Loading...
Larger font
Smaller font
Copy
Print
Contents

Η Τελικη Παγκοσμια Συρραξη

 - Contents
  • Results
  • Related
  • Featured
No results found for: "".
  • Weighted Relevancy
  • Content Sequence
  • Relevancy
  • Earliest First
  • Latest First
    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents

    Κεφάλαιο 23 - Τι είναι το Αγιαστήριο

    Η Γραφική διακήρυξη «έως δύο χιλιάδων και τριακοσίων ημερονυκτίων, τότε το αγιαστήριον θέλει καθαρισθή” (Δανιήλ 8:14,) απετέλεσε πάνω από κάθε τι άλλο το στύλο και το εδραίωμα της πίστης των Αντβεντιστών. Το εδάφιο αυτό είχε γίνει πασίγνωστο σε όλους όσους απέβλεπαν στην άμεση επιστροφή του Κυρίου. Χιλιάδες στόματα επαναλάβαιναν την προφητική αυτή περικοπή σαν σύνθημα της πίστης τους. Όλοι περίμεναν πως από τα γεγονότα τα αναφερόμενα στην προφητική εκείνη περίοδο που έληγε το φθινόπωρο του 1844 εξαρτώταν οι λαμπρότερες προσδοκίες τους και οι προσφιλέστερες ελπίδες τους. Οι προφητικές αυτές ημέρες αποδείχθηκε ότι έληγαν το φθινόπωρο του 1844. Μαζί με τον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο, οι Αντβεντιστές νόμιζαν και αυτοί ότι η γή καθολοκληρία ή κατά μέρος, αποτελούσε το αγιαστήριο. Πίστευαν λοιπόν ότι ο καθαρισμός του αγιαστηρίου συμβόλιζε τον καθαρισμό της γής με την εξολοθρευτική φωτιά κατά τη μεγάλη τελική ημέρα, δηλαδή κατά τη δευτέρα παρουσία. Η πεποίθηση αυτή οδήγησε στο συμπέρασμα ότι ο Χριστός θα επέστρεφε στη γή το 1844.TΠ88 489.1

    Αλλά ο προσδιορισμένος καιρός πέρασε και ο Κύριος δεν παρουσιάσθηκε. Οι πιστοί ήξεραν ότι ο λόγος του Θεού δεν μπορεί να σφάλει. Η δική τους ερμηνεία της προφητείας ήταν λαθεμένη. Που έπρεπε όμως να αναζητηθεί το λάθος; Πολλοί έλυσαν το πρόβλημα καταλήγοντας στο βιαστικό συμπέρασμα ότι τα 2300 ημερονύκτια δεν έληγαν το 1844. Το συμπέρασμά τους αυτό δεν στηρίζονταν σε καμία άλλη βάση εκτός από το γεγονός ότι ο Χριστός δεν ήρθε τότε που Τον περίμεναν. Υποστήριζαν ότι αν οι προφητικές ημέρες έληγαν το 1844, ο Χριστός όφειλε να είχε τότε παρουσιασθεί γιά να καθαρίσει τη γή με φωτιά. Αφού όμως δεν ήρθε, έπετο με αυτό ότι η περίοδος των ημερών εκείνων δεν είχε ακόμη λήξει.TΠ88 489.2

    Η αποδοχή ενός τέτοιου συμπεράσματος σήμαινε την απόρριψη όλων των προηγουμένων προφητικών υπολογισμών. Ως αφετηρία των 2300 ημερών είχε αναγνωρισθεί το διάταγμα του Αρταξέρξη γιά την ανοικοδόμηση της Ιερουσαλήμ που τέθηκε σε ισχύ το φθινόπωρο του 457 π.Χ. Ξεκινώντας από αυτό το σημείο, είχαν ανακαλύψει ότι όλα τα γεγονότα τα αναφερόμενα στην εξήγηση της προφητείας τoυ Δανιήλ 9:25-27 είχαν εκπληρωθεί με μαθηματική ακρίβεια. Αν χωρίζονταν εξήντα εννέα εβδομάδες, ή τα πρώτα αντίστοιχα 483 χρόνια από τον συνολικό αριθμό των 2300 χρόνων, τότε θα έπρεπε να φθάσουν στον καιρό του Μεσσία, δηλαδή του « Κεχρισμένου.» Η βάπτιση του Χριστού, το 27 μ.Χ με το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος που Αυτός έλαβε τότε, εκπληρώνει κατά γράμμα τη διευκρίνηση αυτή. Στα μέσα της εβδομηκοστής εβδομάδας ο Μεσσίας, σύμφωνα με την προφητεία, έπρεπε να «εκκοπή.» Τριάμυσι ακριβώς χρόνια μετά το βάπτισμά Του, ο Χριστός υπέστη το σταυρικό θάνατο, την άνοιξη του 31 μ.Χ. Οι εβδομήντα εβδομάδες, ή τα αντίστοιχα 490 χρόνια, αφορούσαν ειδικά τον ιουδαϊκό λαό. Με την εκπνοή της προθεσμίας αυτής, το ιουδαϊκό έθνος σφράγισε την από μέρους του απόρριψη του Χριστού με το διωγμό που διήγειρε εναντίον των οπαδών Του και τότε πιά, το 34 δηλ. μ.Χ., οι απόστολοι στράφηκαν πρός τα έθνη. Αν τα αρχικά αυτά 490 χρόνια αφαιρεθούν από τον ολικό αριθμό των 2300, μένει ένα υπόλοιπο 1810 χρόνων. Λογαριάζοντας από το 34 μ.Χ., τα 1810 χρόνια καταλήγουν στο 1844. « Τότε, » είπε ο άγγελος, «το αγιαστήριον θέλει καθαρισθή.» Όλες λοιπόν οι προηγούμενες λεπτομέρειες της προφητείας είχαν χωρίς αμφιβολία εκπληρωθεί με κάθε ακρίβεια στον καθορισμένο καιρό.TΠ88 490.1

    Όλα συμφωνούσαν απόλυτα με τους υπολογισμούς αυτούς, εκτός από ένα σημείο: ότι κανένα γεγονός που να ανταποκρίνεται στον καθαρισμό του αγιαστηρίoυ δεν συνέβηκε το 1844. Το να αρνηθεί κανείς ότι πράγματικά σ’ αυτή τη χρονολογία κατέληγε η προφητική περίοδος, σήμαινε να φέρει σε πλήρη σύγχυση ολόκληρο το θέμα από μιάς αρχής, και να αγνοήσει όλα τα βασικά στοιχεία που είχαν κατοχυρωθεί με την αναντίρρητη εκπλήρωση της προφητείας.TΠ88 490.2

    Ο Θεός όμως είχε οδηγήσει το λαό Του στο μεγάλο κίνημα του Αντβεντισμού. Εκείνος που με τη δόξα και τη δύναμή Του είχε περιΒάλει το έργο αυτό, δεν θα επέτρεπε ούτε να καταλήξει στο σκότος και στην απογοήτευση, ούτε να στιγματισθεί σαν πλάνη και αποκύημα φανατισμού. Δεν θα εγκατέλειπε το λόγο Του εκτεθειμένο στην αμφιβολία και στην αστάθεια. Μολονότι πολλοί απέρριψαν τότε τους γνωστούς υπολογισμούς των προφητικών περιόδων και ανακήρυξαν ολόκληρο το οικοδόμημα του κινήματος πλανημένο, άλλοι όμως ήταν αποφασισμένοι να μή απαρνηθούν τα σημεία εκείνα της πίστης και της εμπειρίας που είχαν την υποστήριξη τόσο της Γραφής, όσο και της μαρτυρίας του Πνεύματος του Θεού. Βέβαιοι ότι είχαν υιοθετήσει μία υγειά ερμηνευτική μέθοδο γιά τη μελέτη των προφητειών, θεώρησαν καθήκον τους να μείνουν πιστοί στις αλήθειες τις οποίες ήδη είχαν αποκτήσει και να συνεχίσουν να ερευνούν κατά τον ίδιο τρόπο την Αγία Γραφή. Με κατανυκτική προσευχή έκαναν μία αναθεώρηση των βασικών πεποιθήσεών τους και επεδόθηκαν στη μελέτη των Γραφών με σκοπό να ανακαλύψουν το λάθος τους. Μη βρίσκοντας κανένα λάθος στο χρονικό υπολογισμό της προφητείας, τους ήρθε τότε η έμπνευση ότι έπρεπε να στραφούν στην πιό επισταμένη εξέταση του θέματος του αγιαστηρίου.TΠ88 491.1

    Η έρευνά τους αυτή τους απεκάλυψε ότι δεν υπήρχε πουθενά βιβλική εκδοχή που να υποστηρίζει την επικρατούσα κοινή γνώμη ότι το αγιαστήριο συμβολίζει τη γή. Ανακάλυψαν όμως στη Γραφή μία λεπτομερή διασάφηση του θέματος του αγιαστηρίου, της ιδιότητάς του, της τοποθεσίας του και του λειτουργικού του συστήματος. Τόσο σαφής και ευκολονόητη είναι πράγματι η περιγραφή των εμπνευσμένων συγγραφέων, ώστε να μη αφίνει καμία απολύτως αμφιβολία. Ο απόστολος Παύλος στην επιστολή του πρός τους Εβραίους αναφέρει: «Είχε μεν λοιπόν και η πρώτη σκηνή διατάξεις λατρείας, και το άγιον το κοσμικόν • διότι κατεσκευάσθη σκηνή η πρώτη, εις την οποίαν ήτο και η λυχνία, και η τράπεζα, και η πρόθεσις των άρτων, ήτις λέγεται Άγια. Μετά δε το δεύτερον καταπέτασμα ήτο σκηνή η λεγομένη άγια αγίων, έχουσα χρυσούν θυμιατήριον, και την κιβωτόν της διαθήκης πανταχόθεν περικεκαλυμμένην με χρυσίον, εν η ήτο στάμνος χρυσή έχουσα το μάννα, και η ράβδος του Ααρών η βλαστήσασα, και οι πλάκες της διαθήκης υπεράνω δε αυτής ήσαν χερουβείμ δόξης κατασκιάζοντα το ιλαστήριον.» (Εβραίους 9:1-5.)TΠ88 491.2

    Το αγιαστήριο, όπως το περιγράφει εδώ ο Παύλος, είναι εκείνο που κατασκεύασε ο Μωϋσής σύμφωνα με την εντολή του Θεού, γιά να είναι το επίγειο κατοικητήριο του Υψίστου. «Ας κάμωσιν εις Εμέ αγιαστήριον διά να κατοικώ εν μέσω αυτών.» (Έξοδος 25:8.) Αυτή την εντολή έλαβε ο Μωϋσής όταν βρίσκονταν επάνω στο όρος Σινά μαζί με το Θεό. Επειδή οι Εβραίοι οδοιπορούσαν στην έρημο, το αγιαστήριο είχε κατασκευασθεί με τρόπο που να επιτρέπει τη μεταφορά του από το ένα μέρος στο άλλο. Αλλά ήταν ένα αφάνταστα μεγαλόπρεπο κατασκεύασμα. Τα τοιχώματά του, αποτελούμενα από κατακόρυφες σανίδες πλούσια επιχρυσωμένες, στηρίζονταν πάνω σε βάσεις αργυρές, ενώ η οροφή σχηματίζονταν από διπλά παραπετάσματα τα εξωτερικά αποτελούσαν το πρώτο κάλυμμα, καμωμένο από δέρματα ζώων, τα εσωτερικά από υφαντό λινό, με έντεχνη εργασία αγγελικών παραστάσεων. Εκτός από την εξωτερική αυλή όπου ήταν τοποθετημένο το θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος, το καθαυτό αγιαστήριο αποτελείτο από δύο διαμερίσματα: τα άγια και τα άγια των αγίων, χωρισμένα μεταξύ τους με ένα ωραίο πλουσιοπάροχο παραπέτασμα. Ένα παρόμοιο καταπέτασμα έκλεινε την είσοδο του πρώτου διαμερίσματος.TΠ88 492.1

    Στο χώρο των αγίων, στο δυτικό μέρος, βρίσκονταν η επτάφωτη λυχνία που φώτιζε το αγιαστήριο νύχτα-μέρα. Στο βόρειο μέρος ήταν τοποθετημένη «η τράπεζα των άρτων της προθέσεως,» και μπροστά στο καταπέτασμα που χώριζε τα άγια από τα άγια των αγίων, βρίσκονταν ο βωμός του θυμιάματος ή «το χρυσούν θυμιατήριον,» από όπου ένα ευωδιαστό σύννεφο, ανάμικτο με τις προσευχές του λαού Ισραήλ, καθημερινά ανέβαινε στην παρουσία του Θεού.TΠ88 492.2

    Μέσα στα άγια των αγίων βρίσκονταν τοποθετημένη η κιβωτός, ένα κιβώτιο καμωμένο από πολύτιμο ξύλο, πλουσιοπάροχα καλυμμένο με χρυσάφι που περιείχε τις δύο λίθινες πλάκες πάνω στις οποίες ο Θεός είχε χαράξει τις εντολές του Δεκαλόγου. Πάνω από την κιβωτό ήταν τοποθετημένο το ιλαστήριο, σχηματίζοντας το κάλυμμά της ένα αριστούργημα τέχνης που απέληγε σε δύο χερουβείμ, ένα στην κάθε πλευρά, το σύνολο κατασκευασμένο από ατόφιο χρυσάφι. Σ’ αυτό το διαμέρισμα, ανάμεσα από τα χερουβείμ, έκανε την εμφάνισή της η θεϊκή παρουσία μέσα σ’ ένα σύννεφο δόξας.TΠ88 493.1

    Μετά την εγκατάσταση των Εβραίων στη γή Χαναάν, το αγιαστήριο αντικατέστησε ο ναός του Σολομώντα. Ένα μόνιμο τώρα οικοδόμημα, έπιανε σαν συγκρότημα μεγαλύτερη έκταση, ο καθαυτού όμως ναός ακολουθούσε τις ίδιες αρχικές διαστάσεις και έφερε την ίδια ακριβώς επίπλωση. Σ’ αυτή τη μορφή υφίστατο πάντοτε το αγιαστήριο—εκτός από τον καιρό της ερήμωσής του στην εποχή του Δανιήλ—μέχρι την τελική καταστροφή του από τους Ρωμαίους το 70 μ.Χ.TΠ88 493.2

    Αυτό είναι το μοναδικό αγιαστήριο που υπήρξε ποτέ πάνω στη γή, σύμφωνα με τις πληροφορίες της Αγίας Γραφής. Αυτό είναι που ο Παύλος αποκαλεί το αγιαστήριο της πρώτης (Παλαιάς) διαθήκης. Αλλά, γεννάται το ερώτημα: η νέα διαθήκη δεν έχει αγιαστήριο;TΠ88 493.3

    Γυρίζοντας πάλι στην επιστολή πρός Εβραίους, οι ερευνητές εκείνοι της αλήθειας ανακάλυψαν ότι μέσα στα ίδια αυτά λόγια του αποστόλου Παύλου εξυπακούετο η ύπαρξη ενός δευτέρου αγιαστηρίου, ή του αγιαστηρίου της καινής διαθήκης: «Είχε μεν λοιπόν και η πρώτη σκηνή διατάξεις λατρείας και το άγιον το κοσμικόν.» Η λέξη «και» υπονοεί ότι ο Παύλος είχε προτήτερα αναφέρει γιά την ύπαρξη ενός άλλου αγιαστηρίου. Επιστρέφοντας στην αρχή του προηγουμένου κεφαλαίου, διάβασαν τα ακόλουθα: « Κεφάλαιον δε των λεγομένων είναι τούτο: Τοιούτον έχομεν αρχιερέα, όστις εκάθισεν εν δεξιά του θρόνου της μεγαλωσύνης εν τοις ουρανοίς, λειτουργός των αγίων, και της σκηνής της αληθινής, την οποίαν κατεσκεύασεν ο Κύριος, και ουχί άνθρωπος.» (Εβραίους 8:1-2.)TΠ88 493.4

    Η περιγραφή αυτή αφορά το αγιαστήριο της πρώτης διαθήκης. Εκείνο που κατασκεύασε ο Μωϋσής, ήταν χειροποίητο, ενώ αυτό εδώ έχει θεϊκή κατασκευή και όχι ανθρώπινη. Σ’ εκείνο το αγιαστήριο ιερουργούσαν γήϊνοι ιερείς. Σε τούτο λειτουργεί ο Χριστός, ο μεγάλος αρχιερέας μας, στα δεξιά ταυ Πατέρα. Το ένα αγιαστήριο ήταν επίγειο, το άλλο είναι επουράνιο.TΠ88 495.1

    Βλέπομε ακόμη ότι το αγιαστήριο το κατασκευασμένο από το Μωϋσή ακολουθούσε ένα ορισμένο σχέδιο. Ο Κύριος του είχε δώσει οδηγίες: «Κατά πάντα όσα Εγώ δεικνύω πρός σε, κατά το παράδειγμα της σκηνής, και κατά το παράδειγμα πάντων των σκευών αυτής, ούτω θέλετε κάμει.» (Έξοδος 25:9.) Και πάλιν του εφιστά την προσοχή: «Πρόσεχε να κάμης κατά τον τύπον αυτών τον δειχθέντα εις σε επί του όρους.» (Έξοδος 25:40.) Γι’ αυτό και ο Παύλος αναφέρει ότι το πρώτο εκείνο αγιαστήριο « ήτο τύπος εις τον τότε παρόντα καιρόν καθ’ όν προσεφέροντο δώρα και θυσίαι,” ότι τα άγια ήσαν «οι τύποι των επουρανίων,” ότι οι ιερείς οι οποίοι σύμφωνα με το νόμο πρόσφεραν τα δώρα, «λειτουργούσιν εις υπόδειγμα και σκιάν των επουρανίων,” και ότι ο Χριστός «δεν εισήλθεν εις χειροποίητα άγια, αντίτυπα των αληθινών, αλλ’ εις αυτόν τον ουρανόν δια να εμφανισθή τώρα ενώπιον του Θεού υπέρ ημών.» (Εβραίους 9:9, 23, 8:5, 9:24.)TΠ88 495.2

    Το ουράνιο αγιαστήριο, όπου ο Χριστός ιερουργεί γιά μας, απετέλεσε το μεγάλο πρότυπο γιά το αγιαστήριο το οποίο κατασκεύασε ο Μωϋσής και το οποίο ήταν το αντίγραφο. Ο Θεός χορήγησε το Πνεύμα Του στους οικοδόμους του επιγείου αγιαστηρίου. Η καλλιτεχνική ευφυΐα, όπως επιδεικνύονταν στο κατασκεύασμα εκείνο, ήταν μία ένδειξη θεϊκής σοφίας. Τα τoχώματα, αντανακλώντας πρός κάθε κατεύθυνση το φώς της επτάφωτης λυχνίας, έδιναν την εντύπωση ότι ήταν καμωμένα από ατόφιο χρυσάφι. Το τραπέζι των άρτων και το θυσιαστήριο του θυμιάματος αστραφτοκοπούσαν και αυτά σαν στιλβωμένο χρυσάφι. Τα φανταχτερά καταπετάσματα της οροφής, καλοδουλεμένα με αγγελικές παραστάσεις σε γαλάζιες, άλικες και πορφυρές αποχρώσεις, πρόσθεταν στη φαντασμαγορία της σκηνής. Και πίσω από το δεύτερο παραπέτασμα του ναού, βρίσκονταν το άγιο ιλαστήριο, η ορατή εκδήλωση της δόξας του Θεού, όπου κανείς άλλος εκτός από τον αρχιερέα δεν μπορούσε να μπεί και να παραμείνει ζωντανός.TΠ88 495.3

    Η ασύγκριτη λαμπρότητα του επιγείου αγιαστηρίου αντανακλούσε στα μάτια των ανθρώπων ανταύγειες του ουρανίου αγιαστηρίου όπου ο Χριστός, ο πρόδρομός μας, ιερουργούσε μπροστά στο θρόνο του Θεού. Το πραγματικό κατοικητήριο του «Βασιλέως των βασιλέων όπου χίλιαι χιλιάδες υπηρετούν Αυτόν και μύριαι μυριάδες ίσταντο ενώπιον Αυτού (Δανιήλ 7:10,) ο ναός εκείνος ο γεμάτος με τη δόξα του αιωνίου θρόνου, όπου τα σεραφείμ, οι περίλαμπροι φρουροί του, ενώ προσκυνούν καλύπτουν τα πρόσωπά τους, αυτός ο ναός ήταν αδύνατο να αποδοθεί όπως ακριβώς είναι, έστω και σ’ αυτό ακόμη το μεγαλοπρεπέστερο οικοδόμημα που ανθρώπινα χέρια κατασκεύασαν ποτέ. Αυτό δεν ήταν παρά μία αμυδρή μόνο αντανάκλαση της απεραντωσύνης και της δόξας του. Μολαταύτα σπουδαίες αλήθειες σχετιζόμενες με το ουράνιο αγιαστήριο καθώς και το σημαντικό έργο που επιτελείτο σ’ αυτό γιά τη σωτηρία του ανθρώπου, διδάσκονταν μέσο του επιγείου αγιαστηρίου και της λειτουργίας του.TΠ88 496.1

    Τα ιερά διαμερίσματα του ουρανίου αγιαστηρίου αντιστοιχούν στα δύο διαμερίσματα του επιγείου αγιαστηρίου. Όταν σε οπτασία ο Ιωάννης είχε το προνόμοιο να ρίξει μία ματιά στον ουράνιο ναό του Θεού, αναφέρει ότι του παρουσιάσθηκαν εκεί, «επτά λαμπάδες πυρός καιόμεναι έμπροσθεν του θρόνου.» Εμφανίσθηκε επίσης ένας άγγελος «κρατών θυμιατήριον χρυσούν και εδόθησαν εις αυτόν θυμιάματα πολλά, διά να προσφέρη με τας προσευχάς πάντων των αγίων επί το θυσιαστήριον το χρυσούν το ενώπιον του θρόνου.» (Αποκάλυψη 8:3.) Το μέρος που επετράπηκε στον Ιωάννη να αντικρύσει ήταν το πρώτο διαμέρισμα του ουρανίου αγιαστηρίου. Εκεί είδε « τας επτά λαμπάδας πυρός » και « το χρυσούν θυσιαστήριον» που αντιστοιχούν στην επτάφωτη λυχνία και στο θυσιαστήριο του θυμιάματος του γήινου αγιαστηρίου. Πάλι λέγει ότι «ηνοίχθη ο ναός του Θεού εν τω ουρανώ» (Αποκάλυψη 11:19) και τότε κύτταξε πέρα από το διαχωριστικό καταπέτασμα, δηλαδή μέσα σ’ αυτά τα άγια των αγίων. Αυτό που αντίκρυσε τώρα ήταν «η κιβωτός της διαθήκης Αυτού,» απεικονίζοντας εκείνη που είχε κατασκευάσει ο Μωϋσής γιά να περιέχει το νόμο του Θεού.TΠ88 496.2

    Έτσι γιά τους ερευνητές του θέματος η μελέτη απέδωσε αδιάσειστα στοιχεία σχετικά με την ύπαρξη ενός αγιαστηρίου στον ουρανό. Ο Μωϋσής κατασκεύασε το αγιαστήριο σύμφωνα με τον τύπο που του είχε υποδειχθεί. Ο Παύλος διδάσκει ότι ο τύπος ήταν αυτό το πραγματικό αγιαστήριο του ουρανού και ο Ιωάννης διαπιστώνει ότι αυτό ακριβώς αντίκρυσε στον ουρανό.TΠ88 497.1

    Σ’ αυτό λοιπόν το ουράνιο αγιαστήριο, το κατοικητήριο του Θεού, ο θρόνος Του έχει θεμελειωθεί πάνω στη δικαιοσύνη και στην κρίση. Στα άγια των αγίων υπάρχει ο νόμος Του, ο μεγάλος κανόνας του δικαίου, βάση του οποίου ολόκληρη η ανθρωπότητα διαδικάζεται. Μπροστά σ’ αυτή την κιβωτό, όπου φυλάγονται οι πλάκες του Δεκαλόγου, σκεπασμένες με το Ιλαστήριο, ο Χριστός ικετεύει, παρουσιάζοντας το αίμα Του χάρη των αμαρτωλών. Έτσι παριστάνεται η συνένωση της δικαιοσύνης και της ευσπλαχνίας στο σχέδιο της απολύτρωσης του ανθρώπου. Μία τέτοια συνένωση μόνο η άπειρη σοφία μπορούσε να την επινοηθεί και μόνο η απεριόριστη δύναμη μπορούσε να την πραγματοποιήσει. Γεμίζει ολόκληρο τον ουρανό με θαυμασμό και λατρεία. Στο επίγειο αγιαστήριο, τα χερουβείμ που ευλαβικά υποκλίνονται μπροστά στο ιλαστήριο, υποδηλουν το ενδιαφέρον που τρέφει η ουράνια στρατιά γιά το απολυτρωτικό έργο. Αυτό είναι το μυστήριο της ευσπλαχνίας «εν τω οποίω οι άγγελοι επιθυμούν να παρακύψωσι»: ότι δηλαδή ο Θεός αποδείχνεται δίκαιος, δικαιώνοντας συνάμα το μετανοούντα αμαρτωλό και επανασυνδέοντας τις σχέσεις Του με την αμαρτωλή φυλή • ότι ο Χριστός ταπεινώθηκε προκειμένου να ανασύρει από το βάραθρο της καταστρεπτικής αβύσσου τα πλήθη εκείνα τα αμέτρητα γιά να τα ντύσει με το άσπιλο ένδυμα της δικαιοσύνης Του, ώστε να αποκατασταθούν στη συντροφιά των αναμαρτήτων αγγέλων και να απολαύσουν την αιωνιότητα στην παρουσία του Θεού.TΠ88 497.2

    Το μεσιτικό έργο του Χριστού απεικονίζει ο Ζαχαρίας στην ωραία εκείνη προφητεία όπου αναφέρεται σ’ Εκείνον «του οποίου το όνομα είναι Βλαστός.» Λέγει ο προφήτης: «Αυτός θέλει οικοδομήσει τον ναόν του Κυρίου και Αυτός θέλει λάβει την δόξαν, και θέλει καθήσει και διοικήσει επί του θρόνου Αυτού [του Πατρός ] και θέλει είσθαι ιερεύς επί του θρόνου Αυτού και βουλή ειρήνης θέλει είσθαι μεταξύ των δύο Τούτων.» (Ζαχαρίας 6:12, 13.)TΠ88 498.1

    «Θέλει οικοδομήσει οίκον εις τον Κύριον.» Με το εξιλαστικό και το μεσιτικό Του έργο, ο Χριστός καθίσταται τόσο το θεμέλιο όσο και ο οικοδόμος της εκκλησίας του Θεού. Ο απόστολος Παύλος Τον αποκαλεί « ακρογωνιαίον λίθον εν τω οποίω πάσα η οικοδομή συναρμολογουμένη αυξάνεται εις ναόν άγιον εν Κυρίω » και συνεχίζει: «εν τω οποίω και σείς συνοικοδομείσθε εις κατοικητήριον του Θεού δια του Πνεύματος.» (Εφεσίους 2:20-22.)TΠ88 498.2

    «Θέλει λάβει την δόξαν.» Στο Χριστό ανήκει η δόξα γιά την απολύτρωση της αμαρτωλής φυλής. Στους ατελεύτητους αιώνες το ασμα των λυτρωμένων θα είναι: «Εις τον αγαπήσαντα ημάς και λούσαντα ημάς από των αμαρτιών ημών με το αίμα Αυτού ... εις Αυτόν είη η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων.» (Αποκάλυψη 1:5, 6.)TΠ88 498.3

    «Θέλει καθήσει και βασιλεύσει επί του θρόνου Αυτού και θέλει είσθαι ιερεύς επί του θρόνου Αυτού.» Ο Χριστός δεν κάθεται τώρα «επί του θρόνου της δόξης Αυτού.» Η βασιλεία της δόξας δεν έχει ακόμη φθάσει. Μόνον όταν τελειώσει το μεσιτικό Του έργο, «θέλει δώσει εις Αυτόν Κύριος ο Θεός τον θρόνον Δαβίδ του Πατρός Αυτού,» μία βασιλεία της οποίας «δεν θέλει είσθαι τέλος.» (Λουκά 1:32, 33.) Σαν ιερέας, ο Χριστός συμμερίζεται τώρα το θρόνο του Πατέρα. (Αποκάλυψη 3:21.) Πάνω στον ίδιο θρόνο με τον αιώνιο, αυθύπαρκτο Θεό, κάθεται Εκείνος ο οποίος « τας ασθενείας ημών εβάστασε και τας θλίψεις ημών επεφορτίσθη.» (Ησαΐας 53:4.) Εκείνος ο οποίος πειράσθηκε «κατά πάντα καθ’ ομοιότητα ημών, χωρίς αμαρτίας,” (Εβραίους 4:15,) ώστε να «δύναται να βοηθήση τους πειραζομένους.» (Εβραίους 2:18.) Εάν λοιπόν «τις αμαρτήση, έχομεν Παράκλητον πρός τον Πατέρα.» (Α’ Ιωάννη 2:1) Η μεσιτεία Τoυ γιά βάση της έχει το θρυμματισμένο σώμα, την άψογη ζωή. Τα πληγωμένα χέρια, το κεντημένο πλευρό, τα τρυπημένα πόδια συνηγορούν γιά λογαριασμό του αμαρτωλού του οποίου ο λυτρωμός με τέτοια μία ανυπολόγιστη τιμή έχει εξαγορασθεί.TΠ88 498.4

    « Και συμβούλιον ειρήνης θέλει είσθαι μεταξύ των δύο Τούτων.» Η αγάπη του Πατέρα, το ίδιο όπως και η αγάπη του Υιού, είναι η πηγή της λυτρωτικής δύναμης γιά τη χαμένη φυλή. Πρίν να αναληφθεί ο Χριστός, είπε στους μαθητές Του: «Δεν σας λέγω ότι Εγώ θέλω παρακαλέσει τον Πατέρα περί υμών διότι Αυτός ο Πατήρ σας αγαπά.» (Ιωάννη 16:26-27.) « Ο Θεός ήτο εν τω Χριστώ διαλάσσων τον κόσμον πρός Εαυτόν.» (Β’ Κορινθίους 5:19.) Και κατά την εξάσκηση της διακονίας Του στο επουράνιο αγιαστήριο «συμβούλιον ειρήνης θέλει είσθαι μεταξύ των δύο Τούτων.» «Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν Αυτού τον μονογενή, διά να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις Αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον.» (Ιωάννη 3:16.)TΠ88 499.1

    Στην ερώτηση «Τι είναι το αγιαστήριο;” την απάντηση χορηγούν με σαφήνεια οι Άγιες Γραφές. Ο ορισμός « αγιαστήριο » όπως αναφέρεται στη Βίβλο, αποδίδεται πρώτα στη σκηνή του μαρτυρίου που κατασκεύασε ο Μωϋσής σαν «τύπο των επουρανίων,” και κατόπιν σ’ αυτή τη «σκηνή την αληθινή” στον ουρανό όπου απέβλεπε το τελετουργικό σύστημα του επιγείου αγιαστηρίου. Με το θάνατο του Χριστού, το τελετουργικό εκείνο σύστημα έληξε. Γιά την Καινή Διαθήκη το αγιαστήριο αποτελεί τώρα «η σκηνή η αληθινή” στον ουρανό. Και αφού η προφητεία του Δανιήλ 8:14 καταλήγει στα χρονολογικά πλαίσια της νέας οικονομίας, τότε το αγιαστήριο γιά το οποίο γίνεται λόγος, πρέπει να είναι το αγιαστήριο της Καινής Διαθήκης. Όταν οι 2300 ημέρες έληξαν το 1844, την εποχή εκείνη το επίγειο αγιαστήριο δεν υφίστατο από πολλούς ήδη αιώνες. ‘Ωστε η προφητεία «εως δύο χιλιάδων και τριακοσίων ημερονυκτίων τότε το αγιαστήριoν θέλει καθαρισθή,» εννοεί χωρίς καμία αμφιβολία, το επουράνιο αγιαστήριο.TΠ88 499.2

    Αλλά εδώ γεννάται το σπουδαιότερο ερώτημα: Τι εννοείται με τον καθαρισμό του αγιαστηρίου; Το ότι μία ιδιαίτερη ιεροτελεστία απαιτείτο γιά τον καθαρισμό του επιγείου αγιαστηρίου, το αναφέρει η Παλαιά Διαθήκη. Μπορεί όμως να υπάρχει τίποτε στον ουρανό που να απαιτεί καθάρισμα; Στο έννατο κεφάλαιο της επιστολής πρός Εβραίους γίνεται λόγος γιά τον καθαρισμό τόσο του επουρανίου όσο και του επιγείου αγιαστηρίου. «Σχεδόν με αίμα καθαρίζονται πάντα κατά τον νόμον, και χωρίς χύσεως αίματος δεν γίνεται άφεσις. Ανάγκη λοιπόν ήτο οι μεν τύποι των επουρανίων να καθαρίζωνται δια τούτων [δηλαδή του αίματος των ζώων ] αυτά όμως τα επουράνια με θυσίας ανωτέρας παρά ταύτας.» (Εβραίους 9:23-24,) μάλιστα με το πολύτιμο αίμα του Χριστού.TΠ88 500.1

    Ο καθαρισμός, τόσο κατά την τυπική όσο και κατά την πραγματική λατρεία, επιτελείται με αίμα—με το αίμα των ζώων γιά την πρώτη, με το αίμα του Χριστού γιά τη δεύτερη. Ο απόστολος Παύλος εξηγεί το λόγο γιά τον οποίο το αίμα είναι απαραίτητο γιά τον καθαρισμό. «Χωρίς χύσεως αίματος δεν γίνεται άφεσις.» Το επιτελούμενο έργο σκοπό έχει την άφεση ή εξάληψη της αμαρτίας. Πως όμως εξηγείται η παρουσία της αμαρτίας μέσα στο αγιαστήριο, ουράνιο ή επίγειο; Και πάλι την απάντηση θα βρούμε αν ανατρέξομε στη συμβολική υπηρεσία, επειδή οι επίγειοι ιερείς «λειτουργoύσιν εις υπόδειγμα και σκιάν των επουρανίων.» (Εβραίους 8:5.)TΠ88 500.2

    Το τελετουργικό σύστημα του επιγείου αγιαστηρίου είχε δύο φάσεις: οι ιερείς λειτουργούσαν στα άγια, καθημερινά ενώ ο αρχιερέας, μία φορά το χρόνο, στα άγια των αγίων, επιτελούσε ένα ιδιαίτερο έργο εξιλασμού γιά τον καθαρισμό του αγιαστηρίου. Μέρα με τη μέρα ο κάθε μεταμελούμενος αμαρτωλός παρουσίαζε τη θυσία του στην είσοδο του αγιαστηρίου και, τοποθετώντας τα χέρια του στο κεφάλι του θύματος, εξομολογείτο τις αμαρτίες του. Έτσι μεταφέρονταν συμβολικά οι αμαρτίες από αυτόν τον ίδιο στο αθώο θύμα. Τότε το ζώο σφάζονταν. «Χωρίς χύσεως αίματος,» λέγει ο απόστολος, «δεν γίνεται άφεσις.» «Η ζωή της σαρκός είναι εν τω αίματι.» (Λευϊτικό 17:11.) Ο παραβιασμένος νόμος του Θεού απαιτούσε τη ζωή του παραβάτη. Το αίμα, συμβολίζοντας τη ζωή του αμαρτωλού του οποίου την ενοχή έφερε τώρα το θύμα, μεταφέρετο από τον ιερέα μέσα στα άγια. Εκεί ραντίζονταν πάνω στο καταπέτασμα, πίσω από το οποίο βρίσκονταν η κιβωτός που περιείχε τον παραβιασμένο από τον αμαρτωλό νόμο. Με την τελετή αυτή, η αμαρτία συμβολικά μεταφέρετο με το αίμα μέσα στο αγιαστήριο. Σε ορισμένες περιπτώσεις το αίμα δεν φέρονταν μέσα στα άγια διαμερίσματα. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις όμως το κρέας έπρεπε να φαγωθεί από τους ιερείς, σύμφωνα με την εντολή του Μωϋσή στους γιούς του Ααρών: «Έδωκεν αυτό εις εσάς ο Κύριος διά να σηκώνητε την ανομίαν της συναγωγής.» (Λευϊτικό 10:17.) Και οι δύο αυτές τελετές το ίδιο πράγμα συμβόλιζαν: τη μεταβίβαση της αμαρτίας από τον αμαρτωλό στο αγιαστήριο.TΠ88 500.3

    Αυτό το έργο συνεχίζετο μέρα με την ημέρα, ολόκληρο το χρόνο. Οι αμαρτίες του λαού Ισραήλ μεταφέρονταν έτσι στο αγιαστήριο και μία ειδική υπηρεσία απαιτείτο γιά την εξάληψή τους. Ο Θεός είχε διατάξει τον ιδιαίτερο καθαρισμό γιά το καθένα από τα δύο ιερά διαμερίσματα. «Θέλει κάμει εξιλέωσιν υπέρ του αγιαστηρίου, διά τας ακαθαρσίας των υιών Ισραήλ, και διά τας παραβάσεις αυτών καθ’ όλας αυτών τας αμαρτίας και ούτω θέλει κάμει περί της σκηνής του μαρτυρίου, ήτις κατοικεί μεταξύ αυτών εν τω μέσω της ακαθαρσίας αυτών.» Άλλον ένα εξιλασμό έπρεπε να κάνει και γιά το θυσιαστήριο γιά να «καθαρίσει αυτό και αγιάσει αυτό από πάντων των ακαθαρσιών των υιών Ισραήλ.» (Λευϊτικό 16:16,19.)TΠ88 501.1

    Μία φόρα το χρόνο, τη μεγάλη Ημέρα του Εξιλασμού, ο αρχιερέας έμπαινε στα άγια των αγίων γιά να επιτελέσει τον καθαρισμό του αγιαστηρίου. Μ’ αυτό το έργο συμπληρώνονταν ο ετήσιος κύκλος των ιεροτελεστιών. Την Ημέρα εκείνη του Εξιλασμού, δύο τράγοι φέρονταν στην είσοδο του αγιαστηρίου. Έρριχναν τότε πάνω τους κλήρους, «ένα κλήρον διά τον Κύριον και ένα κλήρον διά τον τράγον τον απολυτέον.» (Λευϊτικό 16:8.) Ο τράγος που έφερε τον κλήρο του Κυρίου έπρεπε να σφαγεί γιά «προσφορά περί αμαρτίας του λαού.» Το αίμα του έπρεπε να φέρει ο αρχιερέας στο εσωτερικό του καταπετάσματος και να ραντίσει με αυτό απανωτά και μπροστά στο ιλαστήριο. Με το αίμα έπρεπε επίσης να ραντισθεί και το θυσιαστήριο του θυμιάματος, έξω από το καταπέτασμα.TΠ88 501.2

    «Και θέλει επιθέσει ο Ααρών τας δύο χείρας αυτού επί την κεφαλήν του τράγου του ζώντος, και θέλει εξομολογηθή επ’ αυτού πάσας τας ανομίας των υιών Ισραήλ, και πάσας τας παραβάσεις αυτών καθ’ όλας αυτών τας αμαρτίας και θέλει επιθέσει αυτάς επί την κεφαλήν του τράγου • και θέλει αποστείλει αυτόν, δια χειρός διωρισμένου ανθρώπου εις την έρημον. Και θέλει βαστάσει ο τράγος εφ’ εαυτού πάσας τας ανομίας αυτών εις γήν ακατοίκητον και θέλει απολύσει τον τράγον εις την έρημον.» (Αευϊτικό 16:21-22.) Ο αποδιοπομπαίος τράγος δεν ξαναγύριζε πιά στο στρατόπεδο του Ισραήλ. Και ο άνθρωπος που είχε επιφορτισθεί με την απομάκρυνσή του όφειλε να πλυθεί ο ίδιος και να πλύνει και τα ρούχα του πρίν επιστρέψει στο στρατόπεδο.TΠ88 502.1

    Ολόκληρη αυτή η ιεροτελεστία απέβλεπε στο να εντυπωσιάσει τους Ισραηλίτες παριστάνοντας τον άγιο χαρακτήρα του Θεού και την αποστροφή Του γιά την αμαρτία. Απέβλεπε ακόμη στο να τους αποδείξει ότι δεν ήταν δυνατό να έρθουν σε επαφή με την αμαρτία χωρίς να μολυνθούν από αυτή. ‘Οσο διαρκούσε η τελετή εκείνη του εξιλασμού, ο καθένας ήταν υποχρεωμένος να ταπεινώσει την ψυχή του. Κάθε εργασία σταματούσε και ολόκληρη η σύναξη του λαού όφειλαν να περάσουν την ημέρα βαθειά ταπεινωμένοι στην παρουσία του Θεού, με προσευχή, με νηστεία και με εξονυχιστικό αυτοέλεγχο.TΠ88 502.2

    Σπουδαίες αλήθειες αναφορικά με το θέμα του εξιλασμού δίδασκε η τυπική ιερουργία. Τη θέση του αμαρτωλού, έπαιρνε ένας αντικαταστάτης. Το αίμα όμως του θύματος δεν μπορούσε να εξαλείψει την αμαρτία. Αυτό ήταν ένα μέσο γιά να μεταφερθεί η αμαρτία στο αγιαστήριο. Παρουσιάζοντας το αίμα του θύματος, ο αμαρτωλός αναγνώριζε το κύρος του νόμου, εξομολογείτο την ενοχή της παράβασής του και φανέρωνε την επιθυμία του να αποκτήσει συγχώρηση με πίστη που εξέφραζε στον αναμενόμενο Λυτρωτή. Αλλά και τότε ακόμη δεν μπορούσε να θεωρηθεί οριστικά απαλλαγμένος από την καταδίκη του νόμου. Την Ημέρα του Εξιλασμού, ο αρχιερέας, αφού δέχονταν τη θυσία της προσφοράς του λαού, εισέρχονταν φέροντας το αίμα της προσφοράς αυτής στα άγια των αγίων εκεί ράντιζε το αίμα επάνω στο ιλαστήριο, κατευθεία πάνω από το νόμο, γιά να παράσχει την ικανοποίηση των αξιώσεών του. Κατόπιν με τη μεσιτική του ιδιότητα, ο αρχιερέας φορτίζονταν τις αμαρτίες επάνω του και τις μετέφερε έξω από το αγιαστήριο. Τοποθετώντας τότε τα χέρια του στο κεφάλι του τράγου του απολυτέου, εξομολογείτο πάνω σ’ αυτόν όλες εκείνες τις αμαρτίες και τις μετέφερε συμβολικά από τον εαυτό του στον τράγο. Τέλος ο τράγος τις έπαιρνε μαζί του στην έρημο και η απομάκρυνσή τους από το λαό θεωρείτο οριστική.TΠ88 502.3

    Αυτή ήταν η υπηρεσία που επι τελείτο κατ’ «υπόδειγμα και σκιάν των επουρανίων.» Και όλα όσα τυπικά επι τελούνταν κατά την ιερουργία του επιγείου αγιαστηρίου, εκτελούνταν στην πραγματικότητα κατά την υπηρεσία του ουρανίου αγιαστηρίου. Μετά την ανάληψή Του, ο Σωτήρας μας ανέλαβε τα ιερατικά Του καθήκοντα. Αυτό λέγει ο Παύλος: «Ο Χριστός δεν εισήλθεν εις χειροποίητα άγια, αντίτυπα των αληθινών, αλλ’ εις αυτόν τον ουρανόν διά να εμφανισθή τώρα ενώπιον του Θεού υπέρ ημών.» (Εβραίους 9:24.)TΠ88 503.1

    Η καθημερινή υπηρεσία των ιερέων, όπως εξακολουθούσε ολόκληρο το χρόνο στο πρώτο διαμέρισμα του αγιαστηρίου, «ένδον του καταπετάσματος» το οποίο χρησίμευε σαν είσοδος και χώριζε τα άγια από την εξωτερική αυλή, αντιστοιχεί με το ιερατικό έργο του Χριστού μετά την ανάληψή Του. Έργο του ιερέα στην καθημερινή αυτή ιερουργία ήταν να παρουσιάσει ενώπιον του Θεού το αίμα της «περί αμαρτίας προσφοράς,» καθώς και το θυμίαμα που υψώνονταν μαζί με τις προσευχές του λαού του Ισραήλ. Κατά τον ίδιο τρόπο ο Χριστός παρουσίαζε την αξία του αίματός Του μπροστά στον Πατέρα χάρη των αμαρτωλών • παρουσίαζε επίσης ανάμικτες με την πολύτιμη ευωδιά της δικαιοσύνης Του και τις προσευχές των μετανοούντων πιστών. Αυτή είναι λοιπόν η λειτουργία του πρώτου διαμερίσματος στο αγιαστήριο του ουρανού.TΠ88 503.2

    Εκεί μέσα ακολούθησαν με τα μάτια της πίστης το Χριστό οι μαθητές Του όταν Τον έχασαν από τα φυσικά τους μάτια. Εκεί συγκεντρώθηκαν όλες οι ελπίδες τους • όπως εκφράζεται ο Παύλος γιά την « προκειμένην ελπίδα την οποίαν έχομεν ως άγκυραν της ψυχής ασφαλή τε και βεβαίαν και εισερχομένην εις το εσωτερικόν του καταπετάσματος όπου ο Ιησούς εισήλθεν υπέρ ημών πρόδρομος, γενόμενος αρχιερεύς εις τον αιώνα.» «Ουδέ δι αίματος τράγων και μόσχων, αλλά δια του ιδίου Αυτού αίματος εισήλθεν άπαξ εις τα άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν.» (Εβραίους 6:19-20, 9:12.)TΠ88 504.1

    Δέκα οκτώ αιώνες ο Χριστός έκαμε το ιερατικό αυτό έργο στο πρώτο διαμέρισμα του αγιαστηρίου. Παρουσιάζοντας το αίμα Του χάρη των μετανοούντων αμαρτωλών, εξασφάλιζε γι’ αυτούς την άφεση και την αποδοχή τους από τον Πατέρα. Οι αμαρτίες τους όμως εξακολουθούσαν να παραμένουν στα κατάστιχα του ουρανού. Όπως ο ετήσιος κύκλος της τυπικής ιεροτελεστίας συμπληρώνονταν με την τελετή του εξιλασμού, το ίδιο και πρίν λήξει το απολυτρωτικό έργο του Χριστού γιά τον άνθρωπο, υπολείπεται ένα εξιλαστικό έργο γιά την απομάκρυνση των αμαρτιών από το αγιαστήριο. Το έργο αυτό άρχισε όταν έληξαν οι 2300 ημέρες. Την εποχή εκείνη, σύμφωνα με την προφητεία του Δανιήλ, ο Αρχιερέας μας εισήλθε στα άγια των αγίων γιά να επιτελέσει την τελική φάση της θεϊκής αποστολής Του, τον καθαρισμό του αγιαστηρίου.TΠ88 504.2

    Όπως στην παλιά εποχή οι αμαρτίες του λαού μεταβιβάζονταν μέσο της πίστης επάνω στο θύμα και κατόπιν με το αίμα του θύματος συμβολικά μεταφέρονταν στο επίγειο αγιαστήριο, έτσι και στην εποχή της νέας διαθήκης, οι αμαρτίες των μετανοούντων αμαρτωλών με την πίστη μεταβιβάζονται στο Χριστό και πραγματικά μεταφέρονται στο ουράνιο αγιαστήριο. Και όπως ο τυπικός καθαρισμός του επιγείου αγιαστηρίου επιτελείτο με την απομάκρυνση των αμαρτιών που το μόλυναν, το ίδιο και ο πραγματικός καθαρισμός του επουρανίου αγιαστηρίου πρέπει να επιτελεσθεί με την απομάκρυνση ή εξάληψη των αμαρτιών που βρίσκονται καταχωρημένες εκεί. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει παρά αφού προηγηθεί η εξέταση των καταχωρητικών βιβλίων ωστε να αποδειχθεί ποιοί είναι εκείνοι που με τη μεταμέλεια γιά την αμαρτία και με την πίστη στο Χριστό δικαιούνται να απολαύσουν τα προνόμια της απολυτρωτικής θυσίας Του. Έπεται με αυτό ότι ο καθαρισμός του αγιαστηρίου συνεπάγεται μία ανάκριση, μία δικαστική διαδικασία. Το έργο αυτό μεσολαβεί πρίν από την επιστροφή του Χριστού στη γή γιά την απολύτρωση του λαού Του, αφού όταν ο Κύριος έρχεται φέρνει μαζί Του το μισθό Του γιά να αποδώσει στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του. (Αποκάλυψη 22:12.)TΠ88 504.3

    Έτσι, αυτοί που ακολούθησαν το φώς του προφητικού λόγου, κατάλαβαν ότι αντί να επιστρέψει στη γή το 1844 στο τέλος των 2300 ημερών, ο Χριστός εισήλθε τότε στα άγια των αγίων του ουρανίου αγιαστηρίου γιά να αναλάβει την τελική φάση του εξιλαστικού έργου που προηγείται από την παρουσία Του.TΠ88 505.1

    Κατάλαβαν επίσης ότι ενώ η θυσία της αμαρτίας απεικόνιζε τη θυσία του Χριστού, και ο αρχιερέας αντιπροσώπευε σαν μεσολαβητής το Χριστό, ο αποδιοπομπαίος τράγος συμβόλιζε το Σατανά, τον εισηγητή της αμαρτίας που τελικά θα επιφορτισθεί με τις αμαρτίες όλων των ειλικρινά μετανοούντων πιστών. Όταν, χάρη στο αίμα του θύματος, ο αρχιερέας εξάλειφε τις αμαρτίες από το αγιαστήριο, τις τοποθετούσε τότε επάνω στον τράγο τον απολυτέο. Και ο Χριστός, όταν με την αξία του αίματός Του, εξαλείψει τις αμαρτίες του λαού Του από το ουράνιο αγιαστήριο στο τέλος της ιερατικής διακονίας Του, θα τις τοποθετήσει επάνω στο Σατανά. Εκτελώντας τη δικαστική απόφαση αυτός οφείλει να υποστεί την τελεσίδικη ποινή που του υποβάλλεται. Ο αποδιοπομπαίος τράγος στέλλονταν μακρυά σε ακατοίκητη γή γιά να μή μπορέσει να επιστρέψει ποτέ πιά στη σύναξη του λαού του Ισραήλ. Το ίδιο και ο Σατανάς θα εξαφανισθεί γιά πάντα από την παρουσία του Θεού και του λαού Του και, κατά την τελική καταστροφή της αμαρτίας και των αμαρτωλών, η εξόντωσή του θα είναι οριστική.TΠ88 505.2

    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents