Loading...
Larger font
Smaller font
Copy
Print
Contents

Πράξεις των Αποστόλων

 - Contents
  • Results
  • Related
  • Featured
No results found for: "".
  • Weighted Relevancy
  • Content Sequence
  • Relevancy
  • Earliest First
  • Latest First
    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents

    ΚΕΦΆΛΑΙΟ 4—Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ

    (Βασίζεται στις Πράξεις 2:1-39.)ΠΑ 24.1

    Καθώς επέστρεφαν οι μαθητές από το Όρος των Ελαιών στα Ιεροσόλυμα, οι άνθρωποι τους έβλεπαν περιμένοντας να διακρίνουν στα πρόσωπά τους έκφραση λύπης, σύγχυσης και ήττας. Αλλά το μόνο που διέκριναν σ’ αυτά ήταν χαρά και θρίαμβος. Οι μαθητές δεν θρηνούσαν τώρα για τις διαψευσμένες τους ελπίδες. Είχαν δει τον αναστημένο Σωτήρα και τα λόγια της υπόσχεσής Του αντηχούσαν συνεχώς στα αυτιά τους την ώρα του αποχωρισμού.ΠΑ 24.2

    Υπακούοντας στην εντολή του Χριστού, περίμεναν στην Ιερουσαλήμ την υπόσχεση του Πατέρα, την επιφοίτηση του Πνεύματος. Αλλά δεν περίμεναν αδρανείς. Όπως είναι καταχωρημένο, «ήσαν δια παντός εν τω ιερώ, αινούντες και ευλογούντες τον Θεόν.» (Λουκ. 24:53.) Συγκεντρώνονταν επίσης όλοι μαζί για να παρουσιάσουν τα αιτήματά τους στον Πατέρα στο όνομα του Ιησού. Ήξεραν τώρα ότι είχαν έναν Αντιπρόσωπο στον Ουρανό, έναν Υπερασπιστή μπροστά στο θρόνο του Θεού. Με βαθειά κατάνυξη έσκυβαν για να προσευχηθούν, επαναλαμβάνοντας τη διαβεβαίωση: «Όσα αν αιτήσητε παρά του Πατρός εν τω ονόματί Μου, θέλει σας δώσει. Έως τώρα δεν ητήσατε ουδέν εν τω ονόματί Μου αιτείτε και θέλετε λαμβάνει δια να ήναι πλήρης η χαρά σας.» (Ιωάν. 16:23-24.) Σήκωναν όλο και ψηλότερα τα χέρια της πίστης με το πανίσχυρο επιχείρημα, «Χριστός ο αποθανών, μάλλον δε και αναστάς, όστις και είναι εν δεξιά του Θεού, όστις και μεσιτεύει υπέρ ημών.» (Ρωμ. 8:34.)ΠΑ 24.3

    Ενώ περίμεναν οι μαθητές την εκπλήρωση της υπόσχεσης, ταπείνωναν τις καρδιές τους με πραγματική μετάνοια, εξομολογώντας την έλλειψη της πίστης τους. Φέρνοντας στη μνήμη τους τα λόγια που τους είχε πει ο Χριστός πριν από το θάνατό Του, καταλάβαιναν τώρα βαθύτερα το νόημά τους. Αλήθειες που τους είχαν διαφύγει επανέρχονταν στη σκέψη τους και τις επαναλάμβαναν τότε ο ένας στον άλλον. Ελέγχονταν για την αποτυχία τους να κατανοήσουν το Σωτήρα. Η μία μετά την άλλη οι σκηνές της θαυμαστής ζωής Του παρέλαυναν μπροστά τους. Ενώ αναλογίζονταν την αγνή, άσπιλη ζωή Του, ένοιωθαν ότι κανένας κόπος δεν θα ήταν ασήκωτος, καμία θυσία αβάσταχτη, φθάνει να μπορούσαν μόνο να αντικατοπτρίζουν στη ζωή τους τον αξιαγάπητο χαρακτήρα του Χριστού. Σκέπτονταν: «Ώ, αν μπορούσαμε μόνο να ξαναζήσουμε τα τρία τελευταία χρόνια, πόσο διαφορετικά θα φέρομασταν». Αν μπορούσαν μόνο να ξαναδούν τον Κύριό τους, με τι προθυμία θα αγωνίζονταν να Του δείξουν πόσο βαθειά Τον αγαπούσαν και πόσο ειλικρινά θλίβονταν γιατί τον λύπησαν με ένα λόγο ή με μία πράξη απιστίας! Τους παρηγορούσε όμως η σκέψη ότι είχαν συγχωρεθεί. Και πήραν την απόφαση να εξιλεωθούν κατά το δυνατό για την απιστία τους μιλώντας τώραμε θάρρος για Αυτόνστον κόσμο.ΠΑ 24.4

    Με μεγάλο ζήλο οι μαθητές προσεύχονταν να μπορέσουν να συναντήσουν τους κατάλληλους ανθρώπους και μέσω της καθημερινής επικοινωνίας τους να οδηγήσουν τους αμαρτωλούς στο Χριστό. Αφήνοντας κατά μέρος όλες τους τις διαφορές και κάθε επιθυμία για υπεροχή, πλησίαζαν ο ένας τον άλλο με πνεύμα χριστιανικής συναδελφοσύνης. Έλκονταν διαρκώς πλησιέστερα στο Θεό και με αυτό συναισθάνονταν πόσο σπουδαίο προνόμιο τους είχε χορηγηθεί με το να τους επιτραπεί να βρεθούν τόσο κοντά με το Χριστό. Θλίψη γέμιζε τις καρδιές τους καθώς αναλογίζονταν πόσες φορές Τον είχαν λυπήσει με τη βραδύτητά τους για κατανόηση, με την αποτυχία τους να καταλάβουν τα μαθήματα που προσπαθούσε να τους διδάξει για το καλό τους.ΠΑ 25.1

    Οι μέρες αυτές της προετοιμασίας ήταν μέρες βαθειάς ενδοσκόπησης. Συναισθανόμενοι την πνευματική τους ένδεια, οι μαθητές έκραζαν στον Κύριο για το άγιο χάρισμα που τους καθιστούσε κατάλληλους για το ψυχοσωτήριο έργο τους. Δεν ζητούσαν την ευλογία απλώς για τον εαυτό τους. Τους πίεζε το βάρος της σωτηρίας των ψυχών. Αναγνώριζαν ότι το Ευαγγέλιο έπρεπε να διαδοθεί στον κόσμο και ζητούσαν τη δύναμη που ο Χριστός τους είχε υποσχεθεί.ΠΑ 25.2

    Στην εποχή των πατριαρχών, η επιρροή του Αγίου Πνεύματος είχε συχνά εκδηλωθεί με αξιόλογο τρόπο, ποτέ όμως στην πληρότητά της. Πειθήνιοι τώρα στο λόγο του Σωτήρα, οι μαθητές παρουσίαζαν τις ικεσίες τους για το δώρο αυτό, ενώ στον ουρανό ο Χριστός πρόσθετε τη συνηγορία Του. Ζητούσε τη δωρεά του Πνεύματος για να μπορέσει να τη μεταδώσει στο λαό Του.ΠΑ 26.1

    «Και ότε ήλθεν η ημέρα της Πεντηκοστής, ήσαν άπαντες ομοθυμαδόν εν τω αυτώ τόπω. Και εξαίφνης έγινεν ήχος εκ του ουρανού ως ανέμου βιαίως φερομένου, και εγέμισεν όλον τον οίκον όπου ήσαν καθήμενοι.»ΠΑ 26.2

    Το Πνεύμα ήρθε στους αναμένοντες και προσευχόμενους μαθητές με τέτοια πληρότητα που άγγιξε όλες τις καρδιές. Η Άπειρη Θεότητα αποκαλύφθηκε με δύναμη στην εκκλησία Της. Φαίνονταν σαν η μεγάλη αυτή επιρροή να είχε κατακρατηθεί για ολόκληρους αιώνες και πως τώρα ο Ουρανός χαιρόταν που ήταν σε θέση να εκχέει στην εκκλησία τους θησαυρούς της χάρης του Πνεύματος. Κάτω από την επήρεια αυτή του Πνεύματος, τα λόγια της μετάνοιας και της εξομολόγησης έσμιγαν με τους ύμνους και τις δοξολογίες για τις αμαρτίες που είχαν συγχωρηθεί. Ακούονταν λόγια ευχαριστήρια και λόγια προφητικά. Ολόκληρος οΟυρανός έσκυβε για να παρατηρήσει και να εκθειάσει τη σοφία της απαράμιλλης και ασύλληπτης αυτής αγάπης. Συνεπαρμένοι από θαυμασμό, οι απόστολοι έκραζαν: «Αυτή είναι η αγάπη.» Άδραξαν την προσφερόμενη δωρεά. Και ποιό ήταν το αποτέλεσμα; Η μάχαιρα του Πνεύματος, φρεσκοακονισμένη με τη δύναμη και αστραποβολώντας από φώς του Ουρανού, άνοιγε το δρόμο της ανάμεσα στην απιστία. Χιλιάδες προσηλυτίσθηκαν μέσα σε μία μέρα.ΠΑ 26.3

    «Συμφέρει εις εσάς να απέλθω Εγώ,» είχε πει στους μαθητές Του ο Χριστός. «Διότι εάν δεν απέλθω, ο Παρά κλητός δεν θέλει ελθεί προ εσάς αλλ’ αφού απέλθω, θέλω πέμψει Αυτόν πρός εσάς.» «Όταν δε έλθη Εκείνος, το Πνεύμα της αλήθειας, θέλει σας οδηγήσει εις πάσαν την αλήθειαν διότι δεν θέλει λαλήσει αφ’ Εαυτού, αλλ’ όσα αν ακούση θέλει λαλήσει και θέλει σας αναγγείλει τα μέλλοντα.» (Ιωάν. 16:7, 13.)ΠΑ 26.4

    Η ανάληψη του Χριστού στον Ουρανό ήταν το σύνθημα ότι οι οπαδοί Του θα λάμβαναν την υποσχόμενη ευλογία. Αυτή έπρεπε να περιμένουν πριν αναλάβουν το έργο τους. Όταν πέρασε από τις ουράνιες πύλες ο Χριστός, κάθισε στο θρόνο Του περιβαλλόμενος από τη λατρεία των αγγέλων. Μόλις συμπληρώθηκε η τελετή αυτή, το Άγιο Πνεύμα κατέβηκε με ορμητικά ρεύματα επάνω στους μαθητές. Τότε πράγματι ο Χριστός δοξάσθηκε με τη δόξα την οποία είχεπάντα από τον Πατέρα. Η έκχυση του Πνεύματος την ημέρα της Πεντηκοστής ήταν η κοινοποίηση του Ουρανού ότι η ενθρόνιση του Λυτρωτή είχε πραγματοποιηθεί. Σύμφωνα με την υπόσχεσή Του έστελνε τώρα το Άγιο Πνεύμα από τον Ουρανό στους οπαδούς Του σε ένδειξη ότι σαν ιερέας και βασιλιάς είχε λάβει την πλήρη εξουσία στον ουρανό όπως και στη Γη, γινόμενος ο Κεχρισμένος του λαού Του.ΠΑ 27.1

    «Και εφάνησαν εις αυτούς διαμεριζόμεναι γλώσσαι ως πυρός, και εκάθισεν επί ένα έκαστον αυτών. Και επλήσθησαν άπαντες Πνεύματος Αγίου, και ήρχισαν να λαλώσι ξένας γλώσσας, καθώς το Πνεύμα έδιδεν εις αυτούς να λαλώσιν.» Το Άγιο Πνεύμα με τη μορφή πύρινων γλωσσών, στάθηκε επάνω στον καθένα από τους συγκεντρωμένους. Αυτό ήταν το σύμβολο της δωρεάς που χορηγήθηκε τότε στους μαθητές η οποία τους κατέστησε ικανούς να μιλούν με ευφράδεια άγνωστες γι’ αυτούς μέχρι τότε γλώσσες. Η παρουσία της φωτιάς συμβόλιζε τον ένθερμο ζήλο με τον οποίο θα εργάζονταν οι απόστολοι, καθώς και τη δύναμη που θα συνόδευε το έργο τους.ΠΑ 27.2

    «Ήσαν δε κατοικούντες εν Ιερουσαλήμ, Ιουδαίοι άνδρες ευλαβείς από παντός έθνους των υπό τον ουρανόν.» Με τη διασπορά οι Ιουδαίοι είχαν διασκορπισθεί σε όλα σχεδόν τα μέρη της οικουμένης και ενώ ζούσαν στα μέρη αυτά της εξορίας τους, είχαν μάθει να μιλούν διάφορες γλώσσες. Πολλοί από αυτούς τους Ιουδαίους βρίσκονταν τότε στα Ιεροσόλυμα με την ευκαιρία των θρησκευτικών τελετών που μεσολαβούσαν και στις οποίες ήρθαν να πάρουν μέρος. Όλες οι γνωστές γλώσσες αντιπροσωπεύονταν από τους παρευρισκομένους. Αυτές οι γλωσσικές διαφορές μπορούσαν να παρουσιάσουν σοβαρό εμπόδιο στο κήρυγμα του Ευαγγελίου. Γι’ αυτό ο Θεός κατά τρόπο θαυματουργικό συμπλήρωσε την έλλειψη των αποστόλων. Το Άγιο Πνεύμα έκανε για αυτούς ότι εκείνοι δεν θα μπορούσαν να κάνουν μόνοι τους στο διάστημα μιας ολόκληρης ζωής. Ήταν τώρα σε θέση να εξαγγείλουν τις αλήθειες του Ευαγγελίου έξω από την πατρίδα τους, μιλώντας με ακρίβεια τις γλώσσες εκείνων για τους οποίους εργάζονταν. Αυτό το θαυματουργικό χάρισμα αποτελούσε ισχυρή μαρτυρία για τον κόσμο ότι η αποστολή τους έφερε τη σφραγίδα του Ουρανού. Απ’ εδώ και στο εξής, η γλώσσα των αποστόλων ήταν σαφής, απλή και ακριβής, άσχετα αν χρησιμοποιούσαν τη μητρική τους ή κάποια ξένη γλώσσα.ΠΑ 27.3

    «Και καθώς έγινε η φωνή αύτη, συνήλθε το πλήθος και συνεταράχθη διότι ήκουον αυτούς είς έκαστος λαλούντας με την ιδίαν αυτού διάλεκτον. Εξεπλήττοντο δε πάντες και εθαύμαζον, λέγοντες πρός αλλήλους, Ιδού, πάντες ούτοι οι λαλούντες δεν είναι Γαλιλαίοι; Και πως ημείς ακούομεν έκαστος εν τη ιδία ημών διαλέκτω εν η εγεννήθημεν;»ΠΑ 28.1

    Οι ιερείς και οι γραμματείς είχαν πολύ εξοργισθεί από τη θαυμάσια αυτή αποκάλυψη, αλλά δεν τολμούσαν να φανερώσουν την κακία τους, φοβούμενοι ότι αυτό θα τους εξέθετε στη βία του λαού. Αυτοί είχαν θανατώσει το Ναζωραίο. Όμως οι δούλοι Του, αγράμματοι Γαλιλαίοι, διατυμπάνιζαν σε όλες τις καθομιλούμενες γλώσσες το ιστορικό της ζωής και του έργου Του. Οι ιερείς, αποφασισμένοι να αποδώσουν τη θαυματουργική δύναμη των αποστόλων σε κάποια φυσιολογική αιτία, δήλωσαν ότι οι άνθρωποι αυτοί ήταν μεθυσμένοι από τηνυπερκατανάλωση καινούργιουκρασιού, που προετοιμάστηκε για τη γιορτή. Μερικοί από τους παρόντες, οι πιο ανίδεοι από αυτούς, δέχθηκαν την εξή γηση αυτή ως αληθινή. Άλλοιόμως, πιο έξυπνοι, ήξεραν ότι αυτό ήταν ψέμα, ενώ εκείνοι πάλι που καταλάβαιναν τις διάφορες γλώσσες πιστοποιούσαν ότι οι απόστολοι τις μιλούσαν άπταιστα.ΠΑ 28.2

    Απαντώντας στις κατηγορίες των ιερέων, ο Πέτρος απέδειξε ότι η εκδήλωση αυτή ήταν η κατά πάντα σύμφωνη εκπλήρωση της προφητείας του Ιωήλ.Στην προφητείααυτή προλέγονταν ότι μία τέτοια δύναμη θα έρχονταν στους ανθρώπους προκειμένου να τους καταστήσει ικανούς για ένα ιδιαίτερο έργο. «Άνδρες Ιουδαίοι και πάντες οι κατοικούντες την Ιερουσαλήμ,» τους είπε, «τούτο ας ήναι γνωστόν εις εσάς και ακούσατε τους λόγους μου. Διότι ούτοι δεν είναι μεθυσμένοι, καθώς εσείς νομίζετεδιότι είναι τρίτη ώρα της ημέρας. Αλλά τούτο είναι το ρηθέν δια του προφήτου Ιωήλ«Και εν ταις εσχάταις ημέραις, λέγει ο Θεός, θέλω εκχέει από του Πνεύματός Μου επί πάσαν σάρκακαι θέλουσι προφητεύσει οι υιοί σας και αι θυγατέρες σας, και οι νεανίσκοι σας θέλουσιν ιδεί οράσεις, και οι πρεσβύτεροί σας θέλουσιν ενυπνιασθεί ενύπνια. Και επί τους δούλους Μου και επί τας δούλας Μου εν ταις ημέραις εκείναις θέλω εκχέει από του Πνεύματός Μου και θέλουσι προφητεύσει.»ΠΑ 29.1

    Με σαφήνεια και δυναμικότητα ο Πέτρος αναφέρθηκε στο θάνατο και στην ανάσταση του Χριστού: «Άνδρες Ισραηλίται, ακούσατε τους λόγους τούτουςτον Ιησούν τον Ναζωραίον, άνδρα αποδεδειγμένον πρός εσάς από του Θεού δια θαυμάτων και τεραστίων και σημείων τα οποία ο Θεός έκαμε δι’ Αυτού εν μέσω υμών, καθώς και σείς εξεύρετε, Τούτον λαβόντες... δια χειρών ανόμων σταυρώσαντες εθανατώσατετον οποίον ο Θεός ανέστησε, λύσας τας ωδίνας του θανάτου, διότι δεν ήτο δυνατόν να κρατήται υπ’ αυτού.»ΠΑ 29.2

    Ο Πέτρος δεν επικαλέστηκε τη διδασκαλία του Χριστού για να υποστηρίξει τη σταθερότητα της στάσης τους, επειδή ήξερε ότι η προκατάληψη των ακροατών ήταν τόσο μεγάλη που τα λόγια του δεν θα έφερναν κανένα αποτέλεσμα. Αντ’αυτού τους μίλησε για το Δαβίδ τον οποίο οι Ιουδαίοι θεωρούσαν ένα από τους πατριάρχες του έθνους τους. Και τους δήλωσε ότι «ο Δαβίδ λέγει περί Αυτού, «Έβλεπον τον Κύριον ενώπιον μου διαπαντός, διότι είναι εκ δεξιών μου, δια να μη σαλευθώ. Δια τούτο ευφράνθη η καρδία μου και ηγαλλίασεν η γλώσσα μουέτι δε και η σαρξ μου θέλει αναπαυθή επ’ ελπίδι. Διότι δεν θέλεις εγκαταλείψει την ψυχήν μου εν τω άδη, ουδέ θέλεις αφήσει τον όσιόν σου να ίδη διαφθοράν. . .ΠΑ 29.3

    «Άνδρες αδελφοί, δύναμαι να σας είπω μετά παρρησίας περί του πατριάρχου Δαβίδ ότι και ετελεύτησε και ετάφη, και το μνήμα αυτού είναι παρ’ ημίν μέχρι της ημέρας ταύτης.. . . ελάλησε περί της αναστάσεως του Χριστού ότι δεν εγκαταλήφθη η ψυχή Αυτού εν τω άδη, ουδέ η σάρξ Αυτού είδε διαφθοράν. Τούτον τον Ιησούν ανέστησεν ο Θεός, του οποίου πάντες ημείς είμεθα μάρτυρες.»ΠΑ 30.1

    Η σκηνή αυτή παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Παρατηρήστε τους ανθρώπους να έρχονται από κάθε κατεύθυνση για να ακούσουν τη μαρτυρία των μαθητών για τον Ιησού. Συνωστίζονται, γεμίζουν το ναό. Ιερείς και αρχηγοί του λαού βρίσκονται εκεί, με την κακία ακόμη ζωγραφισμένη στο πρόσωπο, τις καρδιές ακόμη γεμάτες από το ριζωμένο μίσος κατά του Χριστού, τα χέρια ακόμη κηλιδωμένα με το χυμένο αίμα του Λυτρωτή του κόσμου που είχαν σταυρώσει. Νόμισαν ότι θα εύρισκαν τους αποστόλους τρομοκρατημένους από το φόβο που εμπνέει το σιδερένιο χέρι της καταπίεσης και του εγκλήματος. Αντ’ αυτού όμως τους βρίσκουν απαλλαγμένους από κάθε φόβο και γεμάτους από το Πνεύμα το Άγιο να κηρύττουν με δύναμη τη θεότητα του Ιησού του Ναζωραίου. Τους ακούν να κάνουν την τολμηρή δήλωση ότι Εκείνος που τόσο πρόσφατα είχε ταπεινωθεί, περιπαιχθεί, ραπισθεί και σταυρωθεί από κακούργα χέρια, είναι ο Άρχοντας της ζωής που έχει τώρα ανυψωθεί στα δεξιά του Θεού.ΠΑ 30.2

    Μερικοί από αυτούς που άκουγαν τους αποστόλους είχαν πάρει ενεργό μέρος στην καταδίκη και στο θάνατο του Χριστού. Είχαν ενώσει τις φωνές τους με το συρφετό ζητώντας και αυτοί τη σταύρωσή Του. Όταν ο Ιησούς και ο Βαραββάς έστεκαν μπροστά τους στο πραιτόριο και ο Πιλάτος ρώτησε: «Τίνα θέλετε να σας απολύσω;» εκείνοι κραύγασαν: «Μη τούτον, αλλά τον Βαραββάν.» (Ματθ. 27:17, Ιωάν. 18:40.) Όταν ο Πιλάτος τους παρέδιδε το Χριστό λέγοντας: «Λάβετε Αυτόν σείς και σταυρώσατεδιότι εγώ δεν ευρίσκω εν Αυτώ έγκλημα.» «Αθώος είμαι από του αίματος του δικαίου τούτου, » εκείνοι φώναξαν: «Το αίμα Αυτού ας είναι εφ’ ημάς και επί τα τέκνα ημών.» (Ιωάν. 19:6, Ματθ. 27:24, 25.)ΠΑ 30.3

    Τώρα ακούν τους αποστόλους να λένε ότι Εκείνος που σταυρώθηκε ήταν ο Υιός του Θεού. Ιερείς και ηγήτορες του λαού έτρεμαν. Τα πλήθη τελούσαν κάτω από απόλυτη βεβαιότητα και αγωνία. «Ήλθεν εις κατάνυξιν η καρδία αυτών και είπον πρός τον Πέτρον και τους λοιπούς αποστόλους, «Τι πρέπει να κάμωμεν, άνδρες αδελφοί». Ανάμεσα σε αυτούς που άκουγαν τους αποστόλους υπήρχαν αφοσιωμένοι Ιουδαίοι οι οποίοι ήταν ειλικρινείς σ’ αυτά που πίστευαν. Η δύναμη που συνόδευε τα λόγια του ομιλητή τους έπεισε ότι ο Ιησούς ήταν πραγματικά ο Μεσσίας.ΠΑ 31.1

    «Και ο Πέτρος είπε προς αυτούς, Μετανοήσατε και ας βαπτισθή έκαστος υμών εις το όνομα του Ιησού Χριστού, εις άφεσιν αμαρτιώνκαι θέλετε λάβει την δωρεάν του Αγίου Πνεύματος. Διότι πρός εσάς είναι η επαγγελία και πρός τα τέκνα σας, και πρός πάντας τους εις μακράν, όσους αν προσκαλέση Κύριος ο Θεός ημών.»ΠΑ 31.2

    Ο Πέτρος τόνισε στους μεταπεισθέντες ανθρώπους το γεγονός ότι είχαν απορρίψει το Χριστό επειδή είχαν εξαπατηθεί από τους ιερείς και τους αρχηγούς τους. Επίσης ότι αν εξακολουθούσαν να αποβλέπουν σ’ αυτούς για καθοδήγηση και περίμεναν πρώτοι οι αρχηγοί να αναγνωρίσουν το Χριστό πριν τολμήσουν να Τον αναγνωρίσουν οι ίδιοι, τότε δεν θα Τον δέχονταν ποτέ. Οι ισχυροί εκείνοι άνθρωποι αν και παρουσιάζονταν με μορφή ευσεβείας, φιλοδοξούσαν για γήινα πλούτη και δόξα. Δεν ήθελαν να έρθουν στο Χριστό για να δεχθούν το φώς.ΠΑ 31.3

    Κάτω από την επίδραση της θεϊκής αυτής διαφώτισης, τα γραφικά περιεχόμενα που ο Χριστός είχε εξηγήσει στους μαθητές παρουσιάζονταν μπροστά τους με τη λαμπρότητα της καταφανής αλήθειας. Το πέπλο που τους εμπόδιζε να διακρίνουν καθαρά όσα είχαν καταργηθεί, είχε τώρα αποσυρθεί και μπόρεσαν να καταλάβουν με απόλυτη σαφήνεια το σκοπό της αποστολής Του και τη φύση της βασιλείας Του. Μπορούσαν να μιλούν δυναμικά για το Σωτήρα. Και καθώς παρουσίαζαν το σχέδιο της σωτηρίας στους ακροατές τους, πολλοί έβλεπαν την ενοχή τους και μεταπείθονταν. Οι ενσταλαγμένες από τους ιερείς παραδόσεις και προκαταλήψεις σβήνονταν από τη μνήμη τους και οι διδαχές του Χριστού γίνονταν αποδεκτές.ΠΑ 31.4

    «Εκείνοι λοιπόν μετά χαράς δεχθέντες τον λόγον αυτού, εβαπτίσθησαν και προσετέθησαν εν εκείνη τη ημέρα έως τρείς χιλιάδες ψυχαί.»ΠΑ 32.1

    Οι Ιουδαίοι αρχηγοί υπολόγιζαν ότι με το θάνατο του Χριστού το έργο Του θα έπαιρνε τέλος. Αντί γι’ αυτό όμως, παρέστησαν ως μάρτυρες των θαυμάσιων σκηνών της ημέρας της Πεντηκοστής. Άκουγαν τους αποστόλους, ενισχυμένους με άγνωστη μέχρι τότε δύναμη και ενεργητικότητα, να κηρύττουν το Χριστό με λόγια που συνοδεύονταν από σημεία και θαύματα. Στην Ιερουσαλήμ, το ισχυρό προπύργιο του Ιουδαϊσμού, χιλιάδες ομολογούσαν φανερά την πίστη τους στον Ιησού το Ναζωραίο σαν Μεσσία.ΠΑ 32.2

    Οι μαθητές θαύμαζαν και ήταν γεμάτοι χαρά για τη μεγάλη συγκομιδή των ψυχών. Δεν θεωρούσαν το θαυμάσιο αυτό θερισμό αποτέλεσμα των δικών τους προσπαθειών, αλλά ανεγνώριζαν ότι συμμετείχαν στους κόπους διαφόρων άλλων ατόμων. Από την πτώση του Αδάμ κι έπειτα ο Χριστός είχε αναθέσει σε εκλεκτούς δούλους Του τηνσπορά του λόγου Του στις ανθρώπινες καρδιές. Κατά την επίγεια ζωή Του, είχε ο ίδιος σπείρει το σπόρο της αλήθειας και τον είχε ποτίσει με το αίμα Του. Οι θρησκευτικές μεταβολές την ημέρα της Πεντηκοστής δεν ήταν παρά το αποτέλεσμα εκείνης της σποράς, ο θερισμός του έργου του Χριστού και απεκάλυπταν τη δύναμη της διδασκαλίας Του.ΠΑ 32.3

    Μόνα τους τα επιχειρήματα των αποστόλων, όσο σαφή και πειστικά να ήταν, δεν θα μπορούσαν να απομακρύνουν την προκατάληψη που είχε μέχρι τότε εναντιωθεί σε τόσο μεγάλες αποδείξεις. Αλλά το Άγιο Πνεύμα καθοδηγούσε με τη θεϊκή Του δύναμη τα επιχειρήματα στις καρδιές των ανθρώπων. Τα λόγια των αποστόλων ήταν σαν αιχμηρά βέλη του Παντοδυνάμου, πείθοντας τους ανθρώπους για το τρομερό βάρος της ενοχής τους επειδή απέρριψαν και σταύρωσαν τον Αρχηγό της δόξας.ΠΑ 32.4

    Ενώ εκπαιδεύονταν από το Χριστό, οι μαθητές μπόρεσαν να αναγνωρίσουν την ανάγκη που είχαν από το Πνεύμα. Και με τη διδασκαλία του Πνεύματος, αποκτούσαν πλέοντο τελειωτικό εφόδιο και αναλάμβαναν το ισόβιο έργο τους. Δεν ήταν πια αμαθείς και ακαλλιέργητοι. Δεν αποτελούσαν πια μία συλλογή από ανεξάρτητες μονάδες ή από ασύμφωνα, αλληλοσυγκρουόμενα στοιχεία. Δεν στήριζαν πια τις ελπίδες τους πάνω στα μεγαλεία του κόσμου. Όλοι τους δρούσαν «ομοθυμαδόν,» «η καρδία και η ψυχή ήτο μία.» (Πράξ. 2:46, 4:32.) Ο Χριστός απασχολούσε όλη τους τη σκέψη. Η επέκταση της βασιλείας Του αποτελούσε το μοναδικό τους σκοπό. Τόσο στο νου όσο και στο χαρακτήρα είχαν εξομοιωθεί με τον Κύριό τους και οι άνθρωποι «ανεγνώριζον αυτούς ότι ήσαν μετά του Ιησού.» (Πράξ. 4:13.)ΠΑ 33.1

    Η Πεντηκοστή τους έφερε τη διαφώτιση από τον Ουρανό. Οι αλήθειες που δεν μπορούσαν να κατανοήσουν ενόσω ο Χριστός ήταν μαζί τους, τότε τους αποκαλύφθηκαν. Δέχτηκαν τις διδασκαλίες του Αγίου Λόγου με τέτοια πίστη και βεβαιότητα που ποτέ δεν είχαν γνωρίσει μέχρι τότε. Για αυτούς δεν αποτελούσε πια ζήτημα πίστης ότι ο Χριστός ήταν ο Υιός του Θεού. Ήξεραν ότι αν και είχε περιβληθεί με τον μανδύατης ανθρωπότητας, Αυτός ήταν πράγματι ο Μεσσίας. Αυτή την εμπειρίαδιηγούνταν στον κόσμο με πειστικότητα που συνοδεύονταν από τη βεβαιότητα ότι ο Θεός ήταν μαζί τους.ΠΑ 33.2

    Μπορούσαν να αναφέρουν με βεβαιότητα το όνομα του Χριστού. Δεν ήταν μήπως Αυτός ο Φίλος τους και ο Πρεσβύτερός τους Αδελφός; Είχαν φερθεί σε στενή επαφή με το Χριστό και βρίσκονταν μαζί Του «εν τοις επουρανίοις.» Με τι φλογερή γλώσσα περιέβαλλαν τις αντιλήψεις τους όταν έκαναν μνεία γι’ Αυτόν κατά τη μαρτυρία τους! Οι καρδιές τους ξεχείλιζαν από μία τόσο μεγάλη, τόσο βαθειά και τόσο ακατάσχετη φιλανθρωπία που τους ανάγκασε να φθάσουν μέχρι τα πέρατα της Γής, πιστοποιώντας τη δύναμη του Χριστού. Κατέχονταν από τη διακαή επιθυμία να συνεχίσουν το έργο που Εκείνος είχε αρχίσει. Ανεγνώριζαν το μεγάλο τους χρέος έναντι του Ουρανού, καθώς και την ευθύνη που συνεπάγονταν το έργο τους. Ενισχυμένη με τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος, προχωρούσαν γεμάτοι ζήλο για να διαδώσουν τους θριάμβους του σταυρού. Το Πνεύμα συνεχώς αναζωογονούταν και μιλούσε μέσω αυτών. Η γαλήνη του Χριστού καθρεφτίζονταν στα πρόσωπά τους. Είχαν καθιερώσει τη ζωή τους στην υπηρεσία Του και τα χαρακτηριστικά τους φανέρωναν την παραχώρηση που είχαν κάνει.ΠΑ 33.3

    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents