Loading...
Larger font
Smaller font
Copy
Print
Contents

Προφήτες και βασιλείς

 - Contents
  • Results
  • Related
  • Featured
No results found for: "".
  • Weighted Relevancy
  • Content Sequence
  • Relevancy
  • Earliest First
  • Latest First
    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents

    ΚΕΦΆΛΑΙΟ 37—ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΙ ΣΤΗ ΒΑΒΥΛΩΝΑ

    Τον ένατο χρόνο της βασιλείας του Σεδεκία, “ήλθε Ναβουχοδονόσορ ο βασιλεύς της Βαβυλώνος, αυτός και παν το στράτευμα αυτού, κατά της Ιερουσαλήμ” (Β.',Βασ. 25:1), για να πολιορκήσει την πόλη. Για τον Ιούδα η εικόνα παρουσιαζόταν απελπιστική. Ο ίδιος ο Κύριος δήλωσε μέσω του Ιεζεκιήλ:PG 311.1

    “Ιδού, Εγώ είμαι εναντίον σου . . . Εγώ ο Κύριος έσυρα την μάχαιράν Μου εκ της θήκης αυτής. Δεν θέλει επιστρέφει πλέον . . . Πάσα καρδία θέλει λυώσει και πάσαι αι χείρες θέλουσι παραλυθή, και παν πνεύμα θέλει λειποθυμήσει, και πάντα τα γόνατα θέλουσι ρεύσει ως ύδωρ.” “Και θέλω εκχέει την οργήν Μου επί σε, και θέλω σε παραδώσει εις χείρας ανδρών αγρίων, τεκταινόντων όλεθρον.” (Ιεζ. 21:3,5-7,31).PG 311.2

    Οι Αιγύπτιοι επιχείρησαν να βοηθήσουν την πολιορκημένη πόλη. Για να τους απωθήσουν, οι Χαλδαίοι εγκατέλειψαν προσωρινά την πολιορκία της ιουδαϊκής πρωτεύουσας. Η ελπίδα αναπτερώθηκε στο Σεδεκία και έστειλε έναν αγγελιοφόρο στον Ιερεμία ζητώντας του να προσευχηθεί στο Θεό για το εβραϊκό έθνος. Η τρο-μακτική απάντηση του προφήτη ήταν ότι οι Χαλδαίοι θα επέστρεφαν για να καταστρέψουν την πόλη. Το διάταγμα είχε εκδοθεί. Το αμετανόητο έθνος δε θα μπορούσε περισσότερο να αναστείλει τις θεϊκές τιμωρίες. Ο Κύριος ενημέρωσε το λαό Του: “Μη πλανάσθε ... Οι Χαλδαίοι . . . δεν θέλουσιν απέλθει. Διότι και αν πατάξητε άπαν το στράτευμα των Χαλδαίων, το οποίον σας πολεμεί, και εναπολειφθώσι πεπληγωμένοι τινές μεταξύ αυτών, ούτοι θέλουσι σηκωθή έκαστος εκ της σκηνής αυτού και κατακαύσει την πόλιν εν πυρί. ” (Ιερ. 37:9,10). Το υπόλοιπο του Ιουδαϊκούλαού επρόκειτο να αιχμαλωτιστεί για να διδαχθεί από τις αντιξοότητες τα μαθήματα που αρνήθηκε να μάθει κάτω από ευνοϊκότερες συνθήκες. Το διάταγμα αυτό του αγίου Παρατηρητή δεν επιδεχόταν καμιά έφεση.PG 311.3

    Μεταξύ των δικαίων που εξακολουθούσαν να μένουν στην Ιερουσαλήμ και είχαν εννοήσει καλά το θεϊκό σκοπό, υπήρχαν μερικοί αποφασισμένοι να φυλάξουν μακριά από το άγγιγμα μολυσμένων χεριών την ιερή κιβωτό. Η ιερή κιβωτός περιείχε τις λίθινες πλάκες στις οποίες είχαν χαραχθεί οι εντολές του Δεκαλόγου. Και αυτό το εξευτέλισαν! Με θρήνους και με λύπη έκρυψαν την κιβωτό σε μια σπηλιά όπου επρόκειτο να παραμείνει κρυμμένη από το λαό του Ισραήλ και του Ιούδα. Εξαιτίας των αμαρτιών τους δεν επρόκειτο να τους επιστραφεί ξανά. Το άγιο αυτό κιβώτιο βρίσκεται ακόμη κρυμμένο. Από τότε που κρύφθηκε, δεν έχει ποτέ πειραχθεί.PG 312.1

    Πολλά χρόνια στάθηκε ο Ιερεμίας πιστός του Θεού, μάρτυρας προς το λαό. Και τώρα, ενώ η καταδικασμένη πόλη πλησίαζε να πέσει στα χέρια των ειδωλολατρών, θεώρησε το έργο του τελειωμένο και θέλησε να φύγει. Εμποδίστηκε όμως από το γιο ενός εκ των ψευδοπροφητών, ο οποίος ανέφερε ότι ο Ιερεμίας πήγαινε να ενωθεί με τους Βαβυλωνίους, στους οποίους επανειλημμένα είχε πα-ροτρύνει τους Ιουδαίους να υποταχθούν. Ο προφήτης αρνήθηκε την ψευδή κατηγορία. Όμως “ωργίσθησαν οι άρχοντες κατά του Ιερεμία, και επάταξαν αυτόν, και εφυλάκισαν αυτόν.” (Ιερ. 37:15).PG 312.2

    Οι αναπτερωμένες ελπίδες στις καρδιές των αρχόντων και του λαού, όταν τα στρατεύματα του Ναβουχοδονόσορ στράφηκαν στο νότο να αντιμετωπίσουν τους Αιγυπτίους, σε λίγο κατέρρευσαν εντελώς. Ο λόγος του Κυρίου ήταν: “Εγώ είμαι εναντίον σου, Φαραώ βασιλεύ της Αιγύπτου.” Η δύναμη της Αιγύπτου δεν ήταν παρά ένα σπασμένο καλάμι. Η θεοπνευστία είχε αναγγείλει: “Πάντες οι κατοικούντες την Αίγυπτον θέλουσι γνωρίσει ότι Εγώ είμαι ο Κύριος, διότι εστάθησαν ράβδος καλαμίνη εις τον οίκον Ισραήλ.” “Τους βραχίονας όμως του βασιλέως της Βαβυλώνος θέλω ενισχύσει, οι δε βραχίονες του Φαραώ θέλουσι πέσει, και θέλουσι γνωρίσει ότι Εγώ είμαι ο Κύριος, όταν δώσω την ρομφαίαν μου εις την χείρα του βασιλέως της Βαβυλώνος, και θέλει εκτείνει αυτήν επί την γην της Αιγύπτου.” (Ιεζ. 29:3,6, 30:25).PG 312.3

    Ενώ οι άρχοντες του Ιούδα μάταια απέβλεπαν ακόμη στην Αίγυπτο για βοήθεια, ο βασιλιάς Σεδεκίας έχοντας κακά προαισθήματα, σκεπτόταν τον προφήτη του Θεού που είχε ριχθεί στη φυλακή. Ύστερα από πολλές ημέρες ο βασιλιάς έστειλε και του διαμήνυσε στα κρυφά:PG 312.4

    “Είναι λόγος παρά Κυρίου;” Ο Ιερεμίας απάντησε: “Είναι, και είπεν, Εις την χείρα του βασιλέως της Βαβυλώνος θέλεις παραδοθή.” “Και είπεν ο Ιερεμίας προς τον βασιλέα Σεδεκίαν, Τί ημάρτησα εις σε, ή εις τους δούλους σου, ή εις τον λαόν τού τον, και με εβάλατε εις το δεσμωτήριον; Και πού είναι οι προφήται σας, οι προφητεύσαντες εις εσάς, λέγοντες, Ο βασιλεύς της Βαβυλώνος δεν θέλει ελθεί εφ’υμάς και επί την γην ταύτην; Διά τούτο άκουσον τώρα, παρακαλώ, κύριέ μου βασιλεύ. Ας γείνη δεκτή, παρακαλώ, η δέησίς μου ενώπιόν σου, και μη με επαναστρέψης εις την οικίαν Ιωνάθαν του γραμματέως, διά να μη αποθάνω εκεί.” (Ιερ. 37:17-20).PG 312.5

    Τότε ο Σεδεκίας έδωσε την εντολή να φυλάξουν “τον Ιερεμίαν εν τη αυλή της φυλακής, και έδιδον εις αυτόν καθ’ημέραν ολίγον άρτον εκ των αρτοπωλείων, εωσού εξέλιπεν όλος ο άρτος της πόλεως. Και έμεινεν ο Ιερεμίας εν τη αυλή της φυλακής.” (Ιερ. 37:21).PG 313.1

    Ο βασιλιάς δεν τολμούσε φανερά να δείξει εμπιστοσύνη στον Ιερεμία. Παρόλο ότι ο φόβος τον έκανε να ζητήσει εμπιστευτικά από αυτόν πληροφορίες, κατά βάθος ήταν πολύ αδύνατος να αντιμετωπίσει με θάρρος την αποδοκιμασία των αρχόντων και του λαού, σε περίπτωση που υποτασσόταν στο αποκαλυμμένο από τον προφήτη θέλημα του Θεού. Από την αυλή της φυλακής ο Ιερεμίας εξακολου-θούσε να συνιστά υποταγή στο βαβυλώνιο μονάρχη. Η προβολή αντίστασης θα σήμαινε πρόκληση για βέβαιο θάνατο. Του Κυρίου το άγγελμα για τον Ιούδα ήταν:PG 313.2

    “Όστις κάθηται εν τη πόλει ταύτη, θέλει αποθάνει υπό μαχαίρας, υπό πείνης και υπό λοιμού, αλλ’όστις εξέλθη προ τους Χαλδαίους, θέλει ζήσει. Και η ζωή αυτού θέλει είσθαι ως λάφυρον εις αυτόν, και θέλει ζήσει.” Ρητά και κατηγορηματικά ήταν τα λόγια. Στο όνομα του Κυρίου ο προφήτης δήλωσε με τόλμη: “Η πόλις αύτη θέλει εξάπαντος παραδοθή εις την χείρα του στρατεύματος του βασιλέως της Βαβυλώνος, και θέλει κυριεύσει αυτήν.” (Ιερ. 38:2,3).PG 313.3

    Οι άρχοντες είχανεξοργιστεί από τις επανειλημμένες συμβουλές του Ιερεμία, όντας αντίθετος προς την αδιάλλακτη πολιτική τους για αντίσταση. Έτσι, υπέβαλαν μια βίαιη διαμαρτυρία στο βασιλιά, υποστηρίζοντας ότι ο προφήτης ήταν εχθρός του έθνους και ότι οι λόγοι του είχαν εξασθενίσει τα χέρια του λαού και προκάλεσαν τη δυστυχία του. Επομένως, έπρεπε αυτός να θανατωθεί.PG 313.4

    Ο άνανδρος βασιλιάς ήξερε ότι οι κατηγορίες ήταν ψευδείς. Προκειμένου όμως να καταπραΰνει εκείνους που κατείχαν περίοπτες θέσεις επιρροής στο κράτος, προσποιήθηκε ότι πίστεψε στα ψέματά τους, και παρέδωσε τον Ιερεμία στα χέρια τους για να τον κάνουν ό,τι ήθελαν. Τότε “έρριψαν αυτόν εις τον λάκκον του Μαλχίου υιού του Αμμέλεχ, τον εν τη αυλή της φυλακής, και κατεβίβασαν τον Ιερεμίαν διά σχοινιών. Και εν τω λάκκω δεν ήτο ύδωρ, αλ λά βόρβορος, και εχώθη ο Ιερεμίας εις τον βόρβορον.” (Ιερ. 38:6). Ο Θεός όμως του παρουσίασε φίλους οι οποίοι παρακάλεσαν το βασιλιά για αυτόν και τον μετέφεραν πάλι στην αυλή της φυλακής.PG 313.5

    Ακόμη μια φορά ο βασιλιάς έστειλε εμπιστευτικά μήνυμα στον Ιερεμία, ζητώντας του να του να αναφέρει με ειλικρίνεια την πρόθεση του Θεού για την Ιερουσαλήμ. Απαντώντας σε αυτό ο Ιερεμίας ρώτησε: “Εάν φανερώσω τούτο προς σε, δεν θέλεις τωόντι με θανατώσει; και αν σε συμβουλεύσω, δεν θέλεις με ακούσει;” Ο βασιλιάς έκανε μια μυστική συμφωνία με τον προφήτη υποσχόμενος: “Ζη Κύριος, όστις έκαμεν εις ημάς την ψυχήν ταύτην, δεν θέλω σε θανατώσει, ουδέ θέλω σε δώσει εις την χείρα των ανθρώπων τούτων οίτινες ζητούσι την ψυχήν σου.” (Ιερ. 38:15,16).PG 314.1

    Ήταν ακόμη ευκαιρία για το βασιλιά να δείξει προθυμία να προσέξει τις ειδοποιήσεις του Κυρίου και να μετριάσει τις τιμωρίες που ήδη είχαν αρχίσει να πέφτουν επάνω στην πόλη και στο έθνος. Το μήνυμα που δόθηκε στο βασιλιά ήταν:PG 314.2

    “Εάν τωόντι εξέλθης προς τους άρχοντας του βασιλέως της Βαβυλώνος, τότε η ψυχή σου θέλει ζήσει, και η πόλις αύτη δεν θέλει κατακαυθή εν πυρί, και θέλεις ζήσει συ και ο οίκος σου. Αλλ’εάν δεν εξέλθης προς τους άρχοντας του βασιλέως της Βαβυλώνος, τότε η πόλις αύτη θέλει παραδοθή εις την χείρα των Χαλδαίων, και θέλουσι κατακαύσει αυτήν εν πυρί, και συ δεν θέλεις εκφύγει εκ της χειρός αυτών.PG 314.3

    Και είπεν ο Σεδεκίας προς τον Ιερεμίαν, Εγώ φοβούμαι τους Ιουδαίους, οίτινες κατέφυγον προς τους Χαλδαίους, μήποτε με παραδώσωσιν εις την χείρα αυτών, και με εμπαίξωσι.PG 314.4

    Και είπεν ο Ιερεμίας, Δεν θέλουσι σε παραδώσει. Υπάκουσον, παρακαλώ, εις την φωνήν του Κυρίου, την οποίαν εγώ λαλώ προς σε, και θέλει είσθαι καλόν εις σε, και η ψυχή σου θέλει ζήσει.” (Ιερ. 38:17-20).PG 314.5

    Έτσι, μέχρι και την τελευταία στιγμή ο Θεός έδειξε καθαρά την επιθυμία Του να δώσει έλεος σε εκείνους που θα προτιμούσαν να υποταχθούν στις δίκαιες αξιώσεις Του. Αν ο βασιλιάς αποφάσιζε να υπακούσει, η ζωή των ανθρώπων θα είχε σωθεί και η πόλη θα είχε γλιτώσει από την ολέθρια πυρκαγιά. Αλλά νόμιζε ότι είχε απομακρυνθεί πάρα πολύ ώστε να γυρίσει τώρα πίσω. Φοβόταν τους Ιουδαίους, φοβόταν τη γελοιοποίηση, φοβόταν για τη ζωή του. Ύστερα από χρόνια ανταρσίας εναντίον του Θεού, ο Σεδεκίας θεώρησε πολύ ταπεινωτικό να πει στο λαό του: “Δέχομαι το λόγο του Κυρίου όπως τον μετέδωσε ο προφήτης Ιερεμίας. Δεν τολμώ να επιχειρήσω πόλεμο εναντίον του εχθρού ενόψει όλων αυτών των προειδοποιήσεων.”PG 314.6

    Με δάκρυα ο Ιερεμίας ικέτευε το Σεδεκία να γλιτώσει τον εαυτό του και το λαό του. Με αγωνία ψυχής τον διαβεβαίωνε ότι αν δεν έδινε προσοχή στην προτροπή του Θεού δεν μπορούσε να διαφύγει ζωντανός και ότι όλα τα υπάρχοντά του θα έπεφταν στα χέρια των Βαβυλωνίων. Ο βασιλιάς όμως είχε πάρει την κακή κατεύθυνση και δεν μπορούσε τώρα να οπισθοχωρήσει. Αποφάσισε να α-κολουθήσει τη συμβουλή των ψευδοπροφητών που ειλικρινά περιφρονούσε και που τον ειρωνεύονταν για την αδυναμία του να υποκύπτει τόσο εύκολα στις επιθυμίες τους. Θυσίασε την ηγεμονική ελευθερία του ανδρισμού του και έγινε ο φοβισμένος σκλάβος της κοινής γνώμης. Χωρίς προμελετημένο σκοπό να κάνει το κακό, στερήθηκε την αποφασιστικότητα να ακολουθήσει σταθερά το καλό. Παρόλο ότι ήταν πεπεισμένος για την αξία των συμβουλών που του έδινε ο Ιερεμίας, δεν είχε το ηθικό σθένος να υπακούσει. Σαν κατακλείδα, προχώρησε σταθερά ακολουθώντας το στραβό δρόμο.PG 315.1

    Σε τέτοιο σημείο έφθανε η αδυναμία του βασιλιά, ώστε δεν ήθελε να μάθουν ούτε οι αυλικοί του ότι είχε έρθει σε σύσκεψη με τον Ιερεμία. Τόσο πολύ είχε κυριεύσει ο ανθρώπινος φόβος την ψυχή του. Αν ο Σεδεκίας φερόταν με θάρρος και δήλωνε ότι πίστευε στα λόγια του προφήτη που είχαν ήδη κατά το ήμισυ επαληθευθεί, τι μεγάλη ερήμωση θα είχε αποφευχθεί! Όφειλε να πει: “Θα υπακού-σω στον Κύριο και θα γλιτώσω την πόλη από την ολοσχερή καταστροφή. Δεν τολμώ να αψηφήσω τις προσταγές του Θεού εξαιτίας του φόβου ή της εύνοιας των ανθρώπων. Αγαπώ την αλήθεια, μισώ την αμαρτία και θα ακολουθήσω τη συμβουλή του Ισχυρού Θεού του Ισραήλ.” Τότε ο λαός θα είχε σεβασθεί το θαρραλέο πνεύμα του, και εκείνοι που χώλαιναν ανάμεσα στην πίστη και στην απιστία, θα πήγαιναν θετικά με το δίκαιο. Και μόνο η αφοβία και η δικαιοσύνη μιας τέτοιας στάσης θα ενέπνεε στους υπηκόους του θαυμασμό και αφοσίωση. Θα είχε άφθονη υποστήριξη και ο Ιούδας θα απέφευγε την ανείπωτη συμφορά της σφαγής, της σιτοδείας και της φωτιάς.PG 315.2

    Η αδυναμία του Σεδεκία αποτελούσε αμαρτία για την οποία πλήρωσε τρομακτική τιμωρία. Σαν ακατάσχετη χιονοστιβάδα εισόρμησε ο εχθρός και ερήμωσε την πόλη. Τα εβραϊκά στρατεύματα κατατροπώθηκαν μέσα στη σύγχυση. Το κράτος κατακτήθηκε, ο Σεδεκίας φυλακίσθηκε και τα παιδιά του σφαγιάστηκαν μπροστά στα μάτια του. Ο βασιλιάς οδηγήθηκε μακριά από την Ιερουσαλήμ αιχ- μάλωτος, με τα μάτια του εξορυγμένα, και φθάνοντας στη Βαβυλώνα βρήκε οικτρό θάνατο. Οι Χαλδαίοι δεν σεβάστηκαν τον ωραίο ναό που για τέσσερες αιώνες στεφάνωνε την κορυφή του όρους Σιών. “Κατέκαυσαν τον οίκον του Θεού, και κατέσκαψαν το τείχος της Ιερουσαλήμ, και πάντα τα παλάτια αυτής κατέκαυσαν εν πυρί, και πάντα τα πολύτιμα σκεύη αυτής ηφάνισαν. ” (Β.',Χρον. 36:19).PG 315.3

    Τον καιρό της τελικής άλωσης της Ιερουσαλήμ από το Ναβουχοδονόσορ, πολλοί είχαν διαφύγει τη φρίκη της μακρόχρονης πολιορκίας για να βρουν τελικά θάνατο με σφαγή. Από εκείνους που απέμειναν ακόμημερικοί εξαυτών διασημότητες του ιερατείου και του κυβερνητικού σώματος - μεταφέρθηκαν στη Βαβυλώνα όπου εκτελέσθηκαν ως προδότες. ‘Άλλοι οδηγήθηκαν ως αιχμάλωτοι για να ζήσουν ως δούλοι στο Ναβουχοδονόσορ και στους γιους του “μέχρι του καιρού της βασιλείας των Περσών, διά να πληρωθή ο λόγος του Κυρίου ο διά στόματος Ιερεμίου”. (Β’ Χρον. 36:20,21). Όσο για τον ίδιο τον Ιερεμία έχει καταχωρηθεί:PG 316.1

    “Και έδωκε διαταγήν Ναβουχοδονόσορ ο βασιλεύς της Βαβυλώνος περί του Ιερεμίου εις τον Νεβουζαραδάν τον αρχισωματοφύλακα, λέγων, Λάβε αυτόν και επιμελήθητι αυτού, και μη κάμης εις αυτόν κακόν, αλλ’ όπως λαλήση προς σε, ούτω κάμε εις αυτόν.” (Ιερ. 39:11,12).PG 316.2

    Αποφυλακισμένος από τους Βαβυλωνίους αξιωματικούς, ο προφήτης προτίμησε να δέσει τη μοίρα του με το ασθενικό υπόλοιπο, “εκ των πτωχών της γης” που οι Χαλδαίοι είχαν αφήσει για αμπελουργούς και γεωργούς. Επικεφαλής αυτών οι Βαβυλώνιοι είχαν ορίσει διοικητή τον Γεδαλία. Λίγους μόνο μήνες αργότερα, ο νεοδιορισμένος διοικητής δολοφονήθηκε προδοτικά. Ο φτωχός λαός αφού πέρασε πολλές δοκιμασίες, πείσθηκε στο τέλος από τους αρχηγούς του να ζητήσει καταφύγιο στην Αίγυπτο. Εναντίον αυτής της κίνησης ο Ιερεμίας ύψωσε φωνή διαμαρτυρίας. “Μη υπάγετε εις Αίγυπτον”, ικέτευε. Αλλά στην εμπνευσμένη αυτή προτροπή δεν έδωσαν προσοχή και “έλαβον πάντας τους υπολοίπους του Ιούδα . .. τους άνδρας και τας γυναίκας και τα παιδία”, και έφυγαν στην Αίγυπτο. “Δεν υπήκουσαν εις την φωνήν του Κυρίου και ήλθον έως Τάφνης.” (Ιερ. 43:5-7)PG 316.3

    Οι προφητείες της καταστροφής που έκανε ο Ιερεμίας για εκείνους είχε επαναστατήσει εναντίον του Ναβουχοδονόσορ φεύγοντας για την Αίγυπτο ήταν ανάμεικτες.Όσοι μετανοούσαν για το ανόητο διάβημά τους και ετοιμάζονταν να επιστρέφουν, θασυγχωρούνταν. Ενώ ο Κύριος δεν λυπήθηκε εκείνους που στράφηκαν από τη συμβουλή Του στις απατηλές συνήθειες της αι- γυπτιακής ειδωλολατρίας, θα έδειχνε όμως ευσπλαχνία σε εκείνους που θα φέρονταν αφοσιωμένοι και πιστοί. Δήλωσε:PG 316.4

    “Οι διασεσωσμένοι εκ της μαχαίρας, ολίγοι τον αριθμόν, θέλουσιν επιστρέφει εκ της Αιγύπτου εις γην Ιούδα. Και πάντες οι υπόλοιποι του Ιούδα, οι απελθόντες εις την γην της Αιγύπτου διά να παροικήσωσιν εκεί, θέλουσι γνωρίσει τίνος ο λόγος θέλει πληρωθή, ο Εμός, ή αυτών.” (Ιερ. 44:28).PG 317.1

    Η λύπη του προφήτη για την παντελή διαστροφή εκείνων που θα έπρεπε να έχουν γίνει το πνευματικό φως του κόσμου, η λύπη του για την τύχη της Σιών και του λαού αιχμάλωτου στη Βαβυλώνα, φαίνεται από τους θρήνους που άφησε καταχωρημένους σαν αναμνηστικό της τρέλας τους να στραφούν από τις συμβουλές του Κυρίου στην ανθρώπινη σοφία. Μέσα στην καταστροφή που επήλ-θε, ο Ιερεμίας μπορούσε ακόμη να πει: “Έλεος Κυρίου είναι ότι δεν συνετελέσθημεν”. Και η συνεχής προσευχή του ήταν: “Ας ερευνήσωμεν τας οδούς ημών, και ας εξετάσωμεν, και ας επιστρέψωμεν εις τον Κύριον.” (Ορήν. 3:22,40).PG 317.2

    Όταν ο Ιούδας αποτελούσε ακόμη βασίλειο μεταξύ των εθνών, ο Ιερεμίας είχε ρωτήσει το Θεό του: “Απέρριψας παντάπασι τον Ιούδαν; Απεστράφη την Σιών η ψυχή Σου;” Και είχε βρει την τόλμη να ικετεύσει: “Μη αποστροφής ημάς διά το όνομά Σου.” (Ιερ. 14: 19,21). Η ακράδαντη πίστη του προφήτη στην αιώνια πρόθεση του Θεού να αποκαταστήσει την τάξη όπου υπάρχει σύγχυση, δείχνοντας στα έθνη της Γης και σεολόκληρο το σύμπαν τις ιδιότητές της δικαιοσύνης και της αγάπης Του, τον οδήγησε τώρα να ικετεύσει με εμπιστοσύνη για χάρη εκείνων που θα στρέφονταν από την κακία στη δικαιοσύνη.PG 317.3

    Αλλά τώρα η Σιών είχε εντελώς καταστραφεί. Ο λαός του Θεού βρισκόταν στην αιχμαλωσία του. Καταπτοημένος από τη λύπη, ο προφήτης αναφώνησε:PG 317.4

    “Πώς εκάθισε μόνη η πόλις η πεπληθυμμένη λαών! Κατέστη ως χήρα, η πεπληθυμμένη εν έθνεσιν! Η άρχουσα εν ταις επαρχίαις έγεινεν υποτελής! Ακαταπαύστως κλαίει την νύκτα, και τα δάκρυα αυτής καταρρέουσιν επί της σιαγόνος αυτής. Εκ πάντων των αγαπώντων αυτήν δεν υπάρχει ο παρηγορών αυτήν. Πάντες οι φίλοι αυτής εφέρθησαν προς αυτήν απίστως, εχθροί έγειναν εις αυτήν. Ηχμαλωτίσθη ο Ιούδας υπό θλίψεως και υπό βαρείας δουλείας. Κάθηται εν τοις έθνεσι, δεν ευρίσκει ανάπαυσιν. Πάντες οι διώκται αυτού κατέλαβον αυτόν εν μέσω των στενών. Αι οδοί της Σιών πενθούσι, διότι ουδείς έρχεται εις τας εορτάς. Πάσαι αι πύλαι αυτής είναι έρημοι, οι ιερείς αυτής ανα- στενάζουσιν, αι παρθένοι αυτής είναι περίλυποι, και αυτή πλήρης πικρίας. Οι ενάντιοι αυτής έγειναν κεφαλή, οι εχθροί αυτής ευημερούσι, διότι ο Κύριος κατέθλιψεν αυτήν διά το πλήθος των ανομιών αυτής. Τα νήπια αυτής επορεύθησαν εις αιχμαλωσίαν έμπροσθεν του εχθρού.”PG 317.5

    “Πώς περιεκάλυψεν ο Κύριος με νέφος την θυγατέρα Σιών εν τη οργή Αυτού, κατέρριψεν από του ουρανού εις την γην την δόξαν του Ισραήλ, και δεν ενεθυμήθη εν τη ημέρα της οργής Αυτού το υποπόδιον των ποδών Αυτού! Ο Κύριος κατεπόντισε πάσας τας κατοικίας του Ιακώβ και δεν εφείσθη. Κατέστρεψεν εν τω θυμώ Αυτού τα οχυρώματα της θυγατρός Ιούδα. Κατηδαφίσθησαν αυτά. Εβεβήλωσε το βασίλειον και τους άρχοντας αυτού. Συνέθλασε εν τη εξάψει του θυμού Αυτού παν το κέρας του Ισραήλ. Έστρεψε οπίσω την δεξιάν Αυτού απ’έμπροσθεν του εχθρού, και εξήφθη κατά του Ιακώβ ως πυρ φλογερόν, κατατρώγον τα πέριξ. Ενέτεινε το τόξον Αυτού ως εχθρός, έστησε την δεξιάν Αυτού ως υπεναντίος και εφόνευσε παν το αρεστόν εις τους οφθαλμούς εν τη σκηνή της θυγατρός Σιών, εξέχεεν ως πυρ τον θυμόν Αυτού. ”PG 318.1

    “Τίνα να λάβω μάρτυρα εις σε; με τί να σε συγκρίνω, θυγάτηρ της Ιερουσαλήμ; με ποιον να σε εξομοιώσω διά να σε παρηγορήσω, παρθένε, θυγάτηρ Σιών; διότι ο συντριμμός σου είναι μέγας ως η θάλασσα. Τίς δύναται να σε ιατρεύσει;”PG 318.2

    “Ενθυμήθητι, Κύριε, τί εγεινεν εις ημάς. Επίβλεψον και ιδέ τον ονειδισμόν ημών. Η κληρονομιά ημών μετεστράφη εις αλλοτρίους και αι οικείαι ημών εις ξένους. Εγείναμεν ορφανοί άνευ πατρός, αι μητέρες ημών είναι χήραι ... Οι πατέρες ημών ημάρτησαν. Εκείνοι δεν υπάρχουσι, και ημείς φέρομεν τας ανο-μίας αυτών. Δούλοι εξουσιάζουσιν εφ’ημάς. Δεν υπάρχει ο λυτρώνων εκ της χειρός αυτών . . . Διά τούτο εξέλιπεν η καρδία ημών, διά ταύτα εσκοτιδινίασαν οι οφθαλμοί ημών.”PG 318.3

    “Συ, Κύριε, κατοικείς εις τον αιώνα, ο θρόνος Σου διαμένει εις γενεάν και γενεάν. Διά τί θέλεις μας λησμονήσει διά παντός; θέλεις μας εγκαταλείψει εις μακρότητα ημερών; Επίστρεψον ημάς, Κύριε, προς Σε, και θέλομεν επιστραφή. Ανανέωσον τας ημέρας ημών ως το πρότερον.” (Ορήν. 1:1-5, 2:1-4,13, 5:1-3, 7,8,17,19-21).PG 318.4

    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents