Loading...
Larger font
Smaller font
Copy
Print
Contents

Πατριάρχες και Προφήτες

 - Contents
  • Results
  • Related
  • Featured
No results found for: "".
  • Weighted Relevancy
  • Content Sequence
  • Relevancy
  • Earliest First
  • Latest First

    Κεφάλαιο 72—Η Επανασταση του Αβεσσαλωμ

    (Βασίζεται στο βιβλίο Β', Σαμουήλ, κεφ. 13: -19:)ΠΠ 731.1

    Όταν άκουσε την παραβολή του προφήτη Νάθαν ο Δαβίδ, χωρίς να ξέρει την ποινή τόνισε πως για τον εαυτό του «θέλει πληρώσει τετραπλάσιον». Έμελλε να υποστεί την ποινή που ο ίδιος επέβαλε στον εαυτό του. Τέσσερες από τους γιους του θα χάνονταν και η απώλεια του καθένα τους θα ήταν το αποτέλεσμα του πατρικού αμαρτήματος.ΠΠ 731.2

    Το επαίσχυντο έγκλημα του Αμνών του πρωτότοκου, ο Δαβίδ άφησε να περάσει ανεξέλεγκτο και ατιμώρητο. Ο νόμος απαιτούσε το θάνατο του μοιχού και το αφύσικο έγκλημα του Αμνών τον καθιστούσε διπλά ένοχο. Ο Δαβίδ όμως, καταδικάζοντας τον εαυτό του για το δικό του αμάρτημα, δεν προσπάθησε να περάσει τον ένοχο από τη δικαιοσύνη. Δύο ολόκληρα χρόνια ο Αβεσσαλώμ, ο φυσικός προστάτης της αδελφής του η οποία είχε υποστεί ένα τόσο αποκρουστικό αδίκημα, έκρυψε τον εκδικητικό σκοπό του. Τελικά τον εκτέλεσε, πατάσσοντας τον με σιγουριά. Σε ένα συμπόσιο των γιων του βασιλιά, ο μεθυσμένος αιμομίκτης Αμνών δολοφονήθηκε με εντολή του αδελφού του.ΠΠ 731.3

    Είχε πέσει διπλή τιμωρία στο Δαβίδ. Η τρομερή είδηση έφθασε σε αυτόν ως εξής: «Ο Αβεσσαλώμ επάταξε πάντας του υιούς του βασιλέως, και δεν εναπειλήφθη εξ αυτών ουδέ είς.» «Τότε σηκωθείς ο βασιλεύς, διέσχισε τα ιμάτια αυτού, και επλαγίασε κατά γης, και πάντες οι δούλοι αυτού οι περιεστώτες διέσχισαν τα ιμάτια αυτών.» Επιστρέφοντας οι βασιλόπαιδες αναστατωμένοι στην Ιερουσαλήμ, διηγήθηκαν στον πατέρα τους την αλήθεια. Μόνο ο Αμνών είχε σκοτωθεί. Και «ύψωσαν την φωνήν αυτών και έκλαυσαν, και ο βασιλεύς έτι, και πάντες οι δούλοι αυτού, έκλαυσαν κλαυθμόν μέγαν σφόδρα.» Ο Αβεσσαλώμ όμως κατέφυγε στον Θαλμαΐ, το βασιλιά της Γεσούρ, τον πατέρα της μητέρας του.ΠΠ 731.4

    Όπως και άλλοι γιοι του Δαβίδ, ο Αμνών είχε αφεθεί ελεύθερος να κάνει ότι ήθελε. Προσπάθησε να ικανοποιήσει κάθε επιθυμία της καρδιάς του, αψηφώντας τις απαιτήσεις του Θεού. Παρά το μεγάλο αμάρτημα, ο Θεός τον ανέχθηκε πολύ καιρό. Δύο ολόκληρα χρόνια είχε την ευκαιρία να μετανοήσει, αλλά εξακολουθούσε να αμαρτάνει. Με το βάρος της ενοχής του τον θέρισε ο θάνατος, ώσπου να έρθει αντιμέτωπος με το τρομερό δικαστήριο την ημέρα της κρίσης.ΠΠ 732.1

    Ο Δαβίδ είχε αμελήσει το καθήκον του να τιμωρήσει το ανοσιούργημα του Αμνών. Εξαιτίας της απιστίας του βασιλιά και πατέρα και της αμετανόητης στάσης του γιου, ο Κύριος επέτρεψε να ακολουθήσουν τα πράγματα τη φυσική πορεία τους και δε συγκρότησε τον νου του Αβεσσαλώμ. Όταν οι γονείς ή οι κυβερνήτες αμελούν το καθήκον να τιμωρήσουν την παρανομία, ο Θεός ο ίδιος παίρνει την υπόθεση στα χέρια Του. Η αναχαιτιστική Του δύναμη αποσύρεται για ένα διάστημα από τις δυνάμεις του κακού ώστε να συμβούν αλλεπάλληλα γεγονότα, τα οποία να τιμωρήσουν το κρίμα με το κρίμα.ΠΠ 732.2

    Τα κακά αποτελέσματα της ανοχής που έδειξε ο Δαβίδ στον Αμνών δεν είχαν πάρει τέλος, επειδή από αυτό το σημείο άρχισε η αποξένωση του Αβεσσαλώμ από τον πατέρα του. Μετά την φυγή του στη Γεσούρ, ο Δαβίδ φοβούμενος ότι το έγκλημα του γιου του απαιτούσε μια ορισμένη τιμωρία, αρνήθηκε να του επιτρέψει να επιστρέψει. Αυτό αύξησε μάλλον παρά ελάττωσε τα άσχημα μπερδέματα στα οποία βρέθηκε αναμειγμένος ο βασιλιάς. Ο Αβεσσαλώμ ενεργητικός, φιλόδοξος και αδίσταχτος, μη μπορώντας να συμμετέχει στις υποθέσεις του κράτους όντας εξόριστος, επιδόθηκε σε μια επικίνδυνη δολοπλοκία.ΠΠ 732.3

    Στο τέλος των δύο ετών ο Ιωάβ αποφάσισε να επιχειρήσει τη συμφιλίωση μεταξύ πατέρα και γιου. Με αυτή τη σκέψη στο νου του, εξασφάλισε τις υπηρεσίες κάποιας γυναίκας από τη Θακουέ που φημιζόταν για τη σοφία της. Δασκαλεμένη από τον Ιωάβ, η γυναίκα παρουσιάστηκε στο Δαβίδ σαν χήρα, της οποίας οι δύο γιοι ήταν η μόνη παρηγοριά της, το μόνο στήριγμα της. Σε ένα διαπληκτισμό, ένας από αυτούς σκότωσε τον άλλον και τώρα όλοι οι συγγενείς της οικογένειας ζητούσαν να αποδοθεί δικαιοσύνη. Συνέχισε η μητέρα: «Και ούτω θέλουσι σβέσει τον άνθρακά μου τον εναπολειφθέντα, ώστε να μη αφήσωσιν εις τον άνδρα μου όνομα, μηδέ απομεινάριον, επί το πρόσωπον της γης.» Τα αισθήματα του βασιλιά αγγίχθηκαν από αυτή την έκκληση και διαβεβαίωσε τη γυναίκα για τη βασιλική προστασία του γιου της.ΠΠ 732.4

    Εκείνη, αφού απέσπασε από αυτόν επανειλημμένες υποσχέσεις για την ασφάλεια του νέου, ζήτησε να την υπομείνει ο βασιλιάς, λέγοντάς ότι μίλησε σαν φταίχτης επειδή δεν επανέφερε στο σπίτι του τον εξόριστο γιο του. Είπε: «Διότι αφεύκτως θέλομεν αποθάνει, και είμεθα ως ύδωρ διακεχυμένον επί της γης, το οποίον δεν επισυνάγεται πάλιν. Και ο Θεός δεν θέλει να απολεσθή ψυχή, και εφευρίσκει μέσα, ώστε ο εξόριστος να μη μένη εξωσμένος απ’Αυτού.»ΠΠ 733.1

    Αυτή η στοργική και συγκινητική απεικόνιση της αγάπης του Θεού για τον αμαρτωλό - προερχόμενη μάλιστα από τον τραχύ στρατιώτη τον Ιωάβ - αποτελεί μια εντυπωσιακή απόδειξη της εξοικείωσης των Ισραηλιτών με τις μεγάλες αλήθειες της απολύτρωσης. Ο βασιλιάς αισθανόμενος την προσωπική ανάγκη του για την ευσπλαχνία του Θεού δεν μπορούσε να αρνηθεί αυτή την έκκληση. Διέταξε στον Ιωαβ: «Ύπαγε λοιπόν, επανάφερε τον νέον τον Αβεσσαλώμ.»ΠΠ 733.2

    Στον Αβεσσαλώμ δόθηκε η άδεια να επιστρέψει στην Ιερουσαλήμ, αλλά όχι να παρουσιαστεί στην αυλή, ούτε να συναντηθεί με τον πατέρα του. Ο Δαβίδ είχε αρχίσει να βλέπει τα κακά αποτελέσματα της ανοχής που έδειξε στα παιδιά του. Παρά την τρυφερότητα με την οποία αγαπούσε τον όμορφο και με χαρίσματα προικισμένο γιο της, αισθανόταν ότι ήταν απαραίτητο τόσο για τον Αβεσσαλώμ όσο και για το λαό να εκδηλωθεί αποστροφή για ένα τέτοιο έγκλημα.ΠΠ 733.3

    Ο Αβεσσαλώμ έζησε δύο χρόνια στο σπίτι του, αποκλεισμένος όμως από τη βασιλική αυλή. Η αδελφή του ζούσε μαζί του και η παρουσία της εξακολουθούσε να διατηρεί ζωντανή την ανάμνηση του ανεπανόρθωτου κακού που αυτή είχε υποστεί. Κατά τη λαϊκή άποψη ο πρίγκιπας θεωρείτο ήρωας παρά φταίχτης. Έχοντας αυτό το προνόμιο, βάλθηκε να κερδίσει τις καρδιές του λαού.ΠΠ 733.4

    Η προσωπική του εμφάνιση ήταν τέτοια που επέσυρε το θαυμασμό όλων εκείνων πού τον κοίταζαν. «Εις πάντα δε τον Ισραήλ δεν υπήρχεν άνθρωπος ούτω θαυμαζόμενος διά την ωραιότητα αυτού ως ο Αβεσσαλώμ. Από του ίχνους των ποδών αυτού, έως της κορυφής αυτού, δεν υπήρχεν εν αυτώ ελάττωμα.» Δεν ήταν φρόνιμο να αφήσει ο βασιλιάς έναν άνθρωπο με το χαρακτήρα του Αβεσσαλώμ - φιλόδοξο, αυθόρμητο και οξύθυμο να μελαγχολεί σκεπτόμενος τεκμαιρόμενες αδικίες. Και η στάση του Δαβίδ, που του επέτρεψε να γυρίσει στην Ιερουσαλήμ αλλά αρνείτο να τον δει, έστρεψε τη συμπάθεια του λαού με το μέρος εκείνου.ΠΠ 733.5

    Φέροντας συνεχώς μπροστά του τη δική του παράβαση του νόμου του Θεού, ο Δαβίδ φαινόταν ότι ηθικά είχε παραλύσει. Ήταν αδύναμος και αναποφάσιστος, ενώ πριν το αμάρτημα ήταν θαρραλέος και αποφασιστικός. Η επιρροή του στο λαό είχε εξασθενήσει. Όλα αυτά ευνοούσαν τις επιθυμίες του παράξενου γιου του.ΠΠ 734.1

    Πάλι με τη μεσολάβηση του Ιωάβ, ο Αβεσσαλώμ έγινε δεκτός στην παρουσία του πατέρα του. Παρά τη φαινομενική αυτή συμφιλίωση όμως, αυτός εξακολουθούσε τη φιλόδοξη μηχανορραφία του. Είχε φτάσει σε βασιλικό σχεδόν επίπεδο, έχοντας στην κατοχή του άμαξες, ιππείς και πενήντα ανθρώπους που προπορεύονταν τρέχοντας. Ενώ ο βασιλιάς έκλινε όλο και περισσότερο προς την επιθυμία να αποσυρθεί στη μοναξιά, ο Αβεσσαλώμ εργαζόταν επίμονα να επιζητεί τη λαϊκή εύνοια.ΠΠ 734.2

    Η επίδραση της απάθειας και της αναποφασιστικότητας του Δαβίδ μεταδόθηκε και στους υπηκόους του. Η αμέλεια και η αναβολή χαρακτήριζαν την απονομή της δικαιοσύνης. Ο Αβεσσαλώμ έστρεφε με επιδεξιότητα κάθε περίπτωση δυσαρέσκειας προς το συμφέρον του. Κάθε μέρα ο άνθρωπος αυτός με την ηγεμονική εμφάνιση παρουσιαζόταν στην πύλη της πόλης. Εκεί ένα πλήθος ικετών περίμεναν να παρουσιάσουν τα αδικήματα που τους έγιναν, ζητώντας επανόρθωση.ΠΠ 734.3

    Ο Αβεσσαλώμ πήγαινε ανάμεσά τους και άκουγε τα παράπονά τους εκδηλώνοντας συμπάθεια για τις ταλαιπωρίες τους και λύπη για την αδεξιότητα της κυβέρνησης. Αφού λοιπόν άκουγε την εξιστόρηση του κάθε Ισραηλίτη, ο πρίγκιπας απαντούσε: «Η υπόθεσίς σου είναι καλή και ορθή, πλην δεν είναι ουδείς ο ακούων σε από μέρους του βασιλέως.» Και πρόσθετε: «Τίς να με εδιώριζε κριτήν του τόπου, διά να έρχηται προς εμέ πας όστις έχει διαφοράν ή κρίσιν και να δικαιώνω αυτόν!» «Και οπότε τις επλησίαζε διά να προσκυνήσει αυτόν, ήπλωνε την χείρα αυτού, και επίανεν αυτόν, και εφίλει αυτόν.»ΠΠ 734.4

    Ενθαρρυμένη από τους επιτήδειους υπαινιγμούς του πρίγκιπα, η δυσαρέσκεια για την διακυβέρνηση μεταδόθηκε πολύ γρήγορα. Ο έπαινος για τον Αβεσσαλώμ ήταν στα χείλη όλων. Γενικώς, θεωρείτο διάδοχος της βασιλείας. Οι άνθρωποι τον έβλεπαν με περηφάνια, σαν άξιο για την ανώτερη αυτή θέση. Η επιθυμία του φούντωνε για να ανεβεί αυτός στο θρόνο. Έτσι, «υπέκλεπτεν ο Αβεσσαλώμ τας καρδίας των ανδρών Ισραήλ». Ο βασιλιάς όμως με την τυφλή αγάπη που είχε για το γιο του, δεν υποπτευόταν τίποτε. Την πριγκιπική θέση που είχε προσλάβει ο Αβεσσαλώμ, ο Δαβίδ την έβλεπε σαν να συνέβαλε στην τιμή της αυλής του, σαν μια έκφραση χαράς για τη συμφιλίωση.ΠΠ 734.5

    Μια και οι διάνοιες των ανθρώπων είχαν ετοιμαστεί για αυτό που θα επακολουθούσε, ο Αβεσσαλώμ έστειλε κρυφά κατασκόπους σε όλες τις φυλές του Ισραήλ για να συντονίσουν τα μέτρα για την επανάσταση. Τότε φόρεσε το κάλυμμα της θρησκευτικής αφοσίωσης για να καλύψει τα προδοτικά του σχέδια. Έπρεπε δήθεν να εκπληρωθεί στη Χεβρών κάποια ευχή που είχε γίνει χρόνια πριν, τότε που ήταν εξόριστος.ΠΠ 735.1

    Ο Αβεσσαλώμ είπε λοιπόν στο βασιλιά: «Ας υπάγω, παρακαλώ, διά να εκπληρώσω την ευχήν μου, την οποίαν ηυχήθην εις τον Κύριον εν Χεβρών, διότι ο δούλος σου ηυχήθη ευχήν, ότε κατώκει εν Γιουσούρ εν Συρία, λέγων, Εάν ο Κύριος με επιστρέψη τω όντι εις Ιερουσαλήμ, τότε θέλω προσφέρει θυσίαν εις τον Κύριον.» Ο στοργικός πατέρας, παρηγορημένος με την απόδειξη ευλάβειας του γιου του, τον έστειλε δίνοντας και την ευλογία του. Η συνομωσία είχε τώρα φθάσει σε πλήρη ωρίμανση. Η πράξη αυτή, το επιστέγασμα της υποκρισίας του Αβεσσαλώμ στόχευε όχι μόνο να τυφλώσει το βασιλιά αλλά και να αποκτήσει την εμπιστοσύνη του λαού, οδηγώντας τους έτσι να επαναστατήσουν εναντίον του βασιλιά που είχε επιλέξει ο Θεός.ΠΠ 735.2

    Ο Αβεσσαλώμ ξεκίνησε για τη Χεβρών και μαζί του πήγαν «διακόσιοι άνδρες εξ Ιερουσαλήμ, κεκλημένοι, και υπήγαν εν τη απλότητι αυτών, και δεν ήξευραν ουδέν». Οι άνθρωποι αυτοί πήγαν μαζί με τον Αβεσσαλώμ ελάχιστα σκεπτόμενοι ότι η αγάπη τους για το γιο, τους οδηγούσε σε ανταρσία εναντίον του πατέρα.ΠΠ 735.3

    Όταν έφθασε στη Χεβρών, ο Αβεσσαλώμ κάλεσε αμέσως τον Αχιτόφελ, έναν από τους κυριότερους συμβούλους του Δαβίδ. Ο Αχιτόφελ ήταν ένας άνδρας φημισμένος για τη σοφία του, η γνώμη του οποίου θεωρείτο τόσο ασφαλής και συνετή σαν να ήταν χρησμός. Ο Αχιτόφελ ενώθηκε με τους συνωμότες και η υποστήριξή του έκανε την υπόθεση του Αβεσαλώμ να φανεί σαν σίγουρη επιτυχία, προσελκύοντας κάτω από το λάβαρό του πολλούς άνδρες με επιρροή από όλα τα μέρη της χώρας. Όταν ήχησε η σάλπιγγα της επανάστασης, οι κατάσκοποι του πρίγκιπα από άκρη σε άκρη της χώρας διέδωσαν την είδηση ότι ο Αβεσσαλώμ έγινε βασιλιάς και πολλοί συγκεντρώθηκαν γύρω του.ΠΠ 735.4

    Στο μεταξύ ο συναγερμός μεταδόθηκε στην Ιερουσαλήμ στο βασιλιά. Ο Δαβίδ ξύπνησε ξαφνικά για να δει ότι η ανταρ- σία ξέσπασε τόσο κοντά, πλάι στο θρόνο του. Ο δικός του γιος, ο γιος που αγαπούσε και εμπιστευόταν, σχεδίαζε να αρπάξει το στέμμα του και χωρίς αμφιβολία, να αφαιρέσει και τη ζωή του.ΠΠ 735.5

    Μπροστά στο μεγάλο αυτόν κίνδυνο, ο Δαβίδ αποτίναξε την κατάπτωση του πνεύματος του από την οποία κατατρύχετο τόσο καιρό. Με το πνεύμα των προγενεστέρων ετών, ετοιμάστηκε να αντιμετωπίσει την τρομερή αυτή επείγουσα ανάγκη. Ο Αβεσσαλώμ συγκέντρωνε τις δυνάμεις του στη Χεβρών, είκοσι μιλιά μακριά. Οι επαναστάτες σε λίγο θα βρίσκονταν στις πύλες της Ιερουσαλήμ.ΠΠ 736.1

    Από το παλάτι του ο Δαβίδ έριξε ένα βλέμμα στην πρωτεύουσά του «ωραία την θέσιν, χαρά πάσης της γης ... η πόλις του Βασιλέως του μεγάλου». (Ψαλμ. 48:2). Ανατρίχιασε στη σκέψη ότι θα την εξέθετε στον αλληλοσπαραγμό και στην ερήμωση. Έπρεπε να καλέσει σε βοήθεια τους αφοσιωμένους ακόμη στο θρόνο υπηκόους του και να κρατήσει τη μητρόπολή του προβάλλοντας σθεναρή αντίσταση; Έπρεπε να αφήσει να αιματοκυλισθεί η Ιερουσαλήμ;ΠΠ 736.2

    Πήρε την απόφασή του. Η φρίκη του πολέμου δε θα έπεφτε στην εκλεκτή πόλη. Εκείνος θα εγκατέλειπε την Ιερουσαλήμ και θα δοκίμαζε έτσι την αφοσίωση του λαού του, δίνοντάς του την ευκαιρία να τον συνδράμει με την υποστήριξή του. Στην κρίσιμη αυτή ώρα είχε το καθήκον έναντι του Θεού και του λαού του να διατηρήσει την εξουσία που του είχε ανατεθεί από τον Ουρανό. Την έκβαση του αγώνα θα την εμπιστευόταν στο Θεό.ΠΠ 736.3

    Ταπεινωμένος και θλιμμένος, ο Δαβίδ πέρασε έξω από την πύλη της Ιερουσαλήμ, διωγμένος από το θρόνο του, από το παλάτι του, από την κιβωτό του Θεού με την εξέγερση του προσφιλούς γιου του. Ο λαός ακολούθησε μια μεγάλη θλιβερή πομπή σαν σε κηδεία. Οι σωματοφύλακες του Δαβίδ, όλοι οι Χερεθαίοι, Φελεθαίοι και εξακόσιοι Γετθαίοι από τη Γαθ, υπό τις διαταγές του Ιτταΐ συνόδευαν το βασιλιά. Ο Δαβίδ όμως με την αφιλαυτία που τον χαρακτήριζε, δεν μπορούσε να δεχτεί να βρεθούν μπλεγ-μένοι στη συμφορά οι ξένοι που είχαν ζητήσει την προστασία του.ΠΠ 736.4

    Εξέφρασε την έκπληξή του βλέποντάς αυτούς πρόθυμους να υποστούν τη θυσία αυτή για χάρη του.ΠΠ 736.5

    «Τότε είπεν ο βασιλεύς προς Ιτταΐ τον Γετθαίον, Διά τί έρχεσαι και συ μεθ’ημών; επίστρεψον και κατοίκει μετά του βασιλέως, διότι είσαι ξένος, και μάλιστα είσαι μετωκισμένος εκ του τόπου σου. Χθες ήλθες, και σήμερον θέλω σε κάμει να περιπλα- νάσαι μεθ’ημών; εγώ δε υπάγω όπου δυνηθώ. Επίστρεψον και λάβε και τους αδελφούς σου, έλεος και αλήθεια μετά σου!»ΠΠ 736.6

    Ο Ιτταΐ απάντησε: «Ζη Κύριος, και ζη ο κύριός μου ο βασιλεύς, όπου και αν ήναι ο κύριός μου ο βασιλεύς, είτε εις θάνατον, είτε εις ζωήν, βεβαίως εκεί θέλει είσθαι και ο δούλος σου.» Οι άνθρωποι αυτοί - πρώην ειδωλολάτρες - είχαν προσηλυτιστεί στη λατρεία του Κυρίου και έδειχναν τώρα ευγενικά την αφοσίωση τους στο Θεό και στο βασιλιά τους. Ο Δαβίδ με ευγνωμοσύνη στην καρδιά δέχτηκε την αφοσίωσή τους στη φαινομενικά ναυαγημένη περίπτωσή του. Σύντομα, όλοι μαζί πέρασαν το χείμαρρο των κέδρων παίρνοντας κατεύθυνση προς την έρημο.ΠΠ 737.1

    Οι πορευόμενοι σταμάτησαν πάλι. Τους πλησίασε μια ομάδα ντυμένη με ιερατικά άμφια. «Και ιδού προσέτι ο Σαδώκ, και πάντες οι Λευίται μετ’αυτού, φέροντες την κιβωτόν της διαθήκης του Θεού.» Οι συνοδοί του Δαβίδ το εξέλαβαν για καλό οιωνό. Η παρουσία του αγίου εκείνου συμβόλου ήταν για αυτούς μια υπόσχεση για την απελευθέρωσή τους και για την τελική νίκη, ενώ η απουσία του από την Ιερουσαλήμ θα τρομοκρατούσε τους ακολούθους του Αβεσσαλώμ.ΠΠ 737.2

    Στο αντίκρισμα της κιβωτού, η καρδιά του Δαβίδ έπαλλε από χαρά και ελπίδα. Σύντομα όμως έκανε διαφορετικές σκέψεις. Σαν διορισμένος διοικητής της κληρονομιάς του Θεού, έφερε μια ιερή ευθύνη. Το πρώτιστο μέλημα του βασιλιά του Ισραήλ δεν έπρεπε να είναι το προσωπικό συμφέρον του, αλλά η δόξα του Θεού και το καλό του λαού του.ΠΠ 737.3

    Ο Θεός που κατοικεί μεταξύ των χερουβείμ, είχε πει για την Ιερουσαλήμ, «αύτη είναι η ανάπαυσίς Μου» (Ψαλμ. 132:14), και χωρίς τη θεϊκή έγκριση ούτε ιερέας ούτε βασιλιάς είχαν δικαίωμα να μετακινήσουν από εκεί το σύμβολο της παρουσίας Του. Ο Δαβίδ ήξερε ότι η καρδιά του και η ζωή του έπρεπε να βρίσκονται εναρμονισμένες με τα θεϊκά διατάγματα. Διαφορετικά, η κιβωτός μπορούσε να αποβεί το μέσον της καταστροφής και όχι της επιτυ-χίας.ΠΠ 737.4

    Το μεγάλο του αμάρτημα παρουσιαζόταν διαρκώς μπροστά του. Αναγνώριζε ότι η συνομωσία αυτή ήταν η δίκαιη τιμωρία του Θεού. Η ρομφαία που δε θα έλειπε ποτέ από το σπιτικό του χάθηκε. Δεν ήξερε ποια θα ήταν η έκβαση του αγώνα. Δεν ήταν στο χέρι του να μεταφέρει από την πρωτεύουσα του έθνους τις ιερές εντολές στις οποίες ήταν ενσωματωμένο το θέλημα του θείου Ηγεμόνα τους. Οι ιερές εντολές αποτελούσαν τον καταστατικό χάρτη του βασιλείου και το θεμέλιο της ευημερίας του.ΠΠ 737.5

    Έδωσε στο Σαδώκ την προσταγή:ΠΠ 738.1

    «Απόστρεψον την κιβωτόν του Κυρίου εις την πόλιν. Εάν εύρω χάριν εις τους οφθαλμούς του Κυρίου, θέλει με κάμει να επιστρέφω και να ίδω αυτήν, και το κατοικητήριον Αυτού, Αλλ’ εάν είπη ούτω, Δεν έχω ευαρέστησιν εις σε, ιδού εγώ, ας κάμη εις εμέ ό,τι φανή αρεστόν εις τους οφθαλμούς Αυτού.»ΠΠ 738.2

    Και ο Δαβίδ πρόσθεσε:ΠΠ 738.3

    «Δεν είσαι συ ο βλέπων; επίστρεψον εις την πόλιν εν ειρήνη, και Αχιμάας ο υιός σου, και Ιωνάθαν ο υιός του Αβιάθαρ, οι δύο υιοί σας μεθ’υμών. Ιδέτε, εγώ θέλω μείνει εις τας πεδιάδας της ερήμου, εωσού έλθη λόγος παρ’υμών διά να μοι αναγγείλη.»ΠΠ 738.4

    Βρισκόμενοι στην πόλη οι ιερείς μπορούσαν να παράσχουν πολύτιμη υπηρεσία μαθαίνοντας τις κινήσεις και τις προθέσεις των επαναστατών. Θα μάθαιναν μυστικά μέσω των γιών τους, Αχιμάας και Ιωνάθαν.ΠΠ 738.5

    Όταν οι ιερείς γύρισαν πίσω προς την Ιερουσαλήμ, μια πυκνότερη σκιά έπεσε επάνω στο φυγαδευμένο πλήθος. Ο βασιλιάς τους καταδιωκόμενος, οι ίδιοι εξόριστοι, εγκαταλειμμένοι ακόμη και από την κιβωτό του Θεού. Το μέλλον τους φαντάζει σκοτεινό και με φρικιαστικά προαισθήματα.ΠΠ 738.6

    «Ο δε Δαβίδ διέβαινε διά της αναβάσεως των Ελαιών, αναβαίνων και κλαίων, και έχων την κεφαλήν αυτού κεκαλυμμένην, και περιπατών ανυπόδητος. Και πας ο λαός ο μετ’αυτού είχεν έκαστος κεκαλυμμένην την κεφαλήν αυτού, και ανέβαινον πορευόμενοι και κλαίοντες. Και απήγγειλαν προς τον Δαβίδ λέγοντες, ο Αχιτόφελ είναι μεταξύ των συνωμοτών μετά του Αβεσσαλώμ».ΠΠ 738.7

    Πάλι ο Δαβίδ βρέθηκε υποχρεωμένος να αναγνωρίσει μέσω των συμφορών του τα αποτελέσματα της δικής του αμαρτίας. Η αυτομολία του Αχιτόφελ, του ικανού και πανούργου πολιτικού ηγέτη οφειλόταν στην εκδίκηση για την οικογενειακή προσβολή σε σχέση με το αδίκημα στη Βηθ-σαβεέ, την εγγονή του.ΠΠ 738.8

    «Και είπεν ο Δαβίδ, Κύριε, δέομαι Σου, διασκέδασον την βουλήν του Αχιτόφελ.» Όταν έφθασε στην κορυφή του όρους, ο Δαβίδ γονάτισε για να προσευχηθεί, ρίχνοντας στο Θεό το βάρος της ψυχής του και ζητώντας ταπεινά τη θεϊκή ευσπλαχνία. Η προσευχή του φαινόταν πως είχε πάρει άμεση απάντηση. Ο Χουσαΐ ο Αρχίτης, ένας συνετός και επιδέξιος σύμβουλος που υπήρξε πιστός φίλος του Δαβίδ, παρουσιάστηκε μπροστά του με τα ρούχα ξεσκισμένα, γεμάτος χώμα στο κεφάλι του για να συμμεριστεί τον κλήρο του εκθρονισμένου και διωκόμενου βασιλιά.ΠΠ 738.9

    Σαν να φωτίστηκε από το Θεό, ο Δαβίδ είδε ότι ο ειλικρινής και πιστός αυτός άνθρωπος ήταν εκείνος που χρειαζόταν για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του βασιλιά στα συμβούλια της πρωτεύουσας. Κατά απαίτηση του Δαβίδ ο Χουσαΐ επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον Αβεσσαλώμ και να ανατρέψει τις πολυμήχανες συμβουλές του Αχιτόφελ.ΠΠ 739.1

    Με αυτή την αναλαμπή φωτός μέσα στο σκοτάδι, ο βασιλιάς και οι ακόλουθοί του συνέχισαν το δρόμο τους κατηφορίζοντας την ανατολική παρειά του Όρους των Ελαιών. Σε αυτό το σημείο ανοιγόταν ένας βρόχινος και ακατοίκητος ερημότοπος προς τον Ιορδάνη, ανάμεσα από άγρια φα-ράγγια και απότομα μονοπάτια γεμάτα πέτρες.ΠΠ 739.2

    «Και ότε ήλθεν ο βασιλεύς έως Βαουρείμ, ιδού, εξήρχετο εκείθεν άνθρωπος εκ της συγγενείας του οίκου του Σαούλ, ονομαζόμενος Σιμεΐ, υιός του Γηρά, και εξελθών, ήρχετο καταρώμενος. Και έρριπτε λίθους επί τον Δαβίδ, και επί πάντας τους δούλους του βασιλέως Δαβίδ. Πας δε ο λαός και πάντες οι δυνατοί ήσαν εκ δεξιών αυτού, και εξ αριστερών αυτού. Και ούτως έλεγεν ο Σιμεΐ καταρώμενος, Έξελθε, έξελθε, ανήρ αιμάτων, και ανήρ κακοποιέ! επέστρεψεν ο Κύριος κατά σου πάντα τα αίματα του οίκου του Σαούλ, αντί του οποίου εβασίλευσας, και παρέδωκεν ο Κύριος την βασιλείαν εις την χείρα του Αβεσσαλώμ του υιού σου. Και ιδού, συ επιάσθης εν τη κακία σου διότι είσαι ανήρ αιμάτων.»ΠΠ 739.3

    Όταν ευημερούσε ο Δαβίδ, ο Σιμεΐ δεν είχε δείξει ούτε με λόγια ούτε με πράξεις ότι δεν ήταν πιστός υπήκοος στο καθεστώς. Στη συμφορά του βασιλιά, ο Βενιαμίτης ξεσκέπασε τον πραγματικό χαρακτήρα του. Είχε τιμήσει το Δαβίδ καθισμένο στο θρόνο, αλλά τώρα τον καταριόταν. Χυδαίος και εγωιστής, έβλεπε στους άλλους το δικό του χαρακτήρα και οδηγούμενος από το Σατανά, άφησε να ξεσπάσει το μίσος του επάνω σε εκείνον που είχε νουθετήσει ο Θεός. Το πνεύμα που οδηγεί τον άνθρωπο να χλευάζει ή να βασανίζει κάποιον που περνάει δοκιμασίες, είναι σατανικό πνεύμα.ΠΠ 739.4

    Οι κατηγορίες του Σιμεΐ εναντίον του Δαβίδ ήταν εντελώς ψεύτικες, ήταν μια αβάσιμη και κακοήθης συκοφαντία. Ο Δαβίδ δεν έκανε κανένα κακό ούτε στο Σαούλ ούτε στην οικογένειά του. Όταν ο Σαούλ είχε περιέλθει εντελώς στη διάθεσή του και μπορούσε να τον είχε σκοτώσει, εκείνος έκοψε μόνο την άκρη του ρούχου του και μετά μεμφόταν τον εαυτό του γιατί είχε δείξει ακόμη και αυτή την ασέβεια προς τον κεχρισμένο του Κυρίου.ΠΠ 739.5

    Όσο για τον ιερό σεβασμό του Δαβίδ προς την ανθρώπινη ζωή, είχε δοθεί καταφανή απόδειξη και τότε ακόμη που καταδιωκόταν σαν άγριο θηρίο. Μια ημέρα, καθώς ήταν στη κρυμμένος σπηλιά του Οδολλάμ, με τις σκέψεις να φτερουγίζουν πίσω στην ανέμελη ελευθερία των παιδικών του χρόνων φώναξε: «Τίς ήθελε μοι δώσει να πίω ύδωρ εκ του φρέατος της Βηθλεέμ, του πλησίον της πύλης;» (Β', Σαμ. 23:13-17).ΠΠ 740.1

    Τον καιρό εκείνον η Βηθλεέμ βρισκόταν στα χέρια των Φιλισταίων. Τρεις γενναίοι όμως άνδρες του σώματος του Δαβίδ πέρασαν τους φρουρούς και έφεραν νερό από τη Βηθλεέμ στον αρχηγό τους. Ο Δαβίδ δεν μπόρεσε να το πιεί. Είπε: «Μη γένοιτο εις εμέ να πράξω τούτο! Το αίμα των ανδρών, των πορευθέντων μετά κινδύνου της ζωής αυτών, να πίω εγώ;» Με ευλάβεια έχυσε το νερό σαν προσφορά στο Θεό.ΠΠ 740.2

    Ο Δαβίδ υπήρξε άνθρωπος πολέμου. Μεγάλο μέρος της ζωής του είχε περάσει μέσα σε σκηνές βίας. Από όλους όμως που έχουν περάσει τέτοια δεινοπαθήματα, αλήθεια ελάχιστοι έχουν υποφέρει τόσο πολύ από τη σκλήρυνση και την εξαχρείωση που αυτά συνεπάγονται, όσο ο Δαβίδ.ΠΠ 740.3

    Ο ανηψιός του Δαβίδ, ο Αβισαί, ένας από τους πιο γενναίους αρχηγούς του δεν είχε περισσότερη υπομονή για τα προσβλητικά λόγια του Σιμεΐ και φώναξε: «Διά τί ούτος ο νεκρός κύων καταράται τον κύριόν μου τον βασιλέα; Άφες, παρακαλώ, να περάσω και να κόψω την κεφαλήν αυτού.» Ο βασιλιάς όμως του το απαγόρευσε λέγοντας: «Ιδού, ο υιός μου, ο εξελθών εκ των σπλάχνων μου, ζητεί την ζωήν μου, πόσον μάλλον τώρα ο Βενιαμίτης; αφήσατε αυτόν, και ας καταράται, διότι ο Κύριος προσέταξεν αυτόν. Ίσως επιβλέψη ο Κύριος επί την θλίψιν μου και ανταποδώση εις εμέ ο Κύριος αγαθόν αντί της κατάρας τούτου την ημέραν ταύτην.»ΠΠ 740.4

    Η φωνή της συνείδησης μιλούσε στο Δαβίδ για την πικρή και ταπεινωτική αλήθεια. Οι πιστοί υπήκοοί του ίσως να αναρωτιόνταν για την ξαφνική μεταστροφή της τύχης. Για το Δαβίδ όμως αυτό δεν ήταν κανένα μυστήριο. Πάντοτε είχε κακά προαισθήματα για μια ώρα σαν και αυτή. Θαύμαζε πώς ο Θεός είχε ανεχτεί τόσο καιρό τις αμαρτίες του και είχε αναβάλει την ποινή που του άξιζε.ΠΠ 740.5

    Και Τώρα, στη βιαστική και επώδυνη φυγή του, ξυπόλητος, αλλάζοντας τη βασιλική χλαμύδα με τον τρίχινο σάκο, με τις θρηνωδίες των ακολούθων του να αντηχούν στους λόφους, σκεπτόταν την αγαπημένη του πρωτεύουσα - το μέρος που υπήρξε η σκηνή της αμαρτίας του. Καθώς αναλογιζόταν την αγαθότητα και τη μακροθυμία του Θεού, δεν απέβαλε εντελώς την ελπίδα! Ένιωθε ότι ο ευσπλαχνικός Κύριος μπορούσε ακόμη να ενδιαφερθεί για Αυτόν.ΠΠ 740.6

    Πολλοί που σφάλλουν, δικαιολογούν την αμαρτία τους δείχνοντας την πτώση του Δαβίδ. Πόσο λίγοι όμως εκδηλώνουν τη μεταμέλεια και την ταπεινοφροσύνη του Δαβίδ! Πόσο λίγοι θα δέχονταν την επίκριση και την τιμωρία με την υπομονή και το σθένος που έδειξε εκείνος! Είχε εξομολογηθεί την αμαρτία του και χρόνια είχε προσπαθήσει να εκτελέσει το καθήκον του σαν πιστός υπηρέτης του Θεού.ΠΠ 741.1

    Είχε εργαστεί για τη στήριξη του βασιλείου του, κάτω από τη διοίκησή του οποίου είχε φτάσει σε ένα ύψος δύναμης και ευημερίας που δεν είχε φτάσει ποτέ προηγουμένως. Είχε συγκεντρώσει πλούσια αποθέματα από υλικά για την οικοδομή του οίκου του Θεού και θα πήγαινε τώρα όλος ο μόχθος της ζωής του χαμένος; Έπρεπε οι καρποί των κόπων ολόκληρων ετών, το έργο της ευφυΐας, της αφοσίωσης και της πολιτικής ικανότητας να περιέλθει στα χέρια του απερίσκεπτου και ύπουλου γιου του που δε νοιαζόταν για την τιμή του Θεού ούτε για την ευημερία του Ισραήλ; Πόσο φυσιολογικό μπορούσε να φαίνεται στο Δαβίδ να παραπονείται στο Θεό στη μεγάλη αυτή δοκιμασία!ΠΠ 741.2

    Την αιτία της συμφοράς του όμως την αναγνώρισε στο δικό του αμάρτημα. Τα λόγια του προφήτη Μιχαία εκφράζουν το πνεύμα που ενέπνεε την καρδιά του Δαβίδ:ΠΠ 741.3

    «Αν και εκάθισα εν σκότει, ο Κύριος θέλει είσθαι φως εις εμέ.ΠΠ 741.4

    Θέλω υποφέρει την οργή του Κυρίου, διότι ημάρτησα εις Αυτόν,ΠΠ 741.5

    εωσού διαδικάση την δίκην μου, και κάμη την κρίσιν μου.» (Μιχ.7:8,9).ΠΠ 741.6

    Ο Κύριος δεν εγκατέλειψε το Δαβίδ. Το κεφάλαιο της ζωής του όπου, ενώ αντιμετώπιζε την πιο σκληρή αδικία και προσβολή, αποδείχτηκε ταπεινός, αφίλαυτος, γενναιόψυχος και υποτακτικός, είναι ένα από τα πιο υπέροχα ολόκληρης της ζωής του. Ποτέ δεν παρουσιάστηκε πραγματικά τόσο μεγάλος ο αρχηγός στα μάτια του Ουρανού όσο την ώρα της βαθύτερης εξωτερίκευσης της ταπείνωσής του.ΠΠ 741.7

    Αν ο Θεός είχε επιτρέψει στο Δαβίδ να προσπεράσει ανεξέλεγκτα την αμαρτία του και παρέμενε ήσυχος και καλοζωισμένος στο θρόνο του, παραβαίνοντας τα θεϊκά διατάγματα, οι σκεπτικιστές και οι άθεοι θα έβρισκαν αφορμή για να αναφέρουν την ιστορία του Δαβίδ σαν μομφή κατά της θρησκείας και της Βίβλου. Με την εμπειρία όμως που θέλησε να περάσει ο Δαβίδ, ο Κύριος δείχνει ότι δεν μπορεί ούτε να ανεχθεί, ούτε να δικαιολογήσει την αμαρτία.ΠΠ 741.8

    Η ιστορία του Δαβίδ επιτρέπει και σε μας επίσης να δούμε τους σημαντικούς σκοπούς που ο Θεός έχει υπόψη Του για να αντιμετωπίσει την αμαρτία. Μας καθιστά ικανούς να εξιχνιάσουμε μέσα στις ζοφερότερες ποινικές κρίσεις το πώς Αυτός επεξεργάζεται τους σπλαχνικούς και φιλάνθρωπους σκοπούς Του. Έκανε το Δαβίδ να περάσει κάτω από το ραβδί, όμως δεν τον κατέστρεψε. Το καμίνι έχει σκοπό να καθαρίσει, όχι για να καταναλώσει. Ο Κύριος λέει:ΠΠ 742.1

    «Εάν παραβώσι τα διατάγματά Μου, και δεν φυλάξωσι τας εντολάς Μου, τότε θέλω επισκεφθή με ράβδον τας παραβάσεις αυτών και με πληγάς τας παρανομίας αυτών. Το έλεός Μου όμως δεν θέλω αφαιρέσει απ’αυτού, ουδέ θέλω ψευσθή κατά της αλήθειας Μου.» (Ψαλμ. 89:31-33).ΠΠ 742.2

    Λίγο μετά την φυγή του Δαβίδ από την Ιερουσαλήμ, ο Αβεσσαλώμ έκανε την είσοδό του με το στρατό του και χωρίς κανέναν αγώνα κατέλαβε το προπύργιο του Ισραήλ. Ο Χουσαΐ ήταν από τους πρώτους που χαιρέτισαν το νεοεστεμμένο μονάρχη και ο πρίγκιπας απόρησε αλλά και ικανοποιήθηκε για την προσχώρηση του παλιού φίλου και συμβούλου του πατέρα του. Ο Αβεσσαλώμ ήταν βέβαιος για την επιτυχία. Μέχρι τότε οι μηχανορραφίες του είχαν πάει πολύ καλά. Αδημονώντας να στεριώσει το θρόνο του και να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη του έθνους, δέχτηκε ευχαρίστως το Χουσαΐ στην αυλή του.ΠΠ 742.3

    Ο Αβεσσαλώμ περιβαλλόταν τώρα από μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις, οι οποίες όμως αποτελούντο κατά το μεγαλύτερο μέρος από ακατάρτιστους για πόλεμο άνδρες. Μέχρι τότε δεν είχαν δώσει μάχη. Ο Αχιτόφελ γνώριζε καλά ότι η κατάσταση του Δαβίδ δεν ήταν καθόλου απελπιστική. Ένα μεγάλο μέρος του λαού ήταν ακόμη αφοσιωμένο σε αυτόν. Περιστοιχιζόταν από δοκιμασμένους πολεμιστές που έμειναν πιστοί στο βασιλιά τους και το στράτευμά του διοικούσαν ικανοί και έμπειροι στρατηγοί. Ο Αχιτόφελ ήξερε πως όταν θα περνούσε το πρώτο ξέσπασμα του ενθουσιασμού για το νέο βασιλιά, θα ακολουθούσε αντίδραση. Αν αποτύχαινε η επανάσταση, ο Αβεσσαλώμ θα μπορούσε να εξασφαλίσει τη συμφιλίωση με τον πατέρα του.ΠΠ 742.4

    Τότε ο Αχιτόφελ, σαν σύμβουλός του, θα θεωρείτο ο κύριος υπεύθυνος για την ανταρσία και η αυστηρότερη τιμωρία θα έπεφτε επάνω του. Προκειμένου να εμποδιστεί ο Αβεσσαλώμ να ξαναγυρίσουν όλα στην πρότερη κατάσταση τους, ο Αχιτόφελ τον συμβούλεψε να- κάνει κάτι που στα μάτια όλου του έθνους θα καθιστούσε τη συμφιλίωση αδύνατη.ΠΠ 742.5

    Με καταχθόνια πονηριά ο πανούργος και ανήθικος αυτός πολιτικός παρακίνησε τον Αβεσσαλώμ να προσθέσει στο έγκλημα της επανάστασης και το έγκλημα της αιμομιξίας. Παρουσία ολόκληρου του Ισραήλ έπρεπε να κάνει δικές του τις παλλακίδες του πατέρα του και σύμφωνα με το έθιμο των εθνών της Ανατολής, να δηλώσει με αυτό τον τρόπο ότι είχε διαδεχθεί τον πατέρα του στο θρόνο. Ο Αβεσσαλώμ εκτέλεσε τη χυδαία αυτή πρόταση. Έτσι, εκπληρώθηκε ο λόγος του Θεού που ο προφήτης μετέφερε στο Δαβίδ: «Ιδού, θέλω επεγείρει εναντίον σου κακά εκ του οίκου σου, και θέλω λάβει τας γυναίκας σου, και θέλω δώσει αυτάς εις τον πλησίον σου . . . Διότι συ έπραξας κρυφίως, αλλ’Εγώ θέλω κάμει τούτο το πράγμα έμπροσθεν παντός του Ισραήλ και κατέναντι του ηλίου.» (Β', Σαμ. 12:11,12). Όχι, ο Θεός δεν υπαγόρευσε τις αισχρές αυτές πράξεις, αλλά εξαιτίας της αμαρτίας του Δαβίδ δε χρησιμοποίησε τη δύναμή Του για να τις εμποδίσει.ΠΠ 743.1

    Ο Αχιτόφελ εκτιμάτο πολύ για τη σοφία του αλλά ήταν απογυμνωμένος από θεία φώτιση. «Αρχή σοφίας, φόβος Κυρίου.» Αυτό δεν το είχε ο Αχιτόφελ. Διαφορετικά δε θα μπορούσε να στηρίξει την επιτυχία της προδοσίας επάνω στο έγκλημα της αιμομιξίας. Άνθρωποι με διεφθαρμένη καρδιά μηχανορραφούν αχρείες πράξεις σαν να μην υπάρχει Θεία Πρόνοια που να ανατρέπει τα σχέδιά τους. «Ο καθήμενος εν ουρανοίς θέλει γελάσει, ο Κύριος θέλει εκμυκτηρίσει αυτούς.» Ο Κύριος δηλώνει: «Δεν ηθέλησαν τας συμβουλάς Μου, κατεφρόνησαν πάντας τους ελέγχους Μου, διά τούτο θέλουσι φάγει από των καρπών της οδού αυτών, και θέλουσι χορτασθή από τον κακοβουλιών αυτών.» (Παρ. 9:10, Ψαλμ. 2:4, Παρ. 1:30-32).ΠΠ 743.2

    Αφού πέτυχε το τέχνασμα για την εξασφάλιση της προσωπικής του ασφάλειας, ο Αχιτόφελ υπέδειξε επίμονα στον Αβεσσαλώμ την ανάγκη της άμεσης δράσης εναντίον του Δαβίδ. Είπε: «Ας εκλέξω τώρα δώδεκα χιλιάδας ανδρών, και σηκωθείς να καταδιώξω οπίσω του Δαβίδ την νύκτα, και θέλω επέλθει κατ’αυτού, ενώ είναι αποκαμωμένος και εκλελυμένος τας χείρας, και θέλω κατατρομάξει αυτόν και πας ο λαός ο μετ’αυτού θέλει φύγει, και θέλω πατάξει τον βασιλέα μεμονωμένον, και θέλω επιστρέφει πάντα τον λαόν προς σε.»ΠΠ 743.3

    Το σχέδιο αυτό εγκρίθηκε από τους βασιλικούς συμβούλους. Αν είχε εκτελεστεί αυτό το σχέδιο, ο Δαβίδ θα είχε φονευτεί σίγουρα, εκτός και αν επενέβαινε άμεσα ο Θεός για να τον σώσει. Μια σοφία όμως ανώ- τερη από εκείνη του φημισμένου Αχιτόφελ κατεύθυνε τα γεγονότα. «Ο Κύριος διέταξε να διασκεδάση την καλήν βουλήν του Αχιτόφελ, διά να επιφέρη ο Κύριος το κακόν επί τον Αβεσσαλώμ.»ΠΠ 743.4

    Ο Χουσαΐ δεν είχε κληθεί στο συμβούλιο και δεν μπορούσε να επέμβει χωρίς να ερωτηθεί, επειδή μπορούσε να διεγείρει υποψίες ότι ήταν κατάσκοπος. Όταν όμως η συνέλευση είχε διαλυθεί, ο Αβεσσαλώμ που εκτιμούσε πολύ την κρίση του συμβούλου του πατέρα του, υπέβαλε στον Χουσαΐ για έγκριση το σχέδιο του Αχιτόφελ. Ο Χουσαΐ είδε πως αν εκτελούταν το προτεινόμενο σχέδιο, ο Δαβίδ ήταν χαμένος. Τότε είπε:ΠΠ 744.1

    «Δεν είναι καλή η συμβουλή την οποίαν έδωκεν ο Αχιτόφελ ταύτην την φοράν ... Συ εξεύρεις τον πατέρα σου και τους άνδρας αυτού, ότι είναι δυνατοί και κατάπικροι την ψυχήν, ως άρκτος στερηθείσα των τέκνων αυτής εν τη πεδιάδι. Και ο πατήρ σου είναι ανήρ πολεμιστής, και δεν θέλει μείνει την νύκτα μετά του λαού. Ιδού τώρα είναι κεκρυμμένος εν λάκκω τινί, ή εν άλλω τινί τόπω.»ΠΠ 744.2

    Υποστήριξε ότι αν οι δυνάμεις του Αβεσσαλώμ καταδίωκαν το Δαβίδ, δε θα μπορούσαν να τον συλλάβουν. Αν ήταν αναγκασμένοι να κάνουν οπισθοχώρηση, θα αποκαρδιώνονταν με αποτέλεσμα μεγάλη ζημιά στο σκοπό του Αβεσσαλώμ. Είπε λοιπόν: «Διότι ο Ισραήλ εξεύρει ότι ο πατήρ σου είναι δυνατός, και οι μετ’ αυτού άνδρες δυνάμεως.» Υπέδειξε ένα ελκυστικό σχέδιο σε ένα ματαιόδοξο και εγωιστικό άτομο που αρεσκόταν στην επίδειξη της δύναμης:ΠΠ 744.3

    «Εγώ συμβουλεύω να συναχθή προς σε πας ο Ισραήλ, από Δαν έως Βηρσαβεέ, ως η άμμος η παρά την θάλασσαν κατά το πλήθος, και να υπάγης προσωπικώς να πολεμήσης. Ούτω θέλομεν επέλθει κατ’αυτού εις όντινα τόπον ευρεθή, και θέλομεν πέσει επ’αυτόν ως πίπτει η δρόσος επί την γην, ώστε εξ αυτού και εκ πάντων των ανθρώπων των μετ’αυτού, δεν θέλει μείνει ουδέ εις. Εάν δε καταφύγη εις πόλιν τινά, τότε πας ο Ισραήλ θέλει φέρει κατά της πόλεως εκείνης σχοινία, και θέλομεν σύρει αυτήν έως του χειμάρρου, ώστε να μη μείνη εκεί ουδέ λιθάριον.»ΠΠ 744.4

    «Και είπεν ο Αβεσσαλώμ και πάντες οι άνδρες Ισραήλ, Καλυτέρα είναι η συμβουλή του Χουσαΐ του Αρχίτου παρά την συμβουλήν του Αχιτόφελ.»ΠΠ 744.5

    Ήταν όμως κάποιος εκεί που δεν μπορούσε να εξαπατηθεί, ένας που μπορούσε να διακρίνει καθαρά το αποτέλεσμα του μοιραίου αυτού λάθους του Αβεσσαλώμ. Ο Αχιτόφελ ήξερε ότι η υ- πόθεση ήταν χαμένη για τον επαναστάτη. Ήξερε ακόμη ότι οποιαδήποτε και να ήταν η μοίρα του πρίγκιπα, δεν υπήρχε καμιά ελπίδα για το συμβουλάτορα που είχε υποκινήσει τα χειρότερα εγκλήματα.ΠΠ 744.6

    Ο Αχιτόφελ είχε ενθαρρύνει τον Αβεσσαλώμ να επαναστατήσει. Αυτός τον είχε συμβουλεύσει να διαπράξει τη βδελυρότερη κακοήθεια για να ατιμάσει τον πατέρα του, αυτός είχε προτείνει τη δολοφονία του Δαβίδ και είχε προγραμματίσει την εκτέλεσή της. Είχε αποκόψει την τελευταία πιθανότητα για τη δική του συμφιλίωση με το βασιλιά. Τώρα, ένας άλλος είχε προτιμηθεί αντί αυτού και μάλιστα με υπόδειξη του Αβεσσαλώμ.ΠΠ 745.1

    Ζηλότυπος, οργισμένος και απελπισμένος ο Αχιτόφελ «σηκωθείς ανεχώρησε προς τον οίκον αυτού, εις την πόλιν αυτού, και αφού διέταξε τα του οίκου αυτού, εκρεμάσθη και απέθανε.» Αυτό ήταν το αποτέλεσμα της σοφίας ενός που δεν είχε σύμβουλο το Θεό αν και είχε υπέροχα χαρίσματα. Ο Σατανάς σαγηνεύει τους ανθρώπους με κολακευτικές υποσχέσεις. Στο τέλος όμως θα ανακαλυφθεί από την κάθε ψυχή ότι «ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος.» (Ρωμ. 6:23).ΠΠ 745.2

    Μη ξέροντας στα σίγουρα αν ο αλλοπρόσαλλος βασιλιάς θα α-κολουθούσε τη συμβουλή του, ο Χουσαΐ δεν έχασε καιρό ειδοποιώντας το Δαβίδ να διαφύγει χωρίς χρονοτριβή, περνώντας τον Ιορδάνη. Ο Χουσαΐ έστειλε το ακόλουθο μήνυμα στους ιερείς οι οποίοι θα το προωθούσαν με τους γιους τους:ΠΠ 745.3

    «Ούτω και ούτω συνεβούλευσεν ο Αχιτόφελ τον Αβεσσαλώμ και τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ, και ούτω και ούτω συνεβούλευσα εγώ. Τώρα λοιπόν ... μη μείνης την νύκτα ταύτην εν ταις πεδιάσι της ερήμου, αλλά σπεύσον να διαπεράσης διά να μη καταποθή ο βασιλεύς, και πας ο λαός ο μετ’αυτού.»ΠΠ 745.4

    Είχαν υποπτευθεί τους νεαρούς και τους ακολούθησαν, αλλά εκείνοι κατόρθωσαν να εκτελέσουν την επικίνδυνη αποστολή τους. Ο Δαβίδ, εξαντλημένος από την κόπωση και τη λύπη στο τέλος της πρώτης ημέρας της φυγής, πήρε την είδηση ότι έπρεπε την ίδια εκείνη νύχτα να περάσει τον Ιορδάνη επειδή ο γιος του ήθελε να του αφαιρέσει τη ζωή.ΠΠ 745.5

    Ποια ήταν τα αισθήματα του τόσο αμείλικτα αδικημένου πατέρα και βασιλιά την ώρα του φοβερού αυτού κινδύνου; «Ανήρ σφόδρα δυνατός», άνδρας πολεμιστής, βασιλιάς του οποίου ο λόγος ήταν νόμος, προδομένος από το γιο που αγαπούσε, παραχάιδεψε και ασύνετα εμπιστεύθηκε, αδικημένος και εγκαταλειμμένος από υπηκόους που είχαν ενωθεί μαζί με τον σφετεριστή γιο του με τους πιο ισχυρούς δεσμούς τι- μής και αφοσίωσης. Ποια λόγια μεταχειρίστηκε ο Δαβίδ για να ελαφρύνει την ψυχή του από τα αισθήματα που τον έπνιγαν; Την ώρα της θλιβερότερης δοκιμασίας του, η καρδιά του Δαβίδ στηρίχτηκε στο Θεό και έψαλλε:ΠΠ 745.6

    «Κύριε, πόσον επληθύνθησαν οι εχθροί μου!
    Πολλοί επανίστανται επ’εμέ,
    Πολλοί λέγουσι περί της ψυχής μου,
    Δεν είναι δι’αυτόν σωτηρία εν τω Θεώ.
    Αλλά Συ, Κύριε, είσαι η ασπίς μου,
    Η δόξα μου, και ο υψώνων την κεφαλήν μου.
    Έκραξα με την φωνήν μου προς τον Κύριον,
    Και εισήκουσέ μου εκ του όρους του αγίου Αυτού.
    Εγώ επλαγίασα και εκοιμήθην,
    Εξηγέρθην διότι ο Κύριος με υποστηρίζει.
    Δεν θέλω φοβηθή από μυριάδων λαού
    Των αντιπαραταττομένων κατ’εμού κύκλω...
    Του Κυρίου είναι η σωτηρία,
    Επί τον λαόν Σου είναι η ευλογία Σου.» Ψαλμοί 3:1-8
    ΠΠ 746.1

    Ο Δαβίδ και όλη η συνοδεία του, πολεμιστές, πολιτικοί, νέοι, γέροι, γυναίκες και μικρά παιδιά μέσα στο σκοτάδι της νύχτας πέρασαν το βαθύ και ορμητικό χείμαρρο. «Μέχρι του χαράγματος της ημέρας δεν έλειψεν ουδέ είς εξ αυτών, όστις δεν διέβη τον Ιορδάνην.»ΠΠ 746.2

    Ο Δαβίδ και οι δυνάμεις του κατευθύνθηκαν πίσω προς Μαχαναΐμ, την πρώην βασιλική έδρα του Ισβοσθέ. Ήταν μια ισχυρά οχυρωμένη πόλη, περιστοιχισμένη από ορεινή περιοχή, ευνοϊκή για καταφύγιο σε καιρό πολέμου. Η περιφέρεια ήταν παραγωγική και ο λαός φιλικός προς τον βασιλιά. Εδώ πολλοί οπαδοί ενώθηκαν μαζί του και πλούσιοι φύλαρχοι τον εφοδίασαν με άφθονα δώρα από τρόφιμα και άλλα αναγκαία εφόδια.ΠΠ 746.3

    Η συμβουλή του Χουσαΐ είχε πετύχει το σκοπό της, προσφέροντας στο Δαβίδ την ευκαιρία να διαφύγει. Ο βίαιος όμως και ανυπόμονος πρίγκιπας δεν μπορούσε να συγκρατηθεί για πολύ και γρήγορα επιδόθηκε στην καταδίωξη του πατέρα του. «Ο Αβεσσαλώμ διέβη τον Ιορδάνην, αυτός, και πάντες οι άνδρες Ισραήλ μετ’αυτού.» Ο Αβεσσαλώμ κατέστησε αρχιστράτηγο των δυνάμεών του τον Αμασά, το γιο της αδελφής του Δαβίδ, Αβιγαίας. Ο στρατός του ήταν πολυάριθμος αλλά χωρίς πειθαρχία και κατάρτιση για να παραβγεί με τους γυμνασμένους στρατιώτες του πατέρα του.ΠΠ 746.4

    Ο Δαβίδ διαίρεσε τις δυνάμεις του σε τρία τάγματα που έθεσε κάτω από τις διαταγές του Ιωάβ, του Αβισαί και του Ιττάί του Γετθαίου. Είχε την πρόθεση να αναλάβει ο ίδιος την προσωπική διοίκηση του στρατεύματος στο πεδίο της μάχης. Σε αυτό όμως πρόβαλαν έντονη διαμαρτυρία οι αξιωματικοί του στρατού, οι σύμβουλοί του και ο λαός. Του είπαν: «Δεν θέλεις εξέλθει, διότι αν τραπώμεν εις φυγήν, δεν μέλει αυτούς περί ημών, ουδέ εάν το ήμισυ εξ ημών αποθάνη, δεν μέλει περί ημών, επειδή τώρα συ είσαι ως ημείς δέκα χιλιάδες. Όθεν τώρα είναι καλήτερον να ήσαι βοηθός ημών εκ της πόλεως.» «Και είπε προς αυτούς ο βασιλεύς, Ό,τι σας φαίνηται καλόν, θέλω κάμει.»ΠΠ 747.1

    Από τα τείχη της πόλης διακρίνονταν καθαρά οι μεγάλες σειρές του επαναστατικού στρατού. Ο σφετεριστής του θρόνου συνοδευόταν από ένα απειράριθμο πλήθος που συγκριτικά με τη δύναμη του Δαβίδ, έμοιαζε σαν μια χούφτα. Καθώς ο βασιλιάς ατένιζε τις εχθρικές δυνάμεις, η σκέψη που κυρίως απασχολούσε το νου του δεν ήταν το στέμμα και η βασιλεία, ούτε καν η ίδια του η ζωή που εξαρτιόταν από την έκβαση της μάχης. Η καρδιά του πατέρα ήταν ξέχειλη από αγάπη για τον ανυπότακτο γιο του.ΠΠ 747.2

    Ενώ έβγαινε ο στρατός από τις πύλες της πόλης, ο Δαβίδ ενθάρρυνε τους πιστούς οπλίτες του, παροτρύνοντάς τους να προχωρούν με εμπιστοσύνη και ο Θεός του Ισραήλ θα τους έδινε τη νίκη. Αλλά ούτε και τότε μπόρεσε να καταπνίξει την αγάπη του για τον Αβεσσαλώμ. Την ώρα που ο Ιωάβ, οδηγώντας την πρώτη φάλαγγα, περνούσε μπροστά από το βασιλιά του, ο νικητής στρατάρχης εκατοντάδων μαχών, έσκυψε το περήφανο κεφάλι του για να ακούσει την τελευταία παραγγελία του μονάρχη. Με τρεμάμενη φωνή του έλεγε: «Σώσατέ μοι τον νέον, τον Αβεσσαλώμ.» Ο Αβισαί και ο Ιττάί πήραν την ίδια διαταγή: «Σώσατέ μοι τον νέον, τον Αβεσσαλώμ.» Η έννοια του βασιλιά έθεσε τον Αβεσσαλώμ προσφιλέστερο από το βασίλειό του και από τους αφοσιωμένους στο θρόνο υπηκόους του. Το γεγονός αυτό ενίσχυσε μάλλον την αγανάκτηση των στρατιωτών για τον αποτρόπαιο γιο του.ΠΠ 747.3

    Ο τόπος της μάχης ήταν ένα κοντά δάσος στον Ιορδάνη όπου ο υπέρογκος αριθμός του στρατού του Αβεσσαλώμ αποδείχθηκε για αυτόν μει-ονέκτημα. Μέσα στο πυκνόφυλλο δάσος με τέλματα, τα ανεκπαίδευτα εκείνα στρατιωτικά μπουλούκια συγχέονταν και ήταν δύσκολο να κυβερνηθούν. «Και κατετροπώθη εκεί ο λαός Ισ- ραήλ υπό των δούλων του Δαβίδ, και έγεινεν εκεί την ημέραν εκείνην θραύσις μεγάλη, είκοσι χιλιάδων.»ΠΠ 747.4

    Ο Αβεσσαλώμ, βλέποντας ότι η μάχη αυτή είχε χαθεί για αυτόν, έφυγε. Ξαφνικά, το κεφάλι του πιάστηκε στα κλαδιά ενός φουντωμένου δένδρου και το μουλάρι που καβαλίκευε έφυγε από κάτω του. Έτσι τον άφησε να κρέμεται απροστάτευτος, λεία των εχθρών του. Στην κατάσταση αυτή τον βρήκε ένας στρατιώτης ο οποίος, από φόβο μη δυσαρεστήσει το βασιλιά, δεν πείραξε τον Αβεσσαλώμ. Ανέφερε όμως στον Ιωάβ αυτό που είχε δει. Ο Ιωάβ δε συγκρατήθηκε από ενδοιασμούς. Είχε συμπαρασταθεί στον Αβεσσαλώμ, είχε εξασφαλίσει δύο φορές τη συμφιλίωσή του με το Δαβίδ και η εμπιστοσύνη του είχε προδοθεί ανεπαίσχυντα.ΠΠ 748.1

    Αν δεν ήταν τα προνόμια που απέκτησε ο Αβεσσαλώμ με τη μεσολάβηση του Ιωάβ, η εξέγερση με όλα τα φρικαλέα γεγονότα της δε θα είχαν συμβεί ποτέ. Τώρα ήταν στο χέρι του Ιωάβ να εξοντώσει μονομιάς τον υπαίτιο όλου του κακού. «Και λαβών εις την χείρα αυτού τρία βέλη, διεπέρασεν αυτά διά της καρδίας του Αβεσσαλώμ ... Και λαβόντες τον Αβεσσαλώμ. έρριψαν αυτόν εις λάκκον μέγαν εντός του δάσους και έστησαν επ’ αυτόν σωρόν λίθων μέγαν σφόδρα.»ΠΠ 748.2

    Με αυτό τον τρόπο πέθαναν οι ηθικοί αυτουργοί της επανάστασης στο Ισραήλ. Ο Αχιτόφελ αυτοκτόνησε και ο ηγεμονικός, μεγαλόπρεπης σε ομορφιά Αβεσσαλώμ χάθηκε στα νιάτα του. Το άψυχο σώμα του πετάχτηκε σε ένα λάκκο και σκεπάστηκε με σωρό από πέτρες, ως σύμβολο παντοτινής αισχύνης. Όταν ζούσε ο Αβεσσαλώμ, είχε στήσει για τον εαυτό μια δαπανηρή στήλη στην κοιλάδα του βασιλιά. Το μόνο μνημείο που σημάδεψε τον τόπο της ταφής του ήταν ο σωρός από τις πέτρες μέσα στην ερημιά.ΠΠ 748.3

    Αφού εξέλειπε ο αρχηγός της επανάστασης, ο Ιωάβ σαλπίζοντας ανακάλεσε το στρατό από την καταδίωξη του οπισθοχωρούντος εχθρικού στρατεύματος και στάλθηκαν αμέσως αγγελιοφόροι για να φέρουν την είδηση στο βασιλιά.ΠΠ 748.4

    Ο φρουρός επάνω στα τείχη της πόλης, παρατηρώντας το πεδίο της μάχης, διέκρινε ένα δρομέα μονάχο. Σε λίγο ένας δεύτερος φάνηκε. Καθώς ο πρώτος πλησίαζε, ο φρουρός ανήγγειλε στο βασιλιά που περίμενε πλάι στην πύλη: «Το τρέξιμον του πρώτου μοι φαίνεται ως το τρέξιμον του Αχιμάας, υιού του Σαδώκ.» «Και είπεν ο βασιλεύς, Καλός άνθρωπος είναι ούτος, και έρχεται με αγαθός αγγελίας. Και εβόησεν ο Αχιμάας, και είπε προς τον βασι- λέα, Χαίρε! και προσεκύνησε τον βασιλέα κατά πρόσωπον αυτού έως εδάφους, και είπε, Ευλογητός Κύριος ο Θεός σου, όστις παρέδωκε τους ανθρώπους, τους σηκώσαντας την χείρα αυτών κατά του Κυρίου μου του βασιλέως.» Στην αγωνιώδη ερώτηση του βασιλιά, «υγιαίνει ο νέος, ο Αβεσσαλώμ;» ο Αχιμάας απάντησε με υπεκφυγές.ΠΠ 748.5

    Ο δεύτερος αγγελιοφόρος κατέφθασε κραυγάζοντας: «Αγγελίας, κύριέ μου βασιλεύ! διότι ο Κύριος σε εξεδίκησε την ημέραν ταύτην εκ χειρός πάντων των επανισταμένων επί σε. » Και πάλι ήρθε η αγωνιώδης ερώτηση στα χείλη του βασιλιά: «Υγιαίνει ο νέος ο Αβεσσαλώμ;» Ανίκανος να αποφύγει τη σκληρή είδηση, ο αγγελιοφόρος απάντησε: «Είθε να γείνωσιν ως ο νέος εκείνος οι εχθροί του κυρίου μου του βασιλέως, και πάντες οι επανιστάμενοι επί σε διά κακόν!» Αυτό ήταν αρκετό. Ο Δαβίδ δε ρώτησε περισσότερο αλλά με σκυμμένο κεφάλι «ανέβη εις το υπερώον της πύλης, και έκλαυσε. Και ενώ επορεύετο, έλεγεν ούτως, Υιέ μου Αβεσσαλώμ, υιέ μου, υιέ μου.»ΠΠ 749.1

    Ο νικηφόρος στρατός, επιστρέφοντας από το πεδίο της μάχης, πλησίαζε στην πόλη με θριαμβευτικές κραυγές του να αντιλαλούν στους γύρω λόφους. Μπαίνοντας όμως από την πύλη της πόλης, οι κραυγές έσβηναν, τα λάβαρα στα χέρια τους χαμήλωναν και με βλέμματα στραμμένα προς τα κάτω προχωρούσαν μοιάζοντας περισσότερο με νικημένους παρά με νικητές. Ο βασιλιάς δεν τους περίμενε για υποδοχή, αλλά από το υπερώο της πύλης ακουγόταν η γοερή κραυγή της θρηνωδίας του: «Υιέ μου Αβεσσαλώμ, υιέ μου Αβεσσαλώμ! Είθε να απέθνησκον εγώ αντί σου, Αβεσσαλώμ, υιέ μου, υιέ μου!»ΠΠ 749.2

    «Εν εκείνη τη ημέρα η σωτηρία μετεβλήθη εις πένθος εν παντί τω λαώ, διότι ήκουσεν ο λαός να λέγωσιν εν τη ημέρα εκείνη, Ο βασιλεύς είναι περίλυπος διά τον υιόν αυτού. Και εισήρχετο ο λαός εν τη ημέρα εκείνη κρυφίως εις την πόλιν, ως λαός όστις κρύπτεται αισχυνόμενος όταν εν τη μάχη τραπή εις φυγήν.»ΠΠ 749.3

    Ο Ιωάβ αγανάκτησε. Ο Θεός τούς είχε δώσει λόγο για θρίαμβο και αγαλλίαση. Η μεγαλύτερη ανταρσία που γνώρισε ποτέ ο λαός του Ισραήλ, είχε κατασταλεί. Όμως, η μεγάλη αυτή νίκη μετατράπηκε σε πένθος για το έγκλημα εκείνου που είχε στοιχίσει το αίμα χιλιάδων γενναίων ανδρών. Ο τραχύς και βίαιος πολεμιστής παρουσιάστηκε στα γρήγορα στο βασιλιά και του μίλησε απότομα:ΠΠ 749.4

    «Κατήσχυνας σήμερον τα πρόσωπα πάντων των δούλων σου, οίτινες έσωσαν σήμερον την ζωήν σου, και την ζωήν των υιών σου και των θυγατέρων σου . . . επειδή αγαπάς τους μισούντας σε, και μισείς τους αγαπώντας σε. Διότι έδειξας σήμερον ότι δεν είναι παρά σοι ουδέν οι άρχοντές σου, και οι δούλοι σου, διότι σήμερον εγνώρισα ότι εάν ο Αβεσσαλώμ έζη, και ημείς πάντες απεθνήσκαμεν σήμερον, τότε ήθελεν είσθαι αρεστόν εις σε. Τώρα λοιπόν σηκώθητι, έξελθε και λάλησον κατά την καρδίαν των δούλων σου, διότι ομνύω εις τον Κύριον, εάν δεν εξέλθης, δεν θέλει μείνει μετά σου την νύκτα ταύτην ουδέ είς, και τούτο θέλει είσθαι εις σε χειρότερον υπέρ πάντα τα κακά όσα ήλθον επί σε εκ νεότητάς σου μέχρι του νυν.»ΠΠ 749.5

    Όσο αυστηρή και σκληρή και αν ήταν η επίπληξη για το χαροκαμένο βασιλιά, ο Δαβίδ δε θίχτηκε από αυτή. Αναγνωρίζοντας ότι ο στρατηγός του είχε δίκαιο, κατέβηκε στην πύλη και με λόγια ενθαρρυντικά και επαινετικά χαιρέτησε τους γενναίους στρατιώτες του, καθώς αυτοί παρέλασαν μπροστά του.ΠΠ 750.1