Η Προσφορά της Θυσίας
Σύμφωνα με την ιδιαίτερη υπόδειξη του Θεού, ο Αδάμ πρόσφερε θυσία για την αμαρτία του. Αυτή η πράξη ήταν γι’ αυτόν μία υπερβολικά επώδυνη τελετή. Έπρεπε να υψώσει το χέρι του και να αφαιρέσει τη ζωή που ο Θεός μόνο μπορούσε να δώσει. Τη στιγμή εκείνη για πρώτη φορά αντιμετώπισε το θάνατο. Καθώς αντίκριζε το αιματοβαμμένο θύμα να σπαρταράει με την αγωνία του θανάτου, έπρεπε να δει μακριά, με τα μάτια της πίστης, τον Υιό του Θεού που επρόκειτο να θυσιαστεί για χάρη του ανθρώπου.ΙΑ 31.1
Αυτή η τελετουργική προσφορά θα ήταν για τον Αδάμ μία ακατάπαυστη υπενθύμιση της αμαρτίας του. Σκοτώνοντας το ζώο θα είχε τη δυνατότητα να συναισθανθεί περισσότερο την παράβασή του την οποία τίποτα δεν θα μπορούσε να επανορθώσει εκτός από το θάνατο του αγαπητού Υιού του Θεού. Άξιο θαυμασμού ήταν το γεγονός ότι ο Δημιουργός του, ωθούμενος από απέραντη καλοσύνη και ασύγκριτη αγάπη, θα πλήρωνε τόσο μεγάλο λύτρο για τη σωτηρία του ενόχου. Όταν ο Αδάμ έσφαζε το αθώο θύμα του, αισθανόταν σαν να έχυνε το αίμα του Υιού του Θεού με το ίδιο του το χέρι. Ήξερε ότι αν είχε παραμείνει υπάκουος στον Θεό δεν θα υπήρχε θάνατος ούτε για τα ζώα ούτε για τον άνθρωπο. Μία ακτίνα ελπίδας φώτισε το σκοτεινό και φοβερό μέλλον και το έσωσε από την τέλεια καταστροφή.ΙΑ 31.2
Στην αρχή, η κεφαλή κάθε οικογένειας θεωρούταν αρχηγός και ιερέας του σπιτιού του. Αργότερα, καθώς οι άνθρωποι πληθύνονταν στη γη, άντρες διορισμένοι από τον Θεό εκτελούσαν τις θυσίες για το λαό. Το αίμα των ζώων έπρεπε να συνδέεται στη σκέψη του αμαρτωλού με το αίμα του Υιού του Θεού. Η σφαγή του θύματος όφειλε να μαρτυρεί σε όλους ότι ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος. Με την εκτέλεση της θυσίας, ο αμαρτωλός ομολογούσε την ενοχή του και εκδήλωνε την πίστη του αποβλέποντας μακριά, στη μεγάλη και τέλεια προσφορά του ίδιου του Υιού του Θεού την οποία προεικόνιζε η τελετή αυτή. Χωρίς την εξιλαστική θυσία του Χριστού, δεν μπορούσε να υπάρξει ευλογία ή κάποια δίοδος σωτηρίας για τον άνθρωπο. Ο Θεός διαφύλαξε με ζήλο την τιμή του νόμου Του του οποίου η παράβαση προξένησε ένα τρομερό διαχωρισμό μεταξύ Θεού και ανθρώπου. Όταν ο Αδάμ ήταν αναμάρτητος απολάμβανε άμεση, ελεύθερη και ευτυχισμένη επικοινωνία με τον Πλάστη του. Μετά την παρακοή του, ο Θεός μπορούσε να επικοινωνεί με τον άνθρωπο μέσω του Χριστού και των αγγέλων.ΙΑ 31.3