Οί Ιουδαίοι, περήφανοι γιά τήν ήθικότητά τους, παρατηρούσαν μέ άποτροπιασμό τά χαλαρά ήθη κι’ έθιμα τών εθνικών. Ή παρουσία τών άπεσταλμένων άπό τήν αύτοκρατορική εξουσία Ρωμαίων άξιωματούχων στήν Παλαιστίνη άποτελούσε ενα συνεχές σκάνδαλο γιά τό λαό, επειδή οί ξένοι αύτοί έφερναν άπ’ τήν πατρίδα τους ενα χείμαρρο σωστό άπό είδωλολατρικές συνήθειες, πράξεις λαγνείας κι’ έκλυτο βίο. Στήν Καπερναούμ, οί Ρωμαίοι άξιωματικοί, συνοδευόμενοι άπ’ τίς εύθυμες συντρόφισές τους, πρωτοστατούσαν στίς παρελάσεις καί στούς περιπάτους καί συχνά τό ξεφάντωμα καί οί φωνασκίες τους τάρασσαν τή σιγαλιά τής λίμνης καθώς οί ήδονικές τους βάρκες γλυστρούσαν πάνω στά ήρεμα νερά της. Τά πλήθη περίμεναν νά άκούσουν άπό τόν Ιησού μιά δημόσια επίκριση πού νά καυτηριάζει τή διαγωγή τών εισβολέων αύτών. Μέ τί έκπληξη όμως άκουγαν μάλλον λόγια πού παρουσίαζαν ολόγυμνα τά αισθήματα τής δικής τους καρδιάς! OO 67.2
Όταν μάς άπασχολούν πονηρές σκέψεις πού τίς υποθάλπομε στήν καρδιά, όσο καί κρυφά, ό Ιησούς είπε ότι αύτό άποτελεί ένδειξη πώς ή άμαρτία βασιλεύει άκόμη στήν καρδιά. Ή ψυχή ζει μέσ’ τό μίασμα τής πικρόχολης κακίας, σκλάβα τής παρανομίας. Όποιος τέρπεται μέ τίς άνήθικες σκηνές, όποιος υποθάλπει πονηρές σκέψεις, καί ρίχνει λάγνες ματιές, θά μπορούσε νά άντιληφθε'ι τή φύση τού κακού πού εγκυμονεί μέσ’ τούς κρυφούς θαλάμους τής ψυχής του, άν παρατηρούσε τό μέγεθος τής ντροπής καί τής σπαραξικάρδιας λύπης εκείνου πού έπεσε ήδη στήν άμαρτία. Ή περίοδος τού πειρασμού πού προηγείται άπό τή διάπραξη μιάς σοβαρής άμαρτίας, δέν είναι αύτή καθ’ έαυτή ύπαίτια γιά τήν έμπρακτη εκδήλωση τού κακού. Τό μόνο πού κάνει είναι ότι άναπτύσσει καί γεννά ένα άποκύημα πού μέχρι τότε άδρανούσε κρυμμένο στήν καρδιά. Επειδή ό άνθρωπος “καθώς φρονεί εν τή καρδία αύτού τοιούτος είναι.” “Διότι εκ ταύτης προέρχονται αί εκβάσεις τής ζωής.” (Παρ. 23:7, 4:23). OO 67.3