Στο Δικαστήριο
Ο όχλος κραύγαζε ζητώντας το θάνατο του Ιησού. Τον μαστίγωσαν χωρίς οίκτο, Τον έντυσαν με μία κόκκινη βασιλική χλαμύδα και Του φόρεσαν στο άγιο κεφάλι Του ένα ακάνθινο στεφάνι. Του έδωσαν να κρατάει ένα καλάμι, υποκλίνονταν μπροστά Του και Τον χαιρετούσαν ειρωνικά: «Χαίρε, ο βασιλεύς των Ιουδαίων» (Ιωαν. ιθ’ 3). Παίρνοντας το καλάμι από το χέρι Του, Τον κτυπούσαν με αυτό στο κεφάλι μπήγοντας τα αγκάθια στους κροτάφους Του και κάνοντας το αίμα να τρέχει στο πρόσωπο και στο γένι Του.ΙΑ 161.1
Ήταν δύσκολο για τους αγγέλους να αντέξουν τη σκηνή. Ήθελαν να ελευθερώσουν τον Ιησού, αλλά οι υπεύθυνοί τους τούς το απαγόρεψαν λέγοντας ότι το λύτρο που θα πληρωνόταν για τον άνθρωπο ήταν μεγάλο και θα προκαλούσε το θάνατο Εκείνου που είχε τη δύναμη του θανάτου. Ο Ιησούς ήξερε ότι άγγελοι παρακολουθούσαν τη σκηνή της ταπείνωσής Του. Ακόμα και η πιο αδύναμη ουράνια αγγελική ύπαρξη θα μπορούσε να απελευθερώσει τον Ιησού, κάνοντας το σαρκαστικό όχλο να πέσει ανήμπορο στο έδαφος. Ήξερε ότι αν το ζητούσε από τον Πατέρα Του, οι άγγελοι αμέσως θα Τον ελευθέρωναν. Προκειμένου όμως να ολοκληρωθεί το σχέδιο της σωτηρίας, ήταν απαραίτητο να υποφέρει τη βία των αμαρτωλών ανθρώπων.ΙΑ 161.2
Ο Ιησούς ήταν ήρεμος και ταπεινός μπροστά στο εξαγριωμένο πλήθος που Τον συμπεριφερόταν με τη χειρότερη απανθρωπιά. Τον έφτυσαν στο πρόσωπο. Στο πρόσωπο εκείνο από το οποίο θα θελήσουν μια ημέρα να κρυφτούν. Στο πρόσωπο που θα φωτίσει την πόλη του Θεού και θα λάμψει περισσότερο από τον ήλιο. Ο Χριστός δεν έριξε κανένα θυμωμένο βλέμμα στους ενόχους. Εκείνοι κάλυψαν το κεφάλι Του με ένα κουρέλι για να μην μπορεί να δει και άρχισαν να Τον κτυπούν στο κεφάλι και να φωνάζουν: «Προφήτευσον, τις είναι όστις σε εκτύπησε;” (Λουκ. κβ’ 64). Οι άγγελοι ταράχτηκαν. Θα Τον είχαν γλυτώσει αμέσως, αλλά εμποδίστηκαν από τους ανωτέρους τους.ΙΑ 161.3
Μερικοί από τους μαθητές είχαν πάρει την άδεια να μπουν στο χώρο όπου βρισκόταν ο Ιησούς και να παρακολουθήσουν τη δίκη Του. Περίμεναν ότι Εκείνος θα εκδήλωνε τη θεϊκή Του δύναμη, θα γλίτωνε από τα χέρια των εχθρών Του και θα τους τιμωρούσε για την απάνθρωπη συμπεριφορά τους. Οι ελπίδες τους έσβηναν και ξαναζούσαν καθώς οι σκηνές διαδέχονταν η μία την άλλη. Μερικές φορές αμφέβαλλαν και φοβόνταν ότι είχαν παραπλανηθεί. Η φωνή όμως που ακούστηκε στο όρος της μεταμόρφωσης και η δόξα που αντίκρισαν εκεί, ενίσχυσαν την πίστη τους ότι Αυτός ήταν ο Υιός του Θεού. Ξαναθυμήθηκαν τις σκηνές που είχαν δει, τα θαύματα που είχαν παρατηρήσει να εκτελεί ο Ιησούς θεραπεύοντας τους αρρώστους, ανοίγοντας τα μάτια των τυφλών και τα αυτιά των κωφών, επιτιμώντας και βγάζοντας ακάθαρτα πνεύματα, επαναφέροντας τους νεκρούς στη ζωή, ακόμη και ησυχάζοντας τον άνεμο και τη θάλασσα.ΙΑ 161.4
Δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι θα πέθαινε. Έλπιζαν ότι θα ε-πανερχόταν η δύναμή Του και με την επιτακτική φωνή Του θα διέλυε το αιμοβόρο πλήθος, όπως όταν μπήκε στο ναό και έδιωξε αυτούς που είχαν κάνει τον οίκο του Θεού τόπο εμπορίου. Τότε, όλοι είχαν εξαφανιστεί από την παρουσία Του σαν να τους καταδίωκαν ομάδες από ένοπλους στρατιώτες. Οι μαθητές έλπιζαν ότι ο Ιησούς θα έδειχνε τη δύναμή Του και θα έπειθε όλους ότι ήταν ο Βασιλιάς του Ισραήλ.ΙΑ 162.1