Στη σκέψη πολλών η προέλευση της αμαρτίας και ο λόγος της ύπαρξής της αποτελούν την πηγή μεγάλης αμηχανίας. Βλέπουν το έργο του κακού με τα τρομερά του αποτελέσματα της συμφοράς και της θλίψης και διερωτώνται πως μπορούν να συμβαίνουν όλα αυτά κάτω από την κυριαρχική εξουσία Εκείνου του οποίου η σοφία η δύναμη και η αγάπη είναι απεριόριστες. Αυτό είναι ένα ανεξήγητο γι’ αυτούς μυστήριο. Και η αβεβαιότητα και οι αμφιβολίες τους πάνω στο σημείο αυτό τους κάνουν να μυωπάζουν σε βαθμό που να μη μπορούν να διακρίνουν ούτε και τις αληθοφανείς αποκαλύψεις του λόγου του Θεού, τις τόσο σημαντικές για τη σωτηρία της ψυχής. Υπάρχουν πολλοί που εξιχνιάζοντας να βρουν την εξήγηση για την ύπαρξη της αμαρτίας, επεκτείνονται σ’ έναν ανεξερεύνητο τομέα που ο Θεός δεν έχει ποτέ αποκαλύψει. Μη βρίσκοντας, όπως είναι επόμενο, τη λύση στο δύσκολο αυτό πρόβλημα, και ενεργώντας με μία προδιάθεση πρός την αμφιβολία και την επίκριση, το εκλαμβάνουν αυτό σαν δικαιολογία για να απορρίψουν τα λόγια του Αγίου Πνεύματος. Άλλοι πάλι αδυνατούν να κατανοήσουν σε ικανοποιητικό βαθμό το σοβαρό αυτό θέμα του κακού, επειδή η παράδοση και η παρερμηνεία συσκότισαν τη Γραφική διδασκαλία σχετικά με το χαρακτήρα του Θεού, το κυβερνητικό Του σύστημα και τη στάση Του έναντι της αμαρτίας. ΜΔ2 542.1
Δεν είναι δυνατόν να εξηγηθεί η προέλευση της αμαρτίας κατά τρόπο που να δικαιολογεί την ύπαρξή της. Αρκετά όμως δεδομένα μπορεί να κατανοήσει κανείς τόσο για την προέλευση, όσο και για τον τελικό διακανονισμό της αμαρτίας, ώστε η δικαιοσύνη και η αγαθότητα του Θεού στη γενική διαρρύθμιση του κακού να αποδειχτεί πληρέστατα. Τίποτε δεν διδάσκει σαφέστερα η Γραφή από την αλήθεια ότι ο Θεός είναι τελείως ανεύθυνος για τη διείσδυση της αμαρτίας στον κόσμο· ότι η έκρηξη της ανταρσίας δεν οφείλεται σε καμία αυθαίρετη ανάκληση της θεϊκής προστασίας, σε καμία ατέλεια του θεϊκού διακυβερνητικού συστήματος. Η αμαρτία είναι παρείσακτη και καμία δικαιολογία δεν μπορεί να βρεθεί για την εμφάνισή της. Είναι μυστηριώδης, ασύλληπτη. Να τη δικαιολογεί κανείς είναι σαν να την υποστηρίζει. Αν μπορούσε να βρεθεί αιτία ή να παρουσιαστεί λόγος που να δικαιολογεί την ύπαρξή της, τότε θα έπαυε να είναι αμαρτία. Ο μοναδικός στη διάθεσή μας ορισμός της αμαρτίας δίνεται μέσα από το λόγο του Θεού. Αμαρτία είναι “η παράβαση του νόμου.” Είναι η εξωτερίκευση μιας αρχής αντιμαχόμενης στο μεγάλο νόμο της αγάπης, στο θεμέλιο αυτό της θείας διακυβέρνησης. ΜΔ2 542.2
Πριν παρουσιαστεί η αμαρτία, ειρήνη και χαρά βασίλευαν σ’ ολόκληρη την πλάση. Όλα βρίσκονταν σε τέλεια αρμονία με το θέλημα του Δημιουργού. Η αγάπη για το Θεό ήταν υπέρτατη, η αγάπη για τον πλησίον αμερόληπτη. Ο Χριστός, ο Λόγος, ο μονογενής του Θεού, ήταν ένα με τον αιώνιο Θεό,—ένα στη φύση, στο χαρακτήρα και στις προθέσεις—η μοναδική στο σύμπαν ύπαρξη που μπορούσε να συμμετέχει σε όλες τις βουλές και τις προθέσεις του Θεού. Δια του Χριστού ο Θεός επετέλεσε τη δημιουργία όλων των ουρανίων υπάρξεων. “Δι’ Αυτού εκτίσθησαν τα πάντα, τα εν τοις ουρανοίς, ... είτε θρόνοι, είτε κυριότητες, είτε αρχαί, είτε εξουσίαι.” (Κολ. 1:16.) Ολόκληρος ο ουρανός ήταν αφοσιωμένος το ίδιο στο Χριστό, όπως και στον Πατέρα. ΜΔ2 543.1
Επειδή ο νόμος της αγάπης αποτελούσε το θεμέλιο του καθεστώτος του Θεού, η ευτυχία όλων των δημιουργημάτων εξαρτώταν από την τέλεια εναρμόνισή τους πρός τις μεγάλες αρχές της δικαιοσύνης. Ο Θεός επιθυμεί μία υπηρεσία αγάπης από όλα Του τα πλάσματα—μία αφοσίωση που να προέρχεται από τη λογική εκτίμηση του χαρακτήρα Του. Δεν ευχαριστείται με μία αναγκαστική υποταγή, αλλά σε όλους χορηγεί την ελεύθερη βούληση, ώστε να Τον υπηρετούν εθελοντικά. ΜΔ2 543.2
Βρέθηκε όμως κάποιος που θέλησε να διαστρέψει την ελευθερία αυτή. Η αμαρτία πηγάζει από εκείνον που, μετά το Χριστό, είχε τιμηθεί σε μεγάλο βαθμό από το Θεό και που σε δύναμη και δόξα έστεκε ψηλότερα από όλους τους κατοίκους του ουρανού. Πριν από την πτώση του, ο Εωσφόρος ήταν ο κορυφαίος από τα επισκιάζοντα χερουβείμ, άσπιλος και αμόλυντος. “Ούτω λέγει Κύριος ο Θεός· συ επεσφράγισας τα πάντα, είσαι πλήρης σοφίας και τέλειος εις κάλλος. Εστάθης εν Εδέμ, τω παραδείσω του Θεού· ήσο περισκεπασμένος από παντός λίθου τιμίου ... Ήσο χερούβ κεχρισμένον δια να επισκιάζης· και Εγώ σε έστησα· ήσο εν τω όρει τω αγίω του Θεού· περιεπάτεις εν μέσω λίθων πύρινων. Ήσο τέλειος εν ταις οδοίς σου αφ’ ης ημέρας εκτίσθης, εωσού ευρέθη αδικία εν σοι.” (Ιεζ. 28:12-15.) ΜΔ2 543.3
Ο Εωσφόρος θα μπορούσε να εξακολουθεί να απολαμβάνει την εύνοια του Θεού, αγαπημένος και τιμημένος από τα αγγελικά πλήθη, χρησιμοποιώντας τα ευγενικά προσόντα του για το καλό των άλλων και για τη δόξα του Πλάστη του. Αλλά ο προφήτης λέγει: “Η καρδία σου υψώθη δια το κάλλος σου· έφθειρας την σοφίαν σου δια την λαμπρότητά σου.” (Εδ. 17) Σιγά-σιγά ο Εωσφόρος άρχισε να υποθάλπει ένα πνεύμα υπεροχής για τον εαυτό του. “Έκαμες την καρδίαν σου ως καρδίαν Θεού.” “Συ δε έλεγες ... θέλω καθίσει επί το όρος της συνάξεως, ... θέλω αναβή επί τα ύψη των νεφελών· θέλω είσθαι όμοιος του Υψίστου.” (Ιεζ. 28:6, Ησ. 14:13,14.) Αντί να επιδιώξει να παραστήσει το Θεό το αντικείμενο της υπέρτατης αγάπης και αφοσίωσης από μέρους των πλασμάτων Του, ο Εωσφόρος επεζήτησε να κερδίσει την υπηρεσία και την αφοσίωσή τους για τον εαυτό του. Και εποφθαλμιώντας την τιμή που ο άπειρος Πατέρας είχε απονέμει στον Υιό Του, ο αρχηγός αυτός των αγγέλων πεθύμησε την εξουσία εκείνη η εξάσκηση της οποίας αποτελούσε αποκλειστικό προνόμιο του Χριστού. ΜΔ2 544.1
Η αντανάκλαση της δόξας του Δημιουργού και η διακήρυξη των εγκωμίων Του αποτελούσε την τέρψη του πληρώματος του ουρανού. Όσο διάστημα ο Θεός τιμώταν κατ’ αυτόν τον τρόπο, ειρήνη και χαρά βασίλευαν παντού. Αλλά τώρα παρεισέφρησε ένας τόνος ασυμφωνίας, αλλοιώνοντας την ουράνια αρμονία. Το πνεύμα της αυτοπροβολής και αυτοεξύψωσης, αντίθετο πρός τα σχέδια του Δημιουργού, ξύπνησε κακά προαισθήματα σε διάνοιες όπου μέχρι τότε η δόξα του Θεού αποτελούσε την υπέρτατη ενασχόληση. Τα ουράνια συμβούλια έκαναν έκκληση στον Εωσφόρο. Ο Υιός του Θεού του παρουσίασε το μεγαλείο, την αγαθότητα και τη δικαιοσύνη του Δημιουργού, καθώς και την άγια και αναλλοίωτη υπόσταση του νόμου Του. Ο ίδιος ο Θεός είχε θεσπίσει την ευταξία του ουρανού. Παραδρομώντας απ’ αυτή, ο Εωσφόρος θα πρόσβαλλε τον Πλάστη του και θα προξενούσε και τη δική του καταστροφή. Το μόνο που επέφερε όμως η προειδοποίηση αυτή, η απευθυνόμενη με τόση αγάπη και ευσπλαχνία, ήταν η αφύπνιση ενός αντιδραστικού πνεύματος. Το αίσθημα της ζηλοτυπίας κατά του Χριστού υπερίσχυσε μέσα του και ο Εωσφόρος έγινε ακόμη πιο αποφασιστικός. ΜΔ2 544.2
Η υπερηφάνεια που ένοιωθε για τη δόξα του, γέννησε μέσα του την επιθυμία για την ανώτατη εξουσία. Τα υψηλά αξιώματα που απολάμβανε ο Εωσφόρος δεν τα εκτίμησε σαν δώρα Θεού, ούτε και απέδωσε καμιά ευγνωμοσύνη γι’ αυτά στο Δημιουργό. Περηφανεύθηκε για τη λαμπρότητα και την εξύψωσή του και πόθησε να γίνει ίσος με το Θεό. Ήταν αγαπητός και τιμημένος από τις στρατιές του ουρανού. Οι άγγελοι με χαρά εκτελούσαν τις εντολές του και η σοφία και η δόξα που τον περιέβαλλαν, τον καθιστούσαν ανώτερο από όλους τους άλλους. Αλλ’ όμως ο Υιός του Θεού ήταν ο αναγνωρισμένος Κυρίαρχος του ουρανού, ισότιμος και ισοδύναμος με τον Πατέρα. Ο Χριστός συμμετείχε σε όλα τα συμβούλια του Θεού, ενώ ο Εωσφόρος δεν είχε το ίδιο δικαίωμα να εισέρχεται στις θεϊκές βουλές. “Γιατί,” διερωτώταν ο πανίσχυρος αυτός άγγελος, “να έχει ο Χριστός την υπεροχή; Γιατί να τιμάται έτσι πάνω από τον Εωσφόρο;” ΜΔ2 545.1
Εγκαταλείποντας τη θέση του πλάι στην άμεση παρουσία του Θεού, ο Εωσφόρος απομακρύνθηκε με σκοπό να ενσταλλάξει το πνεύμα της δυσαρέσκειας ανάμεσα στους αγγέλους. Εργαζόμενος με τέλεια μυστικότητα και αποκρύβοντας για ένα διάστημα τον πραγματικό σκοπό του κάτω από ένα κάλυμμα σεβασμού πρός το Θεό, προσπάθησε να προκαλέσει δυσφορία για τους νόμους της διοίκησης των ουρανίων υπάρξεων με το πρόσχημα ότι αυτοί επέβαλλαν περιορισμούς που δεν ήταν απαραίτητοι. Ισχυρίζονταν ότι αφού οι άγγελοι είχαν άγια φύση, θα έπρεπε να υπακούουν μόνο στις υπαγορεύσεις της ατομικής τους θέλησης. Επεδίωξε να επισύρει τη συμπάθεια τους, παριστάνοντας τον εαυτό του αδικημένο από το Θεό, που την ανώτατη τιμή είχε απονέμει στο Χριστό. Διατείνονταν ότι με το να επιδιώκει να αποκτήσει μεγαλύτερη δύναμη και τιμή δεν απέβλεπε στην αυτοεξύψωσή του, αλλά στο να εξασφαλίσει για όλους τους κατοίκους του ουρανού την ελευθερία που θα τους επέτρεπε να φθάσουν υποστατικά σε ανώτερα στρώματα υπεροχής. ΜΔ2 545.2
Για πολύ καιρό ο πολυεύσπλαχνος Θεός ανέχθηκε τον Εωσφόρο. Δεν τον υποβίβασε από την τιμητική του θέση ευθύς μόλις άρχισε να υποθάλπει το πνεύμα της δυσαρεσκείας, ούτε ακόμη και όταν επεδόθηκε να παρουσιάζει τις ψεύτικες αξιώσεις. του στους πιστούς αγγέλους. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα εξακολουθούσε να παραμένει στον ουρανό. Επανειλημμένα του προσφέρθηκε συγχώρηση αν εκδήλωνε μετάνοια και υποταγή. Προκειμένου να πειστεί για το λάθος του, καταβλήθηκαν προσπάθειες τέτοιες που μόνο η άπειρη αγάπη και σοφία μπορούσαν να επινοήσουν. Το πνεύμα της απαρέσκειας ήταν άγνωστο μέχρι τότε στον ουρανό. Ούτε ο ίδιος ο Εωσφόρος μπορούσε στην αρχή να δει ως που αυτό θα τον εξωθούσε. Δεν μπορούσε να καταλάβει την πραγματική φύση των αισθημάτων του. Όταν όμως η δυσαρέσκεια του αποδείχθηκε αβάσιμη, τότε ο Εωσφόρος πείστηκε ότι είχε άδικο, ότι οι θεϊκές αξιώσεις ήταν δίκαιες και ότι έπρεπε να τις αναγνωρίσει δίκαιες στην παρουσία ολόκληρου του ουρανού. Αν το έκανε αυτό, θα είχε σώσει και τον εαυτό του και πολλούς άλλους αγγέλους. Την εποχή εκείνη δεν είχε ακόμη αποστατήσει οριστικά από το Θεό. Αν και είχε εγκαταλείψει τη θέση του ως “χερούβ επισκιάζον,” αν ήθελε όμως να επιστρέψει στο Θεό, αναγνωρίζοντας τη σοφία του Δημιουργού και μένοντας ικανοποιημένος με την καθορισμένη θέση του μέσα στο μεγάλο θεϊκό σχέδιο, θα μπορούσε να αποκατασταθεί και πάλι στο αξίωμά του. Αλλά η υπερηφάνεια δεν τον άφηνε να υποκύψει. Τότε υποστήριξε πεισματικά τη στάση του, ισχυρίστηκε ότι δεν του χρειάζονταν καμία μετάνοια και αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στον απηνή αγώνα εναντίον του Δημιουργού του. ΜΔ2 545.3
Από τη στιγμή αυτή, όλες οι δυνάμεις της μεγαλοφυΐας του επιστρατεύθηκαν στο εξαπατητικό έργο που απέβλεπε στην εξασφάλιση της συμπάθειας των υποτελών του αγγέλων. Προκειμένου να εξυπηρετήσει τα προδοτικά του σχέδια, δεν δίστασε ακόμη να διαστρέψει ούτε αυτό το γεγονός της προειδοποίησης και της νουθεσίας από μέρους του Χριστού. Σ’ αυτούς που με την αγάπη και αφοσίωσή τους ήταν στενότερα συνδεδεμένοι μαζί του, ο Σατανάς παρέστησε ότι άδικα κατηγορήθηκε, ότι το αξίωμά του δεν απολάμβανε τον πρέποντα σεβασμό και ότι κινδύνευε να στερηθεί την ελευθερία του. Ξεκινώντας από τη διαστρέβλωση των λόγων του Χριστού, προχώρησε στη στρεψοδικία και στα απροκάλυπτα ψεύδη, κατηγορώντας τον Υιό του Θεού ότι απέβλεπε να τον ταπεινώσει στα μάτια των κατοίκων του ουρανού. Επινοήθηκε επίσης να δημιουργήσει μία εσκεμμένη παρεξήγηση ανάμεσα στον ίδιο και στους νομοταγείς αγγέλους. Όλους όσους δεν κατόρθωσε να τους μεταπείσει και να τους πάρει με το μέρος του, τους κατηγόρησε ότι ήταν αδιάφοροι πρός τα συμφέροντα των ουρανίων υπάρξεων. Το δικό του δηλαδή έργο το απέδιδε σ’ εκείνους που έμειναν πιστοί στο Θεό. Για να δώσει βάση στην κατηγορία του για την απέναντι του αδικία του Θεού, κατέφυγε στη διαστρέβλωση των λόγων και των πράξεων του Δημιουργού. Η τακτική του απέβλεπε στο να φέρει σύγχυση στους αγγέλους με επιδέξιες επιχειρηματολογίες σχετικά με τις προθέσεις του Θεού. Κάθε τι το απλό το συγκάλυπτε με μυστήριο, και με έντεχνη διαστροφή έσπειρε αμφιβολίες και πρός αυτές ακόμη τις πιο σαφείς δηλώσεις του Κυρίου. Η περίοπτη θέση του, που του επέτρεπε τέτοια στενή επαφή με τη θεϊκή διοίκηση, πρόσδιδε μεγαλύτερο κύρος στα διαβήματά του και πολλοί παρασύρθηκαν να συμμαχήσουν μαζί του στην ανταρσία κατά της εξουσίας του Ουρανού. ΜΔ2 546.1
Μέσα στη μεγάλη σοφία Του ο Θεός επέτρεψε στο Σατανά να προχωρήσει στο έργο του μέχρι που το πνεύμα της δυσαρέσκειας ωρίμασε και κατέληξε σε ανοικτή επανάσταση. Ήταν απαραίτητο να εξελιχθούν τα σχέδιά του στην εντέλεια ώστε όλοι να μπορέσουν να διακρίνουν την πραγματική τους φύση και τον επιδιωκόμενο σκοπό τους. Σαν “χερούβ κεχρισμένο” ο Εωσφόρος είχε πολύ εξυψωθεί. Οι ουράνιες υπάρξεις τον αγαπούσαν εξαιρετικά και αυτός ασκούσε μεγάλη επιρροή επάνω τους. Η κυβέρνηση του Θεού δεν περιλάμβανε μόνο τους κατοίκους του ουρανού, αλλά επεκτείνονταν και σε όλους τους άλλους κόσμους της δημιουργίας Του. Ο Σατανάς σκέφθηκε ότι, αν κατόρθωνε να παρασύρει τους αγγέλους με το μέρος του στην ανταρσία, θα μπορούσε επίσης να παρασύρει και τους άλλους κόσμους. Είχε έντεχνα εκθέσει το ζήτημα από τη δική του πλευρά χρησιμοποιώντας σοφιστεία και δόλο για να πετύχει το σκοπό του. Διέθετε τεράστια δύναμη στο να εξαπατά και, καλυμμένος κάτω από το μανδύα της ψευτιάς, βρίσκονταν σε πλεονεκτική θέση. Και αυτοί ακόμη οι πιστοί άγγελοι δεν μπορούσαν να διακρίνουν καθαρά το χαρακτήρα του, ούτε να αντιληφθούν που θα απέληγε το έργο του. ΜΔ2 547.1
Ο Σατανάς είχε τόσο πολύ τιμηθεί και οι πράξεις του όλες καλύπτονταν από ένα τέτοιο πέπλο μυστηρίου, ώστε ήταν δύσκολο για τους αγγέλους, να διακρίνουν την πραγματική φύση του έργου του. Αν δεν έφθανε μέχρι την τέλεια ωρίμανσή της η αμαρτία, δεν μπορούσε να φανεί τι πονηρό στοιχείο ήταν. Ως τότε δεν είχε καμία θέση μέσα στην πλάση του Θεού και οι άγιες υπάρξεις δεν είχαν ιδέα για τη φύση και την κακοήθειά της. Δεν μπορούσαν να συλλάβουν το μέγεθος των τρομακτικών συνεπειών που θα προέκυπταν από την παραμέριση του θεϊκού νόμου. Στην αρχή ο Σατανάς είχε καλύψει το έργο του κάτω από μία επίπλαστη εκδήλωση αφοσίωσης στο Θεό. Ισχυρίζονταν ότι επεδίωκε να προάγει την υπόληψη του Θεού, την παγίωση της διακυβέρνησής Του και τα συμφέροντα των ουρανίων υπάρξεων. Ενώ ενστάλλαζε τη δυσαρέσκεια στα πνεύματα των υποτελών αγγέλων του, με συγκαλυμμένη δεξιοτεχνία, έδινε την εντύπωση ότι οι ενέργειές του απέβλεπαν στο να προλάβουν τη δυσαρέσκεια. Όταν εισηγήθηκε ότι απαιτούνται τροποποιήσεις του νομοθετικού και διοικητικού δικαίου του πολιτεύματος του Θεού, το έκανε με το πρόσχημα ότι αυτές ήταν δήθεν απαραίτητες για την παγίωση της αρμονίας του ουρανού. ΜΔ2 547.2
Για την αντιμετώπιση της αμαρτίας ο Θεός αποκλειστικά χρησιμοποιούσε τη δικαιοσύνη και την αλήθεια. Ο Σατανάς μεταχειρίζετο ότι ακριβώς ο Θεός αδυνατούσε να χρησιμοποιήσει: την κολακεία και την απάτη. Επεχείρησε να διαστρεβλώσει τα λόγια του Θεού και να παραποιήσει το διοικητικό του σύστημα ενώπιον των αγγέλων, ισχυριζόμενος ότι δεν ήταν δίκαια από μέρους του Θεού η επιβολή νόμων και κανονισμών στους πολίτες του ουρανού και ότι απαιτώντας την υποταγή και την υπακοή των πλασμάτων Του, ο Θεός απλούστατα επιζητούσε να εξυψωθεί ο ίδιος. Έπρεπε λοιπόν να αποδειχτεί στους κατοίκους του ουρανού και των άλλων κόσμων ότι η διοίκηση του Θεού ήταν δίκαια και η νομοθεσία του ήταν τέλεια. Ο Σατανάς έδινε την εντύπωση ότι αυτός ο ίδιος επιζητούσε να προάγει το καλό του σύμπαντος. Γι’ αυτό ήταν απαραίτητο να καταλάβουν όλοι τον αληθινό χαρακτήρα και τον πραγματικό σκοπό του σφετεριστή. Έπρεπε να του δοθεί καιρός για να αποκαλυφθεί από τα ίδια του τα πονηρά έργα. ΜΔ2 548.1
Την ασυμφωνία που η στάση του προκάλεσε στον ουρανό, ο Σατανάς την απέδωσε στο νόμο και στη διακυβέρνηση του Θεού. Δήλωνε ότι όλο το κακό ήταν το αποτέλεσμα της άσκησης των διοικητικών δικαιωμάτων του Θεού. Υποστήριζε ότι ο δικός του αντικειμενικός σκοπός, ήταν η βελτίωση των θεσπισμάτων του Κυρίου. Γι’ αυτό ήταν απαραίτητο να αποδειχτεί η βάση των ισχυρισμών του και να φανερωθεί που θα οδηγούσε η εφαρμογή των προτεινόμενων τροποποιήσεων του θεϊκού νόμου. Έπρεπε να καταδικαστεί από την ίδια του την πράξη. Απ’ αρχής ο Σατανάς αρνήθηκε ότι είχε περιέλθει σε κατάσταση ανταρσίας. Ώστε το σύμπαν του Θεού έπρεπε να δει τον απατεώνα με βγαλμένη τη μάσκα. ΜΔ2 548.2
Ο Πάνσοφος Θεός δεν επέτρεψε την καταστροφή του Σατανά ούτε ακόμη όταν αποφασίσθηκε ότι η παραμονή του δεν ήταν ανεκτή στον ουρανό. Αφού η μόνη αποδεκτή υπηρεσία για το Θεό είναι η υπηρεσία της αγάπης, η αφοσίωση των πλασμάτων Του πρέπει να βασίζεται πάνω στην αναγνώριση της δικαιοσύνης και της αγαθότητάς Του. Αδυνατώντας να κατανοήσουν τη φύση και τα αποτελέσματα της αμαρτίας, οι κάτοικοι του ουρανού και των λοιπών κόσμων, δεν θα μπορούσαν να διακρίνουν με την εξόντωση του Σατανά τη δικαιοσύνη και την ευσπλαχνία του Θεού. Αν αυτός εξολοθρεύονταν από μιας αρχής, τότε εκείνοι θα υπηρετούσαν το Θεό από φόβο μάλλον παρά από αγάπη. Η επιρροή του δολιοφθορέα δεν θα εξαλείφονταν αποτελεσματικά, ούτε το πνεύμα της ανταρσίας θα εκριζώνονταν οριστικά. Το κακό χρειάζονταν καιρό μέχρι να ωριμάσει. Για το αιώνιο συμφέρον του σύμπαντος, έπρεπε να επιτραπεί στο Σατανά να αναπτύξει πληρέστερα τις αρχές του, ώστε οι κατηγορίες του εναντίον της θεϊκής διακυβέρνησης να παρουσιαστούν σε όλες τις δημιουργημένες υπάρξεις με το πραγματικό τους φως και η δικαιοσύνη και η ευσπλαχνία του Θεού, καθώς και το αμετάβλητο του νόμου Του, να τεθούν μια για πάντα πέρα από κάθε αμφιβολία. ΜΔ2 549.1
Η ανταρσία του Σατανά θα χρησίμευε για μάθημα στο σύμπαν μέσο των επερχομένων αιώνων, μία συνεχής μαρτυρία για τη φύση και τα τρομερά αποτελέσματα της αμαρτίας. Η έμπρακτη εφαρμογή της ηγεσίας του Σατανά, οι συνήθειές της πάνω σε ανθρώπους και αγγέλους, θα φανέρωναν τους καρπούς που θα επέφερε η παραμέρηση της θείας εξουσίας. Θα απέδειχναν ότι η ευτυχία όλων των πλασμάτων του Δημιουργού εξαρτάται από την υπόσταση της κυβέρνησης του Θεού και των νόμων Του. Έτσι το ιστορικό του φοβερού αυτού πειράματος της ανταρσίας θα απέβαινε για όλες τις άγιες υπάρξεις μια αιώνια προστασία. Θα τις εμπόδιζε να εξαπατηθούν ως πρός τη φύση της παρανομίας, και θα τις κατοχύρωνε από του να πέσουν στην αμαρτία και να υποστούν τις τιμωρές συνέπειές της. ΜΔ2 549.2
Ο μεγάλος σφετεριστής εξακολουθούσε να δικαιολογείται για τη στάση του μέχρι την ώρα που η διαμάχη στον ουρανό έφθασε στο απροχώρητο. Όταν κοινοποιήθηκε η απόφαση ότι αυτός μαζί με όλους τους συμπαθούντες αγγέλους του, θα αποβάλλονταν από τις μονές της ευδαιμονίας, τότε πια ο αρχιεπαναστάτης ομολόγησε με θρασύτητα την περιφρόνησή του για το νόμο του Δημιουργού. Επανέλαβε τον ισχυρισμό ότι οι άγγελοι δεν έχουν ανάγκη από έλεγχο, αλλά ότι πρέπει να αφεθούν ελεύθεροι να ακολουθήσουν την ατομική τους θέληση που μόνο στο ορθό μπορούσε να οδηγήσει. Κατέκρινε με δριμύτητα τα θεϊκά θεσπίσματα ότι περιορίζουν την ελευθερία των αγγέλων και δήλωσε ότι ο σκοπός του ήταν να επιτύχει την κατάλυση του νόμου. Και ότι αδέσμευτες τότε απ’ αυτόν τον περιορισμό, οι ουράνιες υπάρξεις θα μπορούσαν να εισέλθουν σε μια ανώτερη, ενδοξότερη σφαίρα του είναι τους. ΜΔ2 550.1
Ομόφωνα ο Σατανάς και οι ομοϊδεάτες του έριξαν ολόκληρη τη μομφή της ανταρσίας τους στο Χριστό, δηλώνοντας ότι αν δεν είχαν επιτιμηθεί, δεν θα είχαν ποτέ αποστατήσει. Έτσι, προκλητικοί και πεισματικοί για την παράνομη στάση τους, και ενώ άδικα πάσχιζαν να ανατρέψουν το θεϊκό καθεστώς, ισχυριζόμενοι με κυνισμό ότι ήταν τα αθώα θύματα μιας καταδυναστευτικής εξουσίας, ο αρχιστασιαστής και όλοι οι ομοϊδεάτες του αποβλήθηκαν τελικά από τον ουρανό. ΜΔ2 550.2
Το ίδιο πνεύμα που προκάλεσε ανταρσία στον ουρανό, εξακολουθεί να εμπνέει ανταρσία στη γη. Την ίδια τακτική που ακολούθησε ο Σατανάς με τους αγγέλους, την εφαρμόζει στους ανθρώπους. Το πνεύμα του τώρα εξουσιάζει τους “υιούς της απείθειας.” Όπως εκείνος, προσπαθούν και αυτοί να αποτινάξουν τους φραγμούς του νόμου του Θεού και υπόσχονται στους ανθρώπους ελευθερία που προέρχεται από την παράβαση των εντολών Του. Ο έλεγχος της αμαρτίας προκαλεί και τώρα ένα πνεύμα έχθρας και αντίστασης. Όταν με τα προειδοποιητικά του μηνύματα ο Θεός μιλάει στις συνειδήσεις των ανθρώπων, ο Σατανάς τους επηρεάζει να προβάλλουν δικαιολογίες και να αναζητούν την αλληλεγγύη των άλλων στην αμαρτωλή τους πορεία. Αντί να διορθώσουν τα σφάλματά τους, αγανακτισμένοι δυσανασχετούν εναντίον εκείνων που τους ελέγχουν, σαν να ήταν αυτοί οι αποκλειστικοί πρόξενοι των δυσκολιών. Από τον καιρό του δίκαιου Άβελ μέχρι τις μέρες μας, το ίδιο πάντοτε πνεύμα εκδηλώνεται εναντίον εκείνων που έχουν την τόλμη να επικρίνουν την αμαρτία. ΜΔ2 550.3
Καταφεύγοντας στην ίδια διαστροφή που χρησιμοποίησε στον ουρανό για να παραστήσει το χαρακτήρα του Θεού αυστηρό και τυραννικό, ο Διάβολος κατόρθωσε να παρασύρει και τον άνθρωπο στην αμαρτία. Και αφού το κατόρθωσε, υποστήριζε μετά ότι οι άδικοι περιορισμοί του Θεού οδήγησαν στην πτώση του ανθρώπου όπως είχαν οδηγήσει και στη δική του αποστασία. ΜΔ2 552.1
Αλλά ο Αιώνιος Θεός γνωστοποιεί ο ίδιος το χαρακτήρα Του με αυτά τα λόγια: “Κύριος ο Θεός, οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και πολυέλεος, και αληθινός, φυλάττων έλεος εις χιλιάδας, συγχωρών ανομίαν και παράβασιν και αμαρτίαν και ουδόλως αθωώνων τον ένοχον.” (Έξ. 34:6-7.) ΜΔ2 552.2
Με την απόφαση της αποβολής του Σατανά από τον ουρανό, ο Θεός διακήρυξε τη δικαιοσύνη Του και υπερασπίσθηκε την τιμή του θρόνου Του. Όταν όμως ο άνθρωπος αμάρτησε ενδίδοντας στις ραδιουργίες του αποστατικού αυτού πνεύματος, ο Θεός απέδειξε την αγάπη Του προσφέροντας το μονογενή Του Υιό να πεθάνει για το καλό της αμαρτωλής φυλής. Με τον εξιλασμό αυτόν φανερώνεται ο πραγματικός χαρακτήρας του Θεού. Το επίμαχο επιχείρημα του σταυρού αποδεικνύει στο σύμπαν ολόκληρο ότι για την πορεία της αμαρτίας που ο Εωσφόρος διάλεξε να ακολουθήσει είναι τελείως ανεύθυνο το καθεστώς του Θεού. ΜΔ2 552.3
Με τον ανταγωνισμό μεταξύ Χριστού και Σατανά κατά το διάστημα της επίγειας διακονίας του Σωτήρα, η μάσκα που κάλυπτε το χαρακτήρα του μεγάλου δολιοφθορέα έπεσε. Τίποτε άλλο δεν θα μπορούσε να καταστήσει το Σατανά απεχθέστερο στα αισθήματα των ουρανίων αγγέλων και όλου του αφοσιωμένου σύμπαντος, όσο ο σκληρός αγώνας του ενάντια στο Λυτρωτή του κόσμου. Η βλάσφημη αναισχυντία να απαιτήσει φόρο τιμής από το Χριστό, η αλαζονική μοχθηρία να Τον μεταφέρει στην ψηλή βουνοκορφή και στο απόκρημνο πτερύγιο του ιερού, ο υπονοούμενος καταχθόνιος σκοπός να Τον κάνει να ριχτεί στο αχανές κενό, η ακατάπαυστη κακεντρέχεια να Τον κυνηγάει από τόπο σε τόπο επηρεάζοντας τις καρδιές λαού και ιερέων μέχρι να απορρίψουν την αγάπη Του και τελικά να κραυγάσουν “σταύρωσον, σταύρωσον Αυτόν!”—όλα αυτά προκάλεσαν την κατάπληξη και τον αποτροπιασμό του σύμπαντος. ΜΔ2 552.4
Ο Σατανάς ήταν εκείνος που παρακίνησε τον κόσμο να απορρίψει το Χριστό. Ο αρχηγός του κακού εξάσκησε όλη τη δύναμη και την πανουργία του για να καταστρέψει τον Ιησού. Επειδή αναγνώριζε ότι η ευσπλαχνία και η αγάπη του Σωτήρα, η συμπάθεια και η τρυφερή στοργή Του φανέρωναν στον κόσμο το χαρακτήρα του Θεού. Ο Σατανάς ανταγωνίζονταν κάθε αξίωση προβαλλόμενη από τον Υιό του Θεού και έκανε τους ανθρώπους όργανά του για να γεμίσει τη ζωή του Σωτήρα με λύπη και πόνο. Η σοφιστεία και τα ψεύδη που μεταχειρίστηκε για να εμποδίσει το έργο του Ιησού, το μίσος που εκδηλώθηκε από τους “υιούς της απείθειας,” οι σκληρές κατηγορίες εναντίον Εκείνου που η ζωή Του ήταν απαράμιλλη καλοσύνη, όλα πήγαζαν από τη βαθιά ριζωμένη εκδίκηση. Η μέχρι τότε συγκρατημένη θύελλα της ζηλοφθονίας, της κακεντρέχειας, του μίσους και της εκδίκησης ξέσπασε στο Γολγοθά εναντίον του Υιού του Θεού, ενώ φρικιώντας, σύσσωμος ο ουρανός παρακολουθούσε τη σκηνή με νεκρική σιγή. ΜΔ2 553.1
Όταν η μεγάλη θυσία είχε ολοκληρωθεί, ο Χριστός ανέβηκε στον ουρανό, αλλά δεν δέχθηκε τη λατρεία των αγγέλων παρά μόνο αφού υπέβαλε την αίτησή Του: “Εκείνους τους οποίους Μοι έδωκας, θέλω, όπου είμαι Εγώ, να ήναι και εκείνοι μετ’ Εμού.” (Ιωάν. 17:24.) Τότε, προερχόμενη από τον Πατρικό θρόνο, ακούσθηκε η γεμάτη από ανέκφραστη αγάπη και ισχύ απάντηση: “Ας προσκυνήσωσιν εις Αυτόν πάντες οι άγγελοι του Θεού.” (Εβρ. 1:6.) Ο Χριστός ανακηρύχθηκε άσπιλος. Με τη λήξη της ταπείνωσής Του και την ολοκλήρωση της θυσίας Του, Του αποδόθηκε ένα τέτοιο όνομα που υπερβαίνει κάθε άλλο όνομα. ΜΔ2 553.2
Τώρα η ενοχή του Σατανά αποδείχθηκε χωρίς καμία δικαιολογία. Ο εχθρός αποκαλύφθηκε με τον πραγματικό χαρακτήρα του, του ψεύτη και του ανθρωποκτόνου. Έγινε σε όλους φανερό ότι το ίδιο ακριβώς πνεύμα που χρησιμοποίησε για να κατευθύνει τους ανθρώπους και να τους καθυποτάξει θα χρησιμοποιούσε αν του επιτρέποταν να κατευθύνει και τις τύχες των κατοίκων του ουρανού. Υποστήριζε ότι η παράβαση του νόμου του Θεού θα επέφερε ελευθερία και εξύψωση. Αλλά αποδείχθηκε ότι κατέληξε στη δουλεία και στην εξαχρείωση. ΜΔ2 553.3
Οι ψευδείς κατηγορίες του Σατανά για το θείο χαρακτήρα και τη θεϊκή ηγεσία παρουσιάστηκαν κάτω από το πραγματικό τους φως. Είχε κατηγορήσει το Θεό ότι απαιτώντας υποταγή και υπακοή από τα πλάσματά Του επεδίωκε μόνο να εξυψωθεί ο ίδιος. Είχε διακηρύξει ότι ενώ ο Δημιουργός ζητούσε αυταπάρνηση από όλους τους άλλους, ο ίδιος όμως καμία αυταπάρνηση δεν εξασκούσε και σε καμιά θυσία δεν υποβάλλονταν. Τώρα αποδείχθηκε ότι για τη σωτηρία της πεσμένης, αμαρτωλής φυλής ο Αρχηγός του σύμπαντος είχε υποστεί τη μεγαλύτερη θυσία που μπορούσε να εμπνεύσει η αγάπη. “Δηλονότι ο Θεός ήτο εν τω Χριστώ, διαλλάσσων τον κόσμον πρός Εαυτόν.” (Β΄ Κορ. 5:19.) Αποκαλύφθηκε επίσης ότι ενώ ο Εωσφόρος, με τον ακατανίκητο πόθο του για δόξα και υπεροχή άνοιξε διάπλατα τις πύλες για την είσοδο της αμαρτίας, αντίθετα ο Χριστός, για να επιφέρει την εξόντωση της αμαρτίας, ταπεινώθηκε “γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου.” ΜΔ2 553.4
Ο Θεός είχε φανερώσει την απέχθειά Του για τις αρχές της ανταρσίας. Ολόκληρος ο ουρανός διαπίστωσε τώρα τη δικαιοσύνη Του όπως αυτή εκδηλώθηκε τόσο στην περίπτωση της καταδίκης του Σατανά, όσο και της απολύτρωσης του ανθρώπου. Ο Εωσφόρος είχε διακηρύξει ότι αν ο νόμος του Θεού ήταν αναλλοίωτος και η ποινή του αμετάκλητη, τότε ο κάθε παραβάτης θα έπρεπε να εκπέσει για πάντα από την εύνοια του Δημιουργού. Είχε ισχυριστεί ότι για την αμαρτωλή φυλή δεν υπήρχε λυτρωμός και ότι επομένως αυτή είχε περιέλθει στα χέρια του σαν νόμιμη λεία του. Ο θάνατος όμως του Χριστού αποτελούσε επιχείρημα αδιάσειστο για τη σωτηρία του ανθρώπου. Η τιμωρία του νόμου έπεσε πάνω σ’ Εκείνον που ήταν ισόθεος. Ώστε ο άνθρωπος ήταν ελεύθερος να δεχθεί τη δικαιοσύνη του Χριστού και, με μία ζωή μετάνοιας και ταπείνωσης, να θριαμβεύσει και αυτός εναντίον του Σατανά, όπως θριάμβευσε ο Υιός του Θεού. Έτσι αποδεικνύεται δίκαιος ο Θεός και δικαιώνει επίσης όλους εκείνους που πιστεύουν στον Ιησού. ΜΔ2 554.1
Αλλά ο Χριστός δεν ήρθε στη γη να γευτεί τα πάθη και το θάνατο με το μοναδικό σκοπό την επίτευξη της απολύτρωσης του ανθρώπου. Ήρθε για “να μεγαλύνη τον νόμον και να καταστήση αυτόν έντιμον.” Όχι μόνο για να μπορέσουν οι κάτοικοι αυτού του κόσμου να εκτιμήσουν το νόμο στην πραγματική του αξία, αλλά για να αποδειχτεί σε όλους τους κόσμους του σύμπαντος ότι ο νόμος του Θεού είναι αναλλοίωτος. Αν ήταν δυνατόν να αγνοηθούν οι αξιώσεις του, τότε δεν ήταν ανάγκη ο Υιός του Θεού να προσφέρει τη ζωή Του εξιλαστική θυσία για την παράβασή του. Ο θάνατος του Χριστού αποδεικνύει το αμετάβλητο του νόμου. Και η θυσία στην οποία οδήγησε τον Πατέρα και τον Υιό η άπειρη αγάπη για τη σωτηρία των αμαρτωλών, αποδεικνύει σε ολόκληρο το σύμπαν εκείνο που τίποτε άλλο εκτός από αυτό τούτο το σχέδιο της απολύτρωσης μπορούσε να αποδείξει: ότι ο νόμος και η διακυβέρνηση του Θεού βασίζονταν πάνω στη δικαιοσύνη και στην ευσπλαχνία. ΜΔ2 554.2
Κατά την τελική εκτέλεση της κρίσης του Θεού, θα φανεί ότι δεν υπάρχει δικαιολογία για την ύπαρξη της αμαρτίας. Όταν ερωτηθεί ο Σατανάς από τον Κριτή όλης της γης: “Γιατί επαναστάτησες εναντίον Μου, και υπέκλεψες τους υπηκόους Μου;” ο πρωταίτιος του κακού δεν μπορεί να προβάλει καμιά δικαιολογία. Όλα τα στόματα θα κλείσουν και όλα τα ανταρτικά στίφη θα μείνουν άναυδα. ΜΔ2 555.1
Ενώ ο σταυρός του Γολγοθά διακηρύττει το αμετάβλητο του νόμου, εξαγγέλλει συνάμα σ’ ολόκληρη την κτίση ότι ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος. Τη στιγμή ακριβώς της επιθανάτιας κραυγής “Τετέλεσται,” του Σωτήρα, αντήχησε η πένθιμη κωδωνοκρουσία του Σατανά. Η μεγάλη διαμάχη που για τόσον καιρό εξακολουθούσε, είχε τότε αποφασισθεί και η τελική εκρίζωση της αμαρτίας είχε εξασφαλιστεί. Ο Υιός του Θεού διάβηκε το κατώφλι του τάφου, ώστε “δια του θανάτου να καταργήση τον έχοντα το κράτος του θανάτου, τουτέστι τον διάβολον.” (Εβρ. 2:14.) Η μεγάλη επιθυμία του Εωσφόρου για αυτοεξύψωση τον έφερε στο σημείο να πει: “Θέλω υψώσει τον θρόνον μου υπεράνω των άστρων του Θεού ... θέλω είσθαι όμοιος του Υψίστου.” Ο Θεός όμως δηλώνει: “Θέλω σε καταστήσει σποδόν επί της γής, ... και δεν θέλεις υπάρξει έως αιώνος.” (Ησ. 14:13,14, Ιεζ. 28:18,19.) Τότε “έρχεται ημέρα, ήτις θέλει καίει ως κλίβανος· και πάντες οι υπερήφανοι, και πάντες οι πράττοντες ασέβειαν, θέλουσιν είσθαι άχυρον· και η ημέρα η ερχομένη θέλει κατακαύσει αυτούς, λέγει ο Κύριος των δυνάμεων, ώστε δεν θέλει αφήσει εις αυτούς ρίζαν και κλάδον. (Μαλ. 4:1.) ΜΔ2 555.2
Σύσσωμο το σύμπαν θα έχει παραστεί μάρτυρας στην αποκάλυψη της φύσης και των αποτελεσμάτων της αμαρτίας. Και η ριζική εξόντωσή της, που αν είχε πραγματοποιηθεί από μιας αρχής θα προκαλούσε το φόβο των αγγέλων και θα εξέθετε την αμεροληψία του Θεού, θα δικαιώσει τώρα την αγάπη Του και θα εδραιώσει την ακεραιότητά Του μπροστά σε όλα τα πλάσματα της οικουμένης που ευχαριστούνται να εκτελούν το θέλημά Του και που φυλάγουν το νόμο Του μέσα στην καρδιά τους. Ποτέ πια το κακό δεν θα ξαναπαρουσιασθεί. Ο λόγος του Θεού λέγει: “Θλίψις δεν θέλει επέλθει εκ δευτέρου.” (Ναούμ 1:9.) Ο νόμος του Θεού, που ο Σατανάς κατηγόρησε σαν ζυγό δουλείας, θα τιμηθεί σαν νόμος ελευθερίας. Έχοντας περάσει από τη δοκιμασία και αποκτήσει την εμπειρία, η κτίση ποτέ ξανά δεν θα παραδρομήσει από την αφοσίωσή της πρός Εκείνον του Οποίου ο χαρακτήρας της έχει ολοφάνερα αποκαλυφθεί σαν πηγή απύθμενης αγάπης και απέραντης σοφίας. ΜΔ2 555.3