ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13 - Ο ΙΑΚΩΒ ΚΑΙ Ο ΑΓΓΕΛΟΣ
(Το κεφάλαιο αυτό βασίζεται στο βιβλίο Γένεσις, κεφ. λβ’ 24 - λγ’ 11)
Ηαμαρτία του Ιακώβ παρουσιάστηκε και πάλι έντονα στη σκέψη του. Φοβήθηκε ότι ο Θεός θα επέτρεπε στον Ησαύ να του αφαιρέσει τη ζωή. Βυθισμένος σε μεγάλη θλίψη, προσευχήθηκε όλη τη νύχτα. Ένας άγγελος εμφανίστηκε μπροστά του και του παρουσίασε τον πραγματικό χαρακτήρα του σφάλματός του. Καθώς ο ουράνιος επισκέπτης γύρισε για να φύγει, ο Ιακώβ τον έπιασε και δεν τον άφησε να απομακρυνθεί. Ικέτεψε με δάκρυα, βαθιά μετανιωμένος για τις αμαρτίες που έγιναν η αιτία για είκοσι χρόνια να απομακρυνθεί από την οικογένειά του. Επικαλέστηκε τις υποσχέσεις και τις ευλογίες που ο Θεός έδωσε σ’ αυτόν κατά το διάστημα της απουσίας του από το πατρικό σπίτι.ΙΑ 65.1
Ενώ ο άγγελος αγωνιζόταν να απομακρυνθεί από τον Ιακώβ, φαινόταν να αντιστέκεται στην προσευχή του, επαναφέροντας συνεχώς στη μνήμη του τα αμαρτήματά του. Ο γεροδεμένος βοσκός, όλη τη νύχτα, πάλευε με τον ουράνιο απεσταλμένο εκλιπαρώντας τον να τον ευλογήσει. Ήταν αποφασισμένος να τον κρατήσει, όχι απλά ασκώντας σωματική δύναμη, αλλά με την ισχύ της ζωντανής πίστης. Στην απόγνωσή του, αναφέρθηκε στη μεταμέλεια της ψυχής του και τη βαθιά ταπείνωση που ένοιωθε για τα σφάλματά του. Ο άγγελος άκουγε την προσευχή του με φαινομενική αδιαφορία, προσπαθώντας διαρκώς να ελευθερωθεί από το σφικτό κράτημα. Μπορούσε κάλλιστα να χρησιμοποιήσει την υπερφυσική του δύναμη, προτίμησε όμως να μην το κάνει.ΙΑ 65.2
Ο άγγελος όταν είδε ότι δεν υπερίσχυε του αντιπάλου του, για να τον πείσει για τις υπερφυσικές του ικανότητες, τον άγγιξε στο μηρό ο οποίος εξαρθρώθηκε στη στιγμή. Ο Ιακώβ, παρόλο το σωματικό πόνο, δεν εγκατέλειψε τις έντονες προσπάθειές του. Σκοπός του ήταν να αποκτήσει την ευλογία και ο φυσικός πόνος δεν ήταν ικανός για να αποσπάσει τη σκέψη του από το στόχο του. Η αποφασιστικότητα του ήταν ισχυρότερη τις τελευταίες στιγμές του αγώνα από ό,τι ήταν στην αρχή. Η πίστη του γινόταν ολοένα πιο επίμονη και δυνατή ακόμη και τη στιγμή που πλησίαζε η χαραυγή. Ήταν αποφασισμένος να αφήσει τον άγγελο μόνο αν εκείνος τον ευλογούσε. «Ο δε είπεν, Άφες με να απέλθω διότι εχάραξεν η αυγή. Και αυτός είπε, Δεν θέλω σε αφήσει να απέλθης, εάν δεν με ευλογήσης». Τότε ο άγγελος ρώτησε: «Τι είναι το όνομά σου; Ο δε είπεν, Ιακώβ. Και εκείνος είπε, Δεν θέλει καλεσθή πλέον το όνομά σου Ιακώβ, αλλά Ισραήλ, διότι ενίσχυσας μετά Θεού, και μετά ανθρώπων θέλεις είσθαι δυνατός” (Γέν. λβ’ 26-28).ΙΑ 65.3