ΚΕΦΆΛΑΙΟ 39—Η ΔΙΚΗ ΤΗΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ
(Βασίζεται στις Πράξεις κεφ. 24.)ΠΑ 370.1
Πέντε ημέρες μετά την άφιξη του Παύλου στην Καισάρεια κατέφθασαν οι κατήγοροί του από τα Ιεροσόλυμα, συνοδευόμενοι από κάποιον Τέρτυλλο, ένα ρήτορα που τον είχαν προσλάβει για συμβουλάτορα. Η εκδίκαση της υπόθεσης έγινε αμέσως. Ο Παύλος φέρθηκε μπροστά στη συνέλευση και ο Τέρτυλλος «ήρχισε να κατηγορή» αυτόν. Κρίνοντας ότι η κολακεία θα ασκούσε μεγαλύτερη επιρροή στο Ρωμαίο διοικητή από την απλή αναφορά της αλήθειας και της δικαιοσύνης, ο πονηρός ρήτορας άρχισε την αγόρευσή του παινεύοντας το Φήλικα: «Επειδή απολαμβάνομεν δια σου πολλήν ησυχίαν και γίνονται εις το έθνος τούτο πολλά πράγματα δια της προνοίας σου, κατά πάντα και πανταχού ευγνωμονούμεν, κράτιστε Φήλιξ, μετά πάσης ευχαριστίας.»ΠΑ 370.2
Ο Τέρτυλλος εδώ κατέφυγε σε αδιάντροπη ψευτιά επειδή ο Φήλικας ήταν γνωστός για το χαμερπή και χυδαίο χαρακτήρα του. Για αυτόν αναφέρεται ότι «μετερχόμενος κάθε είδους λαγνεία και βαναυσότητα, ασκούσε δύναμη βασιλική με ταμπεραμέντο σκλαβικό.» (TacitusHistory,κεφ. 5 παρ. 9.) Αυτοί που άκουγαν τον Τέρτυλλο ήξεραν ότι τα κολακευτικά του λόγια ήταν ψεύτικα. Η επιθυμία τους όμως να εξασφαλίσουν την καταδίκη του Παύλου ήταν εντονότερη από την αγάπη τους για την αλήθεια.ΠΑ 370.3
Στην αγόρευσή του ο Τέρτυλλος κατηγόρησε τον Παύλο για αδικήματα τα οποία αν αποδείχνονταν πραγματικά, θα κατέληγαν στην καταδίκη του για έσχατη προδοσία κατά του καθεστώτος. «Εύρομεν τον άνθρωπον τούτον ότι είναι φθοροποιός,» δήλωσε ο αγορεύων, «και διεγείρει στάσιν μεταξύ όλων των κατά την οικουμένην Ιουδαίων, και είναι πρωτοστάτης της αιρέσεως των Ναζηραίων, όστις και τον ναόν εδοκίμασε να βεβήλωσή.» Συνεχίζοντας ο Τέρτυλλος ανάφερε ότι ο Λυσίας, ο διοικητής της φρουράς των Ιεροσολύμων, είχε αποσπάσει με τη βία τον Παύλο από τους Ιουδαίους ενώ αυτοί ήταν έτοιμοι να τον δικάσουν σύμφωνα με τον εκκλησιαστικό τους κώδικα. Για αυτό το λόγοεξαναγκάστηκαν να φέρουν την υπόθεση στο Φήλικα. Οι δηλώσεις αυτές απέβλεπαν στο να παρακινήσουν το ρωμαίο ηγεμόνα να παραδώσει τον Παύλο στο ιουδαϊκό δικαστήριο. Όλες οι κατηγορίες επιβεβαιώθηκαν με πάθος από τους παρόντες Ιουδαίους οι οποίοι δεν κατέβαλλαν καμία προσπάθεια για να κρύψουν το μίσος τους εναντίον του κρατουμένου.ΠΑ 370.4
Ο Φήλικας διέθετε ικανή οξυδέρκεια για να διαβάσει τις διαθέσεις και το χαρακτήρα των κατηγόρων του Παύλου. Ήξερε ποιά ήταν τα κίνητρα της κολακείας και ήξερε επίσης ότι απέτυχαν να αποδείξουν τις κατηγορίες τους κατά του Παύλου. Στρεφόμενος πρός τον κατηγορούμενο, του έκανε νεύμα να απολογηθεί. Ο Παύλος δεν έχασε τα λόγια του σε κολακείες, παρά δήλωσε απλά ότι με μεγαλύτερη προθυμία θα απολογείτο στο Φήλικα επειδή υπήρξε κυβερνήτης για πολύ καιρό και επομένως γνώριζε καλά τους νόμους και τις συνήθειες των Ιουδαίων. Αναφερόμενος στις εναντίον του κατηγορίες, απέδειξε με απλότητα ότι καμία από αυτές δεν ευσταθούσε. Δήλωσε ότι δεν είχε προκαλέσει καμία ταραχή σε κανένα μέρος της Ιερουσαλήμ ούτε και είχε βεβηλώσει το ιερό. «Ούτε εν τω ιερώ εύρον με διαλεγόμενον μετά τινός,» είπε, «ή οχλαγωγούντα, ούτε εν ταις συναγωγαίς, ούτε εν τη πόλει ουδέ δύνανται να φέρωσιν αποδείξεις περί όσων με κατηγορούσι τώρα.»ΠΑ 371.1
Αφού ομολόγησε ότι «κατά την οδόν την οποίαν ούτοι λέγουσιν αίρεσιν» λάτρευε το Θεό των πατέρων του, υποστήρηξε ότι πάντοτε είχε πιστέψει «εις πάντα τα γεγραμμένα εν τω νόμω και εν τοις προφήταις» και ότι σύμφωνα με τη σαφή διδασκαλία των Γραφών, πίστευε στην ανάσταση των νεκρών. Επιπλέον δήλωσε ότι κύριο σκοπό της ζωής του θεωρούσε να έχει «άπταιστον συνείδησιν πρός τον Θεόν και πρός τους ανθρώπους διαπαντός.»ΠΑ 371.2
Με σαφή και ειλικρινή τρόπο ανέφερε το σκοπό της επίσκεψής του στα Ιεροσόλυμα και τις περιστάσεις που οδήγησαν στη σύλληψη και στη δίκη του: «Μετά πολλά δε έτη ήλθον δια να κάμω εις το έθνος μου ελεημοσύνας και προσφοράς εν τω μεταξύ δε τούτων Ιουδαίοι τινές εκ της Ασίας εύρον με κεκαθαρισμένον εν τω ιερώ, ουχί μετά όχλου, ουδέ μετά θορύβου, οίτινες έπρεπε να παρασταθώσιν ενώπιον σου και να με κατηγορήσωσιν, εάν είχον τι κατ’ εμού. Αυτοί ούτοι ας είπωσιν εάν εύρον εν εμοί τι αδίκημα, ότε παρεστάθην ενώπιον του συνεδρίου, εκτός εάν ήναι περί ταύτης της μιάς φωνής, την οποίαν εφώναξα ιστάμενος μεταξύ αυτών, ότι περί αναστάσεως νεκρών εγώ κρίνομαι σήμερον από σας.»ΠΑ 372.1
Ο απόστολος μίλησε με θάρρος και με καταφανή ευσυνειδησία και τα λόγια του είχαν τη βαρύτητα της πειστικότητας. Ο Κλαύδιος Λυσίας στο γράμμα που απηύθυνε στο Φήλικα είχε δώσει παρόμοια περιγραφή για τη διαγωγή του Παύλου. Επιπλέον ο ίδιος ο Φήλικας ήταν βαθύτερος γνώστης της ιουδαϊκής θρησκείας από ότι πολλοί φαντάζονταν. Ο σαφής τρόπος με τον οποίο ο Παύλος εξέθεσε τα γεγονότα της εκδικαζομένης υπόθεσης βοήθησαν το Φήλικα να καταλάβει ακόμη καλύτερα τα κίνητρα από τα οποία εμφορούμενοι οι Ιουδαίοι, προσπαθούσαν να ενοχοποιήσουν τον απόστολο για στασιασμό και για προδοτική διαγωγή. Ο διοικητής δεν μπορούσε να τους ικανοποιήσει καταδικάζοντας άδικα ένα Ρωμαίο πολίτη, ούτε και να τους τον παραδώσει για να τον θανατώσουν χωρίς να περάσει από αμερόληπτη δίκη. Όμως ο Φήλικας δεν γνώριζε ανώτερα κίνητρα από το ατομικό του συμφέρον και είχε κυριευθεί από την αγάπη για τα εγκώμια και από την επιθυμία για προαγωγή. Ο φόβος μήπως θίξει τους Ιουδαίους τον εμπόδισε από την απονομή πλήρους δικαιοσύνης σ’ έναν άνθρωπο που ήξερε καλά ότι ήταν αθώος. Αποφάσισε λοιπόν να αναβάλει τη δίκη μέχρι να παρουσιαστεί ο Λυσίας και είπε: «Όταν Λυσίας ο χιλίαρχος καταβή, θέλω αποφασίσει περί της διαφοράς σας.»ΠΑ 372.2
Ο απόστολος έμεινε δέσμιος, αλλά ο Φήλικας πρόσταξε τον εκατόνταρχο τον οποίο είχε διορίσει για τη φρούρηση του Παύλου, να έχει ο δέσμιος «άνεσιν και να μη εμποδίζωσι μηδένα εκ των οικείων αυτού να υπηρέτη ή να έρχηται πρός αυτόν.»ΠΑ 373.1
Δεν πέρασε πολύς καιρός και ο Φήλικας με τη γυναίκα του Δρουσίλλη, έστειλαν και κάλεσαν τον Παύλο για να έχουν την ευκαιρία σε μία ιδιαίτερη συνάντηση ώστε να ακούσουν από αυτόν «περί της εις Χριστόν πίστεως.» Είχαν τη θέληση, ακόμη και την προθυμία, να ακούσουν για τις νέες αυτές αλήθειες, αλήθειες τις οποίες μπορεί να μη ξανάκουγαν. Αν τις απέρριπταν, θα απέβαιναν άμεσος μάρτυρας κατηγορίας τη δικάσιμη ημέρα του Θεού.ΠΑ 373.2
Ο Παύλος το θεώρησε αυτό σαν μία θεόσταλτη ευκαιρία και την εκμεταλλεύθηκε όσο καλύτερα μπορούσε. Ήξερε ότι βρίσκονταν στα χέρια ενός που είχε τη δύναμη να τον στείλει στο θάνατο ή να τον αφήσει ελεύθερο. Παρόλααυτά δεν απευθύνθηκε στο Φήλικα και στη Δρουσίλλη με επαίνους ή με κολακείες. Ήξερε ότι τα λόγια του μπορούσαν να αποβούν γι’ αυτούς οσμή ζωής ή θανάτου και αποκλείοντας κάθε εγωκεντρική σκέψη, επεδίωξε να τους κάνει να διαισθανθούν τον ατομικό τους κίνδυνο.ΠΑ 373.3
Ο απόστολος ανεγνώριζε ότι το Ευαγγέλιο ήγειρε αξιώσεις από οποιονδήποτε άκουγε τα λόγια του και ότι μία μέρα αυτοί θα έστεκαν ή μαζί με τους άσπιλους και άγιους γύρω από το μεγάλο λευκό θρόνο του Θεού ή μαζί με αυτούς στους οποίους ο Χριστός θα πει: «Φεύγετε απ’ Εμού οι εργαζόμενοι την ανομίαν.» (Ματθ. 7:23.) Ήξερε ότι μια μέρα θα συναντούσε τον καθένα από τους ακροατές του στο επουράνιο δικαστήριο όπου θα έπρεπε να δώσει λόγο όχι μόνο για τα όσα είπε και έκανε, αλλά και για το πνεύμα και για τα κίνητρα των λόγων και των πράξεών του.ΠΑ 373.4
Τόσο βίαιη και σκληρή υπήρξε η διαγωγή του Φήλικα, που ελάχιστοι στο παρελθόν τόλμησαν ακόμη και να υπαινιχθούν μπροστά του ότι ο χαρακτήρας και η συμπεριφορά του δεν ήταν άμεμπτοι. Ο Παύλος όμως δεν φοβόταν τους ανθρώπους. Εξέθεσε με απλότητα την πίστη του στο Χριστό καθώς και τους λόγους για την πίστη αυτή και έφθασε έτσι στο σημείο να μιλήσει ιδιαίτερα για τις αρετές εκείνες οι οποίες είναι απαραίτητες για το χριστιανικό χαρακτήρα. Δυστυχώς το υπεροπτικό ζευγάρι που είχε μπροστά του ήταν τελείως απογυμνωμένο από αυτές τις αρετές.ΠΑ 373.5
Παρουσίασε στο Φήλικα και στη Δρουσίλλη το χαρακτήρα του Θεού, την αρετή Του, τη δικαιοσύνη, την ισότητα και τη φύση του νόμου Του. Υπέδειξε με σαφήνεια ότι ο άνθρωπος έχει καθήκον να ζει σοβαρή και εγκρατή ζωή, καθυποτάσσοντας τα πάθη του στη λογική. Επίσης ο άνθρωποςπρέπει ναπροσαρμόζεται με το νόμο του Θεού και να διατηρεί τις σωματικές και πνευματικές δυνάμεις σε υγιή κατάσταση. Δήλωσε ότι θα έρχονταν οπωσδήποτε η ημέρα της κρίσης κατά την οποία όλοι πρόκειται να αμειφθούν σύμφωνα με τα έργα του σώματος. Τότε, θα καταστεί πασιφανές ότι τα πλούτη, οι θέσεις και οι τίτλοι είναι ανίκανοι να αποκτήσουν την εύνοια του Θεού για τον άνθρωπο ή να τον απαλλάξουν από τα αποτελέσματα της αμαρτίας. Υπέδειξε ότι η παρούσα ζωή είναι η μοναδική ευκαιρία του ανθρώπου να ετοιμαστεί για τη μέλλουσα ζωή. Αν αμελήσει τα προνόμια και τις ευκαιρίες που του παρουσιάζονται σήμερα, θα υποστεί την αιώνια απώλεια. Νέα προθεσμία δεν πρόκειται να του δοθεί.ΠΑ 374.1
Ο Παύλος επέμενε ιδίως στο θέμα των επεκταμένων αξιώσεων του νόμου του Θεού. Απέδειξε πως αυτός εισδύει στα ενδόμυχα μυστικά της ηθικής υπόστασης του ανθρώπου και χύνει άπλετο φώς πάνω σε οτιδήποτε μπερδεύει την ανθρώπινη όραση και αντίληψη. Ότι κάνουν τα χέρια και ότι προφέρει η γλώσσα - οτιδήποτε δηλαδή παρουσιάζει η εξωτερική ζωή - εμφανίζει πλημμελώς τον ηθικό χαρακτήρα του ατόμου. Ο νόμος είναι εκείνος που διερευνά τις σκέψεις, τα ελατήρια και τις προθέσεις του. Τα σκοτεινά πάθη που παραμένουν κρυμμένα από τα μάτια των ανθρώπων, ο φθόνος, το μίσος, η λαγνεία, η φιλοδοξία, οι κακές πράξεις που προμελετούνται στους σκοτεινούς θαλάμους της ψυχής, χωρίς να έχουν προλάβει να εκτελεσθούν από έλλειψη κατάλληλης ευκαιρίας - όλα αυτά καταδικάζονται από το νόμο του Θεού.ΠΑ 374.2
Ο Παύλος προσπάθησε να στρέψει τη σκέψη των ακροατών του στη μοναδική μεγάλη Θυσία για την αμαρτία. Τόνισε ότι οι θυσίες των ζώων ήταν σκιά των μελλόντων αγαθών και παρουσίασε το Χριστό σαν το αντίτυπο όλων εκείνων των τελετουργιών, σαν τη μόνη πηγή ζωής και ελπίδας του αμαρτωλού ανθρώπου. Οι άγιοι άνθρωποι του παρελθόντος σώθηκαν με την πίστη που είχαν στο αίμα του Χριστού. Καθώς παρατηρούσαν την επιθανάτια αγωνία των αθώων ζώων που σφάδαζαν θυσιαζόμενα, προσέβλεπαν πέρα από το χάσμα του χρόνου στον Αμνό του Θεού που θα σήκωνε τις αμαρτίες του κόσμου.ΠΑ 375.1
Ο Θεός δικαιωματικά απαιτεί την αγάπη και την υπακοή όλων των δημιουργημάτων Του. Με το νόμο Του τους έχει χορηγήσει ένα τέλειο κανόνα του δικαίου. Πολλοί μολαταύτα λησμονούν τον Πλάστη τους και προτιμούν να ακολουθούν τη δική τους πορεία αντιστεκόμενοι στο θέλημά Του. Αποδίδουν μίσος αντί για μια αγάπη που φθάνει τόσο ψηλά μέχρι τον ουρανό και είναι τόσο πλατιά όσο το σύμπαν. Ο Θεός δεν μπορεί να μειώσει τις απαιτήσεις του νόμου Του για να προσαρμοστεί στους κανόνες των πονηρών ανθρώπων. Ούτε ο άνθρωπος μπορεί με τη δική του δύναμη να εφαρμόσει τις αξιώσεις του νόμου. Μόνο με πίστη στο Χριστό ο αμαρτω-λός κατορθώνει να απαλλαγεί από την ενοχή και καθίσταται ικανός να υπακούσει στο νόμο του Δημιουργού του.ΠΑ 375.2
Έτσι ο Παύλος, όντας δέσμιος τόνιζε τις αξιώσεις του θεϊκού νόμου τόσο στους Ιουδαίους όσο και στους Εθνικούς και παρουσίαζε το Χριστό, τον περιφρονημένο Ναζωραίο, σαν τον Υιό του Θεού, το Λυτρωτή του κόσμου.ΠΑ 375.3
Η Ιουδαία πριγκίπισσα αντιλαμβάνονταν πολύ καλά τον ιερό χαρακτήρα του νόμου που είχε τόσο επαίσχυντα παραβεί. Αλλά η προκατάληψή της εναντίον του Ανθρώπου του Γολγοθά σκλήρυνε την καρδιά της σαν ατσάλι κατά του λόγου της ζωής. Ο Φήλικας όμως δεν είχε ποτέ προηγουμένως ακούσει την αλήθεια. Και ενώ το Πνεύμα του Θεού εργάζονταν με πειθώ στην καρδιά του, άρχισε να ταράζεται βαθειά. Η αφυπνισμένη του συνείδηση μιλούσε μέσα του και ο Φήλικας κατάλαβε πως τα λόγια του Παύλου ήταν αληθινά. Το αμαρτωλό παρελθόν του ξαναγύρισε στη θύμισή του. Με τρομακτική ακρίβεια ξαναέζησαν μπροστά του τα μυστικά της νεανικής του ακόλαστης και αιματοβαμμένης ζωής, καθώς και του μαυροπίνακα της μεταγενέστερης ζωής του. Είδε τον εαυτό του ακόλαστο, άπληστο, σκληρό. Ποτέ προηγουμένως η αλήθεια δεν είχε αγγίξει με τέτοιο τρόπο την καρδιά του. Ποτέ προηγουμένως τόσος τρόμος του είχε γεμίσει την ψυχή. Η σκέψη ότι όλα τα μυστικά της εγκληματικής του σταδιοδρομίας αποκαλύπτονταν ολοφάνερα στα μάτια του Θεού και ότι επρόκειτο να κριθεί σύμφωνα με τις πράξεις του, τον έκαναν να τρέμει από το φόβο.ΠΑ 375.4
Αντί όμως να επιτρέψει στις πεποιθήσεις του να τον οδηγήσουν σε μετάνοια, προσπάθησε να διώξει τις δυσάρεστες αυτές σκέψεις. Διέκοψε απότομα τη συνέντευξη με τον Παύλο. «Κατά το παρόν ύπαγε,» του είπε, «και όταν λάβω καιρόν θέλω σε μετακαλέσει.»ΠΑ 376.1
Τι μεγάλη διαφορά ανάμεσα στη στάση του Φήλικα και στη στάση του δεσμοφύλακα των Φιλίππων! Οι δούλοι του Κυρίου είχαν παρουσιαστεί αλυσοδεμένοι στο δεσμοφύλακα, όπως ο Παύλος φέρθηκε στο Φήλικα. Η ένδειξη που έδιναν ότι προστατεύονταν από μία θεϊκή δύναμη, η χαρά που έδειχναν μέσα στα βάσανα και στους εξευτελισμούς, η έλλειψη φόβου όταν η Γή κλονίζονταν από τη σεισμική δόνηση και το πνεύμα της χριστιανικής τους συγχώρεσης, άγγιξαν την καρδιά του δεσμοφύλακα που τρέμοντας ομολόγησε τις αμαρτίες του και απέκτησε τη συγχώρηση. Ο Φήλικας έτρεμε και αυτός, χωρίς όμως να μετανοήσει. Ο δεσμοφύλακας με χαρά υποδέχθηκε το Πνεύμα του Θεού στην καρδιά του και στο σπίτι του. Ο Φήλικας διέταξε τον Απεσταλμένο του Θεού να φύγει. Ο ένας προτίμησε να γίνει τέκνο Θεού και κληρονόμος του ουρανού. Ο άλλος ταύτισε τη μοίρα του με τους εργάτες της ανομίας.ΠΑ 376.2
Δύο χρόνια αργότερα, καμία περαιτέρω ενέργεια δεν είχε ληφθεί κατά του Παύλου που εξακολουθούσε μολαταύτα να παραμένει στη φυλακή. Ο Φήλικας τον επεσκέφθητε πολλές φορές και άκουγε με προσοχή τα λόγια του. Ο πραγματικός όμως σκοπός της φαινομενικής αυτής συμπάθειας ήταν η φιλοχρηματία. Ο Φήλικας άφησε να νοηθεί ότι η καταβολή ενός σεβαστού χρηματικού ποσού θα μπορούσε να εξασφαλίσει την απόλυση του Παύλου. Ο απόστολος όμως ήταν μία εξαιρετικά γενναία ψυχή ώστε να καταδεχθεί να απελευθερωθεί με τη δωροδοκία. Δεν είχε διαπράξει κανένα έγκλημα και δεν θα έπεφτε τόσο χαμηλά ώστε να προβεί σε αδικία προκειμένου να αποκτήσει την ελευθερία του. Και να ήθελε ακόμη να κάνει κάτι τέτοιο, ο ίδιος ήταν πολύ φτωχός για να πληρώσει τόσο μεγάλα λύτρα.Δεν θα μπορούσεποτέ να προσφύγει ποτέ στη συμπάθεια και στη γενναιοδωρία των προσήλυτων του για το δικό του καλό. Επιπλέον, ήξερε πως βρίσκονταν στα χέρια του Θεού και δεν θα επενέβαινε ποτέ στις θεϊκές προθέσεις που αφορούσαν τον εαυτό του.ΠΑ 376.3
Τελικά ο Φήλικας κλητεύθηκε στη Ρώμη εξαιτίας σοβαρών σφαλμάτων τα οποία είχε διαπράξει κατά των Ιουδαίων. Πριν φύγει από την Καισάρεια σύμφωνα με τη διαταγή που έλαβε, «θέλων να κάμη χάριν εις τους Ιουδαίους,» άφησε τον Παύλο στη φυλακή. Η προσπάθεια όμως του Φήλικα να επανακτήσει την εμπιστοσύνη των Ιουδαίων απέτυχε. Έχασε τη θέση του πέφτοντας σε δυσμένεια και ο Πόρκιος Φήστος διορίστηκε διάδοχός του με έδρα την Καισάρεια.ΠΑ 377.1
Μία ακτίνα ουρανίου φωτός είχε σταλεί να φωτίσει το Φήλικα όταν ο Παύλος προσπαθούσε να τον πείσει για τη δικαιοσύνη, την εγκράτεια και τη μέλλουσα κρίση. Αυτή ήταν η ουρανοσταλμένη ευκαιρία του να δει και να εγκαταλείψει τις αμαρτίες του. Αλλά αυτός είπε στον απεσταλμένο του Θεού: «Κατά το παρόν ύπαγε, και όταν λάβω καιρόν θέλω σε μετακαλέσει.» Είχε περιφρονήσει την τελευταία προσφορά του ελέους. Ποτέ πια δεν επρόκειτο να δεχθεί άλλη πρόσκληση από το Θεό.ΠΑ 377.2