Η Ομολογία του Ιούδα
Ο Ιούδας είχε καταληφθεί από πικρές τύψεις συνείδησης όταν αντίκρισε την κακομεταχείριση που υφίοτατο ο Σωτήρας και από ντροπή για την πράξη της προδοσίας του, συντρίφτηκε. Είχε αγαπήσει τον Χριστό αλλά αγαπούσε περισσότερο το χρήμα. Δεν είχε σκεφτεί ότι ο Ιησούς θα επέτρεπε στον εαυτό Του να συλληφθεί από το συρφετό που αυτός οδηγούσε. Ο Ιούδας περίμενε ότι Εκείνος θα έκανε ένα θαύμα και θα ελευθερωνόταν από τον όχλο. Όταν όμως είδε στην αίθουσα του δικαστηρίου το εξαγριωμένο, διψασμένο για αίμα πλήθος, ένοιωσε τρομερά ένοχος. Ενώ πολλοί κατηγορούσαν παθιασμένα τον Κύριό του, ο Ιούδας βιαστικά διέσχισε το πλήθος, ομολογώντας ότι είχε αμαρτήσει παραδίδοντας αίμα αθώου. Πρόσφερε στους ιερείς τα χρήματα που του είχαν δώσει και τους παρακάλεσε να ελευθερώσουν τον Ιησού, δηλώνοντας ότι Αυτός δεν έφταιξε σε τίποτα.ΙΑ 162.2
Για λίγο οι ιερείς έμειναν σιωπηλοί, ενοχλημένοι και συγκεχυμένοι. Δεν ήθελαν να μάθει ο λαός ότι είχαν πληρώσει έναν από τους μαθητές του Χριστού για να Τον παραδώσει στα χέρια τους. Ήθελαν να κρατήσουν κρυφό το κυνήγι που έκαναν στον Ιησού σαν να ήταν ληστής και να αποσιωπήσουν το μυστικό τρόπο της σύλληψής Του. Η ομολογία όμως του Ιούδα και η καταβεβλημένη, ένοχη παρουσία του, εξέθετε τους ιερείς στα μάτια του όχλου, δείχνοντας ότι το μίσος ήταν η αιτία που συνέλαβαν τον Ιησού. Όταν ο Ιούδας φώναξε αποκαλώντας τον Κύριό του αθώο, οι ιερείς απάντησαν: «Τί προς ημάς; Συ όψει» (Ματθ. κζ’ 4). Είχαν τον Ιησού στη διάθεσή τους και ήταν αποφασισμένοι να κάνουν σ’ Αυτόν ό,τι ήθελαν. Συντριμμένος ο Ιούδας πέταξε τα μισητά πλέον χρήματα στα πόδια εκείνων που τον είχαν μισθώσει και, βασανισμένος από αγωνία και τρόμο, πήγε και κρεμάστηκε.ΙΑ 162.3
Ο Ιησούς, στον εκκλησιαστικό κύκλο που Τον περιέβαλλε, είχε πολλές συμπάθειες και η ηρεμία με την οποία απαντούσε στις διάφορες ερωτήσεις που Του υπέβαλλαν εξέπληττε τα πλήθη. Μέσα σε όλο το σαρκασμό και τη βιαιότητα του όχλου, ούτε ένα συνοφρύωμα, ούτε μία ενοχλημένη έκφραση ζωγραφίστηκε στο πρόσωπό Του. Ήταν αξιοπρεπής και συγκρατημένος. Οι θεατές Τον έβλεπαν απορημένοι. Σύγκριναν την τέλεια όψη Του και την αμετάβλητη, αξιοπρεπή συμπεριφορά Του και έλεγαν ο ένας στον άλλο ότι Εκείνος έμοιαζε περισσότερο με βασιλιά από ότι οποιοσδήποτε από τους άρχοντές τους. Δεν φαινόταν να είναι κακούργος. Το βλέμμα Του ήταν ήρεμο, καθαρό, ατρόμητο. Το μέτωπό Του ευρύ και εκτεταμένο. Κάθε χαρακτηριστικό ήταν έντονα ζωγραφισμένο με καλοσύνη και ευγενικά αισθήματα. Η υπομονή και η ανεκτικότητά Του, που ήταν τόσο μεγαλύτερες από αυτές που πολλές φορές επιδεικνύει η ανθρώπινη συμπεριφορά, έκαναν πολλούς να τρέμουν. Ακόμη και αυτοί, ο Ηρώδης και ο Πιλάτος, ταράχτηκαν από την ευγενική, θεοπρεπή συμπεριφορά Του.ΙΑ 163.1