Πνεύμα για να θερίσουν στην αιωνιότητα. Γι’ αυτούς εφαρμόζονταν τα λόγια: “Ελυπήθητε πρός μετάνοιαν.” “Διότι η κατά Θεόν λύπη γεννά μετάνοιαν πρός σωτηρίαν αμεταμέλητον· η λύπη όμως του κόσμου γεννά θάνατον. Διότι ιδού, αυτό τούτο, το ότι ελυπήθητε κατά Θεόν, πόσην σπουδήν εγέννησεν εις εσάς! αλλά απολογίαν, αλλά αγανάκτησιν, αλλά φόβον, αλλά πόθον, αλλά ζήλον, αλλ’ εκδίκησιν! κατά πάντα απεδείξατε εαυτούς ότι είσθε καθαροί εις τούτο το πράγμα.” (Β΄ Κορ. 7:9-11.)ΜΔ2 508.1

    Αυτά είναι τα αποτελέσματα του έργου του Πνεύματος του Θεού. Καμία ένδειξη πραγματικής μετάνοιας δεν παρατηρείται αν δεν επέλθει η αναγέννηση. Αν επιστρέψει ο αμαρτωλός το ενέχυρο, αν αποδώσει τα κλοπιμαία, αν εξομολογηθεί τις αμαρτίες του και αν αγαπά το Θεό και τους συνανθρώπους του, μπορεί τότε να είναι βέβαιος ότι απέκτησε την ειρήνη με το Θεό. Τέτοια αποτελέσματα συνόδευαν τις θρησκευτικές αφυπνιστικές εκδηλώσεις του παρελθόντος. Κρίνοντας από τους καρπούς τους μπορούσε κανείς να πει ότι αυτές έφεραν τη σφραγίδα της ευλογίας του Θεού για τη σωτηρία των ψυχών και για την εξύψωση της ανθρωπότητας.ΜΔ2 508.2

    Πολλά όμως από τα σύγχρονα θρησκευτικά κινήματα παρουσιάζουν μία χτυπητή αντίθεση στις εκδηλώσεις αυτές της θεϊκής χάρης που στα περασμένα χρόνια έστεφαν με επιτυχία τους κόπους των δούλων του Θεού. Είναι αλήθεια ότι παρατηρείται ένα πλατιά διαδεδόμενο θρησκευτικό ενδιαφέρον. Πολλοί ισχυρίζονται ότι έχουν αναγεννηθεί και μεγάλη κοσμοσυρροή παρατηρείται στις εκκλησίες. Παρ’ όλα αυτά όμως, η φύση των αποτελεσμάτων δεν αποτελεί εγγύηση για την προοδευτική συνύπαρξη μιας πνευματικής ζωής. Η φλόγα του φωτός, φουντώνοντας για ένα διάστημα στην καρδιά, σβήνει σε λίγο ολότελα, αφήνοντας πίσω της σκοτάδι από το προηγούμενο ακόμη πιο πυκνό.ΜΔ2 509.1

    Οι δημοφιλείς θρησκευτικές αφυπνίσεις πολλές φορές στοχεύουν στην έξαψη της φαντασίας, στην αφύπνιση των συναισθημάτων, με το να ικανοποιούν το ενδιαφέρον για κάτι το καινούργιο και εντυπωσιακό. Αυτού του είδους οι αφυπνιζόμενοι ελάχιστα επιθυμούν να ακούσουν τις Γραφικές αλήθειες, ελάχιστα ενδιαφέρονται για τη μαρτυρία των αποστόλων και προφητών. Αν οι θρησκευτικές συναθροίσεις δεν παρουσιάζουν έντονες αισθησιακές εκδηλώσεις, δεν έλκονται από αυτές. Αγγελίες απευθυνόμενες στην αισθησιακά ουδέτερη λογική δεν βρίσκουν ανταπόκριση. Οι σαφείς προειδοποιήσεις του λόγου του Θεού, οι άμεσα σχετιζόμενες με τα αιώνια διαφέροντά τους, περνούν απαρατήρητες.ΜΔ2 509.2

    Για την πραγματικά αναγεννημένη ψυχή τα σημαντικότερα θέματα της ζωής είναι οι σχέσεις με το Θεό και με τα πράγματα που αφορούν την αιωνιότητα. Που όμως στις σημερινές εκκλησίες του κόσμου συναντά κανείς το Πνεύμα της καθιέρωσης στο Θεό; Αυτοί οι αναγεννημένοι δεν αποχωρίζονται από την υπερηφάνεια, ούτε από την αγάπη των εγκοσμίων. Δεν είναι τώρα περισσότερο πρόθυμοι να απαρνηθούν τον εαυτό τους, να σηκώσουν το σταυρό τους και να ακολουθήσουν τον πράο και ταπεινό Ιησού, από ότι ήταν πριν από την καθιέρωσή τους. Η θρησκεία κατάντησε το σπόρ των απίστων και σκεπτικιστών, επειδή τόσοι πολλοί που φέρουν το όνομά της αγνοούν τις αρχές της. Η δύναμη της ευσέβειας έχει σχεδόν εκλείψει από πολλές εκκλησίες. Οι εκδρομές, οι θεατρικές παραστάσεις, οι εκκλησιαστικές αγορές, τα εξεζητημένα σπίτια, η ατομική επίδειξη απομάκρυναν τη σκέψη από το Θεό. Κινητή και ακίνητη περιουσία και κοσμικές απασχολήσεις αιχμαλωτίζουν το νού, ενώ πράγματα με αιώνιο ενδιαφέρον περνούν σχεδόν απαρατήρητα.ΜΔ2 509.3

    Παρά την παρακμή που γενικά παρατηρείται στον τομέα της πίστης και της ευσέβειας, υπάρχουν πραγματικοί οπαδοί του Χριστού μέσα σ’ αυτές τις εκκλησίες. Πριν ξεσπάσει η τελική οργή του Θεού πάνω στη γη, θα εκδηλωθεί μία τέτοια αφύπνιση της αρχικής θεοσέβειας από μέρους του λαού Του που όμοια δεν έχει ξαναπαρουσιαστεί από την εποχή των αποστόλων. Το Πνεύμα και η δύναμη του ουρανού θα περιβάλλουν τους δούλους του Θεού. Τότε πολλοί θα εγκαταλείψουν τις εκκλησίες αυτές όπου η αγάπη του κόσμου αντικατέστησε την αγάπη του Θεού και του λόγου Του. Πολλοί, τόσο από τα λαϊκά μέλη όσο και από τους ποιμένες, πρόθυμα θα ασπασθούν τις μεγάλες αυτές αλήθειες που ο Θεός γνωστοποιεί για τη σύγχρονη εποχή μας με σκοπό να προετοιμάσει ένα λαό για τη δευτέρα παρουσία του Κυρίου. Αυτό το έργο επιθυμεί να το εμποδίσει ο εχθρός των ψυχών και πριν φθάσει η ώρα της δραστηριότητας αυτής, θα προσπαθήσει να το ματαιώσει αντικαθιστώντας το με ένα άλλο επίπλαστο. Θα κάνει να φανεί ότι τις εκκλησίες εκείνες που ο ίδιος επηρεάζει ακόμη με την απατηλή του δύναμη, ο Θεός τις επισκέπτεται με ιδιαίτερες ευλογίες Του. Θα παρουσιάζει τα πράγματα έτσι που οι άνθρωποι να τα εκλαμβάνουν σαν σπουδαίες πνευματικές εκδηλώσεις. Πλήθη ολόκληρα θα πανηγυρίζουν ότι ο Θεός εργάζεται κατά ένα θαυμάσιο τρόπο γι’ αυτούς, ενώ στην πραγματικότητα άλλο είναι το πνεύμα που ενεργεί. Μεταμφιεσμένος κάτω από το θρησκευτικό μανδύα, ο Σατανάς θα επιζητήσει να επεκτείνει την επιρροή του πάνω στο χριστιανικό κόσμο.ΜΔ2 510.1

    Σε πολλά από τα αναζωπυρωτικά κινήματα του περασμένου μισού αιώνα, ενεργούσαν σε ευρεία ή περιορισμένη κλίμακα οι ίδιες εκείνες υποκινητικές δυνάμεις που θα εκδηλωθούν και στα ευρύτερα θρησκευτικά κινήματα του μέλλοντος. Οι δυνάμεις αυτές εξωτερικεύονται με μία έξαψη των αισθήσεων και συνίστανται από ένα κράμα γνήσιου και επίπλαστου, κατάλληλα συνυφασμένου για εξαπατικούς σκοπούς. Δεν χρειάζεται όμως να εξαπατηθεί κανείς. Εξετάζοντας κάτω από το φως του λόγου του Θεού, η αναγνώριση της φύσης των θρησκευτικών αυτών εκδηλώσεων δεν είναι δύσκολη. Οπουδήποτε οι άνθρωποι παραμελούν τη μαρτυρία των Γραφών, περιφρονώντας τις σαφείς, ψυχοσωτήριες αλήθειες που απαιτούν την αυταπάρνηση και την εγκατάλειψη των εγκοσμίων, εκεί μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι δεν υπάρχει η ευλογία του Θεού. Και κρίνοντας με τον κανόνα που ο ίδιος ο Χριστός συνιστά, “από των καρπών αυτών θέλετε γνωρίσει αυτούς,” (Ματθ. 7:16,) είναι φανερό ότι αυτές οι εκδηλώσεις δεν είναι έργο του Πνεύματος του Θεού.ΜΔ2 510.2

    Με τις αλήθειες του λόγου Του, ο Θεός έχει αποκαλύψει στους ανθρώπους τον Εαυτό Του και σε όλους όσους τις δέχονται, αυτές χρησιμεύουν σαν ασπίδα ενάντια στις πλάνες του Σατανά. Η παραμέληση των αληθειών αυτών άνοιξε διάπλατα τις πόρτες σ’ όλα τα τρωτά που τώρα έχουν πια γενικευτεί στο θρησκευτικό κόσμο. Η υπόσταση και η σπουδαιότητα του νόμου του Θεού εξέλιπαν σχεδόν από τα μάτια του κόσμου. Η εσφαλμένη αντίληψη για το χαρακτήρα, το αιώνιο κύρος και την υποχρεωτική τήρηση του νόμου του Θεού, οδήγησε σε πλάνες στον τομέα της πνευματικής ανάνηψης και της καθαγιασμένης ζωής των ανθρώπων και κατέληξε στην υποστολή της σημαίας της ευλάβειας μέσα στην εκκλησία. Εδώ πρέπει να αναζητηθεί το μυστικό που εξηγεί την απουσία του Αγίου Πνεύματος και της δύναμης του Θεού από τις σύγχρονες πνευματικές αναζωπυρώσεις.ΜΔ2 511.1

    Μέσα στις διάφορες χριστιανικές εκκλησίες, άνθρωποι με ήθος και χαρακτήρα ομολογούν και θρηνούν για το γεγονός αυτό. Ο καθηγητής Εδουάρδος Πάρκ, εκθέτοντας τους κινδύνους που απειλούν το σύγχρονο θρησκευτικό κόσμο, πολύ σωστά παρατηρεί: “Μία πηγή του κινδύνου είναι η παραμέληση του άμβωνα να εφιστά την προσοχή στην εφαρμογή του νόμου του Θεού. Αλλοτε ο άμβωνας αποτελούσε την ηχώ της φωνής της συνείδησης. ... Οι διασημότεροι θεολόγοι μας, μιμούμενοι το παράδειγμα του Διδασκάλου, προσέδιδαν μία θαυμάσια αίγλη στα κηρύγματά τους αναφερόμενοι στη σπουδαιότητα του νόμου, των προσταγμάτων του και των ενημερωτικών απειλών του. Επαναλάμβαναν τα δύο μεγάλα αξιώματα ότι ο νόμος είναι το αντίγραφο της θεϊκής τελειότητας και ότι ο άνθρωπος που δεν αγαπά το νόμο. δεν αγαπά ούτε το ευαγγέλιο· επειδή ο νόμος, όπως και το ευαγγέλιο, είναι ένας καθρέφτης όπου αντανακλάται ο πραγματικός χαρακτήρας του Θεού. Αυτός ο κίνδυνος οδηγεί σ’ έναν άλλο: στην υποτίμηση του κακού που περικλείει η αμαρτία καθώς και του μεγέθους της και της βλαβερότητάς της. Όσο σημαντική είναι η νομιμότητα της εντολής, εξίσου σημαντικό είναι και το πταίσμα της παρακοής.ΜΔ2 511.2

    “Συνακόλουθος με τους παραπάνω κινδύνους είναι ο κίνδυνος της υποτίμησης της δικαιοσύνης του Θεού. Η τάση του σύγχρονου άμβωνα είναι να διαζεύξει τη θεϊκή δικαιοσύνη από την καλοκαγαθία του Θεού και να υποβιβάσει την τελευταία αυτή στη μοίρα του απλού αισθήματος, αντί να την ανεβάσει στο επίπεδο του ηθικού κανόνα. Ότι ο Θεός συνέζευξε χωρίζεται από το σύγχρονο θεολογικό καλειδοσκόπιο. Ο νόμος του Θεού είναι ένα καλό ή ένα κακό; Ένα καλό. Τότε η δικαιοσύνη είναι και αυτή καλή, αφού επιλαμβάνεται την εφαρμογή του νόμου. Ξεκινώντας οι άνθρωποι από τη συνήθεια να υποτιμούν το νόμο και τη δικαιοσύνη του Θεού—συνήθεια που πηγάζει από την απεχθή ανθρώπινη παρακοή—εύκολα μετά εξοικειώνονται στο να υποτιμούν τη χάρη εκείνη που εξασφαλίζει την εξιλέωση της αμαρτίας.” Έτσι το ευαγγέλιο χάνει την αξία και τη σπουδαιότητά του στα μάτια των ανθρώπων που σε λίγο δε διστάζουν να απορρίψουν και την ίδια τη Γραφή.ΜΔ2 512.1

    Πολυάριθμοι θεολόγοι υποστηρίζουν ότι με το θάνατό Του ο Χριστός κατήργησε το νόμο και επομένως οι άνθρωποι τώρα απαλλάσσονται από την υποχρέωση να τον τηρήσουν. Μερικοί τον παριστάνουν σαν δυσβάστακτο ζυγό και, σαν αντίθεση της δήθεν υποδούλωσης στο νόμο, εκθειάζουν την ελευθερία που υπόσχεται το ευαγγέλιο.ΜΔ2 512.2

    Αλλά οι προφήτες και οι απόστολοι δεν έβλεπαν έτσι τον άγιο νόμο του Θεού. Ο Δαβίδ έλεγε: “Θέλω περιπατεί εν ευρυχωρία διότι εξεζήτησα τας εντολάς Σου.” (Ψαλμ. 119:45.) Ο απόστολος Ιάκωβος που έγραψε μετά το θάνατο του Χριστού, χαρακτηρίζει το Δεκάλογο σαν “νόμον βασιλικόν” και “τελειον νόμον της ελευθερίας.” (Ιακ. 2:8, 1:25.) Και ο οραματιστής της Πάτμου, μισόν αιώνα μετά τη σταύρωση, προφέρει έναν ιδιαίτερο μακαρισμό επιφυλασσόμενο για τους “πράττοντας τας εντολάς Αυτού, δια να έχωσιν εξουσίαν επί το δένδρον της ζωής, και να εισέλθωσιν διά των πυλώνων εις την πόλιν.” (Αποκ. 22:14.)ΜΔ2 512.3

    Ο ισχυρισμός ότι ο Χριστός με το θάνατό Του κατήργησε το νόμο του Πατέρα Του είναι αβάσιμος. Αν ήταν δυνατό να αλλάξει ή να παραμεριστεί ο νόμος, τότε δεν θα ήταν ανάγκη να πεθάνει ο Χριστός για να σώσει τον άνθρωπο από την καταδίκη της αμαρτίας. Ο θάνατος του Χριστού όχι μόνο δεν καταλύει το νόμο, αλλά αντίθετα αποδεικνύει ότι ο νόμος είναι αναλλοίωτος. Ο Υιός του Θεού ήρθε για να “μεγαλύνη τον νόμον και καταστήση αυτόν έντιμον.” (Ησ. 42:21.) Ο Χριστός είπε: “Μη νομίσητε ότι ήλθον να καταλύσω τον νόμον ... έως αν παρέλθη η γή, ιώτα εν, ή μία κεραία δεν θέλει παρέλθει από του νόμου.” (Ματθ. 5:17,18.) Και προσωπικά για τον Εαυτό Του δηλώνει: “Χαίρω, Θεέ μου, να εκτελώ το θέλημά Σου· και ο νόμος Σου είναι εν τω μέσω της καρδίας Μου.” (Ψαλ. 40:8.)ΜΔ2 512.4

    Ο νόμος του Θεού αποδεικνύεται αμετάβλητος από αυτή τη φύση του. Αποτελεί την αποκάλυψη του θελήματος και του χαρακτήρα του Νομοθέτη. Ο Θεός είναι αγάπη, και ο νόμος Του είναι αγάπη. Οι δύο μεγάλες αρχές του συνοψίζονται στην αγάπη για το Θεό και στην αγάπη για τον άνθρωπο. “Είναι λοιπόν εκπλήρωσις του νόμου η αγάπη.” (Ρωμ. 13:10.) Ο χαρακτήρας του Θεού είναι δικαιοσύνη και αλήθεια. Τέτοια είναι και η φύση του νόμου Του. Ο Ψαλμωδός παρατηρεί: “Ο νόμος Σου είναι αλήθεια” και “πάντα τα προστάγματά Σου είναι δικαιοσύνη.” (Ψαλμ. 119, 142, 172.) Και ο απόστολος Παύλος διακηρύττει και αυτός: “Ο νόμος Σου είναι άγιος, και η εντολή αγία και δικαία και αγαθή.” (Ρωμ. 7:12.) Ένας τέτοιος νόμος που εκφράζει το πνεύμα και το θέλημα του Θεού, δεν μπορεί παρά να είναι το ίδιο αιώνιος όπως και ο Εμπνευστής του.ΜΔ2 513.1

    Το έργο της πνευματικής ανάτασης και του αγιασμού είναι να συμφιλιώσει τους ανθρώπους με το Θεό φέρνοντάς τους σε πλήρη εναρμόνιση με τις αρχές του νόμου Του. Δημιουργημένος αρχικά κατά την εικόνα του Θεού, ο άνθρωπος βρίσκονταν σε τέλεια συνταύτιση με το χαρακτήρα και το νόμο του Θεού. Οι αρχές της δικαιοσύνης ήταν γραμμένες στην καρδιά του. Αλλά η αμαρτία τον αποξένωσε από τον Πλάστη του. Τότε έπαψε πια ο άνθρωπος να αντανακλά την εικόνα του Θεού. Η καρδιά του επαναστάτησε κατά των απαιτήσεων του θεϊκού νόμου. “Διότι το φρόνημα της σαρκός είναι έχθρα εις τον Θεόν επειδή εις τον νόμον του Θεού δεν υποτάσσεται, αλλ’ ουδέ δύναται.” (Ρωμ. 8:7.) Όμως “τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν Αυτού τον μονογενή,” για να επαναφέρει τον άνθρωπο σε συμφιλίωση με το Θεό. Μόνο με την αξία του Χριστού είναι δυνατόν να αποκατασταθούν οι αρμονικές σχέσεις του με το Δημιουργό του. Η καρδιά του πρέπει να ανακαινιστεί με την επέμβαση της θεϊκής χάρης. Πρέπει να αναγεννηθεί “άνωθεν.” Χωρίς τη μεταλλαγή αυτή—τη γνωστή σαν αναγέννηση—ο Χριστός λέγει ότι “ουδείς δύναται να ίδη την βασιλείαν του Θεού.”ΜΔ2 513.2

    Πρώτο βήμα πρός τη συμφιλίωση με το Θεό είναι η συναίσθηση της αμαρτίας. “Αμαρτία είναι η ανομία.” (Α΄ Ιωάν. 3:4.) “Επειδή δια του νόμου γίνεται η γνώρισις της αμαρτίας.” (Ρωμ. 3:20.) Για να αναγνωρίσει την ενοχή του, ο αμαρτωλός οφείλει να ελέγξει το χαρακτήρα του συγκρίνοντάς τον με το μεγάλο κανόνα της δικαιοσύνης του Θεού. Αυτός είναι ο καθρέφτης που αποδίδει μια ακριβή απεικόνιση του τέλειου χαρακτήρα και ικανώνει τον άνθρωπο να ανακαλύψει τις ατέλειες του δικού του χαρακτήρα.ΜΔ2 514.1

    Ο νόμος φανερώνει στον άνθρωπο τις αμαρτίες του, χωρίς όμως να του παρέχει κανένα θεραπευτικό μέσο. Υπόσχεται ζωή στο νομοταγή, ενώ στον παραβάτη γνωστοποιεί ότι ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος. Μόνο το ευαγγέλιο του Χριστού μπορεί να απαλλάξει τον αμαρτωλό από την καταδίκη και από το μολυσμό της αμαρτίας. Οφείλει να δηλώσει μεταμέλεια πρός το Θεό, του οποίου το νόμο παραβίασε- επίσης πίστη πρός το Χριστό ο οποίος είναι η εξιλαστική του θυσία. Μ’ αυτό τον τρόπο αποκτά την “άφεσιν των προηγουμένων αμαρτημάτων,” και γίνεται συμμέτοχος της θεϊκής φύσης. Θεωρείται παιδί του Θεού, αφού έλαβε το πνεύμα της υιοθεσίας και μ’ αυτό φωνάζει: “Αββά, ο Πατήρ!”ΜΔ2 514.2

    Είναι λοιπόν τώρα ελεύθερος ο άνθρωπος να παραβεί το νόμο του Θεού; Ο Παύλος αποφαίνεται σχετικά: “Νόμον λοιπόν καταργώμεν δια της πίστεως; Μη γένοιτο· αλλά νόμον συνιστώμεν.” (Ρωμ. 3:31.) “Ημείς οίτινες απεθάνομεν κατά την αμαρτίαν, πως θέλομεν ζήσει πλέον εν αυτή;” (Ρωμ. 6:2.) Και ο Ιωάννης διακηρύττει: “Αύτη είναι η αγάπη του Θεού· το να φυλάττωμεν τας εντολάς Αυτού· και αι εντολαί Αυτού βαρείαι δεν είναι. (Α΄ Ιωάν. 5:3.) Κατά την αναγέννηση, η καρδιά εναρμονίζεται με το Θεό και συμβιβάζεται με το νόμο Του. Μόλις γίνει η σπουδαία αυτή μεταλλαγή, ο αμαρτωλός περνάει από το θάνατο στη ζωή, από την αμαρτία στην αγιότητα, από την παράβαση και την ανταρσία, στην υπακοή και στη νομιμοφροσύνη. Η πρότερη ζωή της αποξένωσης από το Θεό τελειώνει· και αρχίζει μία νέα ζωή συμφιλίωσης, πιστότητας και αγάπης. Τότε είναι δυνατό “να πληρωθή η δικαιοσύνη του νόμου εις ημάς τους μη περιπατούντας κατά την σάρκα, αλλά κατά το πνεύμα.” (Ρωμ. 8:4.) Και τότε η φωνή της καρδιάς θα είναι: “Πόσον αγαπώ τον νόμον Σου! Όλην την ημέραν είναι μελέτη μου.” (Ψαλμ. 119:97.)ΜΔ2 514.3

    “Ο νόμος του Κυρίου είναι άμωμος, επιστρέφων ψυχήν.” (Ψαλμ. 19:7.) Χωρίς το νόμο οι άνθρωποι δεν μπορούν να ορθογνωμήσουν ούτε για τον άγιο και αγνό χαρακτήρα του Θεού, ούτε για τη δική τους ενοχή και ρυπαρότητα. Δεν μπορούν να συλλάβουν την πραγματική έννοια της αμαρτίας και επομένως δεν αισθάνονται την ανάγκη της μετάνοιας. Αγνοώντας την απελπιστική κατάστασή τους, σαν παραβάτες που είναι του θεϊκού νόμου, δεν συναισθάνονται πόσο μεγάλη ανάγκη έχουν από το εξιλαστικό αίμα του Χριστού. Δέχονται την ελπίδα της σωτηρίας χωρίς τη ριζική μεταλλαγή της καρδιάς ή την αναγέννηση της ζωής. Έτσι οι επιφανειακές αναγεννήσεις πολλαπλασιάζονται και πλήθη ενώνονται με την εκκλησία, χωρίς να έχουν ποτέ πραγματικά ενωθεί με το Χριστό.ΜΔ2 515.1

    Πλανεμένες διδαχές σχετικά με τον αγιασμό, που και αυτές απορρέουν από την παραμέληση ή την παραμέριση του θεϊκού νόμου, παίζουν σημαντικό ρόλο στα αναζωπυρωτικά κινήματα των ημερών μας. Οι διδαχές αυτές είναι όχι μόνο στη θεωρία λαθεμένες, αλλά και στην εφαρμογή επικίνδυνες. Ακριβώς επειδή βρίσκουν τέτοια μεγάλη απήχηση στο κοινό, θα έπρεπε οι άνθρωποι να εφιστήσουν ακόμη περισσότερο την προσοχή τους στο να κατανοήσουν τι ακριβώς διδάσκει η Γραφή στο σημείο αυτό.ΜΔ2 515.2

    Ο πραγματικός αγιασμός είναι Βιβλική διδαχή. Ο απόστολος Παύλος στην επιστολή του πρός την εκκλησία της Θεσσαλονίκης παρατηρεί: “Τούτο είναι το θέλημα του Θεού, ο αγιασμός σας.” Και η προσευχή του είναι: “Αυτός ο Θεός της ειρήνης είθε να σας αγιάση ολοκλήρως.” (Α΄ Θεσσ. 4:3, 5:23.) Η Βίβλος με σαφήνεια διδάσκει τι είναι ο αγιασμός και πως μπορεί να φθάσει κανείς σ’ αυτόν. Στην προσευχή για τους μαθητές Του ο Σωτήρας ανέφερε: “Αγίασον αυτούς εν τη αληθεία Σου ο λόγος ο ιδικός Σου είναι αλήθεια.” (Ιωάν. 17:17.) Ο Παύλος διδάσκει ότι η ζωή των πιστών πρέπει να είναι “ηγιασμένη δια του Πνεύματος του Αγίου.” (Ρωμ. 15:16.) Ποιο είναι το έργο του Αγίου Πνεύματος, ο Χριστός εξήγησε στους μαθητές Του: “Όταν δε έλθη Εκείνος, το Πνεύμα της αλήθειας θέλει σας οδηγήσει εις πάσαν την αλήθειαν.” (Ιωάν. 16:13.) Και ο Ψαλμωδός λέγει: “Ο νόμος Σου είναι αλήθεια.” Ώστε λοιπόν ο νόμος και το Πνεύμα του Θεού αποκαλύπτουν στους ανθρώπους τις μεγάλες αρχές της δικαιοσύνης τις ενσωματωμένες με το νόμο Του. Και αφού η εντολή του Θεού είναι “αγία και δικαία και καλή,” ένα ακριβές αντίγραφο της θεϊκής τελειότητας, συνάγεται μ’ αυτό ότι ο χαρακτήρας που μέσο της υπακοής σχηματίζεται σύμμορφος με την εντολή αυτή, είναι και εκείνος άγιος. Ο Χριστός αποτελεί το τέλειο πρότυπο ενός τέτοιου χαρακτήρα. Λέγει: “Εγώ ετήρησα τας εντολάς του Πατρός Μου.” (Ιωάν. 15:10.) Και αλλού: “Εγώ κάμνω πάντοτε τα αρεστά εις Αυτόν.” (Ιωάν. 8:29.) Οι οπαδοί του Χριστού οφείλουν να εξομοιωθούν με Αυτόν, οφείλουν δηλαδή να σχηματίσουν με τη χάρη του Θεού χαρακτήρα σύμφωνο πρός τις αρχές του Αγίου νόμου Του. Αυτός είναι ο αγιασμός όπως τον εννοεί η Γραφή.ΜΔ2 515.3

    Ένα τέτοιο έργο μόνο με πίστη στο Χριστό και με τη δύναμη του ενοικούντος Πνεύματος του Θεού μπορεί να επιτευχθεί. Ο Παύλος συμβουλεύει τους πιστούς: “Μετά φόβου και τρόμου εργάζεσθε την εαυτών σωτηρίαν· διότι ο Θεός είναι ο ενεργών εν υμίν και το θέλειν και το ενεργείν κατά την ευδοκίαν Αυτού.” (Φίλιπ. 2:12-13.) Ο Χριστιανός εξακολουθεί να υφίσταται την εσωτερική παρόρμηση της αμαρτίας, αλλά βρίσκεται σε διαρκή πόλεμο εναντίον της. Εδώ ακριβώς χρειάζεται η βοήθεια του Χριστού. Η θεϊκή δύναμη συμπράττει με την ανθρώπινη αδυναμία και ο πιστός αναφωνεί: “Χάρις εις τον Θεόν όστις δίδει εις ημάς την νίκην δια του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.” (Α΄ Κορ. 15:57.)ΜΔ2 516.1

    Οι Γραφές διδάσκουν με σαφήνεια ότι το έργο του αγιασμού είναι προοδευτικό. Όταν με την προσέλευσή του στο Θεό ο αμαρτωλός αποκτά με το αίμα του εξιλασμού την ειρήνη του μ’ Αυτόν, εγκαινιάζει μόλις τότε την πορεία της χριστιανικής του ζωής. Τώρα πρέπει να βαδίσει πρός την τελειότητα και να προχωρήσει πρός “το τέλειον μέτρον του πληρώματος της ηλικίας του Χριστού.” Ο απόστολος Παύλος λέγει: “Έν πράττω, τα μεν οπίσω λησμονών, εις δε τα έμπροσθεν επεκτεινόμενος, τρέχω πρός τον σκοπόν δια το βραβείον της άνω κλήσεως του Θεού εν Χριστώ Ιησού.” (Φιλ. 3:13-14.) Και ο Πέτρος μας παρουσιάζει τα σκαλοπάτια που οδηγούν μέχρι τον αγιασμό: “Καταβαλόντες πάσαν σπουδήν προσθέσατε εις την πίστην σας την αρετήν, εις δε την αρετήν την γνώσιν, εις δε την γνώσιν την εγκράτειαν, εις δε την εγκράτειαν την υπομονήν, εις δε την υπομονήν την ευσέβειαν, εις δε την ευσέβειαν την φιλαδελφίαν, εις δε την φιλαδελφίαν την αγάπην ... διότι ταύτα κάμνοντες, δεν θέλετε πταίσει ποτέ.” (Β΄ Πέτ. 1:5-10.)ΜΔ2 516.2

    Όσοι φθάσουν στο σημείο του αγιασμού όπως τον εννοεί η Γραφή θα εκδηλώσουν ένα πνεύμα ταπεινοφροσύνης. Όπως ο Μωϋσής, έτσι και αυτοί οραματίζονται με δέος το μεγαλείο της αγιοσύνης και αναγνωρίζουν την αναξιότητά τους σε αντίθεση με την αγνότητα και την άφθαστη τελειότητα του Άπειρου Θεού.ΜΔ2 517.1

    Παράδειγμα πραγματικού αγιασμού αποτελεί ο προφήτης Δανιήλ. Η μακρόχρονη ζωή του υπήρξε μία άψογη υπηρεσία αφιερωμένη στον Κύριό του. Σύμφωνα με την ουράνια προσφώνηση ο Δανιήλ ήταν “ανήρ σφόδρα αγαπητός.” (Δαν. 10:11.) Και όμως, αντί να ισχυρίζεται ότι είναι αγνός και άγιος, ο τιμημένος αυτός προφήτης συνταύτισε τον εαυτό του με τον αμαρτωλό Ισραήλ καθώς εκλιπαρούσε το Θεό για το καλό του λαού του: “Ημείς,” έλεγε “δεν προσφέρομεν τας ικεσίας ημών ενώπιον Σου δια τας δικαιοσύνας ημών, αλλά δια τους πολλούς οικτιρμούς Σου.” “Ημαρτήσαμεν, ησεβήσαμεν.” (Δαν. 9:18,15.) Και πιο κάτω αναφέρει: “Εγώ ελάλουν έτι, και προσηυχόμην, και εξομολογούμην την αμαρτίαν μου, και την αμαρτίαν του λαού μου Ισραήλ.” (Δαν. 9:20.) Αργότερα, όταν ο Υιός του Θεού παρουσιάστηκε μπροστά του για να του δώσει σχετικές οδηγίες, ο Δανιήλ λέγει: “Η ακμή μου μετεστράφη εν εμοί εις μαρασμόν, και δεν έμεινεν ισχύς εν εμοί.” (Δαν. 10:8.)ΜΔ2 517.2

    Όταν ο Ιώβ διέκρινε τη φωνή του Θεού μέσα από τον ανεμοστρόβιλο, φώναξε: “Βδελύττομαι εμαυτόν και μετανοώ εν χώματι και σποδώ.” (Ιώβ 42:6.) Όταν ο Ησαΐας είδε τη δόξα του Θεού και άκουσε την προσφώνηση των χερουβείμ, “Άγιος, άγιος, άγιος. Κύριος των δυνάμεων.” αναφώνησε: “Ώ τάλας εγώ! διότι εχάθην.” (Ησ. 6:3,5.) Ο Παύλος, αφού “ηρπάγη έως τρίτου ουρανού και ήκουσεν ανεκλάλητα λόγια, τα οποία δεν συγχωρείται εις άνθρωπον να λαλήση,” (Β΄ Κορ. 12:3-4,) ονομάζει τον εαυτό του “τον πλέον ελάχιστον πάντων των αγίων.” (Εφ. 3:8.) Και ο Ιωάννης, ο αγαπημένος μαθητής που έγειρε στο στήθος του Χριστού και που αντίκρισε τη δόξα Του, έπεσε σαν νεκρός στα πόδια ενός αγγέλου. (Αποκ. 1:17.) Καμία αυτοεξύψωση, καμία καυχησιολογία επειδή ελευθερώθηκαν από τα δεσμά της αμαρτίας δεν αρμόζει σ’ αυτούς που βαδίζουν στη σκιά του σταυρού του Γολγοθά. Αναγνωρίζουν ότι οι αμαρτίες τους ευθύνονται για την σπαραξικάρδια αγωνία που προξένησαν στον Υιό του Θεού και αυτή η σκέψη τους κρατάει ταπεινούς. Εκείνοι που ζούν πλησιέστερα στο Χριστό διακρίνουν καθαρότερα την ευπάθεια και αμαρτωλότητα της ανθρώπινης φύσης και έχουν για μοναδική τους ελπίδα την αξία ενός σταυρωμένου και αναστημένου Σωτήρα.ΜΔ2 517.3

    Ο αγιασμός που κατακτά διαρκώς έδαφος στο σημερινό θρησκευτικό κόσμο, προσκομίζει ένα πνεύμα αυτοεξύψωσης και περιφρόνησης του νόμου του Θεού που τον χαρακτηρίζει ξένο πρός τη θρησκεία της Γραφής. Οι υποστηρικτές του πρεσβεύουν ότι ο αγιασμός είναι έργο της στιγμής μέσο του οποίου, μόνο με την πίστη, φθάνει κανείς στην τελειότητα της καθιερωμένης ζωής: “Πίστεψε μόνο,” λέγουν, “και θα δεχθείς την ευλογία.” Υποτίθεται ότι καμία πρόσθετη προσπάθεια δεν χρειάζεται να καταβληθεί γι’ αυτή τη δωρεά. Ταυτόχρονα αρνούνται το κύρος του νόμου του Θεού με το πρόσχημα ότι έχουν απαλλαγεί από την υποχρέωση της τήρησης των εντολών. Είναι όμως ποτέ δυνατόν να αγιάζονται οι άνθρωποι σύμφωνα με το θέλημα και το χαρακτήρα του Θεού, χωρίς να υποτάσσονται στις αρχές εκείνες που αποτελούν την έκφραση της φύσης και του θελήματος Του και καθιστούν γνωστό τι είναι αυτό που Τον ευαρεστεί;ΜΔ2 519.1

    Η επιθυμία των ανθρώπων να προσκολληθούν σε μία εύκολη θρησκεία, μία θρησκεία χωρίς απαιτήσεις και αγώνες, χωρίς αυταπάρνηση και χωρισμό από τις τρέλες του κόσμου, είναι εκείνη που κατέστησε τη διδαχή της “πίστης και αποκλειστικά της πίστης” τόσο δημοφιλή. Τι λέγει όμως ο λόγος του Θεού; Ο απόστολος Ιάκωβος τονίζει: “Τι το όφελος, αδελφοί μου, εάν λέγη τις ότι έχει πίστιν, και έργα δεν έχη; μήπως η πίστις δύναται να σώσει αυτόν; ... θέλεις να γνωρίσης ώ άνθρωπε μάταιε, ότι η πίστις χωρίς των έργων είναι νεκρά; Αβραάμ ο πατήρ ημών δεν εδικαιώθη εξ έργων, ότε προσέφερεν Ισαάκ τον υιόν αυτού επί το θυσιαστήριον; Βλέπεις ότι η πίστις συνήργει εις τα έργα αυτού, και εκ των έργων η πίστις ετελειώθη; ... Βλέπετε λοιπόν ότι εξ έργων δικαιούται ο άνθρωπος και ουχί εκ πίστεως μόνον; (Ιακ. 2:14-24.)ΜΔ2 519.2

    Η μαρτυρία του λόγου του Θεού αντιτίθεται σ’ αυτή τη δελεαστική διδαχή της πίστης χωρίς έργα. Το να απαιτεί κανείς την εύνοια του Ουρανού χωρίς να συμμορφώνεται με τους όρους που εξασφαλίζουν το έλεος του Θεού, δεν είναι πίστη· είναι προπέτεια. Επειδή η πραγματική πίστη είναι θεμελιωμένη πάνω στις υποσχέσεις και στα προμηθευτικά μέσα των Γραφών.ΜΔ2 519.3

    Κανείς ας μη εξαπατάται ότι μπορεί να φθάσει στον αγιασμό αν εσκεμμένα αθετεί και μία μόνο από τις απαιτήσεις του Θεού. Η διάπραξη μιας γνωστής αμαρτίας κατασιγάζει την καταμαρτυρούσα φωνή του Πνεύματος και αποξενώνει την ψυχή από το Θεό. “Αμαρτία είναι η ανομία.” Και “πάς ο αμαρτάνων [ο παραβαίνων τον νόμον] δεν είδεν Αυτόν, ουδέ εγνώρισεν Αυτόν.” (Α΄ Ιωάν. 3:6.) Αν και ο Ιωάννης στις επιστολές του ασχολείται τόσο βαθιά με το θέμα της αγάπης, δεν διστάζει όμως να αποκαλύψει τον πραγματικό χαρακτήρα εκείνης της κατηγορίας των ανθρώπων που ενώ διατείνονται ότι έφθασαν στον αγιασμό, εξακολουθούν να ζούν παραβαίνοντας το έργο του Θεού. “Όστις λέγει εγνώρισα Αυτόν, και τας εντολάς Αυτού δεν φυλάττει, ψεύστης είναι και εν τούτω η αλήθεια δεν υπάρχει. Όστις όμως φυλάττη τον λόγον Αυτού, αληθώς εν τούτω η αγάπη του Θεού είναι τετελειωμένη.” (Α΄ Ιωάν. 2:4-5.) Έτσι δοκιμάζεται η θρησκεία του καθενός. Είναι αδύνατο να αποδοθεί σε οποιονδήποτε άνθρωπο η αγιότητα αν αυτός δεν αντιπαραβληθεί με το μοναδικό του Θεού κανόνα αγιοσύνης τόσο στον ουρανό, όσο και στη γη. Άτομα που δεν εκτιμούν τη βαρύτητα του ηθικού νόμου, που υποτιμούν και κρίνουν ασήμαντα τα διατάγματα του Θεού, που παραβαίνουν έστω και μία από τις ελάχιστες εντολές του Θεού και διδάσκουν τους συνανθρώπους τους να κάνουν το ίδιο, δεν έχουν καμία αξία στα μάτια του Ουρανού και μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι οι ισχυρισμοί τους είναι αβάσιμοι.ΜΔ2 520.1

    Και μόνος ο ισχυρισμός ότι τώρα είναι χωρίς αμαρτία, αποτελεί απόδειξη ότι μακριά απέχει από του να είναι άγιος ο ισχυριζόμενος. Αυτό συμβαίνει επειδή δεν έχει ορθή αντίληψη για την απέραντη αγνότητα και αγιοσύνη του Θεού, ούτε ξέρει σε ποιο σημείο πρέπει να φθάσουν εκείνοι που επιθυμούν να βρεθούν εναρμονισμένοι με το χαρακτήρα Του. Όταν ο άνθρωπος θεωρεί τον εαυτό του άγιο, δεν έχει πραγματική αντίληψη ούτε για την αγνότητα και την υπέροχη ερασμιότητα του Ιησού, ούτε για την κακοήθεια και τη μισαρότητα της αμαρτίας. Όσο πιο μακρινή η απόσταση που τον χωρίζει από το Χριστό, και όσο πιο ανεπαρκής η από μέρους του εκτίμηση του χαρακτήρα και των αξιώσεων του Θεού, τόσο περισσότερο δίκαιος φαίνεται στα μάτια του.ΜΔ2 520.2

    Ο αγιασμός, όπως τον περιγράφει η Γραφή, εγκολπώνεται ολόκληρη την ύπαρξη—σώμα, πνεύμα και ψυχή. Ο Παύλος προσεύχονταν για τον ολοκληρωματικό αγιασμό των Θεσσαλονικέων για “να διατηρηθή ολόκληρον το πνεύμα σας και η ψυχή και το σώμα αμέμπτως εν τη παρουσία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.” (Α΄ Θεσσ. 5:23.) Σε μία άλλη περίπτωση απευθύνεται στους πιστούς με αυτά τα λόγια: “Σας παρακαλώ λοιπόν, αδελφοί, δια των οικτιρμών του Θεού, να παραστήσητε τα σώματά σας θυσίαν ζώσαν, αγίαν, ευάρεστον εις τον Θεόν, ήτις είναι η λογική σας λατρεία.” (Ρωμ. 12:1.) Στην Ιουδαϊκή εποχή, κάθε ζώο προοριζόμενο για θυσία στο Θεό έπρεπε να περάσει από προσεκτικό έλεγχο. Ζώο που παρουσίαζε ένα οποιοδήποτε ελάττωμα, απορρίπτονταν. Επειδή ο Θεός είχε διατάξει ότι η θυσία έπρεπε να είναι “άμωμος.” Το ίδιο και οι Χριστιανοί καλούνται να παραστήσουν τα σώματά τους “θυσίαν ζώσαν, αγίαν, ευάρεστον εις τον Θεόν.” Για να το επιτύχουν αυτό οφείλουν να διατηρούν όλες τους τις δυνάμεις σε όσο το δυνατόν καλύτερη κατάσταση. Κάθε έξη που τείνει να εξασθενίσει τις σωματικές ή διανοητικές δυνάμεις, καθιστά τον άνθρωπο ακατάλληλο για την υπηρεσία του Δημιουργού του. Και θα ικανοποιηθεί ο Θεός με οτιδήποτε υποδεέστερο από ότι το καλύτερο μπορούμε να Του προσφέρουμε; Ο Χριστός είπε: “Θέλεις αγαπά Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου.” Όσοι αγαπούν το Θεό με την καρδιά τους θα ποθούν να Του προσφέρουν την καλύτερη υπηρεσία στη ζωή τους. Θα προσπαθούν διαρκώς να υποτάξουν όλες τις δυνάμεις του είναι τους στους νόμους εκείνους που υποβοηθούν στην ανάπτυξή τους με σκοπό την αποδοτικότερη εκτέλεση του θελήματος Του. Δεν θα επιτρέψουν στην αδυναμία τους για τις ορέξεις ούτε και στα πάθη τους να εξασθενήσουν ή να μολύνουν τη θυσία της προσφοράς τους στον ουράνιο Πατέρα τους.ΜΔ2 521.1

    Ο Πέτρος συμβουλεύει: “Να απέχητε από των σαρκικών επιθυμιών, αίτινες στρατεύονται κατά της ψυχής.” (Α΄ Πέτ. 2:11.) Κάθε παραχώρηση στην αμαρτία τείνει να παραλύσει τις φυσικές δυνάμεις, να απονεκρώσει τις πνευματικές και ψυχικές ικανότητες σε σημείο που ο λόγος και το Πνεύμα του Θεού αμυδρή μόνο απήχηση μπορεί να βρουν στην καρδιά. Γράφοντας στους Κορινθίους, ο Παύλος παρότρυνε: “Ας καθαρίσωμεν εαυτούς από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος, εκπληρούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού.” (Β΄ Κορ. 7:1.) Και στον κατάλογο των καρπών του Πνεύματος όπως η “αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθοσύνη, πίστις, πραότης,” καταχωρεί επίσης και την “εγκράτεια.” (Γαλ. 5:22-23.)ΜΔ2 521.2

    Παρ’ όλες τις εμπνευσμένες αυτές δηλώσεις, πόσοι καλούμενοι Χριστιανοί φθείρουν τις δυνάμεις τους γινόμενοι σκλάβοι του κέρδους ή λάτρεις της μόδας. Πόσοι εξευτελίζουν τη θεοσύστατη αξιοπρέπειά τους παραδιδόμενοι στη λαιμαργία, στο μεθύσι και στα γλέντια. Και η εκκλησία αντί να ελέγχει, πολλές φορές ενθαρρύνει το κακό, κάνοντας έκκληση στην όρεξη, στην επιθυμία του κέρδους, ή στην αγάπη για διασκέδαση, προκειμένου να ενισχύσει τα ταμεία της που αποκλειστικά η αγάπη των πιστών για το Χριστό αδυνατεί να εφοδιάσει επαρκώς.ΜΔ2 522.1

    Αν έμπαινε ο Ιησούς στις σημερινές εκκλησίες και παρατηρούσε τα πανηγύρια και το ανόσιο εμπόριο που διοργανώνονται στο όνομα της θρησκείας, δεν θα έδιωχνε άραγε τους σύγχρονους αυτούς βεβηλωτές όπως έδιωξε άλλοτε τους αργυραμοιβούς από το ναό;ΜΔ2 522.2

    Ο απόστολος Ιάκωβος λέγει ότι “η άνωθεν σοφία πρώτον μεν είναι καθαρά.” Αν συναντούσε σήμερα αυτούς που προφέρουν το πολύτιμο όνομα του Χριστού με χείλη μολυσμένα από τον καπνό, αυτούς που η αναπνοή και οι ίδιοι ολόκληροι αποσμούν τη δηλητηριασμένη αποφορά του, μολύνοντας την ατμόσφαιρα του ουρανού και αναγκάζοντας και όλους τους άλλους γύρω τους να αναπνέουν το δηλητήριο, αν ο απόστολος ερχόταν σε επαφή με μία συνήθεια τόσο αντίθετη πρός την αγνότητα του ευαγγελίου, δεν θα την καυτηρίαζε λέγοντας ότι είναι “επίγειος, ζωώδης, δαιμονιώδης;” Σκλάβοι του καπνού, ισχυρίζονται ότι έχουν υποστεί τον ολοκληρωτικό αγιασμό και μιλούν για την ελπίδα της αιώνιας ζωής. Αλλ’ ο λόγος του Θεού δηλώνει με σαφήνεια ότι “δεν θέλει εισέλθει εις αυτήν ουδέν το οποίον μιαίνει.” (Αποκ. 21:27.)ΜΔ2 522.3

    “Δεν εξεύρετε ότι το σώμα σας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος του εν υμίν, το οποίον έχετε από Θεού, και δεν είσθε κύριοι εαυτών; Διότι ηγοράσθητε δια τιμής· δοξάσατε λοιπόν τον Θεόν δια του σώματός σας, και δια του πνεύματός σας, τα οποία είναι του Θεού.” (Α΄ Κορ. 6:19-20.) Εκείνος του οποίου το σώμα θεωρείται ναός του Αγίου Πνεύματος δεν θα υποδουλωθεί από καμία βλαβερή συνήθεια. Οι δυνάμεις του ανήκουν στο Χριστό που τον εξαγόρασε με την τιμή του αίματός Του. Η περιουσία του είναι του Κυρίου. Πως θα δικαιολογηθεί αν κατασπαταλάει το κεφάλαιο που του έχει εμπιστευτεί; Χριστιανοί κατ’ όνομα ξοδεύουν τεράστια ποσά κάθε χρόνο σε άχρηστες και βλαβερές απολαύσεις, ενώ ψυχές χάνονται από άγνοια του λόγου του Θεού. Ενώ κλέβουν το Θεό στα δέκατα και στις προσφορές, θυσιάζουν πάνω στο βωμό της καταστρεπτικής λαγνείας ποσά μεγαλύτερα από όσα προσφέρουν για την ανακούφιση των πτωχών ή για την ενίσχυση του ευαγγελίου. Αν όλοι όσοι ισχυρίζονται ότι είναι οπαδοί του Χριστού γνώριζαν τον πραγματικό αγιασμό, τότε αντί να σπαταλούν τα πλούτη τους σε περιττές, μάλιστα και σε επιβλαβείς απολαύσεις, θα τα πρόσφεραν στο ταμείο του Κυρίου και οι Χριστιανοί θα έδιναν το καλό παράδειγμα της εγκράτειας, της αυταπάρνησης και της αυτοθυσίας. Τότε θα γίνονταν το φως του κόσμου.ΜΔ2 522.4

    Ο κόσμος έχει παραδοθεί στις απολαύσεις. “Η επιθυμία της σαρκός, η αλαζονεία των οφθαλμών και η υπερηφάνεια του βίου” έχουν κυριεύσει τις μάζες των ανθρώπων. Οι οπαδοί του Χριστού όμως έχουν μία ιερή υποχρέωση: “Εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αποχωρίσθητε, λέγει Κύριος, και μη εγγίσητε ακάθαρτον.” Εξετάζοντας κάτω από το φως του λόγου του Θεού, έχομε κάθε δικαίωμα να υποστηρίζομε ότι αγιασμός που δεν συνεπάγεται την ολοσχερή εγκατάλειψη των αμαρτωλών κοσμικών επιδιώξεων και απολαύσεων δεν μπορεί να είναι γνήσιος.ΜΔ2 523.1

    Σε όσους συμμορφώνονται με τους όρους: “Εξέλθετε εκ μέσου αυτών, και αποχωρίσθητε ... και μη εγγίσετε ακάθαρτον,” δίνεται η υπόσχεση του Θεού: “Εγώ θέλω σας δεχθεί, και θέλω είσθαι Πατήρ σας, και σείς θέλετε είσθαι υιοί Μου και θυγατέρες Μου, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ.” (Β΄ Κορ. 6:17-18.) Η απόκτηση μιας βαθιάς και πλούσιας θρησκευτικής εμπειρίας αποτελεί προνόμιο συνάμα και καθήκον του κάθε Χριστιανού. “Εγώ είμαι το φώς του κόσμου,” δήλωσε ο Χριστός. “Όστις ακολουθεί Εμέ, δεν θέλει περιπατήσει εις το σκότος, αλλά θέλει έχει το φώς της ζωής.” (Ιωάν. 8:12.) “Η οδός των δικαίων είναι ως το λαμπρόν φώς το φέγγον επί μάλλον και μάλλον εωσού γίνει τελεία ημέρα.” (Παρ. 4:18.) Κάθε προοδευτικό βήμα στον τομέα της πίστης και της υπακοής φέρνει την ψυχή σε στενότερη επαφή με το Φως του κόσμου “εν τω οποίω σκοτία δεν υπάρχει.” Η φωτεινή δέσμη του Ηλίου της Δικαιοσύνης λάμπει πάνω στους δούλους του Θεού και αυτοί οφείλουν να αντανακλούν τις ακτίνες Του. Όπως τα άστρα μας μιλούν για το μεγάλο φως του ουρανού απ’ όπου δανείζονται τη δόξα της λαμπρότητάς τους, το ίδιο και οι Χριστιανοί οφείλουν να γνωστοποιήσουν ότι επάνω στο θρόνο του σύμπαντος κάθεται ένας Θεός του οποίου ο χαρακτήρας είναι άξιος για εγκωμιασμό και για απομίμηση. Η χάρη του Πνεύματός Του και η αγνότητα και αγιότητα του χαρακτήρα Του θα εκδηλωθούν στη ζωή των αντιπροσώπων Του.ΜΔ2 523.2

    Ο Παύλος, στην επιστολή του πρός τους Κολοσσαείς, εκθέτει τις ευλογίες που πλουσιοπάροχα χαρίζονται στα παιδιά του Θεού. “Δεν παύομεν,” λέγει, “προσευχόμενοι δια σας, και δεόμενοι να εμπλησθήτε από της επιγνώσεως του θελήματος Αυτού μετά πάσης σοφίας και πνευματικής συνέσεως· δια να περιπατήσητε αξίως του Κυρίου ευαρεστούντες κατά πάντα, καρποφορούντες εις παν έργον αγαθόν, και αυξανόμενοι εις την επίγνωσιν του Θεού· ενδυναμούμενοι εν πάση δυνάμει κατά το κράτος της δόξης Αυτού, εις πάσαν υπομονήν και μακροθυμίαν μετά χαράς.” (Κολ. 1:9-11.)ΜΔ2 524.1

    Αλλού πάλι εκφράζει την επιθυμία όπως οι αδελφοί της Εφέσου φθάσουν στο σημείο να κατανοήσουν κατά βάθος την αξία των χριστιανικών προνομίων. Με την πιο γλαφυρή γλώσσα τους παρουσιάζει τη θαυμάσια δύναμη και γνώση που μπορεί να έχουν στη διάθεσή τους σαν γιοι και θυγατέρες του Υψίστου Θεού. Έχετε, λέγει, το προνόμιο “να κραταιωθήτε εν δυνάμει δια του Πνεύματος Αυτού εις τον εσωτερικόν άνθρωπον ... ερριζωμένοι και τεθεμελιωμένοι εν αγάπη να καταλάβητε μετά πάντων των αγίων, τι το πλάτος και μήκος και βάθος και ύψος και να γνωρίσητε την αγάπην του Χριστού, την υπερβαίνουσαν πάσαν γνώσιν.” Αλλά ο απόστολος φθάνει στο κορύφωμα του προνομίου αυτού όταν καταλήγει προσευχόμενος: “Δια να πληρωθήτε με όλον το πλήρωμα του Θεού.” (Εφ. 3:16-19.)ΜΔ2 524.2

    Εδώ μας παρουσιάζεται το ύψος των επιτευγμάτων στο οποίο μπορούμε να φθάσουμε όταν, με πίστη στις υποσχέσεις του ουρανίου Πατέρα μας, εκπληρώνουμε τους απαιτούμενους όρους. Τα προνόμια του Χριστού μας παρέχουν το δικαίωμα να πλησιάσουμε στο θρόνο του Παντοδυνάμου. “Όστις τον ίδιον Εαυτού Υιόν δεν εφείσθη, αλλά παρέδωκεν Αυτόν υπέρ πάντων ημών, πως και μετ’ Αυτού δεν θέλει χαρίσει εις ημάς τα πάντα;” (Ρωμ. 8:32.) Ο Πατέρας χορήγησε στον Υιό Του το Πνεύμα Του σε απεριόριστο βαθμό· και εμείς μπορούμε να συμμεριστούμε την πληρότητα αυτή. Ο Ιησούς λέγει: “Εάν λοιπόν σείς, πονηροί όντες, εξεύρετε να δίδετε καλάς δόσεις εις τα τέκνα σας, πόσον μάλλον ο Πατήρ ο ουράνιος θέλει δώσει Πνεύμα Άγιον εις τους αιτούντας παρ’ Αυτού;” (Λουκ. 11:13.) “Εάν ζητήσητε τι εν τω ονόματί Μου, Εγώ θέλω κάμει αυτό.” (Ιωάν. 14:14.) “Αιτείτε και θέλετε λαμβάνει, δια να ήναι πλήρης η χαρά σας.” (Ιωάν. 16:24.)ΜΔ2 524.3

    Αν και η ζωή του πρέπει να χαρακτηρίζεται από την ταπεινοφροσύνη, ο Χριστιανός όμως δεν πρέπει να παρουσιάζεται κατηφής, ούτε να υποτιμά τον εαυτό του. Ο καθένας έχει το προνόμιο να διάγει βίο τέτοιο που να επισύρει την επιδοκιμασία και τις ευλογίες του Θεού. Δεν είναι θέλημα του ουρανίου Πατέρα μας να ζούμε διαρκώς μέσα στο σκοτάδι κάτω από το άγχος της καταδίκης. Να βαδίζει κανείς με σκυμμένο κεφάλι και την καρδιά απορροφημένη από ατομικές έγνοιες δεν είναι ένδειξη ταπεινοφροσύνης. Έχομε το προνόμιο να πάμε στο Χριστό, να εξαγνιστούμε και να σταθούμε μετά αντιμέτωποι στο νόμο χωρίς ντροπή και τύψεις. “Δεν είναι τώρα λοιπόν ουδεμία κατάκρισις εις τους εν Χριστώ Ιησού, τους μη περιπατούντας κατά την σάρκα, αλλά κατά το πνεύμα.” (Ρωμ. 8:1.)ΜΔ2 525.1

    Μέσο του Ιησού οι αμαρτωλοί υιοί του Αδάμ γίνονται “υιοί του Θεού.” “Επειδή και ο αγιάζων και οι αγιαζόμενοι εξ ενός είναι πάντες· δι’ ήν αιτίαν δεν επαισχύνεται να ονομάζη αυτούς αδελφούς.” (Εβρ. 2:11.) Η ζωή του Χριστιανού πρέπει να είναι ζωή πίστης, νίκης και θεόπρεπης χαράς. “Διότι παν ότι εγεννήθη εκ του Θεού νικά τον κόσμον· και αύτη είναι η νίκη η νικήσασα τον κόσμον, η πίστις ημών.” (Α΄ Ιωάν. 5:4.) Είναι ορθή η παρατήρηση του Νεεμία: “Η χαρά του Κυρίου είναι η ισχύς σας.” (Νεεμ. 8:10.) Και η σύσταση του Παύλου είναι: “Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε· και πάλιν θέλω ειπεί, χαίρετε.” (Φιλ. 4:4.) “Πάντοτε χαίρετε αδιαλείπτως προσεύχεσθε· κατά πάντα ευχαριστείτε· διότι τούτο είναι το θέλημα του Θεού πρός εσάς εν Χριστώ Ιησού.” (Α΄ Θεσσ. 5:16-18.)ΜΔ2 525.2

    Αυτοί είναι, κατά τα Γραφικά δεδομένα, οι καρποί της αναζωπύρωσης και του αγιασμού. Αν οι καρποί αυτοί σπανίζουν, αυτό συμβαίνει επειδή ο χριστιανικός κόσμος ελάχιστη σημασία αποδίδει στις σημαντικές αρχές της δικαιοσύνης όπως αυτές εκτίθενται στο νόμο του Θεού. Και αυτός είναι ο λόγος που τόσο εξασθενημένα εκδηλώνεται η βαθιά εκείνη εσωτερική επίδραση του Πνεύματος του Θεού, η τόσο γνωστή κατά τις πνευματικές αφυπνίσεις σε προγενέστερες εποχές.ΜΔ2 525.3

    Με το να παρατηρούμε μεταβαλλόμαστε. Και όταν οι ιερές αυτές του Θεού εντολές όπου ενατενίζοντας ο άνθρωπος ανακαλύπτει την τελειότητα και αγιότητα του θείου χαρακτήρα παραμελούνται, και οι σκέψεις των ανθρώπων στρέφονται κατά προτίμηση σε ανθρώπινες διδαχές και θεωρίες, τι το περίεργο αν ακολουθεί παρακμή της ζωντανής ευλάβειας μέσα στην εκκλησία; Ο Κύριος λέγει: “Εμέ εγκατέλιπον την πηγήν των ζώντων υδάτων, και έσκαψαν εις εαυτούς λάκκους, λάκκους συντετριμμένους, οίτινες δεν δύνανται να κρατήσωσιν ύδωρ.” (Ιερ. 2:13.)ΜΔ2 526.1

    “Μακάριος ο άνθρωπος όστις δεν περιεπάτησεν εν βουλή ασεβών ... Αλλ’ εν τω νόμω του Κυρίου είναι το θέλημα Αυτού, και εν τω νόμω Αυτού μελετά ημέραν και νύκτα. Και θέλει είσθαι ως δένδρον πεφυτευμένον παρά τους ρύακας των υδάτων, το οποίον δίδει τον καρπόν αυτού εν τω καιρώ αυτού, και το φύλλον αυτού δεν μαραίνεται· και πάντα, όσα αν πράττη θέλουσιν ευοδωθή.” (Ψαλμ. 1:1-3.) Μόνον όταν ο νόμος του Θεού αποκατασταθεί στη θέση που του αρμόζει, μόνο τότε μπορεί να επέλθει η αναζωπύρωση της αρχικής πίστης και θεοσέβειας ανάμεσα στο χριστιανικό κόσμο. “Ούτω λέγει Κύριος· στήτε επί τας οδούς, και ιδέτε,και ερωτήσατε περί των αιωνίων τρίβων. Που είναι η αγαθή οδός; και περιπατείτε εν αυτή και θέλετε ευρεί ανάπαυσιν εις τας ψυχάς σας.” (Ιερ. 6:16.)ΜΔ2 526.2

    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents