Το πρώτο Γενικό Συμβούλιο
Ορισμένοι Εβραίοι από την Ιουδαία κατόρθωσαν να δημιουργήσουν ένα ζήτημα το οποίο σύντομα κατέληξε σε μεγάλη διαμάχη μέσα στην εκκλησία και καταθορύβησε τους Εθνικούς Χριστιανούς. Με μεγάλη πεποίθηση, οι Ιουδαϊζοντες αυτοί δάσκαλοι δήλωναν ότι προκειμένου να σωθεί κάποιος έπρεπε να περιτμηθεί και να τηρήσει ολόκληρο τον τελετουργικό νόμο.ΙΑ 235.1
Αυτή ήταν μία σοβαρή υπόθεση που επηρέασε την εκκλησία σε μεγάλο βαθμό. Ο Παύλος και ο Βαρνάβας αντιμετώπισαν άμεσα την ψευδή αυτή διδασκαλία και δεν επέτρεψαν ούτε καν να αναφερθεί το ζήτημα στους Εθνικούς. Από το άλλο μέρος, πολλοί από τους πιστούς Εβραίους της Αντιόχειας υποστήριζαν τη στάση των νεοαφιχθέντων αδελφών από την Ιουδαία. Στην εκκλησία της Αντιόχειας το ζήτημα της περιτομής δημιουργούσε συνεχείς διενέξεις και φιλονικίες. Τελικά, τα μέλη από φόβο μήπως οι ατελείωτες συζητήσεις προκαλέσουν διάσπαση μεταξύ τους, αποφάσισαν να στείλουν στα Ιεροσόλυμα τον Παύλο και τον Βαρνάβα με μερικά άλλα υπεύθυνα πρόσωπα της εκκλησίας, για να εκθέσουν το ζήτημα στους αποστόλους και πρεσβύτερους. Εκεί θα συναντούσαν εκπροσώπους από τις διάφορες εκκλησίες, καθώς και εκείνους που είχαν πάει στα Ιεροσόλυμα για να παρευρεθούν στις γιορτές που πλησίαζαν. Στο μεταξύ, κάθε συζήτηση έπρεπε να σταματήσει μέχρι να ληφθεί μία τελική απόφαση από τη Γενική Σύνοδο η οποία θα γινόταν παγκόσμια δεκτή από όλα τα μέλη.ΙΑ 235.2
Όταν οι αντιπρόσωποι από την Αντιόχεια έφτασαν στην Ιερουσαλήμ, διηγήθηκαν στην ολομέλεια των εκκλησιών την επιτυχία που είχε σημειώσει η υπηρεσία τους μεταξύ των Εθνικών. Κατόπιν, έδωσαν μία σαφή εικόνα της σύγχυσης που είχε προέλθει, εξαιτίας ορισμένων Χριστιανών Φαρισαίων που είχαν πάει στην Αντιόχεια και δήλωσαν ότι για να σωθούν οι Εθνικοί προσήλυτοι έπρεπε να περιτέμνονται και να τηρούν το Μωσαϊκό νόμο.ΙΑ 235.3
Οι Ιουδαίοι ήταν υπερήφανοι για τα θρησκευτικά τους καθήκοντα που είχαν οριστεί από τον Θεό. Πολλοί από αυτούς που είχαν ασπα- στεί τη χριστιανική θρησκεία εξακολουθούσαν να πιστεύουν ότι, αφού ο Θεός υπέδειξε μία φορά με σαφήνεια τον εβραϊκό τρόπο λατρείας, ήταν απίθανο ότι θα διέταζε ποτέ οποιαδήποτε, έστω και μερική, τροποποίησή του. Επέμεναν ότι οι εβραϊκοί νόμοι και οι τελετουργίες έπρεπε να ενσωματωθούν στην ιεροτελεστία της χριστιανικής θρησκείας. Άργησαν να διακρίνουν ότι όλες οι εξιλαστικές προσφορές δεν απέβλεπαν σε τίποτα άλλο παρά στην απεικόνιση του θανάτου του Υιού του Θεού, όπου ο τύπος συνάντησε το αντίτυπο και οι τελετές της Μωσαϊκής οικονομίας δεν είχαν πια κανένα κύρος.ΙΑ 235.4
Πριν τη μεταστροφή του ο Παύλος αισθανόταν περήφανος γιατί τηρούσε με ακρίβεια τα καθήκοντά του ως Φαρισαίος. Όταν όμως ο Χριστός τού φανερώθηκε στο δρόμο της Δαμασκού, απέκτησε σαφή αντίληψη της αποστολής του Σωτήρα ως Λυτρωτή ολόκληρου του ανθρώπινου γένους, Ιουδαϊκού και Εθνικού, και έμαθε τη διαφορά ανάμεσα στη ζωντανή πίστη και στη νεκρή τυπολατρία. Κάτω από το φως του ευαγγελίου, οι παλιές τελετές και εθιμοτυπίες που είχαν επιβληθεί στο λαό Ισραήλ έπαιρναν καινούργια και βαθύτερη σημασία. Όλα όσα σκιαγραφούσαν είχαν τώρα εκπληρωθεί και όσοι ζούσαν την εποχή του ευαγγελικού συστήματος είχαν απαλλαγεί από την υποχρέωση της τήρησής τους. Το δεκάλογο όμως, τον αναλλοίωτο νόμο του Θεού, ο Παύλος τον τηρούσε πάντοτε κατά πνεύμα και κατά γράμμα.ΙΑ 236.1