Οι Γυναίκες στον Τάφο
Το πρωί της πρώτης ημέρας της εβδομάδας, πριν φέξει ακόμη, οι άγιες γυναίκες πήγαν στο μνήμα έχοντας μαζί τους μύρα και αρώματα για να αλείψουν το σώμα του Ιησού. Βρήκαν κυλισμένη τη βαριά πέτρα που είχε φράξει την είσοδο του τάφου και το λείψανο του Χριστού να λείπει. Το γεγονός αυτό ράγισε την καρδιά τους. Φοβήθηκαν ότι οι εχθροί τους είχαν απαγάγει το σώμα. Ξαφνικά αντίκρισαν δύο αγγέλους, ασπροντυμένους, με λαμπερά πρόσωπα. Οι ουράνιες αυτές υπάρξεις κατάλαβαν το λόγο της επίσκεψης των γυναικών και τις είπαν ότι ο Ιησούς δεν βρισκόταν εκεί, είχε αναστηθεί. Πρόσταξαν να ειδοποιήσουν τους μαθητές ότι ο Ιησούς θα πήγαινε στη Γαλιλαία πριν από αυτούς. Γεμάτες φόβο και μεγάλη χαρά, οι γυναίκες έσπευσαν να τους βρουν και τους διηγήθηκαν τα όσα είδαν και άκουσαν.ΙΑ 177.3
Οι μαθητές δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι ο Χριστός είχε πράγ-ματι αναστηθεί. Μαζί με τις γυναίκες που είχαν φέρει την είδηση, βιαστικά έτρεξαν στον τάφο. Διαπίστωσαν ότι ο Ιησούς δεν ήταν εκεί. Είδαν τα σάβανά Του, αλλά ακόμη δεν μπορούσαν να πιστέψουν στο γεγονός της ανάστασής Του. Επέστρεψαν στο σπίτι τους έκπληκτοι από τον άδειο τάφο που είδαν και από την είδηση που τους είχαν φέρει οι γυναίκες.ΙΑ 178.1
Η Μαρία προτίμησε να παραμείνει κοντά στο μνήμα λίγο περισσότερο, βασανισμένη με την ιδέα ότι μπορεί να είχε γελαστεί. Φοβόταν ότι καινούργιες δοκιμασίες την περίμεναν. Καταλήφθηκε από λύπη και ξέσπασε σε αναφιλητά. Έσκυψε για να κοιτάξει άλλη μία φορά στο εσωτερικό του τάφου και αντίκρισε δύο αγγέλους ντυμένους στα άσπρα. Ο ένας στεκόταν στο μέρος όπου το κεφάλι του Χριστού είχε ακουμπήσει και ο άλλος στο σημείο όπου είχαν τεθεί τα πόδιά Του. Της μίλησαν με τρυφερότητα και τη ρώτησαν το λόγο για τον οποίο έκλαιγε. Εκείνη απάντησε: «Εσήκωσαν τον Κύριον μου και δεν εξεύρω πού έθεσαν αυτόν” (Ιωαν. κ’ 13).ΙΑ 178.2