Loading...
Larger font
Smaller font
Copy
Print
Contents

Η Μεγάλη Διαμάχη Μέρος Δεύτερο

 - Contents
  • Results
  • Related
  • Featured
No results found for: "".
  • Weighted Relevancy
  • Content Sequence
  • Relevancy
  • Earliest First
  • Latest First
    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents

    Κεφάλαιο 33: Η αρχικη μεγαλη απατη

    Μόλις πρωτοεμφανίσθηκε ο άνθρωπος, ο Σατανάς άρχισε τις προσπάθειες του για να εξαπατήσει τη φυλή μας. Εκείνος που πρωτοστάτησε στην ανταρσία του ουρανού ήθελε να κάνει τους κατοίκους της γης να συμμαχήσουν μαζί του στον αγώνα του εναντίον της διακυβέρνησης του Θεού. Ο Αδάμ και η Εύα ήταν τρισευτυχισμένοι εκδηλώνοντας υπακοή στο νόμο του Θεού, γεγονός που αποτελούσε μία διαρκή μαρτυρία εναντίον του ισχυρισμού που ο Σατανάς πρόβαλε στον ουρανό ότι ο νόμος του Θεού ήταν καταπιεστικός και αντίθετος προς το καλό των δημιουργημάτων Του. Επί πλέον ο φθόνος του Σατανά είχε εξαφθεί ενώ παρατηρούσε την ωραία κατοικία, την ετοιμασμένη για το αναμάρτητο ζευγάρι. Πήρε την απόφαση να προκαλέσει την πτώση τους και όταν θα τους χώριζε από το Θεό και θα τους υπέβαλε κάτω από τη δική του δύναμη, τότε θα αποκτούσε την κυριότητα της γής πάνω στην οποία θα ίδρυε το δικό του βασίλειο σε αντιπολίτευση του Υψίστου.ΜΔ2 587.1

    Εάν ο Σατανάς είχε αποκαλύψει τον πραγματικό του χαρακτήρα, θα είχε αμέσως απωθηθεί, επειδή ο Αδάμ και η Εύα είχαν προειδοποιηθεί για τον επικίνδυνο αυτόν εχθρό. Εργάζονταν όμως στα κρυφά, συγκαλύπτοντας τα σχέδιά του, για να μπορέσει να επιτύχει το σκοπό του κατά τρόπο αποτελεσματικότερο. Μεταχειριζόμενος για μεσάζοντα το φίδι—την εποχή εκείνη μια ύπαρξη με συναρπαστική όψη—απευθύνθηκε στην Εύα: “Τω όντι είπεν ο Θεός, Μη φάγητε από παντός δένδρου του παραδείσου;” (Γέν. 3:1.) Αν η Εύα απέφευγε να μπλέξει σε συζήτηση με τον πειραστή, θα ήταν ασφαλής. Αλλά αποτόλμησε να πιάσει την κουβέντα μαζί του και έπεσε θύμα της πονηριάς του. Με τον ίδιο τρόπο πολλοί νικώνται και σήμερα. Αμφιβάλλουν και προβάλλουν αντιρρήσεις εν σχέση με τις απαιτήσεις του Θεού. Και αντί να υπακούσουν στις θεϊκές εντολές, παραδέχονται τις ανθρώπινες θεωρίες οι οποίες δεν είναι τίποτε άλλο παρά καλυμμένα τεχνάσματα του Σατανά.ΜΔ2 587.2

    “Είπεν η γυνή πρός τον όφιν, Από του καρπού των δένδρων του παραδείσου δυνάμεθα να φάγωμεν· από δε του καρπού του δένδρου το οποίον είναι εν τω μέσω του παραδείσου είπεν ο Θεός, Μη φάγητε απ’ αυτού, μηδέ εγγίσητε αυτόν δια να μή αποθάνητε. Και είπεν ο όφις πρός την γυναίκα, Δεν θέλετε βεβαίως αποθάνει· αλλ’ εξεύρει ο Θεός ότι καθ’ ήν ημέραν φάγητε απ’ αυτού, θέλουσιν ανοιχθή οι οφθαλμοί σας, και θέλετε είσθαι ως θεοί, γνωρίζοντες το καλόν και το κακόν.” (Εδ. 2-5.) Δήλωσε ότι θα γίνονταν σαν το Θεό, ότι θα αποκτούσαν σοφία ανώτερη από αυτή που είχαν μέχρι τότε και ότι θα ήταν ικανοί να εισέλθουν σε σφαίρες ανώτερες του είναι τους. Η Εύα ενέδωσε στον πειρασμό και με την επιρροή της παρέσυρε και τον Αδάμ στην αμαρτία. Παραδέχθηκαν τα λόγια του φιδιού ότι ο Θεός δεν εννοούσε αυτά που έλεγε. Δεν έδωσαν εμπιστοσύνη στον Πλάστη τους και νόμισαν ότι περιόριζε την ελευθερία τους και ότι παραβαίνοντας το νόμο Του θα μπορούσαν να αποκτήσουν μεγαλύτερη σοφία και εξύψωση.ΜΔ2 588.1

    Τι ανακάλυψε όμως αφού αμάρτησε ο Αδάμ ότι σήμαιναν τα λόγια: “Καθ’ ήν ημέραν φάγης απ’ αυτού θέλεις εξάπαντος αποθάνει;” (Γεν.2:17.) Ανακάλυψε μήπως ότι σήμαιναν, όπως ο Σατανάς τον έκανε να πιστέψει, ότι θα εισέρχονταν στην υψηλότερη εκείνη σφαίρα της ευδαιμονίας; Στην περίπτωση αυτή η παράβαση θα είχε φέρει σαν αποτέλεσμα ένα μεγάλο καλό και ο Σατανάς θα είχε αποδειχτεί ευεργέτης της ανθρώπινης φυλής. Ο Αδάμ όμως διαπίστωσε ότι αυτή δεν ήταν η σημασία της θεϊκής φράσης. Ο Θεός ανακοίνωσε ότι ο άνθρωπος θα επέστρεφε στη γη από την οποία προήρχετο. “Γή είσαι και εις γήν θέλεις επιστρέψει.” (Γεν. 3:19.) Τα λόγια του Σατανά: “Θέλουσιν ανοιχθεί οι οφθαλμοί σας,” αποδείχθηκαν αληθινά μόνο κάτω από αυτή την έννοια. Μετά την παρακοή τους στο Θεό, τα μάτια του Αδάμ και της Εύας άνοιξαν για να διακρίνουν την απομάρα τους· γνώρισαν πράγματι το κακό και γεύτηκαν τον πικρό καρπό της παρακοής.ΜΔ2 588.2

    Στη μέση του Εδεμικού κήπου βρίσκονταν το δένδρο της ζωής του οποίου ο καρπός είχε την ιδιότητα να διατηρεί τη διαιώνιση της ζωής. Αν ο Αδάμ είχε παραμείνει υπάκουος στο Θεό, θα εξακολουθούσε να νέμεται ελεύθερα τον καρπό του δένδρου αυτού και θα ζούσε αιωνίως. Αφότου όμως αμάρτησε, αποκλείσθηκε από τη συμμετοχή του καρπού του δένδρου της ζωής και υπήχθη στο θάνατο. Η θεϊκή έκφραση: “Γή είσαι και εις γήν θέλεις επιστρέφει,” σημαίνει τον ολοσχερή αφανισμό της ζωής.ΜΔ2 588.3

    Η αθανασία η οποία είχε δοθεί σαν υπόσχεση στον άνθρωπο με τον όρο της υπακοής, είχε ακυρωθεί με την παρακοή. Ο Αδάμ δεν μπορούσε να μεταβιβάσει στους απογόνους του αυτό που δεν κατείχε πλέον. Και δεν θα υπήρχε καμία ελπίδα για την αμαρτωλή φυλή, αν ο Θεός μέσο της θυσίας του Υιού Του, δεν καθιστούσε την αθανασία και πάλι εφικτή στον άνθρωπο. Ενώ “διήλθεν ο θάνατος εις πάντας ανθρώπους, επειδή πάντες ήμαρτον,” ο Χριστός “κατήργησε μεν τον θάνατον, έφερε δε εις φώς την ζωήν και την αφθαρσίαν δια του ευαγγελίου.” (Ρωμ. 5:12, Τιμ. 1:10.) Και η αφθαρσία μόνο μέσο του Χριστού μπορεί να αποκτηθεί. “Όστις πιστεύει εις τον Υιόν έχει ζωήν αιώνιον· όστις όμως απειθεί εις τον Υιόν δεν θέλει ιδεί ζωήν.” (Ιωάν. 3:36.) Ο κάθε άνθρωπος μπορεί να αποκτήσει την ανεκτίμητη αυτή ευλογία όταν συμμορφώνεται με τους όρους. Σε όλους “τους ζητούντας δι’ υπομονής έργου αγαθού, δόξαν και τιμήν και αφθαρσίαν,” ο Κύριος απονέμει “ζωήν αιώνιον.” (Ρωμ. 2:7.)ΜΔ2 589.1

    Ο μόνος που υποσχέθηκε ζωή σαν αποτέλεσμα της παρακοής ήταν ο μεγάλος απατεώνας. Και η δήλωση του φιδιού πρός την Εύα στην Εδέμ—“Δεν θέλετε βεβαίως αποθάνει,”—αποτελεί το πρώτο κήρυγμα που έγινε ποτέ περί της αθανασίας της ψυχής. Και όμως η ανακοίνωση αυτή που βασίζεται ολότελα πάνω στην εξουσία του Σατανά αντηχεί από τους άμβωνες του χριστιανικού κόσμου και γίνεται ασπαστή από την πλειοψηφία των ανθρώπων με την ίδια ευκολία που την ασπάσθηκαν οι προπάτορές μας. Η θεϊκή ρήση : “Η ψυχή η αμαρτάνουσα αυτή θέλει αποθάνει,” (Ιεζ. 18:20,) κατέληξε να σημαίνει: Η ψυχή η αμαρτάνουσα, αυτή δεν θέλει αποθάνει, αλλά θέλει ζήσει αιωνίως. Δεν μπορεί παρά να απορεί κανείς με τον ανεξήγητο παραλογισμό που δείχνουν οι άνθρωποι όταν γίνονται τόσο ευκολόπιστοι στα λόγια του Σατανά, ενώ δυσπιστούν στα λόγια του Θεού.ΜΔ2 589.2

    Αν μετά την πτώση του επιτρεπόταν στον άνθρωπο να έρχεται ελεύθερα σε επαφή με το δένδρο της ζωής, τότε θα ζούσε αιωνίως και η αμαρτία θα διαιωνίζετο. Στα χερουβείμ όμως με τη ρομφαία τη φλογίνη ανατέθηκε “να φυλάττωσι την οδόν του ξύλου της ζωής” (Γεν. 3:24) και δεν επετράπηκε σε κανένα απολύτως μέλος της οικογενείας του Αδάμ να περάσει το φράγμα και να φάγει από το ζωοδότη καρπό. Επομένως δεν υπάρχει αθάνατος αμαρτωλός.ΜΔ2 589.3

    Μετά την Πτώση όμως, ο Σατανάς ζήτησε από τους αγγέλους του να καταβάλουν μία ιδιαίτερη προσπάθεια για να ενσταλάξουν στον άνθρωπο την πεποίθηση της φυσικής του αθανασίας. Και αφού θα παρέσυρε τους ανθρώπους να πιστέψουν στην πλάνη αυτή, θα τους έκανε μετά να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι ο αμαρτωλός θα εξακολουθούσε να ζεί μέσα στην αιώνια δυστυχία. Έτσι ο άρχοντας του σκότους, εργαζόμενος μέσο των πρακτόρων του, παριστάνει το Θεό σαν ένα τύραννο εκδικητικό, δηλώνοντας ότι βυθίζει στην κόλαση όλους εκείνους που δεν Του προξενούν ευχαρίστηση και τους αναγκάζει, να γεύονται την παντοτινή οργή Του· και ότι ενώ αυτοί υποφέρουν από απερίγραπτη αγωνία, και σφαδάζουν μέσα στις αιώνιες φλόγες, ο Δημιουργός τους τους βλέπει από ψηλά με ικανοποίηση.ΜΔ2 590.1

    Με αυτό τον τρόπο ο μεγάλος εχθρός αποδίδει τα δικά του χαρακτηριστικά στο Δημιουργό και Ευεργέτη της ανθρωπότητας. Η σκληρότητα είναι σατανική. Ο Θεός είναι αγάπη και κάθε τι που δημιούργησε ήταν αγνό, άγιο και πανέμορφο μέχρις ότου η αμαρτία διαπράχθηκε από τον πρώτο μεγάλο αντάρτη. Αυτός ο ίδιος ο Σατανάς είναι ο εχθρός ο οποίος πειράζει τον άνθρωπο να αμαρτήσει και μετά, εκεί όπου μπορεί, τον καταστρέφει. Και όταν βεβαιωθεί για την τύχη των θυμάτων του, τότε πανηγυρίζει για την καταστροφή που προξένησε. Αν είχε το δικαίωμα θα παρέσυρε ολόκληρη την ανθρώπινη φυλή στα δίχτυα του. Αν δεν επενέβαινε η θεϊκή δύναμη, ούτε ένας από τους απογόνους του Αδάμ θα γλύτωνε.ΜΔ2 590.2

    Ο Σατανάς προσπαθεί να νικήσει τους ανθρώπους σήμερα όπως νίκησε τους προπάτορές μας με το να υποσκάπτει την εμπιστοσύνη τους πρός το Δημιουργό τους και να τους κάνει να αμφιβάλουν για την ορθότητα του διακυβερνητικού του συστήματος και για τη δικαιοσύνη της νομοθεσίας Του. Ο Σατανάς και οι απεσταλμένοι του παριστάνουν το Θεό χειρότερο ακόμη από τον εαυτό τους προκειμένου να δικαιολογήσουν τη δική τους κακεντρέχεια και ανταρσία. Ο μεγάλος απατεώνας προσπαθεί να ρίξει την τρομερή σκληρότητα του δικού του χαρακτήρα επάνω στον ουράνιο Πατέρα μας για να παρουσιάσει τον εαυτό του αφάνταστα αδικημένο με την αποβολή του από τον ουρανό όταν δεν μπορούσε να υποταχθεί σ’ ένα τέτοιο άδικο κυβερνήτη. Παριστάνει στον κόσμο την ελευθερία που θα απολαύσει κάτω από τη δική του επιεική κυριαρχία την τόσο διαφορετική από τη σκλαβιά που επιβάλλουν τα αυστηρά διατάγματα του Κυρίου. Έτσι πετυχαίνει να αποσπάσει τους ανθρώπους από την αφοσίωσή τους πρός το Θεό. Πόσο αποκρουστική σε κάθε αίσθημα αγάπης και ευσπλαχνίας, ακόμη και σ’ αυτή την αντίληψή μας της δικαιοσύνης, είναι η διδασκαλία ότι οι νεκροί αμαρτωλοί βασανίζονται με φωτιά και θειάφι σε μια διαρκώς καιομένη κόλαση· ότι για τις αμαρτίες της σύντομης επίγειας ζωής πρέπει να υπομένουν βασανιστήρια τόσο διάστημα όσο ζεί και ο αιώνιος Θεός. Μολαταύτα η διδασκαλία αυτή διδάσκεται ευρύτατα και βρίσκεται ακόμη ενσωματωμένη σε πολλά από τα σύμβολα πίστης του χριστιανικού κόσμου. Κάποιος διάσημος διδάκτορας της θεολογίας αποφαίνεται: “Η θέα των βασάνων της κόλασης θα θέλγει με παντοτινή ευτυχία τους αγίους. Όταν θα αντικρύζουν άλλους που είχαν την ίδια μ’ αυτούς φύση και είχαν γεννηθεί κάτω από τις ίδιες με αυτούς συνθήκες, να είναι βυθισμένοι σε μια τέτοια δυστυχία, ενώ εκείνοι ζούν τόσο τιμημένοι, αυτό θα τους βοηθήσει να καταλάβουν πόσο ευτυχείς είναι.” Κάποιος άλλος χρησιμοποιεί τα ακόλουθα λόγια: “Ενώ η καταδικαστική ποινή εκτελείται αιωνίως επάνω στα σκεύη της οργής, παράλληλα, ο καπνός του βασανισμού τους θα ανεβαίνει αιωνίως μπροστά στα μάτια των σκευών της ευσπλαχνίας τα οποία, αντί να παίρνουν το μέρος των αθλίων αυτών αντικειμένων, θα λέγουν: Αμήν, αλληλούια! Δόξα στο Θεό!”ΜΔ2 590.3

    Σε ποιο μέρος στις σελίδες του λόγου του Θεού απαντάται μια τέτοια διδαχή; Θα απογυμνωθούν λοιπόν οι λυτρωμένοι από κάθε αίσθημα λύπης και συμπόνοιας ακόμη και από αυτά τα αισθήματα της στοιχειώδους ανθρωπιάς; Θα αντικατασταθούν μήπως αυτά με την αδιαφορία των στοϊκών ή με τη σκληρότητα των αγρίων; Ασφαλώς όχι. Τέτοια πράγματα δεν διδάσκει το Βιβλίο του Θεού. Αυτοί οι οποίοι εκφράζουν τις παραπάνω απόψεις μπορεί να είναι μορφωμένοι, μάλιστα και έντιμοι άνθρωποι, πλανώνται όμως από τις σοφιστείες του Σατανά. Αυτός τους οδηγεί να παραποιήσουν ορισμένες έντονες εκφράσεις των Γραφών προσδίδοντας στο λεκτικό τη χροιά της πικρίας και της κακεντρέχειας που αρμόζει στον ίδιο, αλλά όχι στο Δημιουργό μας. “Ζώ Εγώ, λέγει Κύριος ο Θεός, δεν θέλω τον θάνατον του αμαρτωλού, αλλά να επιστρέψη ο ασεβής από της οδού αυτού και να ζή επιστρέψατε, επιστρέψατε από των οδών υμών των πονηρών διατί να αποθάνητε;” (Ιεζ. 33:11.)ΜΔ2 591.1

    Τι θα κέρδιζε ο Θεός αν παραδεχόμαστε ότι τέρπεται να παρακολουθεί τα βασανιστήρια τα δίχως τελειωμό; Ότι αγαλλιάται να ακούει τα βογγητά και τις τσιρίδες και τα αναθέματα των βασανισμένων υπάρξεων που διατηρεί μέσα στις φλόγες της κόλασης; Μπορούν αυτοί οι φρικιαστικοί θόρυβοι να ακούονται σαν μουσική στα αυτιά της Άπειρης Αγάπης; Υποστηρίζεται ότι με την επιβολή ατέλειωτης δυστυχίας στους ασεβείς φανερώνεται το μίσος που τρέφει ο Θεός για την αμαρτία η οποία είναι καταστρεπτική για την ειρήνη και την ευταξία του σύμπαντος. Τι τρομερή βλασφημία! Σαν να είναι το μίσος του Θεού κατά της αμαρτίας αφορμή για τη διαιώνισή της. Επειδή, σύμφωνα με τις διδασκαλίες των θεολόγων αυτών, τα συνεχή βασανιστήρια χωρίς καμιά ελπίδα ευσπλαχνίας εξαγριώνουν μέχρι τρέλας τα πανάθλια θύματά τους που εξωτερικεύουν την παραφορά τους με κατάρες και βλαστήμιες, αυγατίζοντας έτσι συνεχώς το βάρος της ενοχής τους. Η δόξα του Θεού δεν εξαίρεται με τη διαιώνιση της κατ’ αυτόν τον τρόπο διαρκώς αυξανόμενης αμαρτίας μέσα στο αέναο κύλισμα του χρόνου.ΜΔ2 592.1

    Ο ανθρώπινος νούς δεν μπορεί να υπολογίσει το μέγεθος της βλάβης που προξένησε η αιρετική εκδοχή των αιωνίων βασάνων. Η θρησκεία της Βίβλου, όλο αγάπη και καλοσύνη και γεμάτη από συμπόνοια, αμαυρώνεται από τη δεισιδαιμονία και καλύπτεται από τρόμο. Όταν αναλογίζεται κανείς με ποια μελανά χρώματα ο Σατανάς αναπαρέστησε το χαρακτήρα του Θεού, είναι μετά να απορεί ότι ο ευσπλαχνικός Δημιουργός μας εμπνέει με φόβο και με τρόμο ακόμη και με μίσος τους ανθρώπους; Οι απαίσιες απόψεις περί Θεού, οι οποίες διαδόθηκαν στον κόσμο από τις διδασκαλίες του άμβωνα έχουν δημιουργήσει χιλιάδες, μάλιστα εκατομμύρια, σκεπτικιστών και απίστων.ΜΔ2 592.2

    Η θεωρία των αιωνίων βασάνων είναι μία από τις ψευτοδιδασκαλίες που αποτελούν το κρασί των βδελυγμάτων της Βαβυλώνας με το οποίο πότισε όλα τα έθνη. (Αποκ. 14:8, 17:2.) Το ότι χριστιανοί ιεροκήρυκες θα μπορούσαν ποτέ να δεχθούν μία τέτοια αίρεση και να τη μεταδώσουν από τον ιερό άμβωνα, είναι ένα πραγματικό μυστήριο. Την πήραν από τη Ρώμη όπως πήραν και το κίβδηλο Σάββατο. Είναι αλήθεια ότι την έχουν διδάξει μεγάλοι και καλοί άνθρωποι. Αλλά εκείνοι δεν είχαν φωτιστεί στο σημείο αυτό με το φως που έφθασε σ’ εμάς. Αυτοί ευθύνονται μόνο για το φως που έφεγγε στις μέρες τους. Και εμείς είμαστε υπεύθυνοι για το φως που φέγγει στις μέρες μας. Αν αποστρεφόμαστε τη μαρτυρία του λόγου του Θεού και δεχόμαστε τις νόθες διδασκαλίες μόνο και μόνο επειδή μας τις δίδαξαν οι πατέρες μας, τότε υποκείμεθα στην καταδίκη που προφέρεται εναντίον της Βαβυλώνας. Πίνομε από το κρασί των βδελυγμάτων της.ΜΔ2 592.3

    Μία άλλη κατηγορία ανθρώπων, επειδή απεχθάνονται τη διδαχή των αιωνίων βασάνων, καταλήγουν στην εντελώς αντίθετη πλάνη. Αντιλαμβάνονται ότι οι Γραφές παριστάνουν το Θεό σαν μία ύπαρξη αγάπης και συμπόνοιας και δεν μπορούν να πιστέψουν ότι Αυτός θα παρέδιδε ποτέ τα πλάσματά Του στις φλόγες μιας κόλασης που καίει στην αιωνιότητα. Παραδεχόμενοι όμως ότι η ψυχή είναι από φυσικού της αθάνατη, δεν βρίσκουν άλλη διέξοδο από του να καταλήξουν στο ότι ολόκληρη η ανθρωπότητα τελικά θα σωθεί. Πολλοί ερμηνεύουν τις απειλές της Βίβλου ότι αποσκοπούν μόνο στο να φοβήσουν τους ανθρώπους για να υπακούσουν, αλλ’ ότι δεν εκπληρώνονται στην πραγματικότητα. Έτσι λοιπόν ο αμαρτωλός μπορεί να ζεί ευχαριστούμενος μέσα στη φιλαυτία του, αψηφώντας τις απαιτήσεις του Θεού, αλλά περιμένοντας να γίνει στο τέλος ευνοούμενος Αυτού. Μία τέτοια διδαχή που προϋποθέτει την ευσπλαχνία του Θεού, αλλά αγνοεί τη δικαιοσύνη Του, ευχαριστεί τη σαρκική καρδιά και ενθαρρύνει τους ασεβείς στο να παρανομούν.ΜΔ2 593.1

    Προκειμένου να αποδείξει κανείς πως αυτοί που πιστεύουν στην Παγκόσμια Σωτηρία διαστρεβλώνουν τις Γραφές για να υποστηρίξουν τα ψυχοφθόρα δόγματά τους, θα αρκούσε μόνο να αναφερθεί στα λεγόμενα αυτών των ιδίων. Στην κηδεία ενός αρνησίθρησκου νέου ο οποίος είχε σκοτωθεί αυτοστιγμή σ’ ένα δυστύχημα, ο αντιπροσωπευτικός της Παγκόσμιας Σωτηρίας ιεροκήρυκας διάλεξε για Γραφικό εδάφιο της ομιλίας του την περικοπή που λέγει για το Δαβίδ ότι “είχε παρηγορηθή δια τον θάνατον του Αμνών.” (Β΄ Σαμ. 13:39.)ΜΔ2 593.2

    “Συχνά με ρωτούν,” ανέφερε ο ομιλητής, “ποια θα είναι η μοίρα αυτών που φεύγουν από αυτόν τον κόσμο ζώντας μέσα στην αμαρτία, που πεθαίνουν πιθανόν πάνω στο μεθύσι, πεθαίνουν χωρίς τα αιμοσταγή στίγματα του εγκλήματος να έχουν πλυθεί από τα ρούχα τους, η πεθαίνουν όπως αυτός εδώ ο νέος, χωρίς ποτέ να έχουν κάνει μία ομολογία πίστης ή να έχουν ποτέ δοκιμάσει μία θρησκευτική εμπειρία. Οι Γραφές μας ικανοποιούν. Η απάντηση που μας δίνουν λύνει το φοβερό αυτό πρόβλημα. Ο Αμνών ήταν στο άκρο αμαρτωλός. Έμενε αμεταμέλητος, μέθυσε και επάνω στο μεθύσι του σκοτώθηκε. Ο Δαβίδ ήταν προφήτης του Θεού. Θα έπρεπε να ξέρει αν στον επόμενο κόσμο θα ήταν ευτυχισμένος ή δυστυχισμένος ο Αμνών. Πώς αισθανόταν η καρδιά του; “Επεπόθησε ο βασιλεύς Δαβίδ να υπάγη πρός τον Αβεσσαλώμ, διότι είχε παρηγορηθή δια τον θάνατον του Αμνών.” (εδ. 39.)ΜΔ2 593.3

    “Τι συμπέρασμα εξάγεται από τα λεγάμενα αυτά; Δεν είναι φανερό ότι τα βάσανα δεν αποτελούσαν μέρος των θρησκευτικών του πεποιθήσεων; Αυτό καταλαβαίνομε. Και μ’ αυτό ανακαλύπτομε ένα θριαμβευτικό επιχείρημα για την υποστήριξη της περισσότερο ευχάριστης, περισσότερο διαφωτιστικής και περισσότερο φιλάνθρωπης υπόθεσης της τελειωτικής παγκόσμιας αγνότητας και ειρήνης. Παρηγορήθηκε ξέροντας το γιό του νεκρό. Και γιατί αυτό; Επειδή με το προφητικό του μάτι μπορούσε να ατενίσει μακριά στο λαμπρό μέλλον και να διακρίνει το γιό εκείνο απομακρυσμένο από όλους τους πειρασμούς, αποδεσμευμένο από τη σκλαβιά της αμαρτίας και εξαγνισμένο απ’ αυτή και, αφού πια καταστεί αρκετά άγιος και διαφωτιστεί, γίνεται δεκτός στη σύναξη των εξυψωμένων και αγαλλιασμένων πνευμάτων. Η μόνη του παρηγοριά ήταν ότι αφού μετατέθηκε από την παρούσα αμαρτωλή και ταλαίπωρη κατάστασή του, ο αγαπημένος του γιός είχε πάει εκεί όπου μεγαλόπρεπα πνέει το Πνεύμα το Άγιο φέγγοντας μέσα στη σκοτεινιασμένη του ψυχή, εκεί όπου η σκέψη του θα μπορούσε να εκτεθεί στη σοφία του ουρανού και στη γλυκιά αγαλλίαση της αιώνιας αγάπης· και τότε, εφοδιασμένος με μία άγια φύση, να απολαύσει την ανάπαυση και την κοινωνία της επουράνιας κληρονομιάς.”ΜΔ2 594.1

    “Οι σκέψεις αυτές μας κάνουν να πιστεύομε ότι η ουράνια σωτηρία μας δεν εξαρτάται από τίποτα που μπορούμε να κάνομε σ’ αυτή τη ζωή· ούτε από καμιά τωρινή μεταλλαγή της καρδιάς, ούτε από καμιά τωρινή πίστη, ή τωρινή θρησκευόμενη ζωή.” Μ’ αυτόν τον τρόπο ο δήθεν κήρυκας του Χριστού επαναλαμβάνει το ψέμα που το φίδι χρησιμοποίησε στην Εδέμ: “Δεν θέλετε βεβαίως αποθάνει.” “Καθ’ ήν ημέραν φάγητε απ’ αυτού, θέλουσιν ανοιχθή οι οφθαλμοί σας, και θέλετε είσθαι ως θεοί.” Δηλώνει ότι ο απεχθέστερος αμαρτωλός—ο εγκληματίας, ο κλέφτης και ο μοιχός—θα βρεθεί έτοιμος μετά το θάνατο να εισαχθεί στην αιώνια μακαριότητα.ΜΔ2 594.2

    Και από που ορμώμενος ο διαστρεβλωτής αυτός των Γραφών καταλήγει στα συμπεράσματά του; Από μία απλή φράση που εκφράζει την υποταγή του Δαβίδ στη βούληση της Πρόνοιας. Η καρδιά του “επεπόθησε ... να υπάγη πρός τον Αβεσσαλώμ, διότι είχε παρηγορηθή δια τον θάνατον του Αμνών.” Όταν κόπασε κάπως με τον καιρό η μεγάλη του θλίψη, η σκέψη του στράφηκε από το νεκρό γιό στο ζωντανό που είχε αυτοεξοριστεί φοβούμενος τη δίκαια τιμωρία για το έγκλημά του. Και αυτό εκλαμβάνεται σαν απόδειξη ότι ο αιμομίκτης και μέθυσος Αμνών την ώρα του θανάτου του μεταφέρθηκε αυτόματα στις μονές της ευδαιμονίας για να καθαριστεί εκεί και να ετοιμαστεί για τη συντροφιά των αναμαρτήτων αγγέλων! Ευχάριστος πράγματι μύθος αυτός, κατάλληλος για την ικανοποίηση της σαρκικής καρδιάς! Αυτή δεν είναι άλλη παρά η διδαχή του Σατανά και εκπληρεί το έργο του αποτελεσματικότατα. Πρέπει να απορούμε μετά αν με μία τέτοια διδασκαλία αυξάνει η εξαχρείωση;ΜΔ2 595.1

    Η τακτική που ακολουθεί ο ένας αυτός ψευτοδιδάσκαλος αποτελεί παράδειγμα της τακτικής πολλών άλλων. Μερικά λόγια της Γραφής αποχωρίζονται από το κείμενο το οποίο σε πολλές περιπτώσεις θα απέδειχνε εντελώς την αντίθετη έννοια από την ερμηνεία που προσδίδουν στα λόγια αυτά. Και τέτοιες αποσυνδεμένες περικοπές διαστρεβλώνονται και χρησιμοποιούνται σαν αποδεικτικά στοιχεία για διδαχές οι οποίες δεν έχουν καμία βάση μέσα από το λόγο του Θεού. Η μαρτυρία που αναφέρεται σαν απόδειξη ότι ο μέθυσος Αμνών βρίσκεται στον ουρανό είναι απλώς ένα συμπέρασμα που άμεσα αντιφάσκει με την απλή και θετική Γραφική δήλωση ότι κανένας μέθυσος δεν θα κληρονομήσει τη βασιλεία του Θεού. (Α΄ Κορ. 6:10.) Μ’ αυτό το σύστημα οι αμφισβητούντες, οι άπιστοι και οι σκεπτικιστές διαστρέφουν την αλήθεια σε ψεύδος. Και πλήθη ανθρώπων έχουν εξαπατηθεί από τις σοφιστείες τους και νανουρίζονται μ’ αυτές να κοιμηθούν μέσα στο λίκνο της σαρκικής ασφάλειας.ΜΔ2 595.2

    Αν ήταν αλήθεια ότι όλοι γενικά οι άνθρωποι τραβούν κατευθείαν για τον ουρανό την ώρα της αποσύνθεσης που μεσολαβεί με το θάνατο, τότε θα κάναμε καλύτερα να επιθυμούμε το θάνατο μάλλον παρά τη ζωή. Πολλοί έχουν επηρεαστεί από τη σκέψη αυτή για να θέσουν τέρμα στη ζωή τους. Όταν κυριεύεται κανείς από την απελπισία, τη δυσκολία και την αμηχανία, εύκολο του φαίνεται να κόψει το νήμα της ζωής και να πετάξει στη μακαριότητα του κόσμου της αιωνιότητας.ΜΔ2 596.1

    Μέσα στο λόγο Του ο Θεός έχει δώσει αναμφισβήτητη μαρτυρία ότι θα τιμωρήσει τους παραβάτες του νόμου Του. Αυτοί που τους αρέσει να κολακεύονται ότι ο Θεός είναι τόσο ευσπλαχνικός που δεν μπορεί να εφαρμόσει τη δικαιοσύνη Του κατά των αμαρτωλών, δεν έχουν παρά να κοιτάξουν στο σταυρό του Γολγοθά. Ο θάνατος του άσπιλου Υιού του Θεού μαρτυρεί ότι “ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος,” ότι κάθε παράβαση του νόμου του Θεού θα λάβει τη δίκαια μισθαποδοσία. Ο αναμάρτητος Χριστός έγινε αμαρτία για τον άνθρωπο. Άντεξε σηκώνοντας την ενοχή της παράβασης και την αποστροφή του προσώπου του Πατέρα Του. Υπέστη όλη αυτή τη θυσία για να καταστήσει δυνατή την απολύτρωση των αμαρτωλών. Με κανένα άλλο τρόπο δεν μπορούσε ο άνθρωπος να απαλλαγεί από την ποινή της αμαρτίας. Και κάθε ψυχή που αρνείται να συμμετάσχει στον εξιλασμό αυτόν που εξασφαλίστηκε με ένα τέτοιο κόστος, αναλαμβάνει να σηκώσει μόνη της την ενοχή και την τιμωρία της παράβασης.ΜΔ2 596.2

    Ας εξετάσουμε τι διδάσκει περαιτέρω η Γραφή σχετικά με τους άθεους και αμεταμέλητους τους οποίους οι οπαδοί της Παγκόσμιας Σωτηρίας τοποθετούν στον ουρανό σαν αγίους και ευτυχισμένους αγγέλους.ΜΔ2 596.3

    “Εγώ θέλω δώσει εις τον διψώντα εκ της πηγής του ύδατος της ζωής δωρεάν.” (Αποκ. 21:6.) Αυτή η υπόσχεση δίνεται μόνο σ’ αυτούς που διψούν. Κανένας άλλος εκτός από εκείνους που νοιώθουν την ανάγκη του νερού της ζωής και που το αναζητούν έστω και αν πρόκειται να χάσουν ότι άλλο έχουν, θα εφοδιαστούν με αυτό. “Ο νικών θέλει κληρονομήσει τα πάντα, και θέλω είσθαι εις αυτόν Θεός, και αυτός θέλει είσθαι εις Εμέ υιός.” (Εδ. 7.) Και εδώ επίσης οι όροι διευθετούνται. Προκειμένου να κληρονομήσει κανείς τα πάντα, πρέπει προηγουμένως να αντισταθεί και να νικήσει την αμαρτία.ΜΔ2 596.4

    Με τον προφήτη Ησαΐα δηλώνει τα ακόλουθα ο Θεός: “Είπατε πρός τον δίκαιον ότι καλόν θέλει είσθαι εις αυτόν ... Ουαί εις τον άνομον! κακόν θέλει είσθαι εις αυτόν· διότι θέλει φάγει τον καρπόν των έργων αυτού.” (Ησ. 3:10,11.) “Αν και ο αμαρτωλός πράττη κακόν εκατοντάκις και μακροημερεύη,” λέγει ο φιλόσοφος Σολομώντας, “εγώ όμως γνωρίζω βεβαίως ότι θέλει είσθαι καλόν εις τους φοβουμένους τον Θεόν, οίτινες φοβούνται από προσώπου Αυτού· εις δε τον ασεβή δεν θέλει είσθαι καλόν.” (Εκκλ. 8:12,13.) Και ο Παύλος επίσης μαρτυρεί ότι ο αμαρτωλός θησαυρίζει για τον εαυτό του “οργήν εν τη ημέρα της οργής και της αποκαλύψεως της δικαιοκρισίας του Θεού, όστις θέλει αποδώσει εις έκαστον κατά τα έργα αυτού ... θλίψις και στενοχώρια επί πάσαν ψυχήν ανθρώπου του εργαζομένου το κακόν.” (Ρωμ. 2:5-6,9.)ΜΔ2 597.1

    “Πας πόρνος ή ακάθαρτος ή πλεονέκτης, όστις είναι ειδωλολάτρης, δεν έχει κληρονομιάν εν τη βασιλεία του Χριστού και Θεού.” (Εφ. 5:5.) “Ζητείτε ειρήνην μετά πάντων και τον αγιασμόν, χωρίς του οποίου ουδείς θέλει ιδεί τον Κύριον.” (Εβρ. 12:14.) “Μακάριοι οι πράττοντες τας εντολάς Αυτού, δια να έχωσιν εξουσίαν επί το δένδρον της ζωής και να εισέλθωσι δια των πυλώνων εις την πόλιν. Έξω δε είναι οι κύνες και οι μάγοι και οι πόρνοι και οι φονείς και οι ειδωλολάτραι και πάς ο αγαπών και πράττων το ψεύδος.” (Απ. 22:14-15.)ΜΔ2 597.2

    Ο Θεός έκανε στους ανθρώπους μία διακήρυξη του χαρακτήρα Του και της μεθόδου την οποία εφαρμόζει έναντι της αμαρτίας: “Κύριος ο Θεός, οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και πολυέλεος, και αληθινός, φυλάττων έλεος εις χιλιάδας, συγχωρών ανομίαν και παράβασιν και αμαρτίαν και ουδόλως αθωώνων τον ένοχον.” (Εξ. 34:6-7.) “Θέλει εξολοθρεύσει πάντας τους ασεβείς.” “Οι παραβάται θέλουσιν όλως εξολοθρευθεί.” (Ψαλμ. 145:20, 37:38.) Η δύναμη και η εξουσία της θεϊκής διακυβέρνησης θα χρησιμοποιηθούν για την εξουδετέρωση της ανταρσίας. Όλες όμως οι ενδείξεις της απονομής δικαιοσύνης θα αποδειχτούν κατά πάντα συνεπείς με το χαρακτήρα του Θεού, χαρακτήρα μιας ευσπλαχνικής, μακρόθυμης και καλοκάγαθης ύπαρξης.ΜΔ2 597.3

    Ο Θεός δεν βιάζει το θέλημα ούτε την κρίση κανενός. Δεν ευχαριστείται με μία δουλική υπακοή. Επιθυμεί όπως τα πλάσματά των χεριών Του Τον αγαπούν επειδή είναι άξιος της αγάπης τους. Θέλει να Τον υπακούουν επειδή έχουν τη λογική ικανότητα να εκτιμούν τη σοφία Του, τη δικαιοσύνη και την καλοκαγαθία Του. Και όλοι όσοι έχουν ορθή αντίληψη των προσόντων αυτών θα Τον αγαπούν επειδή έλκονται πρός Αυτόν από θαυμασμό για τις ιδιότητές Του.ΜΔ2 597.4

    Οι αρχές της καλοσύνης, της ευσπλαχνίας και της αγάπης όπως τις δίδαξε και τις έζησε ο Σωτήρας μας, αποτελούν αντίγραφο του θελήματος και του χαρακτήρα του Θεού. Ο Χριστός δήλωσε ότι δεν δίδαξε τίποτε άλλο εκτός από αυτό που έλαβε από τον Πατέρα Του. Οι αρχές του θεϊκού καθεστώτος βρίσκονται σε τέλεια εναρμόνιση με την εντολή του Σωτήρα, “Αγαπάτε τους εχθρούς σας.” Ο Θεός εφαρμόζει τη δικαιοσύνη Του πάνω στους ασεβείς για το καλό του σύμπαντος, ακόμη και για το καλό αυτών που θα υποστούν την τιμωρία Του. Θα τους καθιστούσε ευτυχείς αν αυτό μπορούσε να γίνει σύμφωνα με τους νόμους της διακυβέρνησής Του και με το δίκαιο χαρακτήρα Του. Τους περιβάλλει με τα δείγματα της αγάπης Του, τους χορηγεί τη γνώση του νόμου Του, τους συνοδεύει με τη προσφορά της ευσπλαχνίας Του. Αλλά αυτοί περιφρονούν την αγάπη Του, ακυρώνουν το νόμο Του και απορρίπτουν την ευσπλαχνία Του. Ενώ διαρκώς δέχονται τα δώρα Του, δεν τιμούν όμως το Δωρητή. Μισούν το Θεό επειδή ξέρουν ότι απεχθάνεται τα αμαρτήματά τους. Ο Θεός ανέχεται επί πολύ τη διαστρεβλωμένη διαγωγή τους. Φθάνει όμως κάποτε η αποφασιστική εκείνη ώρα κατά την οποία θα κριθεί η τύχη τους. Και τότε πρόκειται μήπως ο Θεός να τους δέσει τους αντάρτες αυτούς στο πλευρό Του; Να τους εξαναγκάσει να εκτελούν το θέλημά Του;ΜΔ2 598.1

    Αυτοί που διάλεξαν το Σατανά για αρχηγό τους και καθοδηγούνται από τη δύναμή του, δεν είναι έτοιμοι να παρουσιαστούν μπροστά στο Θεό. Η υπερηφάνεια, η απάτη, η ακολασία, η βαναυσότητα ρίζωσαν στο χαρακτήρα τους. Μπορούν ποτέ να πάνε στον ουρανό και να συγκατοικούν παντοτινά με εκείνους που περιφρονούσαν και μισούσαν στη γη; Η αλήθεια δεν θα είναι ποτέ ευχάριστη στον ψεύτη. Η πραότητα δεν θα ικανοποιεί την αυτοπροβολή και την υπερηφάνεια. Η αγνότητα δεν είναι ευπρόσδεκτη από τον διεφθαρμένο. Η αφίλαυτη αγάπη δεν είναι επιθυμητή από τον εγωκεντρικό άνθρωπο. Ποια πηγή ευχαρίστησης θα μπορούσε ο ουρανός να προσφέρει σ’ αυτούς που έχουν απορροφηθεί ολότελα από τα επίγεια και εγωιστικά τους ενδιαφέροντα;ΜΔ2 598.2

    Θα μπορούσαν αυτοί οι οποίοι πέρασαν τη ζωή τους επαναστατούντες κατά του Θεού να μεταφερθούν ξαφνικά στον ουρανό και να παρατηρούν την πανάγια και κατά πάντα τέλεια κατάσταση που πάντοτε επικρατεί εκεί—την κάθε ψυχή να ξεχειλίζει από χαρά, τη συναρπαστική μουσική να υψώνεται μελωδικά πρός τιμή του Θεού και του Αρνίου και τις ακατάπαυστες δέσμες του φωτός να ξεχύνονται πάνω στους λυτρωμένους προερχόμενες από το πρόσωπο του καθημένου στο θρόνο—θα μπορούσαν αυτοί των οποίων οι καρδιές είναι γεμάτες από μίσος για το Θεό, για την αλήθεια και την αγιότητα να αναμιχθούν με το ουράνιο πλήθος και να πάρουν μέρος στους ύμνους της δοξολογίας; Θα μπορούσαν να αντέξουν στη δόξα του Θεού και του Αρνίου; Όχι, όχι. Πολλά χρόνια προθεσμίας τους είχαν χορηγηθεί για να σχηματίσουν χαρακτήρες κατάλληλους για τον ουρανό. Αλλά δεν εξήσκησαν ποτέ τη σκέψη τους στο να εκτιμήσουν την αγνότητα. Δεν έμαθαν ποτέ τη γλώσσα του ουρανού και τώρα είναι πια πολύ αργά, Μια ολόκληρη ζωή ανταρσίας κατά του Θεού τους κατέστησε ακατάλληλους για τον ουρανό. Η αγνότητα, η αγιοσύνη και η ειρήνη του ουρανού θα τους ήταν μαρτύριο. Η δόξα του Θεού θα τους γίνονταν εξολοθρευτική φωτιά. Θα λαχταρούσαν να απομακρυνθούν από τον άγιο εκείνο τόπο. Θα δέχονταν ευχαρίστως την καταστροφή για να μπορέσουν να κρυφθούν από το πρόσωπο Εκείνου ο οποίος πέθανε για να τους απολυτρώσει. Η μοίρα των ασεβών καθορίζεται κατόπιν της ίδιας τους της εκλογής. Ο αποκλεισμός τους από τον ουρανό είναι εθελοντικός από μέρους τους και θεωρείται δίκαιος και ελεητικός από μέρους του Θεού.ΜΔ2 599.1

    Όπως τα νερά του Κατακλυσμού, έτσι και οι φωτιές της μεγάλης εκείνης ημέρας διακηρύττουν την απόφαση του Θεού ότι οι ασεβείς είναι ανεπανόρθωτοι. Δεν έχουν καμιά διάθεση να υποταχθούν στη θεϊκή εξουσία. Το θέλημά τους έχει εξοικειωθεί στην ανταρσία. Και όταν σταματήσει η ζωή, είναι τότε πια πολύ αργά για να στραφεί το ρεύμα των σκέψεών τους πρός την αντίθετη κατεύθυνση, πολύ αργά για να επιστρέψουν από την παράβαση στην υπακοή, από το μίσος στην αγάπη.ΜΔ2 599.2

    Διατηρώντας τη ζωή του δολοφόνου Κάϊν, ο Θεός έδωσε στον κόσμο ένα παράδειγμα για το ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα αν επιτρεπόταν στον αμαρτωλό να ζεί συνεχίζοντας μια πορεία αχαλίνωτης παρανομίας. Με την επίδραση του δασκαλέματος και του παραδείγματος του Κάϊν πλήθη των απογόνων του οδηγήθηκαν στην αμαρτία μέχρι που “επληθύνετο η κακία του ανθρώπου επί της γής, και πάντες οι σκοποί των διαλογισμών της καρδίας αυτού ήσαν μόνον κακία πάσας τας ημέρας.” “Διεφθάρη δε η γή ενώπιον του Θεού, και ενεπλήσθη η γή αδικίας.” (Γεν. 6:5,11.)ΜΔ2 599.3

    Από ευσπλαχνία για τον κόσμο ο Θεός εξολόθρευσε τους ασεβείς συγχρόνους του Νώε. Από ευσπλαχνία κατέστρεψε τους διεφθαρμένους κατοίκους των Σοδόμων. Με την εξαπατική δύναμη του Σατανά οι εργάτες της ανομίας αποκτούν τη συμπάθεια και το θαυμασμό, εξακολουθώντας με αυτό τον τρόπο να παρασύρουν διαρκώς και άλλους στην εξέγερση. Έτσι έγινε στις μέρες του Κάϊν και του Νώε. Έτσι έγινε στον καιρό του Αβραάμ και του Λώτ. Και έτσι γίνεται στην εποχή μας. Από ευσπλαχνία Του πρός το σύμπαν ο Θεός τελικά θα καταστρέψει τους καταφρονητές της χάρης Του.ΜΔ2 600.1

    “Ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος· το δε χάρισμα του Θεού, ζωή αιώνιος δια Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών.” (Ρωμ. 6:23.) Αν η ζωή είναι η κληρονομιά των δικαίων, ο θάνατος είναι η μερίδα των ασεβών. Ο Μωϋσής δήλωσε στο λαό του Ισραήλ: “Ιδού, εγώ έθεσα ενώπιον σου σήμερον την ζωήν και το αγαθόν, και τον θάνατον και το κακόν.” (Δευτ. 30:15.) Ο θάνατος που αναφέρεται στο γραφικό αυτό κείμενο δεν είναι αυτός στον οποίο καταδικάσθηκε ο Αδάμ, επειδή ολόκληρη η ανθρωπότητα υφίσταται την τιμωρία της παράβασής του. Εδώ αναφέρεται “ο θάνατος ο δεύτερος,” ο οποίος αντιπαραβάλλεται με την αιώνια ζωή.ΜΔ2 600.2

    Σαν αποτέλεσμα της αμαρτίας του Αδάμ, ο θάνατος μεταδόθηκε σε ολόκληρη την ανθρώπινη φυλή. Όλοι το ίδιο καταλήγουν στον τάφο. Και με τα μέσα του σχεδίου της απολύτρωσης, όλοι πρόκειται να βγουν μια μέρα από τους τάφους τους. “Μέλλει να γίνη ανάστασις νεκρών, δικαίων τε και αδίκων.” “Επειδή πάντες αποθνήσκουσιν εν τω Αδάμ, ούτω και πάντες θέλουσι ζωοποιηθή εν τω Χριστώ.” (Πραξ. 24:15, Α΄ Κορ. 15:22.) Αλλά υπάρχει διάκριση ανάμεσα στις δύο τάξεις των αναστημένων. “Πάντες οι εν τοις μνημείοις θέλουσιν ακούσει την φωνήν Αυτού και θέλουσιν εξέλθει οι πράξαντες τα αγαθά εις ανάστασιν ζωής, οι δε πράξαντες τα φαύλα εις ανάστασιν κρίσεως.” (Ιωάν. 5:28-29.) Όσοι κρίνονται άξιοι για την ανάσταση της ζωής είναι “μακάριοι και άγιοι.” “Επί τούτων ο θάνατος ο δεύτερος δεν έχει εξουσίαν.” (Αποκ. 20:6.) Όσοι όμως δεν απέκτησαν την άφεση με τη μετάνοια και την πίστη, θα δεχθούν την τιμωρία της παράβασης που είναι “ο μισθός της αμαρτίας.” Η τιμωρία που δέχονται ποικίλλει σε διάρκεια και σε ένταση ανάλογα με “τα έργα αυτών,” αλλά απολήγει τελικά στο δεύτερο θάνατο. Αφού είναι αδύνατο για το Θεό να παραμείνει συνεπής πρός τη δικαιοσύνη και την ευσπλαχνία Του σώζοντας τον αμαρτωλό που εξακολουθεί να εμμένει στην αμαρτία, του στερεί τελικά την ύπαρξη την οποία διακύβευσε με τις παραβάσεις του και για την οποία αποδείχθηκε ανάξιος. Ένας εμπνευσμένος συγγραφέας λέγει: “Έτι μικρόν και ο ασεβής δεν θέλει υπάρχει και θέλεις ζητήσει τον τόπον αυτού και δεν θέλει ευρεθή.” Και κάποιος άλλος δηλώνει: “Θέλουσιν είσθαι ως οι μη υπάρχοντες.” (Ψαλμ. 37:10, Αβδ. 16.) Βουτηγμένοι στο αίσχος βυθίζονται στην αμετάλλακτη, αιώνια λησμονιά.ΜΔ2 600.3

    Έτσι δίνεται τέλος στην αμαρτία μαζί με όλη τη συμφορά και την καταστροφή που είχε για επακόλουθά της. Ο Ψαλμωδός λέγει: “Εξολόθρευσας τον ασεβή· το όνομα αυτών εξήλειψας εις τον αιώνα του αιώνος. Εχθρέ, αι ερημώσεις εξέλιπον διαπαντός.” (Ψαλμ. 9:5-6.) Στην Αποκάλυψη ο Ιωάννης, ατενίζοντας στη μελλοντική κατάσταση, ακούει ένα παγκόσμιο τροπάριο δοξολογίας το οποίο καμία νότα παραφωνίας δεν ασχημίζει. Κάθε ύπαρξη του ουρανού και της γης ακούονταν να αποδίδει δόξα στο Θεό. (Αποκ. 5:13.) Δεν υπάρχουν τότε χαμένες ψυχές για να βλασφημούν το Θεό σπαρταρώντας μέσα στα αιώνια μαρτύρια. Δεν υπάρχουν άθλιες υπάρξεις στην κόλαση για να σμίξουν τα τσιρίγματά τους με τους ύμνους των λυτρωμένων.ΜΔ2 601.1

    Πάνω στη βασική πλάνη της αθανασίας της ψυχής στηρίζεται η διδαχή της συνειδητής κατάστασης του ανθρώπου κατά το θάνατο—μία διδαχή η οποία, όπως και τα αιώνια βάσανα, αντίκειται στις Γραφικές διδασκαλίες, στις υπαγορεύσεις της λογικής και στα αισθήματα του ανθρωπισμού. Σύμφωνα με τη λαϊκή εκδοχή οι λυτρωμένοι στον ουρανό έχουν συναίσθηση για το κάθε τι που γίνεται στη γη, ιδίως κάθε τι που αφορά τη ζωή των φίλων τους οποίους φεύγοντας άφησαν πίσω τους. Αλλά πως μπορούσε να αποβεί πηγή ευλογίας για τους νεκρούς το να γνωρίζουν τις στενοχώριες των ζωντανών, να συνειδητοποιούν τις αμαρτίες που διαπράττουν τα αγαπητά τους πρόσωπα και να τους βλέπουν να υποφέρουν με όλες τις θλίψεις, τις απογοητεύσεις και την αγωνία αυτής της ζωής; Πόση από την ουράνια ευδαιμονία θα μπορούσαν να απολαύσουν αυτοί που θα αιωρούνται πάνω από τους επιγείους φίλους τους; Και πόσο αφάνταστα αποκρουστική είναι η εκδοχή ότι μόλις η πνοή εγκαταλήψει το σώμα, η ψυχή των αμετανοήτων παραδίδεται στις φλόγες της κόλασης! Τι τρομερή αγωνία θα πρέπει να περνούν αυτοί που βλέπουν τους φίλους τους να κατεβαίνουν ανέτοιμοι στον τάφο για να εισέλθουν σε μία αιωνιότητα συμφοράς και αμαρτίας! Πολλοί έπαθαν παράκρουση από αυτή τη σπαραξικάρδια σκέψη.ΜΔ2 601.2

    Τι λέγει η Γραφή για τα πράγματα αυτά; Ο Δαβίδ αναφέρει ότι με το θάνατο οι αισθήσεις του ανθρώπου χάνονται. “Το πνεύμα αυτού εξέρχεται· αυτός επιστρέφει εις την γήν αυτού- εν εκείνη τη ημέρα οι διαλογισμοί αυτού αφανίζονται.” (Ψαλμ. 146:4.) Το ίδιο πιστοποιεί και ο Σολομώντας: “Οι ζώντες γνωρίζουσιν ότι θέλουσιν αποθάνει· αλλ’ οι νεκροί δεν γνωρίζουσιν ουδέν, ουδέ έχουσι πλέον απόλαυσιν. ... Έτι και η αγάπη αυτών, και το μίσος αυτών, και ο φθόνος αυτών ήδη εχάθη· και δεν θέλουσιν έχει πλέον εις τον αιώνα μερίδα εις πάντα όσα γίνονται υπό τον ήλιον.” “Δεν είναι πράξις, ούτε λογισμός, ούτε γνώσις, ούτε σοφία εν τω άδη όπου υπάγεις.” (Εκκλ. 9:5,6,10.)ΜΔ2 602.1

    Μετά τη δεκαπενταετή παράταση ζωής που δόθηκε στον Εζεκία ως απάντηση στην προσευχή του, ευγνώμονας ο βασιλιάς απέδωσε στο Θεό το σεβασμό του δοξολογώντας Τον για τη μεγάλη Του ευσπλαχνία. Στη δοξολογία αυτή αναφέρει το λόγο της αγαλλίασής του εκείνης: “Ο τάφος δεν θέλει Σε υμνήσει· ο θάνατός δεν θέλει Σε δοξολογήσει- οι καταβαίνοντες εις τον λάκκον δεν θέλουσιν ελπίζει επί την αλήθειάν Σου. Ο ζών, ο ζών, αυτός θέλει Σε υμνεί καθώς εγώ ταύτην την ημέραν.” (Ησ. 38:18-19.) Η εκλαϊκευμένη θεολογία παριστάνει τους δικαίους νεκρούς ότι βρίσκονται στον ουρανό, ότι έχουν εισέλθει μέσα σε μία σφαίρα ευδαιμονίας και δοξολογούν αιωνίως το Θεό. Ο Εζεκίας όμως δεν μπορούσε να διακρίνει καμία τέτοια προοπτική στο θάνατο. Και η μαρτυρία που δίνει ο Ψαλμωδός συμφωνεί με τα λόγια του: “Εν τω θανάτω δεν υπάρχει ενθύμησις περί Σου· εν τω άδη τις θέλει Σε δοξολογήσει;”” Οι νεκροί δεν θέλουσιν αινέσει τον Κύριον, ουδέ πάνιες οι καταβαίνοντες εις τον τόπον της σιωπής.” (Ψαλμ. 6:5, 115:17.)ΜΔ2 602.2

    Την ημέρα της Πεντηκοστής ο Πέτρος διακήρυξε ότι ο Δαβίδ “και ετελεύτησε και ετάφη και το μνήμα αυτού είναι παρ’ ημίν μέχρι της ημέρας ταύτης.” “Διότι ο Δαβίδ δεν ανέβη εις τους ουρανούς.” (Πραξ. 2:29,34.) Το γεγονός ότι ο Δαβίδ παραμένει στο μνήμα μέχρι τον καιρό της ανάστασης είναι απόδειξη ότι οι δίκαιοι πεθαίνοντας δεν πηγαίνουν στον ουρανό. Μόνο με την ανάσταση και χάρη στο γεγονός ότι ο Χριστός αναστήθηκε, θα μπορέσει τελικά ο Δαβίδ να καθήσει στα δεξιά του Θεού.ΜΔ2 603.1

    Επίσης και ο Παύλος λέγει: “Εάν δεν ανασταίνονται οι νεκροί, ουδ’ ο Χριστός ανέστη. Αλλ’ εάν ο Χριστός δεν ανέστη, ματαία η πίστις σας· έτι είσθε εν ταις αμαρτίαις υμών. Άρα και οι κοιμηθέντες εν Χριστώ απωλέσθησαν.” (Α΄ Κορ. 15:16-18.) Αν αλήθευε ότι επί τέσσερεις χιλιάδες χρόνια οι δίκαιοι πεθαίνοντας πήγαιναν κατευθείαν στον ουρανό, τότε πως μπορούσε ο Παύλος να πει ότι αν δεν υπάρχει ανάσταση, “οι κοιμηθέντες εν Χριστώ απωλέσθησαν;” Δεν θα χρειάζονταν καν η ανάσταση.ΜΔ2 603.2

    Ο μάρτυρας Τύνδαλος, αναφερόμενος στην κατάσταση των νεκρών, δήλωσε: “Απροκάλυπτα ομολογώ ότι δεν είμαι πεπεισμένος πως βρίσκονται ήδη στη σφαίρα της απόλυτης δόξας μέσα στην οποία βρίσκεται ο Χριστός ή οι εκλεκτοί άγγελοι του Θεού. Ούτε και αποτελεί αυτό άρθρο του Πιστεύω μου. Γιατί αν ήταν έτσι, τότε δεν βλέπω στο κήρυγμα της ανάστασης της σαρκός παρά κάτι το μάταιο.” (William Tyndale, Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη (Εκδ. 1534.) Επανέκδοση των “British Reformers—Tindal, Firth, Barnes,” p. 349.)ΜΔ2 603.3

    Αποτελεί γεγονός αναντίρρητο ότι η μακαρία ελπίδα της αθανασίας ευθύς μετά το θάνατο οδήγησε στη μεγάλη παραμέληση της Βιβλικής διδαχής σχετικά με την ανάσταση. Την τάση αυτή παρατήρησε ο Δόκτορας Αδάμ Κλάρκ ο οποίος είπε: “Φαίνεται ότι η διδαχή της ανάστασης είχε πολύ μεγαλύτερη σημασία για τους πρώτους Χριστιανούς από ότι έχει τώρα! Γιατί αυτό; Οι απόστολοι επέμεναν συνεχώς πάνω στο θέμα αυτό και με αυτό παρακινούσαν τους οπαδούς του Θεού στην επιμέλεια, στην υπακοή και στην ενθάρρυνση. Αλλά οι διάδοχοί τους στη σημερινή εποχή ελάχιστα το αναφέρουν. Έτσι κήρυτταν οι απόστολοι και έτσι πίστευαν οι πρώτοι Χριστιανοί. Και εμείς έτσι κηρύττουμε και έτσι πιστεύουν οι ακροατές μας. Δεν υπάρχει διδαχή ίου ευαγγελίου στην οποία να δίνεται μεγαλύτερη έμφαση από αυτή. Και δεν υπάρχει διδαχή στο σύγχρονο σύστημα του κηρύγματος στην οποία να δείχνεται μεγαλύτερη αμέλεια!” (“Commentary,” Παρατηρήσεις στο κεφάλαιο 15 των Κορινθίων, παράγραφος 3.)ΜΔ2 603.4

    Η τακτική αυτή συνεχίστηκε μέχρις ότου η ένδοξη αλήθεια της ανάστασης σκοτίστηκε εντελώς και χάθηκε από τα μάτια του χριστιανικού κόσμου. Έτσι ένας διαπρεπής θρησκευτικός συγγραφέας, σχολιάζοντας τα λόγια του αποστόλου Παύλου στην πρώτη πρός Θεσσαλονικείς επιστολή κεφάλαιο 4 εδάφιο 13-18, λέγει: “Από κάθε πρακτική άποψη, πολύ πιο άνετα αισθανόμαστε αν την κάθε αμφίβολη διδασκαλία περί της δευτέρας παρουσίας του Χριστού την αντικαταστήσομε με τη διδασκαλία της μακαρίας αθανασίας των δικαίων. Ο Χριστός έρχεται για μας όταν πεθαίνουμε. Αυτό είναι εκείνο για το οποίο πρέπει να αγρυπνούμε και να προσευχόμαστε. Οι νεκροί έχουν ήδη μεταβεί στη δόξα. Δεν περιμένουν τη σάλπιγγα προκειμένου να κριθούν και να λάβουν τη μακαριότητα.”ΜΔ2 604.1

    Όταν πλησίαζε όμως να αποχωριστεί από τους μαθητές Του, ο Ιησούς δεν τους είπε ότι σε λίγο θα πήγαιναν κοντά Του. “Υπάγω να σας ετοιμάσω τόπον,” είπε, “και αφού υπάγω και σας ετοιμάσω τόπον, πάλιν έρχομαι και θέλω σας παραλάβει προς Εμαυτόν.” (Ιωάν. 14:2-3.) Και ο Παύλος συνεχίζοντας λέγει ότι “Αυτός ο Κύριος θέλει καταβή απ’ ουρανού με κέλευσμα, με φωνήν αρχαγγέλου και με σάλπιγγα Θεού, και οι αποθανόντες εν Χριστώ θέλουσιν αναστηθή πρώτον· έπειτα ημείς οι ζώντες όσοι απομένομεν, θέλομεν αρπαχθή μετ’ αυτών εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις τον αέρα· και ούτω θέλομεν είσθαι πάντοτε μετά του Κυρίου.” Και καταλήγει. “Λοιπόν παρηγορείτε αλλήλους με τους λόγους τούτους.” (Α΄ Θεσ. 4:16-18.) Τι μεγάλη αντίθεση ανάμεσα σ’ αυτά τα παρήγορα λόγια και σ’ εκείνα του ιεροκήρυκα της Παγκόσμιας Σωτηρίας που αναφέρθηκαν προηγουμένως! Ο τελευταίος αυτός παρηγορούσε τους θλιμμένους φίλους με τη διαβεβαίωση ότι όσο αμαρτωλός και αν υπήρξε ο νεκρός, μόλις παρέδωσε την τελευταία του πνοή εδώ στη γη, έγινε αμέσως δεκτός μεταξύ των αγγέλων. Ο Παύλος στρέφει την προσοχή των αδελφών του στο μελλοντικό ερχομό του Κυρίου όταν τα δεσμά του τάφου θα σπάσουν και οι “κοιμηθέντες εν Χριστώ” θα αναστηθούν για να ζήσουν αιωνίως.ΜΔ2 604.2

    Πριν μπορέσει κανείς των ανθρώπων να εισέλθει στις μονές της μακαριότητας οι υποθέσεις τους πρέπει να εξεταστούν και οι χαρακτήρες και οι πράξεις τους πρέπει να ανασκοπισθούν ενώπιον του Θεού. Όλοι πρόκειται να κριθούν σύμφωνα με τα όσα είναι γραμμένα στα βιβλία και να αμειφτούν ανάλογα με τα έργα τους. Η κρίση αυτή δεν πραγματοποιείται την ώρα του θανάτου. Σημειώστε τα λόγια του Παύλου: “Διότι προσεδιώρισεν ημέραν εν η μέλλει να κρίνη την οικουμένην εν δικαιοσύνη δια ανδρός τον οποίον προσεδιώρισε και έδωκεν εις πάντας βεβαίωσιν περί τούτου, αναστήσας Αυτόν εκ νεκρών.” (Πραξ. 17:31.) Εδώ ο απόστολος διασαφίζει ότι ένας ιδιαίτερος καιρός, μελλοντικός ακόμη, είχε προσδιοριστεί για την κρίση του κόσμου.ΜΔ2 605.1

    Στην ίδια εποχή αναφέρεται και ο Ιούδας όταν λέγει: “Αγγέλους οίτινες δεν εφύλαξαν την εαυτών αξίαν, αλλά κατέλιπον το ίδιον αυτών κατοικητήριον, εφύλαξε με παντοτινά δεσμά υποκάτω του σκότους, δια την κρίσιν της μεγάλης ημέρας.” Και στη συνέχεια επαναλαμβάνει τα λόγια του Ενώχ: “Ιδού, ήλθεν ο Κύριος με μυριάδες αγίων Αυτού, δια να κάμη κρίσιν κατά πάντων.” (Ιούδα 6,14-15.) Ο Ιωάννης λέγει: “Είδον τους νεκρούς μικρούς και μεγάλους, ισταμένους ενώπιον του Θεού, και τα βιβλία ηνοίχθησαν ... και εκρίθησαν οι νεκροί εκ των γεγραμμένων εν τοις βιβλίοις.” (Αποκ. 20:12.)ΜΔ2 605.2

    Αλλ’ εάν οι νεκροί ήδη απολαμβάνουν την ευδαιμονία του ουρανού, ή αν σφαδάζουν μέσα στις φλόγες της κόλασης, τότε τι χρειάζεται η μελλοντική κρίση; Οι διδασκαλίες του λόγου του Θεού πάνω στα σοβαρά αυτά θέματα ούτε σκοτεινές είναι, ούτε αντιφάσκουσες. Άνθρωποι με στοιχειώδη αντίληψη μπορούν να τις καταλάβουν. Ποια όμως ειλικρινής διάνοια μπορεί να διακρίνει τη σοφία ή τη δικαιοσύνη στην εξελιγμένη αυτή θεωρία; Θα δεχθούν δηλαδή οι δίκαιοι, μετά την εξέταση των υποθέσεών τους κατά την κρίση, την επιδοκιμασία, “Εύγε, δούλε αγαθέ και πιστέ ... είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου,” τη στιγμή που θα έχουν ήδη διαμείνει στην παρουσία Του για ολόκληρους ίσως αιώνες; Και θα κληθούν μήπως οι άδικοι από τον τόπο των βασάνων για να δεχθούν την τιμωρία τους από τον Κριτή όλης της γης: “Υπάγετε απ’ Εμού, οι κατηραμένοι εις το πύρ το αιώνιον;” (Ματθ. 25:21,41.) Ώ, τι οικτρή ειρωνία! Επαίσχυντη προσβολή της σοφίας και της δικαιοσύνης του Θεού!ΜΔ2 605.3

    Η θεωρία της αθανασίας της ψυχής αποτελεί μία από τις ψευτοδιδασκαλίες τις οποίες η Ρώμη δανείστηκε από τον παγανισμό και ενσωμάτωσε μετά στη χριστιανική θρησκεία. Ο Μαρτίνος Λούθηρος την κατέτασσε ανάμεσα στους “τερατώδεις μύθους οι οποίοι αποτελούν μέρος των Ρωμαϊκών απορριμάτων και δεκρεταλίων.” (Ε. Petavel, “The Problem of Immortality,” p.255.) Σχολιάζοντας τα λόγια του Σολομώντα στο βιβλίο του Εκκλησιαστή ότι οι νεκροί δεν γνωρίζουν τίποτε, ο Μεταρρυθμιστής λέγει: “Άλλο ένα σημείο όπου αποδεικνύεται ότι οι νεκροί ... είναι αναίσθητοι. Μας λέγει ότι ούτε καθήκον, ούτε επιστήμη, ούτε γνώση, ούτε σοφία υπάρχουν εκεί. Ο Σολομώντας θεωρούσε ότι οι νεκροί κοιμούνται και ότι δεν αισθάνονται απολύτως τίποτε. Επειδή οι νεκροί παραμένουν εκεί χωρίς να λογαριάζουν ούτε μέρες ούτε χρόνια, αλλά όταν θα ξυπνήσουν θα τους φαίνεται ότι κοιμήθηκαν μόλις ένα λεπτό.” (Martin Luther, “Exposition of Solomon’s Booke Called Ecclesiastes,” p.152.)ΜΔ2 605.4

    Πουθενά μέσα στις Άγιες Γραφές δεν απαντάται η δήλωση ότι κατά το θάνατο οι δίκαιοι λαβαίνουν αμέσως την αμοιβή τους και οι άδικοι την τιμωρία τους. Οι πατριάρχες και οι προφήτες δεν άφησαν καμιά τέτοια διαβεβαίωση. Ο Χριστός και οι απόστολοί του δεν έκαναν καμιά νύξη γι’ αυτό. Η Βίβλος διδάσκει με σαφήνεια ότι οι νεκροί δεν πηγαίνουν αμέσως στον ουρανό. Τους παρουσιάζει να κοιμούνται μέχρι την ημέρα της ανάστασης. (Α΄ Θεσ. 4:14, Ιώβ 14:10-12.) Την ημέρα ακριβώς κατά της οποία θα “λυθή η αργυρά άλυσος και σπάση ο λύχνος ο χρυσούς” (Εκκλ. 12:6,) οι διαλογισμοί του ανθρώπου αφανίζονται. Αυτοί που κατεβαίνουν στον τάφο ησυχάζουν. Δεν έχουν καμιά ιδέα για οτιδήποτε συμβαίνει κάτω από τον ήλιο. (Ιώβ 14:21.) Μακαρία ανάπαυση για τους αποκαμωμένους δικαίους! Ο χρόνος, είτε μακρύς είτε σύντομος, δεν είναι παρά ένα λεπτό γι’ αυτούς. Κοιμούνται· και ξυπνούν με τη σάλπιγγα του Θεού σε μια δοξασμένη αθανασία. “Διότι θέλει σαλπίσει και οι νεκροί θέλουσιν αναστηθή άφθαρτοι. ... Όταν δε το φθαρτόν τούτο ενδυθή αφθαρσίαν, και το θνητόν τούτο ενδυθή αθανασίαν, τότε θέλει γίνει ο λόγος ο γεγραμμένος, Κατεπόθη ο θάνατος εν νίκη.” (Α΄ Κορ. 15:52-54.) Όταν καλούνται από το βαθύ τους ύπνο συνεχίζουν τον ειρμό των σκέψεών τους εκεί όπου αυτός είχε διακοπεί. Το τελευταίο αίσθημα που είχαν νοιώσει ήταν ο πόνος του θανάτου. Η τελευταία τους σκέψη ήταν ότι έπεφταν κάτω από τη δύναμη του τάφου. Όταν βγαίνουν από τον τάφο, η πρώτη τους χαρούμενη σκέψη θα εξωτερικευτεί με την αντήχηση της θριαμβικής κραυγής: “Πού, θάνατε, το κέντρον σου; πού, άδη, η νίκη σου;” (Εδ. 55.)ΜΔ2 606.1

    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents