Loading...
Larger font
Smaller font
Copy
Print
Contents

Πράξεις των Αποστόλων

 - Contents
  • Results
  • Related
  • Featured
No results found for: "".
  • Weighted Relevancy
  • Content Sequence
  • Relevancy
  • Earliest First
  • Latest First
    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents

    ΚΕΦΆΛΑΙΟ 25—ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ

    (Βασίζεται στις Επιστολές προς Θεσσαλονικείς)ΠΑ 224.1

    Η άφιξη του Σίλα και του Τιμοθέου από τη Θεσσαλονίκη όταν ο Παύλος βρίσκονταν στην Κόρινθο, χαροποίησε πολύ τον απόστολο. Του έφεραν αγαθές ειδήσεις για την πίστη και την αγάπη εκείνων που είχαν δεχθεί την αλήθεια κατά την πρώτη επίσκεψη των κομιστών του Ευαγγελίου στη Θεσσαλονίκη. Η καρδιά του Παύλου ήταν γεμάτη από τρυφερή συμπάθεια για τους πιστούς που μέσα στις δοκιμασίες και στις αντιξοότητες είχαν παραμείνει πιστοί στο Θεό. Λαχταρούσε να τους επισκεφτεί προσωπικά, αλλά επειδή αυτό δεν ήταν δυνατό, τους έγραψε.ΠΑ 224.2

    Στο γράμμα του αυτό προς την Εκκλησία της Θεσσαλονίκης, ο απόστολος εκφράζει την ευγνωμοσύνη του στο Θεό για τη χαρμόσυνη είδηση της αύξησής τους στην πίστη. «Αδελφοί,» τους έγραφε, «δια τούτο παρηγορήθημεν δια σας εν όλη τη θλίψει και στενοχώρια ημών δια της πίστεώς σας. Διότι τώρα ζώμεν, εάν σεις μένητε σταθεροί εις τον Κύριον. Επειδή τίνα ευχαριστίαν δυνάμεθα να ανταποδώσωμεν εις τον Θεόν δια σας δι’ όλην την χαράν την οποίαν χαίρομεν δια σας έμπροσθεν του Θεού ημών, νύκτα και ημέραν δεόμενοι καθ’ υπερβολήν να ίδωμεν το πρόσωπόν σας και να αναπληρώσωμεν τας ελλείψεις της πίστεώς σας;»ΠΑ 224.3

    «Ευχαριστούμεν πάντοτε τον Θεόν περί πάντων υμών και σας μνημονεύομεν εν ταις προσευχαίς ημών, αδιαλείπτως ενθυμούμενοι το εις την πίστιν έργον σας και τον κόπον της αγάπης και την υπομονήν της ελπίδος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού έμπροσθεν του Θεού και Πατρός ημών.»ΠΑ 224.4

    Πολλοί από τους Θεσσαλονικείς πιστούς είχαν επιστρέψει «από των ειδώλων» για να δουλεύουν «Θεόν ζώντα και αληθινόν.» «Δεχθέντες τον λόγον εν μέσω πολλής θλίψεως,» οι καρδιές τους είχαν γεμίσει «χαράς Πνεύματος Αγίου.» Ο απόστολος αναφέρει ότι με την πιστότητά τους στο να ακολουθούν τον Κύριο, έγιναν «τύποι εις πάντας τους πιστεύοντας εν τη Μακεδονία και τη Αχαΐα.» Αυτά τα επαινετικά λόγια τους άξιζαν. «Διότι από σας,» τους έγραφε, «εξήχησεν ο λόγος του Κυρίου, ουχί μόνον εν τη Μακεδονία και Αχαΐα, αλλά και εν παντί τόπω έφθασεν η Φήμη της πρός τον Θεόν πίστεώς σας.»ΠΑ 225.1

    Οι Θεσσαλονικείς πιστοί ήταν σωστοί ιεραπόστολοι. Η καρδιά τους φλέγονταν από ζήλο για το Σωτήρα τους ο οποίος τους είχε ελευθερώσει από το φόβο «της μελλούσης οργής.» Με τη χάρη του Χριστού ένας θαυμάσιος μετασχηματισμός είχε επιτελεσθεί στη ζωή τους. Και ο λόγος του Κυρίου, όπως τον ομιλούσαν, συνοδεύονταν με δύναμη. Καρδιές κερδίζονταν με τις παρουσιαζόμενες αλήθειες, και ψυχές προστίθονταν στον αριθμό των πιστών.ΠΑ 225.2

    Σ’ αυτή την πρώτη επιστολή του, ο Παύλος ανέφερε τον τρόπο της εργασίας των Θεσσαλονικέων. Δήλωνε ότι δεν επεχείρησε να κάνει προσήλυτους ούτε με απάτη, ούτε με δόλο. «Αλλά καθώς εδοκιμάσθημεν υπό του Θεού δια να εμπιστευθώμεν το ευαγγέλιον, ούτω λαλούμεν, ουχί αρέσκοντες εις ανθρώπους, αλλ’ εις τον Θεόν τον δοκιμάζοντα τας καρδίας ημών. Διότι ούτε λόγον κολακείας μετεχειρίσθημεν ποτέ, καθώς εξεύρετε, ούτε πρόφασιν πλεονεξίας μάρτυς ο Θεός ούτε εζητήσαμεν δόξαν εξ ανθρώπων, ούτε αφ’ υμών, ούτε απ’ άλλων, καίτοι δυνάμενοι να δίδωμεν βάρος ως απόστολοι του Χριστού. Αλλ’ εστάθημεν γλυκείς εν τω μέσω υμών καθώς η τροφός περιθάλπει τα εαυτής τέκνα ούτως έχοντες ένθερμον αγάπην πρός εσάς, ευχαριστούμεθα να μεταδώσωμεν ουχί μόνον το ευαγγέλιον του Θεού, αλλά και τας ψυχάς ημών, επειδή εστάθητε αγαπητοί εις ημάς.»ΠΑ 225.3

    «Σεις είσθε μάρτυρες και ο Θεός, » συνεχίζει ο απόστολος, «ότι οσίως και δικαίως και αμέμπτως εφέρθημεν πρός εσάς τους πιστεύοντας. Καθώς εξεύρετε ότι ένα έκαστον υμών ως πατήρ τα εαυτού τέκνα, σας προετρέπομεν και παρηγορούμεν και διεμαρτυρόμεθα, δια να περιπατήσητε αξίως του Θεού του προσκαλούντος υμάς εις την Εαυτού βασιλείαν και δόξαν.»ΠΑ 226.1

    «Δια τούτο και ημείς ευχαριστούμεν τον Θεόν αδειαλείπτως, ότι παραλαβόντες τον λόγον του Θεού τον οποίον ηκούσατε παρ’ ημών, εδέχθητε αυτόν ουχί ως λόγον ανθρώπων, αλλά, (καθώς είναι αληθώς,) λόγον Θεού, όστις και ενεργείται μεταξύ υμών των πιστευόντων.» «Διότι τις η ελπίς ημών, ή η χαρά, ή ο στέφανος της καυχήσεως; ή ουχί και σείς έμπροσθεν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού εν τη παρουσία Αυτού; Διότι σεις είσθε η δόξα ημών και η χαρά.»ΠΑ 226.2

    Στην πρώτη του επιστολή προς τους Θεσσαλονικείς πιστούς, ο Παύλος προσπαθεί να τους κατατοπίσει σχετικά με την κατάσταση των νεκρών. Μιλάει γι’ αυτούς που πεθαίνουν σαν να κοιμούνται, σαν να μη έχουν συναίσθηση.ΠΑ 226.3

    «Δεν θέλω δε να αγνοήτε, αδελφοί, περί των κεκοιμημένων, δια να μη λυπήσθε καθώς και οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα. Διότι εάν πιστεύωμεν ότι ο Ιησούς απέθανε και ανέστη, ούτω και ο Θεός τους κοιμηθέντας δια του Ιησού θέλει φέρει μετ’ Αυτού . . . Επειδή Αυτός ο Κύριος θέλει καταβή απ’ ουρανού με κέλευσμα, με φωνήν αρχαγγέλου και με σάλπιγγα Θεού, και οι αποθανόντες εν Χριστώ θέλουσιν αναστηθή πρώτον έπειτα ημείς οι ζώντες όσοι απομένομεν, θέλομεν αρπαχθή μετ’ αυτών εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις τον αέρακαι ούτω θέλομεν είσθαι πάντοτε μετά του Κυρίου.»ΠΑ 226.4

    Οι Θεσσαλονικείς είχαν υιοθετήσει με προθυμία την ιδέα ότι ο Χριστός θα έρχονταν να μεταλλάξει τους ζωντανούς πιστούς και να τους πάρει μαζί Του. Προστάτευαν προσεκτικά τη ζωή των φίλων τους μη τυχόν πεθάνουν και χάσουν την ευλογία την οποία περίμεναν να λάβουν με τον ερχομό του Κυρίου τους. Το ένα όμως μετά το άλλο, τα αγαπητά τους πρόσωπα είχαν φύγει από κοντά τους. Με μεγάλη αγωνία οι Θεσσαλονικείς είχαν αντικρύσει για τελευταία φορά τα πρόσωπα των νεκρών τους, μη τολμώντας να πιστέψουν ότι θα τους ξανασυναντούσαν στη μέλλουσα ζωή.ΠΑ 226.5

    Όταν ανοίχθηκε η επιστολή του Παύλου και διαβάστηκε, μεταδόθηκε στην Εκκλησία μεγάλη χαρά και παρηγοριάγια τα λόγια που εξέθεταν την πραγματική κατάσταση των νεκρών. Ο Παύλος απέδειξε ότι αυτοί που θα ζούσαν όταν θα έρχονταν ο Χριστός δεν θα πήγαιναν να συναντήσουν τον Κύριό τους,πριν από αυτούς που είχαν κοιμηθεί εν Χριστώ. Η φωνή του Αρχαγγέλου και η σάλπιγγα του Θεού θα έφθαναν στους κοιμηθέντες και οι εν Χριστώ νεκροί θα ανασταίνονταν πρώτα, πριν απονεμηθεί στους ζώντες η αθανασία. «Έπειτα ημείς οι ζώντες όσοι απομένομεν, θέλομεν αρπαχθή μετ’ αυτών εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις τον αέρα και ούτω θέλομεν είσθαι πάντοτε μετά του Κυρίου.»ΠΑ 227.1

    Ελάχιστα μπορούμε εμείς σήμερα να εκτιμήσουμε τη χαρά που η διαβεβαίωση αυτή προξένησε στη νεοσύστατη εκκλησία της Θεσσαλονίκης. Πίστεψαν και φύλαγαν με στοργή το γράμμα που τους έστειλε ο πνευματικός τους πατέρας και οι καρδιές τους ξεχείλιζαν από αγάπη γι’ αυτόν. Τους είχε μιλήσει γι’ αυτά τα πράγματα προηγουμένως. Αλλά την εποχή εκείνη ο νους τους αγωνίζονταν να συλλάβει το νόημα των διδαχών που τους φαίνονταν καινούργιες και παράξενες. Δεν είναι περίεργο αν ορισμένες σημαντικές έννοιες δεν είχαν αποτυπωθεί καθαρά στο νου τους. Διψούσαν όμως για την αλήθεια και η επιστολή του Παύλου τους έδωσε καινούργια ελπίδα και δύναμη και μία σταθερότερη πίστη και βαθύτερη αγάπη γι’ Αυτόν που με το θάνατό Του είχε φέρει στο φώς τη ζωή και την αθανασία.ΠΑ 227.2

    Τώρα χαίρονταν που έμαθαν ότι οι πιστοί φίλοι τους θα ανασταίνονταν από τον τάφο για να ζήσουν αιώνια στη βασιλεία του Θεού. Το σκότος που σαβάνωνε τον τόπο της ανάπαυσης των νεκρών διαλύθηκε. Μία καινούργια λαμπρότητα στεφάνωνε τη χριστιανική πίστη και διέκριναν μία νέα δόξα να περιβάλει τη ζωή, το θάνατο και την ανάσταση του Χριστού.ΠΑ 227.3

    «Ούτω και ο Θεός τους κοιμηθέντας δια του Ιησού θέλει φέρει μετ’ Αυτού,» έγραφε ο Παύλος. Πολλοί ερμηνεύουν την περικοπή αυτή ότι οι κοιμηθέντες θα επιστρέψουν μαζί με το Χριστό από τον Ουρανό. Ο Παύλος όμως εννοούσε ότι όπως ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς, έτσι ο Θεός θα καλέσει τους κοιμηθέντες αγίους από τους τάφους τους και θα τους πάρει μαζί Του στον Ουρανό. Πολύτιμη παρηγοριά! Δοξασμένη ελπίδα, όχι μόνο για την Εκκλησία της Θεσσαλονίκης, αλλά για όλους τους Χριστιανούς οπουδήποτε και αν βρίσκονται.ΠΑ 228.1

    Ενώ εργάζονταν στη Θεσσαλονίκη ο Παύλος είχε εξηγήσει τόσο καλά το θέμα των σημείων των καιρών, δείχνοντας ποιά σημεία θα μεσολαβούσαν πριν από την παρουσία του Υιού του ανθρώπου στα σύννεφα του ουρανού.Με αυτό τον τρόπο δεν θεώρησε απαραίτητο να γράψει εκτενώς για το ζήτημα αυτό. Εύστοχα όμως αναφέρθηκε στις προηγούμενες διδασκαλίες του. «Περί δε των χρόνων και των καιρών,» τους είπε, «δεν έχετε χρείαν να σας γράφη τις. Διότι σεις εξεύρετε ακριβώς ότι η ημέρα του Κυρίου, ως κλέπτης εν νυκτί ούτως έρχεται. Επειδή όταν λέγωσιν, Ειρήνη και ασφάλεια, τότε επέρχεται επ’ αυτούς αιφνίδιος όλεθρος.»ΠΑ 228.2

    Υπάρχουν πολλοί στον κόσμο σήμερα οι οποίοι κλείνουν τα μάτια στις ενδείξεις που έδωσε ο Χριστός με σκοπό να προειδοποιήσει τους ανθρώπους για την έλευσή Του. Προσπαθούν να κατασιγάσουν κάθε ανησυχία σε μία εποχή όπου τα σημεία του τέλους εκπληρώνονται με ταχύτητα. Ο κόσμος βαδίζει γοργά στον καιρό κατά τον οποίο ο Υιός του ανθρώπου θα παρουσιαστεί στα σύννεφα του Ουρανού. Ο Παύλος διδάσκει ότι είναι αμαρτία να δείχνει κανείς αδιαφορία για τα σημεία που προηγούνται της δευτέρας παρουσίας του Χριστού. Όσους ενοχοποιούνται με την αμέλεια αυτή τους ονομάζει «τέκνα νυκτός και σκότους.» Ενθαρρύνει αυτούς που προσέχουν και αγρυπνούν με τα ακόλουθα λόγια: «Αλλά σεις, αδελφοί, δεν είσθε εν σκότει, ώστε η ημέρα να σας καταφθάση ως κλέπτης. Πάντες σεις είσθε υιοί φωτός και υιοί ημέρας δεν είμεθα νυκτός ουδέ σκότους. ‘Αρα λοιπόν ας μη κοιμώμεθα ως και οι λοιποί, αλλ’ ας αγρυπνώμεν και ας εγκρατευώμεθα.»ΠΑ 228.3

    Η διδασκαλία του αποστόλου σχετικά με το θέμα αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για την εκκλησία των ημερών μας. Τα λόγια του Παύλου πρέπει να έχουν εξαιρετική έμφασησε αυτούς που ζουν τόσο κοντά στη συντέλεια, : «Αλλ’ ημείς, όντες της ημέρας, ας εγκρατευώμεθα, ενδυθέντες τον θώρακα της πίστεως και αγάπης, και περικεφαλαίαν την ελπίδα της σωτηρίας. Διότι ο Θεός δεν προσεδιώρισεν ημάς εις οργήν, αλλ’ εις απόλαυσιν σωτηρίας, δια του Κύριου ημών Ιησού Χριστού, όστις απέθανεν υπέρ ημών, ίνα είτε αγρυπνούμεν, είτε κοιμώμεθα, ζήσομεν μετ’ Αυτού.»ΠΑ 229.1

    Άγρυπνος Χριστιανός είναι ο εργαζόμενος Χριστιανός ο οποίος προσπαθεί με ζήλο να κάνει ότι μπορεί για την πρόοδο του Ευαγγελίου. Όπως αυξάνει η αγάπη για το Λυτρωτή του, έτσι αυξάνει και η αγάπη για τους συνανθρώπους του. Αντιμετωπίζει σκληρές δοκιμασίες όπως και ο Κύριός του. Δεν επιτρέπει όμως στις θλίψεις να τον κάνουν να χάσει την αυτοκυριαρχία του ή να ταράξουν την ψυχική του γαλήνη. Γνωρίζει ότι οι δοκιμασίες, αν τις αντιμετωπίσει όπως πρέπει, θα τον εκλεπτύνουν και θα τον εξαγνίσουν, φέρνοντάς τον σε στενότερη επαφή με το Χριστό. Όσοι είναι συμμέτοχοι των παθημάτων του Χριστού, θα συμμεριστούν επίσης την παρηγοριά Του και τελικά θα συμμετάσχουν και στη δόξα Του.ΠΑ 229.2

    «Σας παρακαλούμεν δε αδελφοί,» λέγει ο Παύλος συνεχίζοντας το γράμμα του στους Θεσσαλονικείς, «να γνωρίζητε τους όσοι κοπιάζουσι μεταξύ σας και είναι προεστώτες σας εν Κυρίω και σας νουθετούσι και να τιμάτε αυτούς εν αγάπη υπερεκπερισσού δια το έργον αυτών. Ειρηνεύετε μεταξύ σας.»ΠΑ 229.3

    Οι Θεσσαλονικείς πιστοί είχαν ταραχτεί πολύ από ορισμένα άτομα με φανατικές ιδέες και διδασκαλίες που παρουσιάστηκαν ανάμεσά τους. Μερικοί συμπεριφέρονταν «ατάκτως μη εργαζόμενοι μηδέν, αλλά περιεργαζόμενοι.» Η εκκλησία είχε διοργανωθεί με τάξη και υπεύθυνοι προεστώτες είχαν εκλεγεί ως ιεροκήρυκες και άλλοι ως διάκονοι. Υπήρχαν όμως μερικοί ισχυρογνώμονες και αυθόρμητοι τύποι οι οποίοι αρνούνταν να υποταγούν σ’ αυτούς που κατείχαν υπεύθυνες θέσεις στην Εκκλησία. Ισχυρίζονταν ότι είχαν το δικαίωμα όχι μόνο να εκφέρουν την προσωπική τους γνώμη, αλλά και να υποστηρίζουν δημοσία τις απόψεις τους για την εκκλησία. Μπροστά σε μία τέτοια κατάσταση, ο Παύλος επέστησε την προσοχή των Θεσσαλονικέων στο σεβασμό και στη δέουσα προσοχή που όφειλαν να δείξουν σ’ εκείνους οι οποίοι είχαν εκλεγεί να καταλάβουν ηγετικές θέσεις μέσα στην Εκκλησία.ΠΑ 229.4

    Αδημονώντας να δει τους Θεσσαλονικείς Χριστιανούς να βαδίζουν με φόβο Θεού, ο απόστολος τους παρακαλούσε να εξασκούν έμπρακτη ευλάβεια στην καθημερινή τους ζωή. «Αδελφοί, σας παρακαλούμεν,» έγραφε, «και σας προτρέπομεν δια του Κυρίου Ιησού, καθώς παραλάβετε παρ’ ημών το πως πρέπει να περιπατήτε και να αρέσκητε εις τον Θεόν, ούτω να περισσεύητε εις το μάλλον. Διότι εξεύρετε ποίας παραγγελίας εδώκαμεν εις εσάς δια του Κυρίου Ιησού. Επειδή τούτο είναι το θέλημα του Θεού, ο αγιασμός σας, να απέχησθε από της πορνείας.» «Διότι ο Θεός δεν εκάλεσεν ημάς πρός ακαθαρσίαν, αλλά πρός αγιασμόν.»ΠΑ 230.1

    Ο απόστολος θεωρούσε τον εαυτό του σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνο για την πνευματική ευημερία εκείνων που είχαν προσηλυτισθεί χάρη στις προσπάθειές Του. Η επιθυμία του γι’ αυτούς ήταν να αυξάνουν στην επίγνωση του μόνου αληθινού Θεού και του Ιησού Χριστού τον οποίον απέστειλε. Πολλές φορές κατά τη διακονία του συναντιόταν με μικρές ομάδες ανδρών και γυναικών που αγαπούσαν τον Ιησού και γονατίζοντας μαζί τους να προσευχηθεί, ζητούσε από το Θεό να τους διδάξει πως να διατηρήσουν ζώσα επαφή με Αυτόν. Συχνά συμβουλεύονταν αυτούς αναζητώντας τις πιο αποτελεσματικές μεθόδους προκειμένου να μεταδώσουν στους άλλους την αλήθεια του Ευαγγελίου. Συχνά βρίσκονταν χωρισμένος από αυτούς για τους οποίους είχε τόσο κοπιάσει και παρακαλούσε το Θεό να τους φυλάξει από το κακό ή να τους βοηθήσει να γίνουν θερμοί, δραστήριοι ιεραπόστολοι.ΠΑ 230.2

    Μία από τις μεγαλύτερες αποδείξεις της πραγματικής μεταλλαγής είναι η αγάπη για το Θεό και για το συνάνθρωπο. Αυτοί που δέχονται το Χριστό σαν Λυτρωτή τους, τρέφουν μία βαθιά, ειλικρινή αγάπη για τους άλλους με τους οποίους συμμερίζονται την ίδια πολύτιμη πίστη. Αυτό συνέβαινε με τους Θεσσαλονικείς πιστούς. «Περί δε της φιλαδελφείας,» έγραφε ο απόστολος, «δεν έχετε χρείαν να σας γράψω διότι σεις αυτοί είσθε θεοδίδακτοι εις το να αγαπάτε αλλήλους. Επειδή και πράττετε αυτό εις πάντας τους αδελφούς τους καθ’ όλην την Μακεδονίαν. Σας παρακαλούμεν δε, αδελφοί, να περισσεύητε κατά τούτο επί το μάλλον. Και να φιλοτιμήσθε εις το να ησυχάζητε και να καταγίνησθε εις τα ίδια και να εργάζησθε με τας ιδίας ημών χείρας, καθώς σας παρηγγείλαμεν. Δια να περιπατήσητε με ευσχημοσύνην πρός τους έξω και να μη έχητε χρείαν μηδενός.»ΠΑ 231.1

    «Εσάς δε ο Κύριος να αυξήση και να περισσεύση εις την αγάπην πρός αλλήλους και πρός πάντας, καθώς και ημείς περισσεύομεν πρός εσάς. Δια να στηρίξη τας καρδίας σας αμέμπτους εις την αγιωσύνην, έμπροσθεν του Θεού και Πατρός ημών, εν τη παρουσία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, μετά πάντων των αγίων Αυτού.»ΠΑ 231.2

    «Σας παρακαλούμεν δε, αδελφοί, νουθετείτε τους ατάκτους, παρηγορείτε τους ολιγοψύχους, περιθάλπετε τους ασθενείς, μακροθυμείτε πρός πάντας. Προσέχετε μη αποδίδη τις εις τινα κακόν αντί κακούαλλά ζητείτε πάντοτε το αγαθόν και εις αλλήλους και εις πάντας. Πάντοτε χαίρετε. Αδιαλείπτως προσεύχεσθε. Κατά πάντα ευχαριστείτεδιότι τούτο είναι το θέλημα του Θεού πρός εσάς εν Χριστώ Ιησού.»ΠΑ 231.3

    Ο απόστολος κατέστησε προσεκτικούς τους Θεσσαλονικείς, προτρέποντας τους να μη καταφρονούν το χάρισμα της προφητείας και με τα λόγια, «Το Πνεύμα μη σβύνετε προφητείας μη εξουθενείτεπάντα δοκιμάζετε, το καλόν κατέχετε», έδινε την παραγγελία να κάνουν προσεκτική διάκριση ανάμεσα στο σωστό και στο εσφαλμένο. «Από παντός είδους κακού απέχεσθε,» τους ικέτευε, τελειώνοντας το γράμμα του με αυτή την προσευχή: «Αυτός δε ο Θεός της ειρήνης είθε να σας αγιάση ολοκλήρως και να διατηρηθή ολόκληρον το πνεύμα σας και η ψυχή και το σώμα αμέμπτως εν τη παρουσία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.» Και προσθέτει: «Πιστός είναι Εκείνος όστις σας καλεί όστις και θέλει εκτελέσει.»ΠΑ 231.4

    Η καθοδήγηση που ο Παύλος απηύθυνε με την πρώτη του επιστολή στους Θεσσαλονικείς σχετικά με τη δευτέρα παρουσία του Χριστού ήταν κατά πάντα σύμφωνη με την προηγούμενη διδασκαλία του. Μολαταύτα τα λόγια του παρεξηγήθηκαν από μερικούς Θεσσαλονικείς αδελφούς. Κατάλαβαν ότι με αυτά ο Παύλος εξέφραζε την ελπίδα πως αυτός ο ίδιος θα διατηρείτο ακόμη στη ζωή για να δει την έλευση του Σωτήρα. Αυτή η εκδοχή αύξησε τον ενθουσιασμό και την έξαψή τους. Όσοι από πριν ήταν αμελείς στην εκπλήρωση των ευθυνών και των καθηκόντων τους, τώρα επέμεναν ακόμη περισσότερο στο να επιβάλουν τις εσφαλμένες αντιλήψεις τους.ΠΑ 232.1

    Στο δεύτερο γράμμα του, ο Παύλος προσπάθησε να διορθώσει την παρερμηνεία αυτή της διδασκαλίας του και να καθορίσει τη θέση του απέναντι τους. Εκφράζει και πάλι την εμπιστοσύνη του στην ακεραιότητά τους και την ευγνωμοσύνη του για τη σταθερότητα της πίστης τους, για την αύξηση της αγάπης τους προς αλλήλους και προς το έργο του Κυρίου τους. Τους λέγει ότι τους αναφέρει στις υπόλοιπες εκκλησίες σαν παράδειγμα επιμονής και καρτερικής πίστης η οποία θαρραλέα υπομένει θλίψεις και διωγμούς. Και στρέφει την προσοχή τους στον καιρό της δευτέρας παρουσίας του Χριστού, όταν ο λαός του Θεού θα ησυχάσει από όλες του τις έγνοιες και στενοχώριες.ΠΑ 232.2

    «Ημείς αυτοί καυχώμεθα,» τους έλεγε, «δια σας εν ταις εκκλησίαις του Θεού, δια την υπομονήν σας και πίστιν εν πάσι τοις διωγμοίς υμών και ταις θλίψεσι τας οποίας υποφέρετε. . . Επειδή είναι δίκαιον ενώπιον του Θεού να ανταποδώση ... εις εσάς τους θλιβομένους άνεσιν μεθ’ ημών, όταν ο Κύριος Ιησούς αποκαλυφθή απ’ ουρανού μετά των αγγέλων της δυνάμεως Αυτού, εν πυρί φλογός, κάμνων εκδίκησιν εις τους μη γνωρίζοντας Θεόν και εις τους μη υπακούοντας εις το ευαγγέλιον του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού οίτινες θέλουσι τιμωρηθή με όλεθρον αιώνιον από προσώπου του Κυρίου και από της δόξης της δυνάμεως Αυτού. . . Δια το οποίον και προσευχόμενα πάντοτε δια σας, δια να σας καταστήση ο Θεός ημών αξίους της κλήσεως αυτού και να εκπληρώση πάσαν ευδοκίαν αγαθωσύνης και το έργον της πίστεως εν δυνάμειδια να δοξασθή το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού εν υμίν και υμείς εν Αυτώ, κατά την χάριν του Θεού ημών και Κυρίου Ιησού Χριστού.»ΠΑ 232.3

    Πριν από την έλευση του Χριστού όμως, έπρεπε να μεσολαβήσουν σημαντικές εξελίξεις στο θρησκευτικό τομέα όσοναφορά την προφητεία. Ο απόστολος δηλώνει: «Μη σαλευθήτε ταχέως από του φρονήματος σας, μηδέ να θορυβήσθε, μήτε δια πνεύματος, μήτε δια λόγου, μήτε δι’ επιστολής ως γραφομμένης υφ’ ημών, ότι τάχα επλησίασεν η ημέρα του Χριστού. Ας μη σας εξαπατήση τις κατ’ ουδένα τρόπον διότι δεν θέλει ελθεί η ημέρα εκείνη, εάν δεν έλθη πρώτον η αποστασία και αποκαλυφθή ο άνθρωπος της ανομίας, ο υιός της απώλειας, ο αντικείμενος και υπεραιρόμενος εναντίον εις πάντα λεγόμενον Θεόν ή σέβασμα, ώστε να καθίση εις τον ναόν του Θεού ως Θεός, αποδεικνύων εαυτόν ότι είναι Θεός.»ΠΑ 233.1

    Τα λόγια του Παύλου δεν έπρεπε να παρερμηνευθούν. Δεν έπρεπε να διδάσκουν ότι αυτός, ακολουθώντας κάποια ιδιαίτερη αποκάλυψη, είχε προειδοποιήσει τους Θεσσαλονικείς για την άμεση παρουσία του Χριστού. Μία τέτοια στάση μπορούσε να προκαλέσει σύγχυση στην πίστη επειδή η απογοήτευση πολλές φορές οδηγεί στη δυσπιστία. Γι’ αυτό και ο απόστολος καθιστά τους αδελφούς του προσεκτικούς ώστε μη δεχθούν ένα τέτοιο μήνυμα ως προερχόμενο δήθεν από αυτόν. Και προχωρεί τονίζοντας το γεγονός ότι η παπική δύναμη, όπως ολοκάθαρα την περιγράφει ο προφήτης Δανιήλ, δεν είχε εμφανισθεί ακόμη για να εξαπολύσει τον πόλεμο κατά του λαού του Θεού. Μέχρι η δύναμη αυτή θα να εκτελέσει το βλάσφημο και θανατηφόρο έργο της, θα ήταν ματαιοπονία για την Εκκλησία να περιμένει τον ερχομό του Κυρίου της. «Δεν ενθυμείσθε,» τους ρωτάει ο Παύλος, «ότι ενώ έτι ήμην παρ’ ημίν, σας έλεγον ταύτα;»ΠΑ 233.2

    Μεγάλες δοκιμασίες περίμεναν την πραγματική Εκκλησία. Ακόμη και την εποχή κατά την οποία έγραφε ο απόστολος, το «μυστήριον της ανομίας» είχε ήδη αρχίσει να ενεργεί. Οι μελλοντικές εξελίξεις θα πραγματοποιούνταν «κατ’ ενέργειαν του Σατανά, εν πάση δυνάμει και σημείοις και τέρασι ψεύδους και εν πάση απάτη της αδικίας μεταξύ των απολλυμένων.»ΠΑ 234.1

    Ιδιαίτερα σημαντική είναι η δήλωση του αποστόλου γι’ αυτούς οι οποίοι αρνούνται να δεχθούν «την αγάπην της αλήθειας. » «Δια τούτο,» δηλώνει για όλους εκείνους που από σκοπού απορρίπτουν τις προειδοποιητικές αλήθειες, «Θέλει πέμψει επ’ αυτούς ο Θεός ενέργειαν πλάνης, ώστε να πιστεύσωσιν εις το ψεύδος. Δια να κατακριθώσι πάντες οι μη πιστεύσαντες εις την αλήθειαν, αλλ’ ευαρεστηθέντες εις την αδικίαν.» Δεν μπορούν οι άνθρωποι να απορρίπτουν τις προειδοποιήσεις που τους στέλνει με την ευσπλαχνία Του ο Θεός, χωρίς να υποστούν τις συνέπειες. Ο Θεός αποσύρει το Πνεύμα Του από αυτούς που αγνοούντα μηνύματά Του και τους εγκαταλείπει στις απάτες στις οποίες αρέσκονται.ΠΑ 234.2

    Μ’ αυτό τον τρόπο σκιαγράφησε ο Παύλος το μακάβριο έργο της δύναμης του κακού ένα έργο που θα συνεχίζονταν στους σκοτεινούς αιώνες της άγνοιας και των διωγμών, πριν από τη δευτέρα παρουσία του Χριστού. Οι Θεσσαλονικείς πιστοί ήλπιζαν ότι η απολύτρωσή τους είχε φτάσει. Τώρα όμως τους συνιστάτο να αναλάβουν με θάρρος και με φόβο Θεού το έργο που είχαν να κάνουν. Ο απόστολος τους κατέστησε υπεύθυνους να μη παραμελήσουν τα καθήκοντά τους ούτε να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους, περιμένοντας χωρίς να κάνουν τίποτε. Ύστερα από τις λαμπρές προσδοκίες για άμεση απολύτρωση, η ρουτίνα της καθημερινής ζωής και η αντίδραση που ήταν υποχρεωμένοι να αντιμετωπίζουν θα τους φαίνονταν διπλά αποκρουστικές. Γι’ αυτό τους παρότρυνε να μείνουν σταθεροί στην πίστη: «Λοιπόν, αδελφοί, μένετε σταθεροί και κρατείτε τας παραδόσεις τας οποίας εδιδάχθητε είτε δια λόγου, είτε δι’ επιστολής ημών. Αυτός δε ο Κύριος Ιησούς Χριστός και ο Θεός και Πατήρ ημών, όστις μας ηγάπησε και έδωκεν αιωνίαν παρηγορίαν και αγαθήν ελπίδα δια της χάριτος, είθε να παρηγόρηση τας καρδίας σας και να σας στηρίξη εις πάντα λόγον και έργον αγαθόν.» «Πιστός είναι ο Κύριος, όστις θέλει σας στηρίξει και φυλάξει από του πονηρού. Έχομεν δε πεποίθησιν δια του Κυρίου εφ’ υμάς, ότι εκείνα τα οποία σας παραγγέλλομεν και πράττετε και θέλετε πράττει. Ο δε Κύριος είθε να κατευθύνη τας καρδίας σας εις την αγάπην του Θεού και εις την προσδοκίαν του Χριστού.»ΠΑ 234.3

    Το έργο των πιστών τους είχε ανατεθεί από το Θεό. Παραμένοντες πιστοί στην αλήθεια, όφειλαν να μεταδώσουν και σε άλλους το φώς που είχαν λάβει. Ο απόστολος τους ζήτησε να μη αποκάμουν πράττοντας το καλό και τους υπέδειξε για παράδειγμα τη δική επιμέλεια που έδειχνε για τα καθήκοντα της καθημερινής ζωής ενώ εργάζονταν με ακούραστο ζήλο για το έργο του Χριστού. Τίμησε αυτούς που είχαν παραδοθεί στη νωθρότητα και στην αδικαιολόγητη έξαψη και τους παρήγγειλε «να τρώγωσι τον άρτον αυτών εργαζόμενοι μετά ησυχίας.» Διέτασσε επίσης την Εκκλησία να απομακρύνει από την κοινωνία των πιστών οποιονδήποτε επέμενε να αγνοεί την καθοδήγηση που έδιναν οι λειτουργοί του Θεού. «Πλήν,» πρόσθετε, «μη θεωρείτε αυτόν ως εχθρόν, αλλά νουθετείτε ως αδελφόν.»ΠΑ 235.1

    Ο Παύλος έκλεισε και αυτή τη δεύτερη επιστολή με μία προσευχή, τονίζοντας ότι ανάμεσα στους μόχθους και στις δοκιμασίες της ζωής, η ειρήνη του Θεού και η χάρη του Κυρίου Ιησού Χριστού θα τους παρηγορεί και θα τους στηρίζει.ΠΑ 235.2

    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents